ΚΟΣΜΟΣ

Έψαξε τους γονείς της και η έρευνα την οδήγησε στη λίστα με τους πλέον καταζητούμενους του FBI

CNNi

Η Κάθι Γκίλκραϊστ γνώριζε ότι ήταν υιοθετημένη. Αυτό που δεν γνώριζε είναι ότι η αναζήτηση για τους βιολογικούς της γονείς θα την οδηγούσε στη λίστα με τους πλέον καταζητούμενους από το FBI.

Η 63χρονη γυναίκα το 2017 αποφάσισε να υποβληθεί σε τεστ DNA. Συμπληρώνοντας το σχετικό έντυπο, σημείωσε ότι είναι υιοθετημένη και πως ενδιαφέρεται να αναζητήσει τους βιολογικούς της συγγενείς.

Τα αποτελέσματα του τεστ την οδήγησαν στην εύρεση του πρώτου συγγενή, την τρίτη ξαδέλφη της , Σούζαν Γκίλμορ από το Μέιν.

«Εντυπωσιαστήκαμε από το πόσο μοιάζαμε» , είπε. «Επιπλέον είμαστε κι οι δύο δασκάλες».

Η Γκίλμορ, ερασιτέχνης γενεαλόγος, αποφάσισε να βοηθήσει την Γκίλκραϊστ να βρει περισσότερες απαντήσεις για την βιολογική της οικογένεια. Με τη βοήθειά της, η 63χρονη εντόπισε τη μητέρα της, η οποία το 1957 την είχε δώσει για υιοθεσία.

Μεγαλύτερη δυσκολία συνάντησε στο να βρει τον βιολογικό της πατέρα. Μετά από αρκετά χρόνια αναζήτησης, ωστόσο, εν τέλει το μυστήριο λύθηκε.

«Αναζητώντας επώνυμα, κοινά ονόματα, κοινή γεωγραφία, κατέληξα στο όνομα Γουίλιαμ Μπράντφορντ Μπίσοπ Τζ.», λέει η Γκίλμορ.

Και ξαφνικά, έγινε σαφές ότι το οικογενειακό reunion δεν είναι εφικτό. Ο πατέρας της ήταν ομοσπονδιακός φυγάς.

Καταζητούμενος για φόνο

Ο Μπίσοπ καταζητείτο από την αμερικανική κυβέρνηση από τη δεκαετία του 1970 και το 2014 μπήκε στη λίστα καταζητούμενων του FBI για φόνο.

Σύμφωνα με το FBI, ο Μπίσοκ καταζητείται γιατί ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου την 68χρονη μητέρα του, την 37χρονη σύζυγό του και τους τρις γιούς του, ηλικίας 5, 10 και 14 ετών στο Μέριλαντ την 1η Μαρτίου 1976. Συνέχεια κατηγορείται ότι μετέφερε τα πτώματά τους στη Βόρεια Καρολίνα.

«Έσκαψε μία τρύπα, έναν ρηχό τάφο και πέταξε τα πτώματα εκεί και στη συνέχεια τους έβαλε φωτιά» λέει ο πράκτορας του FBI Τσαρλς Άνταμ σε ένα βίντεο της υπηρεσίας του 2014 όταν ο Μπίσοπ προστέθηκε στη διαβόητη λίστα.

Η Γκίλκραϊστ είπε πως όταν η Γκιλμπρ ανακάλυψε ποιος ήταν ο πατέρας της, της είπε μόνο το όνομά της. «Ρώτησα ‘είναι κάποιος διάσημος;’ Και μου απάντησε ‘Εμ, ναι’. Γέλασα. Στη θετή μου οικογένεια έχουμε έντονη αίσθηση του χιούμορ οπότε σκέφτηκα: ‘Ασφαλώς και ο πατέρας μου θα ήταν δολοφόνος’», λέει η γυναικα.

Σε πλήρη αντίθεση με του ήσυχους και συγκρατημένους θετούς γονείς της, η Γκίλκραϊστ πιστεύει ότι ίσως πήρε κάποια χαρακτηριστικά του χαρακτήρα της από τον βιολογικό της πατέρα.

Σύμφωνα με το FBI, ο Μπίσοπ έχει πτυχίο στις Αμερικανικές Σπουδές από το Πανεπιστήμιο Γέιλ και μεταπτυχιακό στα Ιταλικά από το Middlebury College στο Βερμόντ. Το 1976, εργαζόταν ως αξιωματικός ξένων υπηρεσιών στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ στην Ουάσιγκτον, πριν εξαφανιστεί, σύμφωνα με το FBI.

Το FBI αναφέρει ότι ο Μπίσοπ την ημέρα των δολοφονιών ανακάλυψε ότι είχε παρακαμφθεί για μια προαγωγή στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Το 2014, τα λείψανα ενός αγνώστου άνδρα εκταφιάστηκαν στο Σκοτμπόρο της Αλαμπάμα, όταν ένας υπάλληλος νεκροταφείου είδε τη φωτογραφία του Μπίσοπ στο CNN και θεώρησε ότι ο καταζητούμενος έμοιαζε με τον άγνωστο άνδρα που είχε θαφτεί το 1981. Ωστόσο, το τεστ DNA αποκάλυψε ότι ο άγνωστος νεκρός δεν ήταν ο Μπίσοπ.

Η έρευνα των Γκίλμορ και Γκίλκραϊστ εντόπισε τη βιολογική μητέρα της δεύτερης και περισσότερους από δώδεκα συγγενείς στη Μασαχουσέτη, αρκετοί από τους οποίους ήταν αδέλφια από τη μητέρα της.

Η γυναίκα έγραψε ένα βιβλίο για την εμπειρία της με τίτλο «It's in My Genes».

Δεν είναι σαφές για την Γκίλκραϊστ εάν η βιολογική μητέρα της γνώριζε για το παρελθόν του πατέρα της, αλλά η Γκίλκραϊστ λέει ότι είναι ευτυχής που δεν το έμαθε μέχρι να μεγαλώσει αρκετά.

Όσο για τον πατέρα της, αν είναι ζωντανός, θα είναι σήμερα 84 ετών. Η Γκίλκραϊστ πιστεύει ότι εξακολουθεί να είναι ζωντανός και κρύβεται.

Το FBI λέει ότι ο Μπίσοπ πρέπει να θεωρείται «οπλισμένος και εξαιρετικά επικίνδυνος με τάσεις αυτοκτονίας».

To FBI προσφέρει έως και 100.000 δολάρια σε όποιον μπορεί να δώσει ασφαλείς πληροφορίες για τον καταζητούμενο.

A search for biological relatives leads an adopted woman to the FBI's most wanted list, by Lauren M. Johnson, CNN

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης