ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Νύχτες Πρεμιέρας»: Όλα αυτά που «χρωστάμε» στο φεστιβάλ

Ανεβαίνω την Ακαδημίας με τα πόδια και πριν ακόμα στρίψω στη στοά του Odeon Opera γνωρίζω ότι θα με καλωσορίσει αυτή η ανυπόμονη και ενθουσιώδης φασαρία του κόσμου που στέκεται στην είσοδο. Την περιμένω σχεδόν με ανακούφιση. Με τους παλιούς γνώριμους δεν χρειάζονται τυπικότητες και αποστάσεις, πόσο μάλλον με τις παλιές συνήθειες.

Ο χώρος της στοάς έχει μετατραπεί σε ανεπίσημο φουαγιέ. Κάποιοι περιμένουν στη σειρά για τα ταμεία. Οι «πιστοί» του θεσμού εκμεταλλεύονται το κενό ανάμεσα στις δύο προβολές και κάνουν ένα τσιγάρο για να ξελαμπικάρουν ή πίνουν ένα καφέ στα όρθια για να αντέξουν, καθώς το βλέμμα τους ανεβοκατεβαίνει βιαστικά τις στήλες του προγράμματος. Όλα αυτά βέβαια αν είναι τυχεροί. Οι άτυχοι της υπόθεσης θα χάνονται σαν σκιές και τρέχουν στο γειτονικό Ideal για να προλάβουν την προβολή που έχει/θα ξεκινήσει. Είναι αυτά τα μικρά γκρουπάκια-γκρουπάκια θεατών που, αν τα κινηματογραφούσε κανείς από ψηλά, θα έμοιαζαν με μικρές κουκίδες που παίζουν ένα ιδιότυπο αστικό PacMan, χαράζοντας τις δικές τους διαδρομές παράλληλα στις μεγάλες αρτηρίες της πόλης, μέχρι να χαθούν στην ασφάλεια της σκοτεινής αίθουσας.

Υπάρχουμε όμως και εμείς, οι περισσότερο ή λιγότερο περιστασιακοί θεατές. Εμείς οι της επόμενης προβολής που συναντάμε αυτούς της προηγούμενης κι όλο σε κάποιον γνωστό πέφτουμε. Δυο κουβέντες στο πόδι, ένας σύντομος απολογισμός, τι είδες, τι θα δεις, μην το χάσεις, έλα μετά να μας βρεις να τα πούμε. Μπορεί να μοιάζει με καλοπροβαρισμένη σκηνή, αλλά, όχι, εδώ δεν υποκρίνεσαι, ούτε ψάχνεις τη σκηνοθεσία. Αν κάτι χρωστάμε στο φεστιβάλ δεν είναι μόνο οι ταινίες, αλλά και το γεγονός ότι προσφέρει αυτό το «ένα ποτό μετά» -που σε άλλες συνθήκες θα έμενε σε επίπεδο σκέψης και μόνο, σαν σενάριο που ψάχνει μάταια παραγωγή να το χρηματοδοτήσει- μαζί με δυο τρεις καλές και ειλικρινείς αφορμές για κουβέντα.

Αυτά συμβαίνουν Παρασκευή βράδυ στην είσοδο του Odeon Opera, ωστόσο δεν διαφέρουν απ’ όσα διαδραματίστηκαν την προηγούμενη μέρα στο πεζοδρόμιου του Δαναού πλάι στο μηχανοκίνητο ποτάμι της Κηφισίας ή απ’ όσα θα γίνουν τις επόμενες στη γωνίτσα όπου σβήνει η Μεγάλου Αλεξάνδρου πάνω στην Ιερά Οδό, μπροστά στην είσοδο της Ταινιοθήκης, ή απ’ όσα θυμούνται ακόμα οι τοίχοι του Απόλλωνα και του Αττικόν ή απ’ όσα αντικρίζει και ακούει αγέρωχα, λίγο πιο δίπλα, η μπάρα του Toy εδώ και 22 ολόκληρα χρόνια σε όλη τη διάρκεια του Φεστιβάλ.

Τελικά αναπόφευκτα μπαίνεις στο τριπάκι της σκηνοθεσίας. Ειδικά φέτος, οι διοργανωτές μάς προέτρεψαν ανοιχτά να το κάνουμε, όταν στην επίσημη έναρξη του φεστιβάλ υπενθύμισαν με ένα πολύ όμορφο βίντεο ποιες ταινίες πρωτοείδαμε στο πλαίσιο του θεσμού. Και, ναι, αν κάποια στιγμή γύριζα μια σκηνή για τον εαυτό μου, θα με έκανα 20άρη θεατή που βγαίνει από το σινεμά αμέσως μετά την προβολή του Pulp Fiction.

Από εκεί και πέρα, το φεστιβάλ έχει τόσους τρόπους «θέασης» όσοι είναι και οι θεατές του. Αν με ρωτάς, θα σου πω ότι μπορεί να ονομάζονται «Νύχτες Πρεμιέρας» αλλά η δική μου προσοχή πέφτει περισσότερο στα λαχανί και μωβ κουτάκια του προγράμματος, δηλαδή στα «αγαπημένα των φεστιβάλ» (το παλιό «πανόραμα», νομίζω) και στο «μετά τα μεσάνυχτα», και αμέσως μετά στο διαγωνιστικό. Ο ΟΤΕ TV είναι και φέτος μέγας χορηγός του 22ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας».

Μπορεί αυτή τη φορά να μην έχω καταφέρει ακόμα να τηρήσω την παραπάνω αναλογία, παρόλα αυτά και τη μοναξιά, τη «σπίντα» και «ξόδεμα» της πολωνικής νεολαίας παρακολούθησα («Όλες οι άγρυπνες νύχτες μας») και για την «αποστολή» της NASA στο φεγγάρι έμαθα, μέσα από ένα ξεκάθαρα «κοενικό» πρίσμα («Επιχείρηση Χιονοστιβάδα»), και την πρεμιέρα μου την είδα («Julieta») και γενικά (δεν) είχα πρόγραμμα. Θα ήθελα η παραπάνω λίστα να ήταν πιο γεμάτη, όμως ακόμα και οι ταινίες που δεν πρόλαβες να δεις αποτελούν και αυτές κομμάτι της όλης ιεροτελεστίας του φεστιβάλ. Ξέρω όμως από τώρα ότι το Σάββατο θα έχω πιάσει σταδίσι (πάλι στο Odeon Opera) για τον «Λιγδιάρη Στραγγαλιστή» με την κρυφή ελπίδα ότι θα πάρει τον τίτλο της πιο «καμένης» ταινίας που έχω δει σε αίθουσα από τους αξέχαστους «σαβουρογάμηδες», ένα άλλο μεταμεσονύκτιο διαμαντάκι των «Νυχτών». Όπως ξέρω ότι, παρά τις απουσίες μου, θα με καλωσορίσει το ίδιο βουητό εκεί στην αρχή της στοάς. Εξάλλου, είπαμε, οι παλιοί γνώριμοι και οι παλιές συνήθειες δεν κρατούν κακία...

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης