ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Με ελληνική «τεχνογνωσία» το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο

Με ελληνική «τεχνογνωσία» το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο
ΕΡΑ

Τη διαδικασία μετεξέλιξης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) από μια Περιφερειακή Χρηματοοικονομική Ρύθμιση (RFA), όπως είθισται να ονομάζονται οι μηχανισμοί διάσωσης τέτοιου τύπου, σε ένα ολοκληρωμένο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο που θα ασκεί στενή οικονομική εποπτεία και θα έχει την ικανότητα άμεσων παρεμβάσεων για διασώσεις κρατών, θα περιγράψουν οι συμμετέχοντες σε συνέδριο που διοργανώνει ο ESM αύριο στη Σιγκαπούρη με κεντρικό ομιλητή τον Γενικό Διευθυντή του Μηχανισμού Κλάους Ρέγκλινγκ.

Το συνέδριο διοργανώνεται σε μια περίοδο που η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν εμφανίζονται διατεθειμένοι να αναπτύξουν σταδιακά περαιτέρω την Ευρωζώνη και είναι υποστηρικτικοί στη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, που θα βασίζεται στον ESM και το οποίο θα αποκτήσει αρμοδιότητες, ώστε να στηρίζει κράτη που αντιμετωπίζουν προβλήματα χωρίς όμως να συνεργάζεται με άλλους οργανισμούς, όπως συμβαίνει σήμερα με το ΔΝΤ.

Αυτό το σχέδιο, το οποίο περιγράφεται αναλυτικά στο προεκλογικό πρόγραμμα των γερμανικών κομμάτων της χριστιανικής ένωσης (CDU/CSU) υποστηρίζεται σθεναρά από την γερμανική ηγεσία για ακόμη έναν λόγο. Η ιδέα του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου όπως έχει παρουσιασθεί από την Bundesbank προβλέπει πως ο ESM θα εξελιχθεί και σε «ανεξάρτητη δημοσιονομική αρχή» για την ευρωζώνη, η οποία θα ελέγχεται από τους υπουργούς Οικονομικών, ήτοι το Συμβούλιο Κυβερνητών του Ταμείου.

Η πρόταση αυτή δεν είναι «εύπεπτη» πολιτικά καθώς θα οδηγήσει στον περιορισμό των εξουσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Δεν είναι τυχαίες οι δημόσιες δηλώσεις στις οποίες έχει προχωρήσει τα τελευταία 24ωρα ο Ευρωπαίος Επίτροπος αρμόδιος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Πιέρ Μοσκοβισί και με τις οποίες έχει καταγγείλει τον τρόπο λήψης αποφάσεων στο Eurogroup κάνοντας λόγο για «ογκώδες δημοκρατικό έλλειμμα» και για ένα θεσμό που λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις «χωρίς να υπάρχει διαφάνεια».

Πάντως, η τοποθέτηση αυτή κατά πολλούς σχετίζεται και από την προωθούμενη πρόταση της Κομισιόν για συγχώνευση του ρόλου του Επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων με εκείνον του προέδρου του Eurogroup, θέση για την οποία γερμανικά ΜΜΕ αναφέρουν πως ενδιαφέρεται ο Πιέρ Μοσκοβισί.

Η ελληνική εμπειρία

Στο συνέδριο που διοργανώνει ο ESM αύριο στη Σιγκαπούρη θα υπάρξουν τρεις βασικές θεματικές ενότητες, οι οποίες με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο αναφέρονται σε κρίσιμες πτυχές του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και οι οποίες έχουν να κάνουν με την εμπειρία και τεχνογνωσία που έχει συγκεντρώσει ο ESM από το ελληνικό πρόγραμμα.

Το πρώτο σκέλος του συνεδρίου θα αναφέρεται στην οικονομική εποπτεία και στον εντοπισμό σημάτων που δείχνουν πως ελλοχεύει μια κρίση. Στη βάση αυτή θα γίνει συζήτηση επί της μεθοδολογίας, των πρακτικών και των προκλήσεων και θα αναλυθούν εργαλεία αξιολόγησης κρατικών ευπαθειών, μηχανισμοί έγκαιρης προειδοποίησης, καθώς και θέματα σχετικά με τη δημοσιονομική βιωσιμότητα.

Το δεύτερο σκέλος θα εστιάσει σε διδάγματα από το παρελθόν για τη μελλοντική πρόληψη κρίσεων. Στόχος της ενότητας αυτής -στην οποία θα γίνει αναφορά και στην ελληνική περίπτωση- είναι η κατανόηση των διαφόρων τύπων κρίσεων (π.χ. νομισματική κρίση, τραπεζική, κρατικές κρίσεις χρέος, κλπ.) και πώς αντιμετωπίζονται είτε μέσω των Περιφερειακών Χρηματοοικονομικών Ρυθμίσεων, είτε μέσω άλλων παρεμβάσεων.

Το τρίτο σκέλος του συνεδρίου θα εστιάσει στους τρόπους διάσωσης και επίλυσης των κρίσεων από τη στιγμή που αυτές έχουν ενσκήψει. Ειδική αναφορά αναμένεται να γίνει στο ζήτημα του ηθικού κινδύνου από τις διασώσεις και ειδικά στη μεταφορά βαρών των ιδιωτών επενδυτών στους φορολογούμενους. Στο μέρος αυτό θα μιλήσει ο οικονομολόγος του Ινστιτούτου Peterson Ζερονίμ Ζελτεμάγιερ, ειδικός επί της ελληνικής κρίσης, που προ διμήνου είχε υποστηρίξει τη θέση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα που θα πρέπει να καταγράφει η Ελλάδα μετά το 2022 θα πρέπει να είναι της τάξεως του 1,5% και όχι στην περιοχή του 2,2% του ΑΕΠ, όπως αποφάσισε το Eurogroup της 15ης Ιουνίου.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ