Οι φορολογικά κρυμμένες περιουσίες σε όλον τον κόσμο αγγίζουν τα 6 τρισ. ευρώ
Στον υπολογισμό ότι οι ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία φτάνουν τα 60 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από 30% του σημερινού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, καταλήγει ο Γκάμπριελ Ζούκμαν, καθηγητής στο London School of Economics στο βιβλίο του «Ο κρυμμένος πλούτος των εθνών».
Πρόκειται για μια έρευνα 133 σελίδων με αποκαλυπτικά στοιχεία για το κόστος των φορολογικών παραδείσων, την ισχύ της χρηματοοικονομίας, τη χρυσή εποχή της Ελβετίας, την «τρύπα» του Λουξεμβούργου, την παρωδία της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, τις οικονομικές κυρώσεις καθώς και τους τελωνειακούς δεσμούς που μπορούν να επιβληθούν για να περιοριστεί δραστικά το φαινόμενο του κρυμμένου πλούτου που στο τέλος επιβαρύνει το δημόσιο χρέος, δηλαδή το φορολογούμενο πολίτη.
Σύμφωνα με την έρευνα του Ζούκμαν οι ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία φτάνουν τα 60 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από 30% του σημερινού ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό είναι τεράστιο σε σύγκριση με χώρες όπως η Γερμανία ή η Γαλλία, των οποίων οι καταθέσεις στην Ελβετία δεν ξεπερνούν το 6% και το 9% του ΑΕΠ, αντίστοιχα.
Φωτίζοντας τους μαύρους λογαριασμούς στην Ελβετία ο Ζούκμαν αξιοποιεί στοιχεία από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας και με βάση παράπλευρους υπολογισμούς εκτιμά ότι μέχρι το 2013 στις ελβετικές τράπεζες βρίσκονταν πάνω από 1,80 τρισ. ευρώ στα οποία ανήκουν σε μη μόνιμους κατοίκους. Συγκεκριμένα, 200 δισ. σε Γερμανούς, 180 δισ. σε Γάλλους, 120 δισ. σε Ιταλούς, 110 δισ. σε Βρετανούς, 80 δισ. σε Ισπανούς, 60 δισ. σε Έλληνες, 60 δισ. σε Βέλγους, 30 δισ. σε Πορτογάλους, 180 δισ. σε κατοίκους σε χώρες του Κόλπου, 180 δισ. σε Ασιάτες, 170 δισ. σε Αμερικανούς, 120 δισ. σε Αφρικανούς, 90 δισ. σε Βορειοαμερικανούς, 50 δισ. σε Ρώσους και άλλους.
Τα βήματα που χρειάζεται να ακολουθήσει ένας εκατομμυριούχος για να φοροδιαφύγει είναι εξαιρετικά εύκολα, λέει ο καθηγητής- ερευνητής τουLondon School of Economics. Πρώτα ιδρύει μια εταιρεία βιτρίνα στα νησιά Κέιμαν για να εξασφαλίσει την ανωνυμία. Μέσω αυτής της εταιρείας ανοίγει ένα τραπεζικό λογαριασμό στην Ελβετία. Με βάση αυτόν τον λογαριασμό αγοράζει μετοχές σε κάποιο επενδυτικό ταμείο του Λουξεμβούργου και εισπράττει τα μερίσματα στον ίδιο λογαριασμό.
Το εισόδημα αυτό δεν φορολογείται ούτε στο Λουξεμβούργο, ούτε στην Ελβετία, ούτε στα νησιά Κέιμαν. Το κυριότερο είναι πως δεν φορολογείται ούτε στην χώρα το κατόχου του, εφόσον δεν δηλώνεται. Αποτέλεσμα, τα δημόσια ταμεία να στερούνται φορολογικών εσόδων και να αναγκάζονται οι κυβερνήσεις είτε να κόψουν κάποιες κοινωνικές δαπάνες, είτε να φορολογήσουν τα μικρά και μεσαία εισοδήματα.
Ο συγγραφέας υπολογίζει ότι οι κρυμμένες περιουσίες σε όλον τον κόσμο αγγίζουν τα 6 τρισ. ευρώ και προκαλούν ετήσιες απώλειες φορολογικών εσόδων 130 δισ. ευρώ.
Στο ερώτημα πως λύνεται το πρόβλημα, ο Ζούκμαν τονίζει πως δεν αντιμετωπίζεται ούτε με ευχολόγια, ούτε με γενικόλογες καταγγελίες. Υπάρχουν δύο βασικές προϋποθέσεις για να κερδηθεί αυτός ο πόλεμος: ο εξαναγκασμός και ο έλεγχος. Δηλαδή, απειλές κυρώσεων ώστε οι τράπεζες να υποχρεωθούν να αποκαλύψουν τα πλήρη στοιχεία των πελατών τους. Παράλληλα, απαιτείται ένα παγκόσμιο περιουσιολόγιο ώστε να επαληθεύεται από τα κράτη η ακρίβεια των στοιχείων που παρέχουν οι τράπεζες.
Το βιβλίο του Ζούκμαν κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Πεδίο, με επιστημονική επιμέλεια του Γενικού Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκου Κουτεντάκη, Λέκτορα στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών του πανεπιστημίου Κρήτης.