Ταγίπ Ερντογάν: Η χρονιά που έγινε «Σουλτάνος»
ΠΡΟΣΩΠΑ

Ταγίπ Ερντογάν: Η χρονιά που έγινε «Σουλτάνος»

Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μονοπώλησε πολλές φορές φέτος το ενδιαφέρον των μεγάλων Μέσων Ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο. Το αμφιλεγόμενο, τόσο εντός, όσο και εκτός της Τουρκίας- δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου για την συνταγματική αναθεώρηση της χώρας, έδωσε στον Ερντογάν σημαντικές εξουσίες δημιούργησε, όμως,  και νέες κρίσεις στις σχέσεις του με την Ευρώπη.

Ο Ερντογαν επέλεξε να ανεβάσει αρκετές φορές τους τόνους ιδιαίτερα με τις Βρυξέλλες. Μεταξύ άλλων, στις προεκλογικές του εκστρατείες, ο Ταγίπ Ερντογάν, κατηγόρησε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως «κατάλοιπα του ναζισμού και του φασισμού», ενώ ιδιαίτερα επιθετικός υπήρξε απέναντι στο Βερολίνο λέγοντας, ότι «δεν βλέπει καμία διαφορά στη συμπεριφορά των Γερμανών από την ναζιστική περίοδο». Αφορμή ήταν η απόφαση της Γερμανίας να απαγορεύσει συγκεντρώσεις υποστηρικτών του σε γερμανικές πόλεις, ενόψει του δημοψηφίσματος.

Οι σχέσεις των δύο χωρών πέρασαν από πολλά κύματα καθ΄ όλη τη διάρκεια του χρόνου, ενώ τέθηκε έντονα η πιθανότητα παύσης των συνομιλιών για ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Η «φιλία» με τον Πούτιν

Ήταν, επίσης η χρονιά όπου -εν μέρει- αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία. Υπεγράφη η συμφωνία «μαμούθ» για την αγορά τεσσάρων συστημάτων αντιαεροπορικής άμυνας S-400, αξίας 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με το 55% μάλιστα του ποσού σύμβασης να καλύπτεται από ρωσικά δάνεια.

Η απόφαση της Τουρκίας -χώρας μέλους του ΝΑΤΟ- να αγοράσει τους ρωσικούς πυραύλους από τη Μόσχα, θεωρήθηκε από μερικούς δυτικούς προσβλητική για τη συμμαχία, ενώ δημιούργησε ανησυχία καθώς τα συγκεκριμένα οπλικά συστήματα δεν μπορούν να ενσωματωθούν στη νατοϊκή άμυνα.

Παράλληλα, ανέβασε τους τόνους στο μέτωπο του Ιρακινού Κουρδιστάν, εξαπολύοντας ευθείες απειλές πολέμου και ενισχύοντας την στρατιωτική παρουσία στα σύνορα αλλά και με επιβολή κυρώσεων. «Θα κλείσουμε και τις κάνουλες του πετρελαίου για να δούμε τότε η Διοίκηση του Βορείου Ιράκ πού θα πουλάει το πετρέλαιό της», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά. Με την επικράτηση του «Ναι» στο δημοψήφισμα της ανεξαρτησίας, η ένταση συνεχίστηκε με τον Ερντογάν να διατηρεί την ένταση σε υψηλά επίπεδα μέχρι σήμερα.


Η κόντρα με τις ΗΠΑ

Σημαντικότερο «μέτωπο» που άνοιξε ο Ερντογάν το 2017 ήταν αυτό με τις ΗΠΑ και το Ντόναλντ Τραμπ. Αναστολή έκδοσης βίζας, σκληρή πολιτική στο ζήτημα της αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ και πιέσεις για την έκδοση του αυτοεξόριστου στην Πενσυλβάνια ιεροκήρυκα και άλλοτε συμμάχου του, Φετουλάχ Γκιουλέν ήταν μερικές από τις αιχμές. Οι σχέσεις των δύο χωρών βρίσκονται στο ναδίρ, παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει για διάλογο και τη συνάντηση των δύο προέδρων.

Παρά τις πιέσεις δεν άλλαξε στάση ούτε στο Κουρδικό, ούτε στο Συριακό. Αποκάλεσε τον Σύρο πρόεδρο, Μπασάρ αλ Άσαντ «τρομοκράτη», ξεκαθαρίζοντας πως είναι αδύνατο να συνεχιστούν μαζί του οι όποιες ειρηνευτικές προσπάθειες. Τέλος, μίλησε για πρώτη φορά ανοικτά για αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης, προκαλώντας αντιδράσεις σε Αθήνα και διεθνή κοινότητα. Στο εσωτερικό συνεχίστηκαν οι συλλήψεις, οι δίκες και η καταστολή σε όσους ο Ερντογάν θεωρεί ότι συμμετείχαν ή συνέβαλαν στο πραξικόπημα του 2016.