ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ξανά στο τραπέζι η επιβολή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές

Ξανά στο τραπέζι η επιβολή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές

Δυναμικά επανέρχεται στο προσκήνιο η κυβερνητική πρόταση για επιβολή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές, μετά την ισχνή εισπρακτική απόδοση μιας σειράς ήδη θεσμοθετημένων μέτρων και τις επιφυλάξεις των θεσμών για τις δημοσιονομικές αυτές παρεμβάσεις.

Ενδεικτικά ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ και ESM θεωρούν πως τα προϋπολογισμένα έσοδα από τα παίγνια του ΟΠΑΠ και τον φόρο στο κρασί δεν θα εισπραχθούν και πως η απόδοση των μέτρων αυτών θα κινηθεί κοντά στο ¼ του στόχου. Δεδομένου ότι η απόκλιση αυτή οδηγεί σε «τρύπα» 300 εκατ. ευρώ περίπου και έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά άλλων παρεμβάσεων που δεν έχουν εφαρμοστεί (αλλαγή στη φορολόγηση ενοικίων) η κυβέρνηση αναζητεί εφεδρικά μέτρα που θα καλύψουν το δημοσιονομικό κενό.

Στη βάση αυτή εξετάζεται ξανά η επιβολή τέλους επί των τραπεζικών συναλλαγών μέτρο που είχε προτείνει αρχικά ο Γιάνης Βαρουφάκης στους θεσμούς τον Απρίλιο 2015. Κυβερνητικές πηγές που ρωτήθηκαν από το CNN Greece για το ζήτημα δεν το διέψευσαν , ωστόσο παρουσίασαν τη σχετική παρέμβαση ως «χρυσή εφεδρεία». Κατά κάποιες πληροφορίες το ζήτημα της επιβολής του εν λόγω τέλους αναμένεται να απασχολήσει συνάντηση που θα έχει σήμερα το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης με τραπεζίτες.

Η αρχική κυβερνητική πρόταση ήταν το τέλος επί των τραπεζικών συναλλαγών να ανέρχεται στο 1 τοις χιλίοις. Ωστόσο, οι νέα πρόταση το τοποθετεί έως και στο 5 τοις χιλίοις. Τι σημαίνει αυτό;

Στοιχεία που έχει στη διάθεση του το υπουργείο Οικονομικών καταδεικνύουν ότι οι ετήσιες τραπεζικές συναλλαγές ξεπερνούν τα 350 δισ. ευρώ ετησίως, ήτοι ημερησίως ανέρχονται σε 960 εκατ. ευρώ περίπου. Στην περίπτωση που επιβαλλόταν τέλος 1 τοις χιλίοις αυτό απλά θα σήμαινε πως το Δημόσιο θα εισέπραττε σε ημερήσια βάση 960.000 ευρώ από την πηγή αυτή, κόστος που θα επιμερίζονται καταθέτες και τράπεζες κατά 50%. Έτσι, σε ημερήσια βάση νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα επωμίζονταν με πρόσθετο κόστος συναλλαγών 480.000 ευρώ, ενώ το ίδιο ποσό θα βάρυνε και τις τράπεζες.

Αν το τέλος ανερχόταν στο 1 τοις χιλίοις τα έσοδα που θα επέφερε θα ήταν 350 εκατ. ευρώ. Αν ανερχόταν στο 5 τοις χιλίοις τα έσοδα που θα επέφερε θα ήταν 1,75 δισ. ευρώ. Σε ετήσια βάση η επιβάρυνση για το τραπεζικό σύστημα από το τέλος συναλλαγών 1 τοις χιλίοις θα ήταν 175,2 εκατ. ευρώ. Αν το τέλος ανερχόταν στο 5 τοις χιλίοις θα ήταν 876 εκατ. ευρώ.

Αυτό το ποσό θα αφαιρούταν ουσιαστικά από το σύνολο των συναλλαγών των τραπεζών και θα έπληττε ευθέως την κερδοφορία τους. Και δεδομένου ότι δεν θα ήταν ένα μέτρο που θα λαμβανόταν μόνον το 2016, θα είχε διαρκή επίπτωση στον κύκλο εργασιών των τραπεζών, καθώς θα συρρίκνωνε τις τραπεζικές εργασίες σε όρους όγκου συναλλαγών.

Σε κάθε περίπτωση, εάν τελικά το μέτρο εφαρμοσθεί το τελικό ποσό που θα εισρεύσει στα δημόσια ταμεία από το τέλος επί των τραπεζικών συναλλαγών θα εξαρτηθεί από τις συναλλαγές που θα εξαιρεθούν από αυτό. Κατά πληροφορίες η κυβέρνηση θα εξαιρούσε από το τέλος διάφορα είδη συναλλαγών, π.χ., κινήσεις που γίνονται στα αυτόματα μηχανήματα ανάληψης, συναλλαγές έως 500 ευρώ, κ.α..

Σύμφωνα με παλαιότερες προβολές του οικονομικού επιτελείου εάν δεν υπάρξουν εξαιρέσεις το τέλος 1 τοις χιλίοις οδηγεί σε εισπράξεις 350 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ εάν υπάρξουν εξαιρέσεις θα εισπραχτούν 300 εκατ. ευρώ. Χωρίς εξαιρέσεις και με το τέλος συναλλαγών να ανέρχεται στο 5 τοις χιλίοις αυτό θα σημαίνει πως κάποιος που κάνει ανάληψη 420 ευρώ από ένα ΑΤΜ θα επιβαρύνεται κάθε φορά με προμήθεια 2,10 ευρώ!

Η πολυετής έρευνα του ΔΝΤ έχει καταδείξει πως ο φόρος επί των τραπεζικών συναλλαγών μπορεί να λειτουργήσει καλύτερα σε περιόδους δημοσιονομικής κρίσης, όταν η χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση, είναι αναπτυγμένη και όταν ο φορολογικός συντελεστής που βαρύνει τις συναλλαγές είναι μικρός. Ωστόσο, στις περιπτώσεις που οι φορολογικοί συντελεστές ήταν υψηλοί και ο φόρος εφαρμόστηκε για παρατεταμένη χρονική περίοδο, διαπιστώθηκε αφενός πτώση των φορολογικών εσόδων, αφετέρου πτώση των καταθέσεων και επιτάχυνση του φαινομένου της αποδιαμεσολάβησης (disintermediation), ήτοι αποδυνάμωση της ικανότητας των τραπεζών να παρέχουν δάνεια.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ