FOCUS

Κρατούμενη έσωσε δεκάδες γυναίκες: Η γυναικολόγος του Άουσβιτς που τίμησε διαφορετικά τον όρκο

H Γκιζέλα Περλ δεν είχε την πολυτέλεια να τα κάνει όλα σωστά. Αντ’ αυτού, η γυναικολόγος από την Ουγγαρία πάλεψε να σώσει ανθρώπινες ζωές και να ελαχιστοποιήσει το κακό που είδε να συμβαίνει μπροστά στα μάτια της, ενώ εργαζόταν ως γιατρός στο Άουσβιτς.

Στις 15 Απριλίου 1945, η δρ. Γκιζέλα Περλ έφερε στη ζωή ένα μωρό που έκλαιγε σπαρακτικά, όπως γράφει το BBC.

Όπως και για όλες τις επόμενες γέννες της εκείνη τη χρόνια, η γυναικολόγος από την Ουγγαρία δεν είχε εργαλεία, αναισθητικό ή την παραμικρή βοήθεια.

Η μητέρα, μία νεαρή γυναίκα από την Πολωνία με το όνομα Μαρούσα, ήταν εμπύρετη και αδύναμη.

Αλλά υπήρχε μια ειδοποιός διαφορά με αυτή την τελευταία γέννα: σε αντίθεση με άλλα, αυτό το μωρό θα ζούσε.

Την ώρα που η Μαρούσα βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο του τοκετού της, οι δύο γυναίκες άκουσαν ένα ήχο ελευθερίας: σαλπίσματα από τρομπέτες την ώρα που Βρετανοί στρατιώτες άρχισαν να μπαίνουν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν-Μπέλζεν.

Στα αυτιά της Περλ, οι κραυγές της Μαρούσα ακούστηκαν «σχεδόν θριαμβευτικές».

Αλλά καθώς η Μαρούσα κρατούσε το νεογέννητο στην αγκαλιά της, η κατάσταση της υγείας της άρχισε να χειροτερεύει.

Το πρόσωπο και τα χείλη της χλώμιασαν και ξεκίνησε αιμορραγία.

Η Περλ ήξερε ότι χρειαζόταν άμεσα επέμβαση, αλλά δεν είχε καθόλου χειρουργικά εργαλεία.

Όρμησε έξω από τον στρατώνα, έτρεξε σε έναν υψηλόβαθμο Βρετανό στρατιώτη και τον ικέτεψε για αντισηπτικό και νερό, προμήθειες που φάνταζαν πολυτέλειες για το ιατρείο της.

«Μισή ώρα αργότερα είχα το νερό και το αντισηπτικό και μπορούσα να πλύνω τα χέρια μου και να κάνω την εγχείρηση, όχι ως απελπισμένη κρατούμενη αλλά ως γιατρός», θα θυμόταν στα απομνημονεύματά της με τίτλο «Ήμουν γιατρός στο Άουσβιτς».

Το μικρότερο κακό

Ήταν μια σπάνια στιγμή θριάμβου στο τέλος μίας απίστευτα επώδυνης διαδρομής.

Από τον Απρίλιο του 1944 η Περλ ήταν κρατούμενη στο ουγγρικό γυναικείο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς – Μπίρκεναου, όπου την είχαν ξεχωρίσει οι Ναζί για τα προσόντα της ως γιατρού και γυναικολόγου.

Όταν ο δρ. Ζόζεφ Μένγκελε, ο επικεφαλής γιατρός του στρατοπέδου, ενημερώθηκε για την ειδικότητά της, την διέταξε να τον ενημερώνει προσωπικά για όλες τις έγκυες γυναίκες του στρατοπέδου.

Η Περλ σύντομα συνειδητοποίησε ότι η διαταγή αυτή ήταν συνώνυμο του θανάτου τους.

Για την Περλ, δεν υπήρχε μεγαλύτερο θαύμα από την γέννηση ενός παιδιού. Ήξερε όμως τι έπρεπε να κάνει.

Προκειμένου να αψηφήσει το πρόγραμμα εξόντωσης των Ναζί και να βοηθήσει τις γυναίκες να επιβιώσουν, έπρεπε να αντιστρέψει τις ικανότητές της ως θεραπεύτρια και μαιευτήρα: θα έκρυβε όποια έγκυο γυναίκα έβρισκε και, αν χρειαζόταν, θα διέκοπτε την εγκυμοσύνη της, ή αθόρυβα θα την ξεγεννούσε και στη συνέχεια θα σκότωνε το μωρό.


Το εξώφυλλο των απομνημονευμάτων της δρ. Γκιζέλα Περλ «Ήμουν μία γιατρός στο Άουσβιτς» (Πηγή: Wikipedia)

Ήταν ο μόνος τρόπος για να έχουν αυτές οι γυναίκες έστω και την παραμικρή πιθανότητα επιβίωσης, ελπίζοντας ότι μια μέρα θα είχαν την ευκαιρία να γεννήσουν ένα παιδί σε συνθήκες ελευθερίας.

«Κανείς δεν θα μάθει ποτέ τι σήμαινε για μένα ο θάνατος αυτός των μωρών», γράφει. «Αλλά αν δεν το είχα κάνει μάνα και παιδί θα έβρισκαν φρικτό θάνατο».

Λόγω του φύλου της και της ιατρικής ειδικότητάς της, η Περλ βρέθηκε στην καρδιά του ναζιστικού μηχανισμού που προσπάθησε να «εξαλείψει τη βιολογική βάση του Εβραϊσμού»: μητέρες και πιθανές μητέρες.

Χρησιμοποίησε τη θέση και την ειδίκευσή της για να δράσει εκ μέρους των εγκύων γυναικών.

Χωρίς την πολυτέλεια της αμφιθυμίας

«Νομίζω πως όταν κατάλαβε τι συνέβαινε, δεν δίστασε» λέει η Εύα Χόφμαν, συγγραφέας και κόρη επιζήσασας του Ολοκαυτώματος, η οποία το 2019 έγραψε το αναθεωρημένο ημερολόγιο της Περλ. «Δεν είχε την πολυτέλεια της αμφιθυμίας».

Οι πράξεις της Περλ θα την στοίχειωναν για χρόνια μετά τον πόλεμο, αλλά το ηθικό ερώτημα αν έπρεπε ή όχι να τερματίσει τις εγκυμοσύνες των εβραίων κρατουμένων ήταν ξεκάθαρο για εκείνη.

«Ζούσε σε μια εποχή και σε έναν χώρο όπου η ηθική δεν ήταν κάτι για το οποίο μπορούσες να μιλήσεις», λέει η Σάρα Χόροβιτς, ερευνήτρια του Ολοκαυτώματος στο Πανεπιστήμιο Γιορκ του Καναδά:

«Δεν μπορούσε να κρυφτεί πίσω από δηλώσεις του τύπου ‘Δεν θα έκανα ποτέ μια έκτρωση αν δεν ήταν απαραίτητη. Δεν είχε μια τέτοια πολυτέλεια. Η ηθική ήταν περιστασιακή αλλά νομίζω ότι πίστευε πως οτιδήποτε πήγαινε ενάντια στην επιθετική γενοκτονία της ναζιστικής ιδεολογίας ήταν ηθικό.

Υποσχόμενη αρχή

Ο Ιουδαϊσμός έπαιξε κεντρικό ρόλο στην παιδική ηλικία της Περλ. Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στο Σίγκετ, μια μικρή πόλη της Ουγγαρίας (η οποία αργότερα θα γινόταν μέρος της Ρουμανίας) η οποία είναι επίσης η γενέτειρα του μελλοντικού νομπελίστα ειρήνης Έλι Βίσελ.

Το προπολεμικό Σίγκετ είχε μία μεγάλη εβραϊκή κοινότητα: περισσότερο από τον ένα τρίτο των κατοίκων ήταν Εβραίοι, ενώ υπήρχαν δεκάδες συναγωγές και εβραϊκές επιχειρήσεις. Οι Περλ ήταν μία από τις πολλές εβραϊκές οικογένειες.

Ο πατέρας της Γκιζέλα, Μος, ήταν ένας επιχειρηματίας με αρκετό εισόδημα ώστε να παρέχει στη σύζυγο και τα επτά παιδιά τους καμαριέρα και κουβερνάντα.

Η μητέρα της, Φρίντα, ήταν μία νοικοκυρά που γέμιζε το σπίτι με ζεστασιά και μυρωδιές ζαχαροπλαστικής.

Όλα τα παιδιά μορφώθηκαν υποδειγματικά: όλα τους έκαναν διδακτορικά στην ιατρική και σε άλλα πεδία, ενώ η Γκιζέλα έμαθε να μιλά πολλές γλώσσες, ανάμεσα στις οποίες Ουγγρικά, Ρουμανικά, Γερμανικά, Γαλλικά και Ιουδαϊκά.


H δρ. Γκιζέλα Περλ κρατάει στα χέρια της ένα από τα πολλά νεογέννητα που έφερε στον κόσμο (Πηγή: Wikipedia)

Η Γκιζέλα, η μεγαλύτερη κόρη, έδειξε από την αρχή τις ακαδημαϊκές της ικανότητες όταν έγινε η μόνη Εβραία γυναίκα που αποφοίτησε από το δευτεροβάθμιο σχολείο της σε ηλικία 16 ετών.

Όταν όμως είπε στον πατέρα της ότι θέλει να γίνει γιατρός, εκείνος αρνήθηκε καθώς φοβήθηκε ότι θα ξεστράτιζε από την εβραϊκή πίστη.

Για να τον καθησυχάσει, πήρε ένα προσευχητάριο και ορκίστηκε επάνω του: «Ορκίζομαι πάνω σε αυτό το βιβλίο ότι όπου και να φέρει η ζωή, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, θα παραμείνω πάντα μια καλή, πιστή Εβραία».

Χρόνια αργότερα, όταν είχε πια δικούς της ασθενείς, θα του αγόραζε ένα άλλο προσευχητάρι με χαραγμένο επάνω το όνομά του. Όπως η ίδια αποκάλυψε αργότερα, ο πατέρας της θα το έπαιρνε μαζί του στο θάλαμο αερίων στο Άουσβιτς.

Η Περλ σπούδασε ιατρική στο Βερολίνο, η οποία εκείνη την εποχή ήταν η Μέκκα των Εβραίων γιατρών.

Την εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, οι Εβραίοι γιατροί αποτελούσαν πάνω από τους μισούς των γιατρών του Βερολίνου.

Όταν όμως το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ήρθε στην εξουσία το 1933, οι Εβραίοι γιατροί –ανάμεσα στους οποίους οι γυναικολόγοι- άρχισαν να απομακρύνονται από τις θέσεις τους.

Η Περλ κατάφερε να επιστρέψει στην Ουγγαρία, όπου έγινε αγαπητή γιατρός εργαζόμενη μαζί με τον άνδρα της, τον χειρουργό Εφραίμ Κράους. Είχαν δύο παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι.

Αλλά γρήγορα η ζωή έγινε όλο και πιο δύσκολη για τους Ούγγρους Εβραίους, καθώς εκδιώχνονταν από τις θέσεις τους και από τη δημόσια ζωή.

Άγγελος θανάτου

Τον Μάρτιο του 1944, οι γερμανικές Αρχές εισέβαλαν στην Ουγγαρία.

Η Περλ και τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς της μεταφέρθηκαν στο γκέτο του Σίγκετ. Η κόρη της, Γκαμπριέλα, θα έβρισκε καταφύγιο κρυμμένη σε μια μη εβραϊκή οικογένεια και θα κατάφερνε να επιβιώσει.

Μέσα σε λίγους μήνες περισσότεροι από 400.000 Εβραίοι μεταφέρθηκαν στο Άουσβιτς.

Ανάμεσά τους ολόκληρος ο εβραϊκός πληθυσμός του Σίγκετ.

Αμέσως μόλις έφτασαν στο στρατόπεδο, οπλισμένοι φρουροί άρχισαν να χωρίζουν τις οικογένειες.

Η Περλ ανακαλεί την πρώτη της ανάμνηση από το στρατόπεδο του θανάτου: μαύρα σύννεφα καπνού από το κρεματόριο αναμεμειγμένα «με κόκκινες γλώσσες από φλόγες που έγλειφαν τον ουρανό».

Καθώς αγκαλιάστηκαν για τελευταία φορά, η Περλ και ο άνδρας της έδωσαν μια αμοιβαία υπόσχεση:

«Κάποια μέρα θα ξανασυναντηθούμε στην Ιερουσαλήμ».

Ο Γιόζεφ Μένγκελε επέβλεπε τις νέες αφίξεις κρατουμένων. Έχοντας σκούρα μαλλιά και φορώντας μακριά γάντια, ο 33χρονος Μένγκελε ήταν ο «επικεφαλής γιατρός» του στρατοπέδου ο οποίος αποφάσιζε για τη μοίρα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων.

Με μία κίνηση του δείκτη του έστελνε τους αιχμάλωτους στη μία κατεύθυνση, τον θάνατο, ή στον άλλη, τη δουλειά (και μετά στον θάνατο).

Ο Μένγκελε θα αποτελούσε το παγκόσμιο σύμβολο του τρόμου του Ολοκαυτώματος –και για μήνες θα ήταν ο προσωπικός εφιάλτης της Περλ.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο Μένγκελε ξεκινούσε μια υποσχόμενη καριέρα στην ανθρωπολογία και την ιατρική.

Όταν έφτασε στο Άουσβιτς κατάλαβε ότι ανοιγόταν μπροστά του πεδίο δόξης λαμπρό: ανθρώπινα αντικείμενα κάθε είδους και κανένα από τους ηθικούς περιορισμούς που συνήθως ακολουθούν την ανθρώπινη έρευνα. «Είχε την ευκαιρία να κάνει κάτι που κανείς ποτέ δεν είχε μπορέσει να κάνει», γράφει γι’ αυτόν ο Ντέιβιντ Τζ. Μάρβελ, συγγραφέας του βιβλίου: «Μένγκελε: Αποκαλύπτοντας τον ‘Άγγελο του Θανάτου’».

Όλες οι κινήσεις του Μένγκελε είχε έναν σκοπό: Να αποδείξει τη γενετική βάση των ανθρώπινων ταλέντων και ατελειών, από το χρώμα των ματιών μέχρι τον νανισμό. Η έρευνα αυτή τον έθεσε την πρώτη γραμμή του νέου καθεστώτος, παρέχοντας μια επιστημονική βάση στη ναζιστική κοσμοθεωρία. Χρειαζόταν όμως βοήθεια. Η Περλ ήταν μία από τους πέντε γιατρούς και τους τέσσερις νοσηλευτές που διατάχθηκαν να δημιουργήσουν ένα νοσοκομείο μέσα στο στρατόπεδο.

Της είχαν πει ότι θα έπρεπε να φέρει μαζί της τα ιατρικά της εργαλεία, καθώς θα είχε τη δυνατότητα να εξασκήσει την επιστήμη της. Όταν όμως μπήκε στο στρατόπεδο, ένας άλλος Γερμανός γιατρός της άρπαξε το σακίδιο:

«Θα είσαι η γυναικολόγος του στρατοπέδου», της είπε. «Μην ανησυχείς για τα εργαλεία, δεν θα έχεις. Αυτά πλέον ανήκουν σε μένα». Της έκοψαν τα μακριά ξανθά μαλλιά της και της έκαναν τατουάζ τη νέα της ταυτότητα: Φυλακισμένη Νο. 25.404.

Η Περλ βρέθηκε να μην εξασκεί μόνο γυναικολογία αλλά να προσπαθεί να θεραπεύσει τα σημάδια κακοποίησης των συγκρατούμενών της. Έδενε με επιδέσμους πληγές στο κεφάλι γεμάτες αίμα, έκανε εξαγωγή χαλασμένων δοντιών, επίδενε σπασμένα κόκκαλα.

Όταν οι στρατιώτες των SS μαστίγωναν κρατούμενες, εκείνη καθάριζε τις πονεμένες πληγές.

Στην καλύτερη περίπτωση της παρείχαν χαρτί αντί για επιδέσμους και ένα μικρό μαχαίρι το οποίο ακόνισε πάνω σε μια πέτρα.

Όταν δεν είχε τίποτα άλλο για να βοηθήσει τους ασθενείς της, προσπαθούσε να τους περιθάλψει με λέξεις, μιλώντας τους για το παρελθόν και υποσχόμενη ένα καλύτερο μέλλον.

Αν και η θέση που κατείχε στο στρατόπεδο την γέμισε με την «αγωνία της ανικανότητας», η Περλ παρείχε ουσιαστική βοήθεια.

Όταν της ζητούσαν να παραδώσει δείγματα από το αίμα όλων των φυλακισμένων, η ίδια και οι άλλοι γιατροί –γνωρίζοντας ότι εκείνοι με μολυσματικές ασθένειες θα θανατώνονταν αμέσως- αντικαθιστούσαν τα δείγματα με φιαλίδια από το δικό τους αίμα.

Τις ημέρες που ήξερε ότι τα SS θα καθάριζαν το νοσοκομείο και θα έστελναν τους αρρώστους στους θαλάμους αερίων, η Περλ έστελνε επίτηδες κάποιους από αυτούς στους στρατώνες, σώζοντάς τους τη ζωή.

«Χωρίς την ιατρική γνώση της δρ. Περλ και της διάθεσή της να ρισκάρει τη ζωή της βοηθώντας μας, δεν μπορώ καν να φανταστώ τι θα συνέβαινε σε μένα και σε πολλές άλλες κρατούμενες», δήλωσε μια επιζήσασα του Άουσβιτς η οποία κατέθεσε αργότερα με το όνομα «Κυρία Μπ.» στη Σύνοδο για τις Εβραϊκές Υλικές Διεκδικήσεις Ενάντια στη Γερμανία. «Ήταν η γιατρός των Εβραίων».


Φωτογραφία που δημοσίευσε το γερμανικό περιοδικό Stern και πιστεύεται ότι δείχνει τον Γιόσεφ Μένγκελε με την οικογένειά του κατά τη δεκαετία του 1970 (Πηγή: AP Photo/Stern)

Όταν ο Μένγκελε έμαθε την ειδικότητά της, της έδωσε μία νέα αρμοδιότητα: να εξετάζει όλες τις έγκυες γυναίκες και να αναφέρεται απευθείας σε αυτόν. Της είπε ότι θα στέλνονταν σε ειδικό στρατόπεδο, όπου θα λάμβαναν επιπλέον ψωμί, ακόμη και γάλα.

Σύντομα έμαθε την αλήθεια. Μία μέρα, όταν χρειάστηκε να πάει κοντά στο κρεματόριο για μια δουλειά, είδε μια ομάδα έγκυων γυναικών να τις δέρνουν με ρόπαλα και να δέχονται επίθεση από σκύλους. Όταν κατέρρεαν, οι Γερμανοί στρατιώτες τις πετούσαν στο κρεματόριο, ζωντανές.

Η Περλ έμεινε εμβρόντητη, ανίκανη να κουνηθεί. «Σταδιακά ο τρόμος έγινε αποστροφή και αυτή η αποστροφή μου έδωσε νέο κίνητρο για να ζήσω», θυμάται. «Εξαρτιόταν από μένα να σώσω τη ζωή των μανάδων, αν δεν υπήρχε άλλος τρόπος, με το να καταστρέφω τη ζωή των αγέννητων παιδιών τους».

Το ορκίστηκε στον εαυτό της: καμιά άλλη έγκυος γυναίκα στο Άουσβιτς.

Τραγικό αλλά δικαιολογημένο

Η Περλ δεν έφτασε μόνη σε αυτό το συμπέρασμα.

Η ιατρική ηθική επιβάλλει, όταν η ζωή της εγκύου κινδυνεύει, ένας γιατρός να θέτει ως προτεραιότητα τη ζωή της εγκύου από τη ζωή του αγέννητου παιδιού της.

Οι γιατροί του στρατοπέδου υιοθέτησαν αυτό το μάθημα.

Σε αυτήν την περίπτωση, η απειλή κατά της ζωής της γυναίκας ήταν περισσότερο γενοκτονική και λιγότερο ιατρική.

Την ίδια στιγμή που «Άριες» γυναίκες ενθαρρύνονταν να γενούν όσο περισσότερα παιδιά μπορούσαν, οι Εβραίες γυναίκες γίνονταν στόχος εξολόθρευσης. Η Περλ έκανε αποστολή της ζωής της να βοηθήσει τις γυναίκες να αποφύγουν τη μοίρα που είχε προδιαγράψει γι’ αυτές ο Μένγκελε.

Όταν μάθαινε ότι μία φυλακισμένη ήταν έγκυος, της εξηγούσε την κατάσταση: αν τα SS το μάθαιναν, τόσο η ίδια όσο και το παιδί της θα κατέληγαν νεκροί.

Στην αρχή έκανε το παν για να κρύψει την εγκυμοσύνη της. Όταν δεν μπορούσε, τερμάτιζε την εγκυμοσύνη.


Κρατούμενες στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς στην Πολωνία, κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη από φρουρούς SS (Πηγή: ΑP Photo)

Κάποιες από τις εκτρώσεις γίνονταν νύχτα στο νοσοκομείο, ενώ ένα 17χρονο κορίτσι, κόρη μίας από τις νοσοκόμες, την βοηθούσε κρατώντας ένα αναμμένο κερί για να μπορεί να βλέπει.

Άλλες φορές πραγματοποιούσε εκτρώσεις πηγαίνοντας κρυφά στους στρατώνες, σε σκοτεινές γωνίες και βρώμικα πατώματα. Αν μια γυναίκα ήταν ετοιμόγεννη, έβαζε τα δάχτυλά της μέσα στη μήτρα της και έσπαγε τα υγρά του αμνιακού σάκου, επιταχύνοντας την γέννα.

Αν μια γυναίκα ήταν λίγων μηνών έγκυος, θα διέστειλε τον τράχηλο και θα αφαιρούσε το βρέφος με γυμνά χέρια.

Μια φορά ξεγέννησε μια γυναίκα με το όνομα Γιολάντα, επίσης από το Σίγκετ. Η Περλ έστειλε τη Γιολάντα να αναρρώσει στο νοσοκομείο δίνοντάς της διάγνωση για πνευμονία, η οποία σε αντίθεση με τον τύφο, δεν τιμωρούνταν με θάνατο.

Αλλά τότε αισθάνθηκε ανίκανη να σκοτώσει το έμβρυο. Μετά από δύο ημέρες αναγκάστηκε να δράσει πριν το κλάμα του μωρού κινήσει την προσοχή.

«Πήρα το ζεστό κορμάκι του στο χέρια μου, φίλησα το απαλό του πρόσωπο, χάιδεψα τα μαλλάκια του – και το στραγγάλισα θάβοντας το κορμί του κάτι από ένα βουνό από πτώματα που περίμεναν για να καούν στο κρεματόριο».

Την ημέρα, η Περλ βοηθούσε τον Μένγκελε στην έρευνά του.

Την διέταξε να ξεγεννήσει τα πρώτα δίδυμα που γεννιούνταν στο Άουσβιτς, τα οποία ήξερε ότι προορίζονταν για τα διαβόητα πειράματά του.

Την έβαλε να αφαιρέσει ένα έμβρυο οχτώ εβδομάδων από μία έγκυο γυναίκα –άθικτο- και να το διατηρήσει σε ένα γυάλινο βάζο για να μπορέσει να το στείλει στο Βερολίνο.

Ακόμη κι όταν εκτελούσε τις εντολές του, πάντα ζούσε με τον φόβο της οργής του: «Μπορούσε να κάνει με εμάς ό,τι τον ευχαριστούσε: να μας χτυπήσει, να μας μαστιγώσει, να μας κλωτσήσει με τις βαριές μπότες του ή απλά να μας πετάξει στο κρεματόριο», έγραψε.

Η Περλ πραγματοποιούσε τις νυχτερινές εκτρώσεις της με μεγάλο κίνδυνο ζωής. Ήταν γιατρός και κρατούμενη μαζί.

Επομένως ήταν επίσης στόχος γενοκτονίας. Παρόλα αυτά έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να μετριάσει το κακό γύρω της.


Ο «Άγγελος του θανάτου», δρ. Γιόζεφ Μένγκελε εκτιμάται ότι ευθύνεται για τον θάνατο περίπου 400.000 ανθρώπων στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. (Πηγή: Wikipedia)

Τον Μάρτιο του 1945, η Περλ είχε μεταφερθεί από το Άουσβιτς στο Μπέργκεν-Μπέλσεν στη Βόρεια Γερμανία, όπου θα γινόταν μάρτυρας της απελευθέρωσης των στρατοπέδων. Θα παρέμενε αρκετούς μήνες μετά, εργαζόμενη στο νοσοκομείο όπου θα ξεγεννούσε δεκάδες ελεύθερα παιδιά.

Μετά, έφυγε για να περιπλανηθεί στη Γερμανία πεζή, αναζητώντας επί 19 ημέρες την οικογένειά της.

Δυστυχώς, έμαθε ότι ο άνδρας της είχε ξυλοκοπηθεί μέχρι θανάτου λίγο πριν την απελευθέρωση, ενώ ο γιος της είχε αποτεφρωθεί.

Για πρώτη φορά, έχασε την επιθυμία να ζήσει και προσπάθησε να αυτοκτονήσει παίρνοντας δηλητήριο.

Όταν ανέρρωσε, δεν επέστρεψε αμέσως στην ιατρική.

Αντίθετα, άρχισε να ταξιδεύει στον κόσμο μιλώντας για την εμπειρία της και συγκεντρώνοντας χρήματα για τους πρόσφυγες. Η γνωριμία της με την Πρώτη Κυρία Ελινόρ Ρούσβελτ την έπεισε να επιστρέψει στην επιστήμη της.

«Δεν ήθελα να είμαι γιατρός. Ήθελα μόνο να είναι μάρτυρας», είπε στους New York Times.

Θα γινόταν και τα δύο. Το 1948 δημοσίευσε τα απομνημονεύματά της, τα πρώτα που αναπαρήγαγαν τα σεξουαλικά βάσανα των γυναικών κρατουμένων.

Επίσης έγραψε το Πολεμικό Τμήμα των ΗΠΑ όπου προσφέρθηκε να καταθέσει ως μάρτυρας σε οποιαδήποτε δίκη του Μένγκελε, τον οποίο αποκαλούσε ως «τον πιο διεστραμμένο δολοφόνο κατ’ εξακολούθηση του 20ού Αιώνα» και καταθέτοντας ότι «υπό τη διεύθυνσή του, το Άουσβιτς έγινε ένα τέλεια οργανωμένο στρατόπεδο θανάτου». (Αυτή η δίκη δεν έγινε ποτέ, καθώς ο Μένγκελε έζησε την υπόλοιπη ζωή τους ως δραπέτης στη Νότιο Αμερική μέχρι που πέθανε σε κολυμβητικό ατύχημα το 1979).

Την ίδια χρονιά, ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν με ειδικό διάταγμα έδωσε στην Περλ μόνιμη αμερικανική ιθαγένεια.

Η Περλ άρχισε να εργάζεται στο τμήμα τοκετών ενός νοσοκομείου στο Μανχάταν. Στη συνέχεια άνοιξε τη δική της κλινική στην Παρκ Άβενιου, αφιερωμένη στο να παρέχει βοήθεια σε γυναίκες με προβλήματα γονιμότητας, πολλές από τις οποίες κατάφεραν να επιβιώσουν στο Ολοκαύτωμα.

Έχοντας γράψει πολλά βιβλία αναφορικά με τη θεραπεία ασθενειών που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη, το 1978 αποφάσισε να πραγματοποιήσει τον όρκο που είχε δώσει στον άνδρα της.

Σε κάποια από τις διαλέξεις της, έμαθε ότι η κόρη της είχε επιβιώσει από τον πόλεμο, κρυμμένη σε μια προτεσταντική οικογένεια, η οποία δεν γνώριζε για την εβραϊκή της ταυτότητα.

Η Περλ μετανάστευσε στην πόλη Χερτσλίγια του Ισραήλ για να ζήσει με την κόρη και τον εγγονό της, Giora Itzhak Yardeni, ενώ στη συνέχεια επανασυνδέθηκε με την αδελφή της, Ρόουζ, η οποία είχε ταξιδέψει στο Ισραήλ το 1938 προκειμένου να σπουδάσει.

Στα 70 του σήμερα, ο Yardeni, θυμάται γυναίκες στο δρόμο να πέφτουν στα γόνατα της γιαγιάς του αποκαλώντας τη «Gisi Doctor», το όνομα με το οποίο ήταν γνωστή στα στρατόπεδα.

«Ήταν πολύ δυνατή γυναίκα», λέει ο Yardeni, «Ήταν αρκετά δυνατή για να μπει, εντάξει, αυτό είναι το παρελθόν και πρέπει να κοιτάξω το μέλλον από εδώ και πέρα. Αλλά ποτέ δεν ξέχασε τι είχε συμβεί».

Στο Άουσβιτς, αναγκάστηκε να κάνει μακάβριες επιλογές για το ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει. Αλλά αμέσως μόλις κατέστη δυνατό, έκανε μοναδικό σκοπό της ζωής της να φέρει περισσότερη ζωή σε αυτόν τον κόσμο.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης