EXPLAINERS

Γιατί το ΔΝΤ «αμφισβητεί» την ΕΚΤ και βλέπει κεφαλαιακές ανάγκες στις τράπεζες

Γιατί το ΔΝΤ «αμφισβητεί» την ΕΚΤ και βλέπει κεφαλαιακές ανάγκες στις τράπεζες

Μπορεί από την έκθεση του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα να προέκυψε ο προβληματισμός του Ταμείου για την κεφαλαιακή δομή των ελληνικών τραπεζών και για τις προκλήσεις που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν λόγω των «κόκκινων» δανείων, ωστόσο για άλλη μια φορά αναδείχθηκε πως το ΔΝΤ «αμφισβητεί» την εποπτική αποτελεσματικότητα της ΕΚΤ και του SSM και τις εκτιμήσεις τους. Άλλωστε αυτό είναι κάτι που παρατηρείται διαρκώς από το 2013 οπότε Ταμείο και ΕΚΤ διατυπώνουν διαφορετικές εκτιμήσεις για τις κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών.

Να σημειωθεί πως την Πέμπτη η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ κάλεσε τις εποπτικές αρχές (σ.σ. ΕΚΤ και SSM) να κάνουν επιπλέον ενέργειες, περιλαμβανομένων επικαιροποιημένων ασκήσεων διαχείρισης ενεργητικού (asset quality review) και τεστ αντοχής (stress test), ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι ελληνικές τράπεζες θα είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες πριν από το τέλος του προγράμματος.

Η έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα αναφέρει πως δεδομένου του εξαιρετικά υψηλού επίπεδου μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αδύναμης ποιότητα των τραπεζικών κεφαλαίων το Ταμείο θεωρεί πως θα πρέπει να παραμείνει ένα αποθεματικό ύψους περίπου 10 δισ. ευρώ (5,5% του ΑΕΠ του 2016) για να καλύψει ενδεχόμενες πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών. Μάλιστα, το ΔΝΤ σημειώνει στο DSA πως «το ποσό αυτό μπορεί να μην είναι επαρκές» και ως εκ τούτου, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης της ποιότητας των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων πολύ πριν από το τέλος του προγράμματος θα είναι απαραίτητη για τον προσδιορισμό των συνεπειών για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Η αιχμηρή αυτή αναφορά του ΔΝΤ ευθέως δείχνει πως δεν εμπιστεύεται την εποπτεία της ΕΚΤ και ειδικά τη δυνατότητα της να διαχειριστεί τη μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών, ενώ παράλληλα της επιρρίπτει εμμέσως ευθύνες για την αδύναμη ποιότητα των τραπεζικών κεφαλαίων, ήτοι για το γεγονός ότι το 60% των κεφαλαίων των τραπεζών αποτελούνται από αναβαλλόμενη φορολογία - αναβαλλόμενος φόρος συνιστά 40% των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων της Alpha Bank (3,4 δισ. ευρώ), 71% της Εθνικής (4,9 δισ. ευρώ), 75% της Eurobank (4,1 δισ. ευρώ) και 58% της Πειραιώς (4,1 δισ. ευρώ)-.

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο

Αλλά το ΔΝΤ δεν είναι ο μονός θεσμός που έχει εντοπίσει προβλήματα στο εποπτικό έργο του SSM και της ΕΚΤ. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει ήδη από πέρυσι θέσει σε στενή «εποπτεία» τον SSM και σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις έχουν υπάρξει τριβές με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η εντολή του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετίζεται με την εξέταση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης (operational efficiency of management) της ΕΚΤ και ως εκ τούτου έχει εστιάσει στον τρόπο με τον οποίο η Κεντρική Τράπεζα συγκρότησε τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό και οργάνωσε το έργο του. Ειδικότερα, έχει ασχοληθεί με τη δομή διακυβέρνησης του SSM (συμπεριλαμβανομένων των εργασιών του εσωτερικού ελέγχου), τις ρυθμίσεις περί λογοδοσίας (συμπεριλαμβανομένου του εξωτερικού ελέγχου), την οργάνωση και την εξασφάλιση πόρων για τις ομάδες τραπεζικής εποπτείας (τόσο για τις εκτός των τραπεζικών εγκαταστάσεων ομάδες όσο και για τις επιτόπου) και τη διαδικασία επιτόπιας επιθεώρησης.

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει γνωμοδοτήσει πως λόγω της συμμετοχής εθνικών εποπτικών αρχών, η εποπτική δομή του SSM είναι μάλλον πολύπλοκη και στηρίζεται σε υψηλό βαθμό συντονισμού και επικοινωνίας μεταξύ του προσωπικού της ΕΚΤ και των προσώπων που έχουν διορίσει οι εθνικές κεντρικές τράπεζες και οι εποπτικές αρμόδιες αρχές από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Μάλιστα σε έκθεση που δημοσιοποίησε το 2016 παρουσίασε στοιχεία που δείχνουν πως οι μεικτές εποπτικές ομάδες παρουσιάζουν πολλές αδυναμίες. Συγκριμένα έχει επισημάνει πως:

  • Αν και η μόνη διακριτική ευχέρεια που διαθέτει η ΕΚΤ σχετικά με το προσωπικό των Εθνικών Αρχών στις μεικτές εποπτικές ομάδες είναι η εξουσία απόρριψης διορισμού, ωστόσο η ΕΚΤ δεν έχει έως τώρα ποτέ απορρίψει κανέναν από τους υποψηφίους τους.
  • Η ΕΚΤ δεν διαθέτει επί του παρόντος καμία διαδικασία ή κατευθυντήρια γραμμή για την αποδοχή ή την απόρριψη διορισμών των Εθνικών Αρχών, ούτε διαδικασίες για την αξιολόγηση των προσόντων, της πείρας, των γνώσεων ή της καταλληλότητας την υποψηφίων των Εθνικών Αρχών.
  • Λόγω των απαιτήσεων προστασίας των δεδομένων που επικαλούνται οι εθνικές εποπτικές αρχές η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι η δυνατότητά της να ζητεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (π.χ. σχετικά με προσόντα και πείρα) του προσωπικού των εθνικών αρχών που προτείνεται για μια μεικτή εποπτική ομάδα είναι περιορισμένη.
  • Οι μεικτές εποπτικές ομάδες εξακολουθούν να στελεχώνονται σε μεγάλο βαθμό από πολίτες που προέρχονται από τις εθνικές εποπτικές αρχές προέλευσης , κάτι που δεν βοηθά την καθιέρωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας μέσω της χρησιμοποίησης επιθεωρητών διαφορετικών εθνικοτήτων.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ