ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ηχηρές προειδοποιήσεις πως το ζήτημα του ελληνικού χρέους δεν έχει αντιμετωπιστεί

EUROKINISSI

Με την παραδοχή πως η Ελλάδα θα καταγράφει ετησίως πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% του ΑΕΠ έως το 2032 ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 128% του ΑΕΠ σε 14 χρόνια από σήμερα.

Αλλά αν και είναι εύκολο να κάνει κανείς προβολές για τα πλεονάσματα, αυτό που είναι εξαιρετικά δύσκολο είναι να υπολογισθεί η επίπτωση των διαρκών δημοσιονομικών περιορισμών στους αναπτυξιακούς ρυθμούς της οικονομίας. Και μπορεί η Ελλάδα να μην έχει σε βάθος 14 ετών πρόβλημα εξυπηρέτησης του χρέους της, αλλά θα εξακολουθήσει να έχει ένα τεράστιο απόθεμα χρέους, το οποίο δεν θα μειώνεται με ταχύτητα διότι η οικονομία θα έχει βαρίδια που δεν θα της επιτρέπουν να επεκταθεί με ταχείς ρυθμούς.

Μιλώντας στην ΕΡΤ ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάκ Λιου υπογράμμισε αυτή την πτυχή, καταρρίπτοντας το μύθο πως τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα καθιστούν το ελληνικό χρέος βιώσιμο. «Ο λόγος για τον οποίο κανείς χρησιμοποιεί υποθέσεις για τόσο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα σε τέτοιο βάθος χρόνου, είναι γιατί το υποβόσκον ζήτημα του χρέους δεν έχει αντιμετωπιστεί», είπε σχετικά.

Ωστόσο, το αφήγημα της Ελλάδος δεν βασίζεται σε αυτό το επιχείρημα, αλλά στα επιχειρήματα του Βερολίνου. Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους στις επαφές τους με επενδυτές υπογραμμίζει πως οι ετήσιες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος θα διαμορφωθούν την περίοδο 2018-2032 στο 10,6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο.

Ο ΟΔΔΗΧ αναφέρει πως με μια δεκαετή παράταση στις πληρωμές τόκων και κεφαλαίου των δανείων του EFSF ύψους 96 δισ. ευρώ, με μια δεκαετή επέκτασης των ωριμάνσεων τους και με μια επαναγορά των ομολόγων ύψους 3,3 δισ. ευρώ που διακρατούν το ΔΝΤ και η ΕΚΤ, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος περιορίζονται στο διάστημα 2019-2022 στο 9,9% του ΑΕΠ κατά μέσον όρο (στο 10,8% του ΑΕΠ το 2019), ενώ ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ το 2033 και παραμένουν χαμηλότερα του 20% του ΑΕΠ έως το 2060.

Κατά τον ΟΔΔΗΧ η Ελλάδα έχει ξεκάθαρες προοπτικές και δεν αντιμετωπίζει κινδύνους αναχρηματοδότησης του χρέους της. Όπως υπογραμμίζει, η χώρα είναι εφοδιασμένη με μετρητά 24,1 δισ. ευρώ που καλύπτουν τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες δύο ετών και τις λήξεις χρέους τεσσάρων ετών με την παραδοχή ότι τα έντοκα γραμμάτια θα μετακυλιστούν. Ομοίως, η Ελλάδα θα λάβει στο διάστημα 2018-2022 τα κέρδη των Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών από τα ελληνικά ομολόγα (SMP / ANFA) ύψους 5,8 δισ. ευρώ, κάτι που θα αυξήσει τα διαθέσιμα της.

Μια παράμετρος που αναδεικνύει ο ΟΔΔΗΧ είναι πως ο κίνδυνος επιτοκίου έχει περιοριστεί. Όπως σημειώνει, οι μεταβλητοί συντελεστές αντιπροσωπεύουν πλέον μόνο το 49% του συνολικού χαρτοφυλακίου, αφενός χάρη στα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που εφαρμόστηκαν το προηγούμενο διάστημα, αφετέρου λόγω της επικέντρωση της Ελλάδας σε εκδόσεις σταθερού επιτοκίου τους τελευταίους 12 μήνες. Γενικά η Ελλάδα προστατεύεται από τον επιτοκιακό κίνδυνο μέσω συμφωνιών ανταλλαγής επιτοκίων, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες, το σημαντικό όγκο μετρητών, τη χαμηλή ευαισθησία του κόστους χρηματοδότησης του ESM, αλλά και από τις μελλοντικές επαναγορές χρέους.

Πάντως σε όσους δεν πείθονται, τα στελέχη του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους υπενθυμίζουν πως το Eurogroup έχει προβλέψει μια «ρήτρα ραντεβού» (rendez-vous clause) για νέα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους το 2032, εφόσον η δυναμική του χρέους δεν θεωρηθεί ικανοποιητική και απαιτηθεί εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. Με άλλα λόγια για 14 χρόνια οι Ευρωπαίοι θα προσποιούνται πως το χρέος είναι βιώσιμο και πως η Ελλάδα δεν χρειάζεται πρόσθετη απομείωση του χρέους της.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης