ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Νέος γύρος διαπραγματεύσεων για μέτρα 5,4+3,6 δισ. ευρώ

Νέος γύρος διαπραγματεύσεων για μέτρα 5,4+3,6 δισ. ευρώ

Νέος γύρος διαπραγματεύσεων ξεκινά την Κυριακή το απόγευμα μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών με σκοπό να κλειδώσει το πακέτο των δημοσιονομικών παρεμβάσεων ύψους 9 δισ. ευρώ.

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος θα επιστρέψει το μεσημέρι από την Ολλανδία και αναμένεται ευθύς αμέσως να έχει επαφές με τους επικεφαλής των θεσμών που επιστρέφουν και εκείνοι από την ολλανδική πρωτεύουσα.

Στόχος είναι να υπάρξει συμφωνία έως τη Μεγάλη Πέμπτη επί όλων των εκκρεμών ζητημάτων, αλλά αυτό μοιάζει εξαιρετικά δύσκολο.

Ο κ. Τσακαλώτος απεκάλυψε χθες πως έχει επιτευχθεί συμφωνία στα βασικά του πακέτου του καλοκαιριού και πως παραμένουν ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες οι οποίες θα συζητηθούν τις επόμενες μέρες.

Όπως ξεκαθάρισε, ο υπουργός η ελληνική κυβέρνηση τήρησε κατά γράμμα τις δεσμεύσεις που ανέλαβε πέρσι το καλοκαίρι, και στο ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και σε εκείνο των μέτρων ύψους 3% του ΑΕΠ.

Δεδομένου ότι εξακολουθεί να υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των θεσμών για το αποτέλεσμα και την απόδοση αυτών των μέτρων, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να θεσμοθετήσει ένα πακέτο πρόσθετων παρεμβάσεων 2% του ΑΕΠ ή 3,5 δισ. ευρώ.

Κατά τον κ. Τσακαλώτο για το πώς αυτή η διαφορά θα γεφυρωθεί υπάρχουν διαφορετικές απόψεις στο τραπέζι, συμπεριλαμβανομένης και της λήψης μέτρων υπό αίρεση (contingent measures).

Αν και ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε χθες πως σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία δεν μπορείς να νομοθετήσεις υπό αίρεση, ήτοι ότι δεν μπορείς να εξαρτήσεις την ισχύ ενός νόμου από ένα μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός, αυτό δεν είναι ακριβές.

Για παράδειγμα η νομοθεσία για τα οικονομικά των ΟΤΑ προβλέπει αυτόματο φρένο στια δαπάνες και αύξηση των δημοτικών τελών στις περιπτώσεις αποκλίσεων των προϋπολογισμών των Δήμων. Κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να ισχύσει και με τις δαπάνες της κεντρικής κυβέρνησης, αποτελώντας έτσι το «μηχανισμό δέσμευσης» που αναζητούν κυβέρνηση και δανειστές.

Η «ελάφρυνση» χρέους

Το πλέον ακανθώδες πολιτικά θέμα έχει να κάνει με τη διαχείριση του χρέους. Δεδομένου ότι με τα μέτρα 9 δισ. ευρώ λαμβάνονται πρόνοιες ώστε το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 να είναι στο 3,5% του ΑΕΠ -και αυτό το μέγεθος να καταστεί μια ξεκάθαρη αφετηρία για τη σύνταξη της έκθεσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους-, ωστόσο η εφαρμογή της ελάφρυνσης του χρέους θα γίνει σε ορίζοντα πέρα της πενταετίας και μόνον όταν οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους υπερβούν ένα δεδομένο επίπεδο ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Η αναφορά του Ευκλείδη Τσακαλώτου ότι «δεν έχει σημασία ποια τεχνική λύση θα βρεθεί για να φτάσουμε στην ελάφρυνση του χρέους» και ότι το αποτέλεσμα του προγράμματος και της ελάφρυνσης του χρέους θα πρέπει να είναι μια «ψήφος εμπιστοσύνης» στην ελληνική οικονομία, δείχνει μια μεταστροφή της κυβέρνησης.

Δεδομένου ότι δεν μπορεί πλέον να αποκομίσει κανένα πολιτικός όφελος από την αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς αυτή δεν θα συντελεστεί σίγουρα εντός της τρέχουσας θητείας της, πλέον η κυβέρνηση ομιλεί για ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, υιοθετώντας την επιχειρηματολογία που χρησιμοποιούσε ως το Δεκέμβριο του 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ