ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Δανάλη: Χρειαζόμαστε δίκαιη, βιώσιμη γεωργία προς όφελος του ανθρώπου και του περιβάλλοντος

Η στροφή στην αγροοικολογική προσέγγιση απαιτεί εθνική αγροδιατροφική πολιτική με στόχους και προτεραιοποίηση της βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας της ελληνικής γεωργίας», λέει η κυρία Έλενα Δανάλη Lukas Wahl/ Greenpeace

Ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει τις τιμές των αγροτικών προϊόντων ενώ απειλείται η επισιτιστική ασφάλεια των πολιτών, με διαφορετικές συνέπειες ανά ήπειρο, όπως επισημαίνει η Greenpeace.

«Το γεγονός ότι Ρωσία και Ουκρανία είναι χώρες που παράγουν κι εξάγουν παγκοσμίως ένα μεγάλο ποσοστό φυτικών ελαίων και σιτηρών και συγκεκριμένα το 12% του συνόλου των εξαγωγών τροφίμων που διακινούνται διεθνώς, σχεδόν το ένα τέταρτο (23%) των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού και το 16% των παγκόσμιων εξαγωγών καλαμποκιού», λέει η Υπεύθυνη Εκστρατείας για τη βιώσιμη γεωργία και διατροφή στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, κυρία Έλενα Δανάλη στο Act For Earth στο CNN Greece.

Σύμφωνα με την ίδια, «το 2020, σχεδόν ένα στα τρία άτομα (2,37 δισεκατομμύρια άνθρωποι!) έρχονταν αντιμέτωπο με διατροφική ανασφάλεια και 768 εκατομμύρια άνθρωποι υποσιτίζονταν. Σήμερα, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, η επισιτιστική ανασφάλεια πλήττει κυρίως χώρες που ήδη πλήττονταν από έλλειψη τροφίμων. Ταυτόχρονα, στον ίδιο πλανήτη, κάθε χρόνο πετάμε το 30% της παραγόμενης τροφής (αξίας περίπου $940δις τον χρόνο). Όσον αφορά την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, κάθε χρόνο πετάει 88 εκατομμύρια τόνους τροφίμων».

Σχετικά με τους παραγωγούς στην Ελλάδα που πλήττονται από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και τις αυξήσεις στα κόστη παραγωγής τους, προτείνει ως μόνη λύση «να στραφούν σε βιώσιμη αγροοικολογική γεωργία». Είναι εφικτό να γίνει άραγε αυτό στη χώρα μας;

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη στο Act For Earth στο CNN Greece, με την Υπεύθυνη Εκστρατείας για τη βιώσιμη γεωργία και διατροφή στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, Έλενα Δανάλη.

Πηγή: Mitja Kobal/ Greenpeace

Για ποιους λόγους ο πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει σε τόσο μεγάλο βαθμό την επισιτιστική ασφάλεια των πολιτών;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκαλεί ολέθρια ανθρωπιστική κρίση και ταυτόχρονα επηρεάζει τον ενεργειακό τομέα και τον τομέα παραγωγής και διακίνησης αγροτικών προϊόντων. Ρωσία και Ουκρανία είναι μεγάλοι παραγωγοί και παγκόσμιοι εξαγωγείς βασικών ειδών, όπως φυτικά έλαια και σιτηρά. Συγκεκριμένα, οι δύο αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν το 12% του συνόλου των εξαγωγών τροφίμων που διακινούνται διεθνώς, σχεδόν το ένα τέταρτο (23%) των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού και το 16% των παγκόσμιων εξαγωγών καλαμποκιού. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε διαταραχή των οικονομιών αυτών των χωρών επηρεάζει τις τιμές βασικών αγροτικών προϊόντων και τροφίμων και απειλεί την επισιτιστική ασφάλεια των πολιτών, με διαφορετικές προφανώς επιπτώσεις σε κάθε ήπειρο.

Ταυτόχρονα, ο πόλεμος προκαλεί ταραχή στην αγορά λιπασμάτων και ορυκτών καυσίμων (που αποτελούν τη βάση για την παρασκευή των λιπασμάτων) καθώς η Ρωσία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, ο πρώτος εξαγωγέας ορυκτού αερίου και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας λιπασμάτων (στην Ρωσία αναλογεί το 10% των παγκόσμιων εξαγωγών αζωτούχων λιπασμάτων, το 10% των παγκόσμιων εξαγωγών φωσφορικών λιπασμάτων και το 17% των παγκόσμιων εξαγωγών καλιούχων λιπασμάτων). Ο πόλεμος στην Ουκρανία λοιπόν έκανε ολοφάνερο αυτό που ήδη γνωρίζαμε: ολόκληρος ο παγκόσμιος, ευρωπαϊκός, άρα και ελληνικός, αγροτικός τομέας εξαρτάται από τις εισαγωγές λιπασμάτων και ορυκτών καυσίμων (κυρίως πετρέλαιο και αέριο) τα οποία μάλιστα καταστρέφουν το κλίμα που καταρρέει. Φαύλος κύκλος εξάρτησης, ευαλωτότητας και καταστροφής!

Επιπλέον, στην εξωφρενική άνοδο των τιμών και τη διατήρηση της υψηλής αστάθειάς τους, μεγάλο ρόλο παίζει η χρηματοοικονομική κερδοσκοπία που προφανώς δεν ωφελεί αγρότες, κτηνοτρόφους και πολίτες, αλλά ιδιώτες κερδοσκόπους και μεγάλες εταιρείες παραγωγής, εμπορίας και διακίνησης σιτηρών και λιπασμάτων.

Όπως αναφέρεται στην ανάλυση που πρόσφατα δημοσίευσε το ελληνικό γραφείο της Greenpeace, "Αποκρυπτογράφηση σε 11 ερωτήσεις", η Cargill (ένας από τους μεγαλύτερους διακινητές αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως) ανακοίνωσε 5 δισεκατομμύρια καθαρά έσοδα, η Total (ένας από τους παγκόσμιους ηγέτες σε ορυκτά καύσιμα, ιδιαίτερα πετρέλαιο) ανακοίνωσε προσαρμοσμένο καθαρό εισόδημα της τάξης των $9 δισεκατομμυρίων για το πρώτο τρίμηνο του 2022, τριπλάσιο από το προσαρμοσμένο καθαρό εισόδημα του πρώτου τριμήνου του 2021 και η Yara (παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή αζωτούχων λιπασμάτων) τετραπλασίασε τα έσοδά της ανά μετοχή, αντισταθμίζοντας τις υψηλότερες τιμές ενέργειας και τις χαμηλότερες ποσότητες που πωλήθηκαν με υψηλότερες τιμές πώλησης. Με άλλα λόγια, ανθρωποι πεινάνε όταν κολοσσοί αυξάνουν κέρδη και μάλιστα δημοσιεύουν προβλέψεις για ακόμη πιο κερδοφόρα επόμενη χρονιά!

Πηγή: Mitja Kobal/ Greenpeace

Δεν είναι παράδοξο, την ώρα που εντοπίζουμε το ζήτημα της σπατάλης τροφίμων ως ένα από τα πιο σημαντικά για τον σύγχρονο άνθρωπο και τον πλανήτη, να συζητάμε ταυτόχρονα για ελλείψεις τροφίμων;

Παράδοξο και εντελώς άδικο, παράλογο και ανήθικο. Άνθρωποι πεινάνε την ίδια στιγμή που άνθρωποι πετάνε, κι αυτό συμβαίνει σε έναν πλανήτη που παράγει επαρκή ποσότητα τροφής για να θρέψει ολόκληρο τον πληθυσμό του!

Το 2020, σχεδόν ένα στα τρία άτομα (2,37 δισεκατομμύρια ανθρωποι!) ερχόταν αντιμέτωπο με διατροφική ανασφάλεια και 768 εκατομμύρια άνθρωποι υποσιτίζονταν. Σήμερα, η επισιτιστική ανασφάλεια πλήττει κυρίως χώρες που ήδη πλήττονταν από έλλειψη τροφίμων. Ταυτόχρονα, στον ίδιο πλανήτη, κάθε χρόνο πετάμε το 30% της παραγόμενης τροφής (αξίας περίπου $940δις τον χρόνο). Όσον αφορά την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, κάθε χρόνο πετάει 88 εκατομμύρια τόνους τροφίμων!

Γίνεται σαφές ότι το θέμα της πείνας στον κόσμο είναι βαθιά διαρθρωτικό, πολιτικό και οικονομικό ζήτημα και δεν σχετίζεται με την παραγόμενη ποσότητα αλλά με την πρόσβαση και τη διανομή της τροφής. Εν ολίγοις, πρόκειται για ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Η πείνα αντιμετωπίζεται αποκλειστικά με πολιτικές αποφάσεις που τερματίζουν τις αδικίες, ρυθμίζουν και συντονίζουν την κατανομή τροφίμων στον πλανήτη, εξασφαλίζουν δυνατότητα πρόσβασης όλων σε επαρκή, θρεπτική και υγιεινή τροφή, βάζουν φρένο στις εξωφρενικές αυξήσεις τιμών και αναδιαμορφώνουν το αγροδιατροφικό μοντέλο προς όφελος της υγείας των ανθρώπων και φυσικά του περιβάλλοντος, τα οποία εξάλλου είναι αλληλένδετα.

Μπορεί η γεωργία να δώσει λύση σε αυτό τον γρίφο;

Μόνο η γεωργία μπορεί να δώσει λύση, αφού η γεωργία παράγει την τροφή μας. Όμως, χρειάζεται να αναδιαμορφωθεί ο τρόπος με τον οποίο παράγεται και διακινείται αυτή η τροφή. Ο σημερινός τρόπος δεν μπορεί να λύσει κανένα πρόβλημα, αντίθετα μάλιστα συντηρεί και διαιωνίζει αδικίες, πείνα και εξαρτήσεις από φυτοφάρμακα, λιπάσματα και ορυκτά καύσιμα που επιδεινώνουν την κατάρρευση κλίματος και βιοποικιλότητας.

Σήμερα καλλιεργούμε λάθος πράγματα με λάθος τρόπους για τους λάθος λόγους. Δύο από τα πολλά παράδοξα και εξωφρενικά παραδείγματα επί του παρόντος: εν μέσω απειλής επισιτιστικής κρίσης, το 62% των σιτηρών της Ευρώπης συνεχίζει να καλλιεργείται για ζωοτροφή (και όχι για ανθρώπινη κατανάλωση!) και το 80% της παγκόσμιας αγροτικής γης χρησιμοποιείται για καλλιέργεια ζωοτροφής (και όχι για τροφή ανθρώπων!).

Χρειαζόμαστε δίκαιη, βιώσιμη και ανθεκτική γεωργία που να μπορεί να ανταποκριθεί στους τρεις στόχους της: να παρέχει επαρκή, θρεπτική, υγιεινή τροφή προσιτής τιμής σε κάθε πολίτη, να διασφαλίζει δίκαιο σταθερό εισόδημα στους παραγωγούς, ειδικά σε όσους παράγουν με αγροοικολογικές μεθόδους που προστατεύουν κλίμα και βιοποικιλότητα και να εξασφαλίζει διατροφική κυριαρχία και ανθεκτικότητα στις πολλαπλές κι αλληλένδετες κρίσεις.

Γίνεται; Φυσικά και γίνεται! Όμως απαιτείται πολιτική τόλμη, αποφάσεις και μέτρα που επειγόντως αναδιαμορφώνουν το αγροδιατροφικό μοντέλο τόσο παγκοσμίως όσο και στην Ευρώπη και την Ελλάδα.

Ποιος είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος καλλιέργειας, ειδικά για τη χώρα μας;

Ο μόνος τρόπος είναι να προσεγγίσουμε την παραγωγή τροφής αγροοικολογικά. Τι σημαίνει αυτό; Χρειαζόμαστε τοπικά, διαφοροποιημένα αγροδιατροφικά συστήματα που δεν εξαρτώνται από εισαγωγές λιπασμάτων και ορυκτού αερίου. Επίσης, βιωσιμότερη κατανάλωση τροφής, με έμφαση στα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά τόπου και εποχής. Αυτό εμείς εδώ το γνωρίζουμε καλά, λέγεται Μεσογειακή Διατροφή!

Η στροφή στην αγροοικολογική προσέγγιση απαιτεί εθνική αγροδιατροφική πολιτική με στόχους, καθώς και προτεραιοποίηση της τροφής μας και της βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας της ελληνικής γεωργίας. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει πουθενά δημοσιευμένη τέτοια στρατηγική, οπότε παραμένουμε εξαιρετικά ευάλωτοι σε κάθε αναταραχή. Για παράδειγμα, σήμερα βιώνουμε εξωφρενικές αυξήσεις τιμών στα φυτικά έλαια, ενώ ζούμε στη χώρα του ελαιόλαδου!

Η Greenpeace έχει προτείνει 4 προτάσεις - άξονες προτεραιότητας που έχουν ήδη αποσταλεί στον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατεξοχήν υπεύθυνο για τη χάραξη αγροδιατροφικής πολιτικής, και στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Οι 4 προτάσεις εστιάζουν σε:

  • ενίσχυση εγχώριας παραγωγής,
  • προώθηση της μεσογειακής διατροφής,
  • απεξάρτηση από λιπάσματα και
  • συμμετοχή της χώρας στην ενδυνάμωση των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, όπως για παράδειγμα η στρατηγική “Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο”, ακρογωνιαίος λίθος για να επιτευχθεί η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η οποία προβλέπει στήριξη ενδεδειγμένων τρόπων καλλιέργειας όπως αύξηση βιολογικής γεωργίας και δραστική μείωση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων
Πηγή: Verena Muller/ Greenpeace

Μπορούν οι Έλληνες αγρότες να στραφούν στη βιώσιμη γεωργία; / Έχετε να μας δώσετε κάποιο παράδειγμα όπου εφαρμόζεται η βιώσιμη γεωργία και αποδίδει;

Οι παραγωγοί στην Ελλάδα πλήττονται από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και τις αυξήσεις στα κόστη παραγωγής τους. Η μόνη λύση είναι να στραφούν σε βιώσιμη αγροοικολογική γεωργία. Όμως χρειάζονται υποστήριξη, εκπαίδευση και ενίσχυση ώστε να προχωρήσουν σε πρακτικές και μεθόδους που καθιστούν την παραγωγή τους ανθεκτική στα εξωτερικά πλήγματα χωρίς να βλάπτουν την υγεία ανθρώπων και περιβάλλοντος.

Μεγάλη έμφαση πρέπει να δοθεί σε παραγωγούς που έχουν ήδη επιλέξει βιώσιμες γεωργικές πρακτικές βασικών ειδών διατροφής, όπως βιολογική γεωργία, βιοδυναμική, ντόπιες ποικιλίες, ελληνικά κτηνοτροφικά φυτά για ζωοτροφή, και να εξασφαλιστεί η πρόσβασή τους στην ελληνική αγορά και η διαρκής ενδυνάμωσή τους. Η δική τους παραγωγή προμηθεύει εμάς τους πολίτες με καθαρή τροφή και εγγυάται ανθεκτικότητα για τη γεωργική διαδικασία.

Ένα παράδειγμα βιώσιμης, δίκαιης κι ανθεκτικής γεωργίας στην Ελλάδα με πολλαπλά οφέλη για όλους είναι η χρήση ελληνικών κτηνοτροφικών πρωτεϊνούχων φυτών όπως κουκί, λούπινο, μπιζέλι και ρεβίθι αντί για εισαγόμενη μεταλλαγμένη σόγια στις ζωοτροφές των ζώων εκτροφής. Εφαρμόζεται ήδη σε αρκετές περιοχές της χώρας, όμως οι καλλιεργητές των κτηνοτροφικών φυτών και οι κτηνοτρόφοι που τα χρησιμοποιούν στις ζωοτροφές τους χρειάζονται κατεπειγόντως υποστήριξη για να παραμείνουν σε αυτό το μοντέλο, διαρκή εκπαίδευση και εξασφάλιση πρόσβασής τους στην αγορά.

Κατά τη γνώμη σας, ποιο είναι το σημείο - κλειδί που πρέπει να προσέξουμε, ώστε να μη βρεθούμε στο μέλλον σε αντίστοιχη θέση;

Η κατάσταση είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Όμως υπάρχουν λύσεις, αρκεί να παρθούν επείγουσες πολιτικές αποφάσεις και μέτρα που αναμορφώνουν το αγροτικό και διατροφικό μοντέλο με αγροοικολογική προσέγγιση, προς όφελός μας. Το μεγαλύτερο εμπόδιο, το σημείο-κλειδί που πρέπει να προσέξουμε για αύριο και για σήμερα, είναι η πολιτική αδιαφορία που επικρατεί για το ζήτημα της τροφής μας. Για τον λόγο αυτό, ζητάμε να αρχίσει άμεσα ο σχεδιασμός για να έχουμε όλοι υγιεινή, θρεπτική και επαρκή τροφή! Ήδη έχουμε συγκεντρωθεί χιλιάδες πολίτες που θέλουμε και ζητάμε το ίδιο ένα πράγμα: το φαγητό που αξίζουμε και τις πολιτικές αποφάσεις που δικαιούμαστε. Και θα συνεχίσουμε!

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης