ΑΝΑΠΤΥΞΗ

«Διαβολοεβδομάδα» για ενέργεια και επιτόκια

Yπάρχουν εκτιμήσεις που δεν αποκλείουν μείωση της παραγωγής πετρελαίου κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα Unsplash

Στη δίνη των εξελίξεων, που φέρνουν τεκτονικές αλλαγές στο τοπίο της ενέργειας από τη μία και των επιτοκίων από την άλλη βρίσκεται η ευρωπαϊκή οικονομία.

Σε διάστημα ελάχιστων ημερών, αναμένεται να γίνουν ζυμώσεις και να ληφθούν αποφάσεις που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία της οικονομίας αλλά και τις ζωές των Ευρωπαίων για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Σήμερα, οι χώρες του OPEC+ συνεδριάζουν για να αποφασίσουν αν θα διατηρήσουν την παραγωγή πετρελαίου στα σημερινά επίπεδα ή αν θα προχωρήσουν σε περαιτέρω μειώσεις. Και την Παρασκευή, οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρώπης έχουν προγραμματίσει μια ιδιαίτερα κρίσιμη συνάντηση, στη σκιά των πρόσφατων εξελίξεων ως προς την παροχή του ρωσικού φυσικού αερίου.

Παράλληλα, την Πέμπτη, η Κριστίν Λαγκάρντ θα ανοίξει τα χαρτιά της αναφορικά με το κόστος χρήματος στη Ευρωζώνη, καθώς θα ανακοινώσει το ύψος του αύξησης του βασικού επιτοκίου του ευρώ.

Συνεδριάζουν ΟΠΕΚ και Υπουργοί Ενέργειας

Αναλυτικά, σήμερα όπως αναφέρει σχετικό δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters, οι χώρες του ΟΠΕΚ+ (συμπεριλαμβανομένης δηλαδή και της Ρωσίας) είναι πιθανό να διατηρήσουν αμετάβλητες τις ποσοστώσεις παραγωγής, σύμφωνα με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις. Εντούτοις, υπάρχουν εκτιμήσεις που δεν αποκλείουν μία μικρή μείωση της παραγωγής κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα για την με στόχος την ενίσχυση των τιμών που είχαν υποχωρήσει λόγω των φόβων επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας.

Παράλληλα, η Ρωσία δήλωσε ότι θα σταματήσει να δίνει πετρέλαιο σε χώρες που στηρίζουν την επιβολή πλαφόν στις τιμές των προμηθειών από αυτή λόγω του πολέμου της στην Ουκρανία, ενώ ταυτόχρονα μείωσε περαιτέρω τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, οδηγώντας στην εκτίναξη των τιμών.

Έτσι σήμερα οι τιμές του πετρελαίου καταγράφουν άνοδο της τάξης του 3% στη σκιά τόσο της σύσκεψης του ΟΠΕΚ+ όσο και της κατακόρυφης ανόδου του φυσικού αερίου, οι τιμές του οποίου αυξήθηκαν κατά 25% σε μια ημέρα. Πάντως, και παρά τη σημερινή αύξηση, η τιμή του πετρελαίου μπρεντ διαμορφώνεται περίπου στα 95 δολάρια το βαρέλι από 120 δολάρια τον Ιούνιο λόγω των φόβων οικονομικής επιβράδυνσης και ύφεσης στη Δύση.

Σε αυτό το ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον καλούνται να πορευθούν την Παρασκευή οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρώπης, ισορροπώντας ανάμεσα στις ενεργειακές ανάγκες των χωρών τους και την απόφαση της Ρωσίας να κλείσει τις στρόφιγγες του φυσικού αερίου, μετά και την ευρωπαϊκή απόφαση για την επιβολή πλαφόν. Και ταυτόχρονα, να προλειάνουν το έδαφος για την κυοφορούμενη Σύνοδο Κορυφής που κατά πάσα πιθανότητα θα πραγματοποιηθεί εντός των επόμενων εβδομάδων για το ίδιο θέμα.

Και όλα αυτά, ενώ ήδη οι ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας επιταχύνουν το σχεδιασμό και τη λήψη μέτρων, αναμένοντας τον πιο «βαρύ» χειμώνα των τελευταίων δεκαετιών στο μέτωπο της ενέργειας.

Σε αυτό το κλίμα, έκτακτη σύσκεψη θα πραγματοποιήσει σήμερα η επιτροπή διαχείρισης κρίσεων στο Μέγαρο Μαξίμου με αφορμή τις εξελίξεις στην ενέργεια και το ράλι τιμών που προκαλεί η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη.

Η σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό και της ομάδας διαχείρισης κρίσεων στο υπουργείο Ενέργειας θα έχει αντικείμενο τις εξελίξεις για την λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας ενέργειας και την επικαιροποίηση των πρωτοβουλιών ενόψει του χειμώνα, αλλά και της παρουσίας του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.

Νέα αύξηση των επιτοκίων

Την ίδια στιγμή, επιχειρήσεις και νοικοκυριά στην Ευρωζώνη θα βρεθούν αντιμέτωπα με μια νέα αύξηση των επιτοκίων, τη δεύτερη μετά τον Ιούλιο. Μάλιστα, υπάρχουν εκτιμήσεις ότι θα είναι ακόμη μεγαλύτερη, φτάνοντας ακόμη και τις 75 μονάδες βάσης, καθώς η ΕΚΤ επιδιώκει να περιορίσει τον πληθωρισμό, ο οποίος και καλπάζει στην Ευρωζώνη.

Έτσι, οι επιχειρήσεις καλούνται να λειτουργήσουν με σαφώς ακριβότερο κόστος χρήματος και να το ενσωματώσουν στα χρηματοοικονομικά τους μοντέλα, καθώς οι εποχές των «δωρεάν δανείων» ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Άμεσος είναι ο αντίκτυπος και στην αγορά των ομολόγων, καθώς οι αποδόσεις έχουν πάρει την ανιούσα ενώ οι επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα διστακτικές σε νέες εκδόσεις.
Ενδεικτικό της νέας πραγματικότητας είναι ότι η απόδοση των ελληνικών ομολόγων ελληνικού ομολόγου βρέθηκε στα υψηλότερα επίπεδα από το τέλος του 2018. Συγκεκριμένα, για το πενταετές ελληνικό ομόλογο διαμορφώνεται στο 3,4%, για το δεκαετές στο 4,3% και για το 15ετές στο 4,46% ενώ τα βρέθηκαν στις 270 μονάδες βάσης.

Αντίστοιχος είναι ο αντίκτυπος και στα τραπεζικά αλλά και εταιρικά ομόλογα, με τον πήχη να διαμορφώνεται ακόμη και πάνω από το 5% για 5ετείς ή 7ετείς εκδόσεις. Έτσι, και σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, η συγκεκριμένη αγορά είναι «μουδιασμένη», καθώς πολλές επιχειρήσεις αναβάλλουν τα σχέδιά τους να βγουν στις αγορές, αναμένοντας να ξεκαθαρίσει το τοπίο και υπολογίζοντας τι σημαίνει για αυτές το ακριβότερο κόστος του χρήματος.

Παράλληλα, σημαντικές απώλειες εισοδήματος καταγράφουν και όσοι έχουν δάνεια -κυρίως στεγαστικά- με κυμαινόμενο επιτόκιο. Στην περίπτωση αυτή, το επιπλέον κόστος, ανάλογα με το ύψος και τη διάρκεια του δανείου μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 1.500 ευρώ το χρόνο, προσθέτοντας μια επιπλέον επιβάρυνση στον ούτως ή άλλως βεβαρυμμένο προϋπολογισμό

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης