ΚΟΣΜΟΣ

Ο Ερντογάν στα Εμιράτα: Επαναπροσέγγιση με τυμπανοκρουσίες

Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι εάν δεν ανατρέψει το κλίμα στην οικονομία, θα το πληρώσει ακριβά στις κάλπες του 2023. Και «ποντάρει» στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλες αραβικές χώρες του Κόλπου για να εισφέρουν δισεκατομμύρια στην Τουρκία. AP Photo/Jon Gambrell

Η ταχύτητα των μεταβολών στη γεωπολιτική σκηνή της Μέσης Ανατολής είναι αρκετή για να προκαλέσει... ίλιγγο ακόμη και τους πιο έμπειρους παρατηρητές είναι το σχόλιο με το οποίο «ντύνει» το CNNi εκτενή ανάλυσή του αναφορικά με την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Εχθροί επί μακρόν, Ιράν και Σαουδική Αραβία πλέον συζητούν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επιχειρούν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις με το Ιράν, ενώ το Κατάρ έγινε δεκτό ξανά στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου έπειτα από πρωτοφανή ρηξη. Στον ορίζοντα βρίσκεται ταυτόχρονα η επαναπροσέγγιση Τουρκίας-Αιγύπτου, αλλά και η συμφιλίωση Τουρκίας-Ισραήλ.

Όμως ίσως η πιο εντυπωσιακή προσέγγιση μέχρι στιγμής είναι αυτή μεταξύ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Τουρκίας -και αυτό είναι κάτι που ελάχιστοι είχαν προβλέψει. Οι δύο χώρες βρέθηκαν αντιμέτωπες σχεδόν σε κάθε περιφερειακή σύγκρουση κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, καθώς και σε αντίθετα άκρα του ιδεολογικού φάσματος.

Στην πλέον πρόσφατη ένδειξη επαναπροσέγγισης, ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έφτασε σήμερα, Δευτέρα, στο Άμπου Ντάμπι ερχόμενος ενώπιος ενωπίω με τον πρίγκιπα διάδοχο του θρόνου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, σεΐχη Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ αλ Ναχιάν, με τον οποίο και υπέγραψε 13 διμερείς συμφωνίες.

Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη Ερντογάν στο Άμπου Ντάμπι από το 2013.

«Η συμφιλίωση που έβλεπα ως λιγότερο πιθανή... [με] τα περισσότερα προβλήματα και συγκρουόμενα συμφέροντα, ήταν αυτή των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Τουρκίας» σχολιάζει μιλώντας στο CNNi ο Τούρκος ειδικός επί ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής Γιουσούφ Ερίμ.

Η ρήξη μεταξύ Άγκυρας και Άμπου Ντάμπι ανέκυψε αφού η Τουρκία υποστήριξε δημόσια τις διαδηλώσεις της Αραβικής Άνοιξης που ανέτρεψαν ορισμένες αραβικές κυβερνήσεις και απείλησαν άλλες το 2011.

Ο Ερντογάν ήταν ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των ομάδων που συνδέονται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία και διαδραμάτισε καίριο ρόλο σε ορισμένες από τις διαδηλώσεις. Η στάση αυτή συνιστούσε «κόκκινη γραμμή» για τις αραβικές μοναρχίες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΑΕ, που θεωρούσαν αυτά τα κινήματα ως υπαρξιακή απειλή.

Για την Τουρκία, το σημείο καμπής στις σχέσεις με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ήλθε το 2016, αφού ο Ερντογάν «επέζησε» της απόπειρας πραξικοπήματος που Τούρκοι αξιωματούχοι κατηγόρησαν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ότι υποστηρίζουν.

Το επόμενο έτος, όταν οι γειτονικές χώρες του Κατάρ, συμπεριλαμβανομένων των Εμιράτων, επέβαλαν μποϊκοτάζ στη χώρα για τους φερόμενους δεσμούς της με τους ισλαμιστές, η Τουρκία έδωσε την υποστήριξή της, γεγονός που εξόργισε περαιτέρω το Άμπου Ντάμπι.

Οι περιφερειακές δυνάμεις επιδόθηκαν σε έναν επικίνδυνο ανταγωνισμό καθοδηγούμενο από την επεκτατική εξωτερική πολιτική τους που εκτεινόταν από την Ανατολική Μεσόγειο έως τον Περσικό Κόλπο και την Ανατολική Αφρική. Όμως πουθενά δεν ήταν μεγαλύτερος ο κίνδυνος όσο στο μέτωπο της Λιβύης, όπου συμμετείχαν σε έναν καταστροφικό «πόλεμο διά αντιπροσώπων» από το 2019.

Ενδείξεις «ύφεσης» άρχισαν να εμφανίζονται το περασμένο καλοκαίρι, πρώτα με μία αιφνιδιαστική επίσκεψη στην Άγκυρα του συμβούλου εθνικής ασφαλείας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και έπειτα με τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Ερντογάν και του πρίγκιπα διαδόχου των Εμιράτων.

Το τηλεφώνημα σηματοδότησε «μία νέα φάση κατά την οποία τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επιδιώκουν να χτίσουν γέφυρες για να εξασφαλίσουν μελλοντικές δεκαετίες περιφερειακής σταθερότητας» σχολιάζει ο Ανουάρ Γκαργκάς, διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου των Εμιράτων. Τα τοπικά μέσα ενημέρωσης από πλευράς τους έχουν αναφερθεί στη σχέση με την Τουρκία ως «στρατηγική συνεργασία».

Εν συνεχεία, τον Νοέμβριο, ο σεΐχης Μοχάμεντ έφτασε στην Άγκυρα για την πρώτη του επίσκεψη σε μία δεκαετία, και του επιφυλάχθηκε η πλέον επίσημη υποδοχή. Είχε καταστεί σαφές έως τότε, κατά την ανάγνωση του CNNi, ότι το μέχρι πρότινος καθεστώς στις σχέσεις είχε πάψει να είναι βιώσιμο, ιδίως σε μία εποχή διαφαινόμενης αποδέσμευσης των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή, γεγονός που δεν αφήνει σε πολλούς συμμάχους της Ουάσινγκτον άλλη επιλογή από το να φροντίσουν οι ίδιοι για την ασφάλειά τους.

Υπήρξε μία ξεκάθαρη κοινή επιθυμία για αναβάθμιση της εξωτερικής πολιτικής αμφότερων των χωρών με τρόπο που θα ωφελούσε αμοιβαία οικονομίες τους, γεγονός που δημιουργούσε τις προδιαγραφές να στραφούν προς μία πιο συμβιβαστική προσέγγιση.

Αντιμέτωποι με τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού, τον αυξημένο οικονομικό ανταγωνισμό από τη γειτονική Σαουδική Αραβία και το αυξανόμενο κόστος των στρατιωτικών δεσμεύσεων στην περιοχή, τα Εμιράτα «έδειξαν» το περασμένο καλοκαίρι σε μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής τους.

Αν και κατέδειξαν ότι οι εξωτερικές τους σχέσεις θα καθορίζονται πλέον από οικονομικά συμφέροντα, η αποχώρηση του τέως προέδρου των ΗΠΑ, Ντόνλαντ Τραμπ, και η επιθυμία να διαδραματίσουν ευρύτερο περιφερειακό διπλωματικό ρόλο αποτέλεσαν επίσης παράγοντες που συνέβαλαν στην πολιτική στροφή.

Την ίδια στιγμή, η οικονομία της Τουρκίας βυθιζόταν. Ο ετήσιος πληθωρισμός άγγιξε σχεδόν το 50% με την τουρκική λίρα να χάνει το ήμισυ της αξίας της έναντι του δολαρίου. Η Άγκυρα δεν είχε πλέον την πολυτέλεια να αποξενώνει τις πλούσιες χώρες του Κόλπου.

Η άνοδος του Ερντογάν στην εξουσία το 2002 έχει αποδοθεί στην οικονομία -και δεν θέλει να γίνει τώρα η αιτία της πτώσης του. Ο Τούρκος πρόεδρος έχει υποσχεθεί να ανατρέψει το κλίμα στην οικονομία, γνωρίζοντας ότι εάν δεν το κάνει θα το πληρώσει ακριβά στις κάλπες του 2023. Και «ποντάρει» στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλες αραβικές χώρες του Κόλπου για να εισφέρουν δισεκατομμύρια στην Τουρκία.

«Η οικονομία είναι πολύ, πολύ σημαντική για τον Τούρκο πρόεδρο», αναφέρει ο Γιουσούφ Ερίμ. «Μία πιο αδύναμη οικονομία πριν από τις εκλογές του 2023 είναι σίγουρα κάτι που δεν θέλει και τα Εμιράτα έχουν τα χρήματα για να μπορέσουν να δώσουν μια ώθηση για την τουρκική οικονομία» σημειώνει.

Τα χρήματα έχουν ήδη αρχίσει να ρέουν: Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν ανακοινώσει ένα επενδυτικό ταμείο ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Τουρκία και ανταλλαγή νομισμάτων σχεδόν πέντε δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ενίσχυση των συναλλαγματικών αποθεμάτων τους. Καλύτερες σχέσεις θα σημαίνουν επίσης την επιστροφή των Αράβων τουριστών του Κόλπου το επόμενο καλοκαίρι.

Η οικονομία μπορεί να είναι βασικός μοχλός για τον Ερντογάν. Αλλά αυτή η αναπτυσσόμενη σχέση με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αποτελεί σκέλος του ευρύτερου «παζλ ευθυγράμμισης» που παρατηρείται σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη Μέση Ανατολή.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης