ΕΛΛΑΔΑ

Δίκη Μάτι: «Μας είπαν πως τα έκαναν πολύ καλά. Αν δεν ήταν καλά καμωμένα πόσους νεκρούς θα είχαμε;»

Δίκη Μάτι: «Μας είπαν πως τα έκαναν πολύ καλά. Αν δεν ήταν καλά καμωμένα πόσους νεκρούς θα είχαμε;»
Με την εξιστόρηση της προσωπικής τραγωδίας των επιζώντων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, συνεχίζεται η ακροαματική διαδικασία της δίκης ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ / ΙΝΤΙΜΕ

Με την εξιστόρηση της προσωπικής τραγωδίας των επιζώντων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018, συνεχίζεται η ακροαματική διαδικασία της δίκης, με τους ίδιους πότε να λυγίζουν περιγράφοντας τα όσα βίωσαν και τα απίστευτα διλήμματα στα οποία βρέθηκαν και πότε να ξεσπούν σε οργή για το γεγονός ότι έμειναν για ώρες μόνοι και αβοήθητοι.

«Με καταδίκασαν να έχω τύψεις ότι εγκατέλειψα τη μητέρα μου και να το έχω βάρος σε όλη μου τη ζωή. Χάσαμε φίλους, γείτονες και δυστυχώς δεν έχουμε ακούσει από κανέναν συγγνώμη. Όλα τα έκαναν πολύ καλά. Αν δεν ήταν καλά καμωμένα τι θα γινόταν; Τώρα έχουμε 104 νεκρούς και 54 σοβαρά τραυματίες…» είπε χαρακτηριστικά στην κατάθεσή της η εγκαυματίας Αγγελική Κωνσταντάκη.

Η μάρτυρας, η οποία ζει στο Μάτι από το 1966, περιέγραψε στο δικαστήριο, τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνη τη μέρα, ενώ ξέσπασε κατά των υπευθύνων του δήμου, καθώς, όπως είπε μέχρι και σήμερα, δεν γνωρίζει ποιος είναι ο τάφος της μητέρας της .

«Εκείνη ημέρα πήγαμε στη θάλασσα στη Ραφήνα με τον άνδρα μου και τον ένα γιο μου. Περάσαμε από τη πυροσβεστική στη Ραφήνα πριν πάμε στη θάλασσα και μας έκανε εντύπωση ότι επικινδυνότητα ήταν 5. Ενώ ήμασταν στη θάλασσα βλέπαμε καπνό Κινέτας στη θάλασσα. Γύρω στις 5 γυρίσαμε στο Μάτι. Ήταν δυσάρεστο συναίσθημα να βλέπουμε κάτι να καίγεται. Ανέβαιναν ο άνδρας μου, ο γιος μου στην ταράτσα. Δεν έβλεπαν τίποτα» τόνισε η μάρτυρας.

Όπως είπε ακούσανε και τον δήμαρχο Ραφήνας-Πικερμίου, Ευάγγελο Μπουρνούς πως δεν υπήρχε κάτι ανησυχητικό και αυτό τους καθησύχασε.

«Υπήρχε έννοια αλλά όχι ανησυχία. Κάποια στιγμή, υπήρχε πολύ καπνός. Αυτό έγινε στις 6:20. Πήρα μητέρα μου να κατέβουμε στο λιμάνι Ματιού. Βλέπω στο λιμάνι είναι πάρα πολλά αυτοκίνητα. Κάνω επιτόπου να πάω στη Ραφήνα που ήταν χειμερινό σπίτι μας. Βλέπω πολλά αυτοκίνητα ακινητοποιημένα. Εκεί που κάηκαν τα πολλά αυτοκίνητα. Κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο, πήρα τη μητέρα μου, άρχισε να βρέχει καύτρες, προσπαθήσαμε με τα πόδια μας να τις σβήνουμε. Κάποια στιγμή η μαμά μου σκόνταψε στον κορμό ενός δέντρου. Προσπαθούσαμε με τον άνδρα μου να την σηκώσουμε και εκείνη τη στιγμή μας έπιασε μία μεγάλη φωτιά και η μητέρα μου δεν μπορούσε να έχει επαφή, δεν μπορούσαμε να την σηκώσουμε. Εκείνη την ώρα άρπαξα και εγώ φωτιά και καιγόμουνα…».

Τις επόμενες έξι ώρες η μάρτυρας έμεινε σε μικρή παραλία, αναμένοντας βοήθεια.

«Κατεβήκαμε σε μία μικρή παραλία, με έβαλαν μέσα στη θάλασσα και επειδή είχα αφόρητους πόνους από έγκαυμα βγήκα. Ήμουν σε κατάσταση σοκ, ξέροντας ότι έχω τη μητέρα μου από πάνω και δε μπορούσα να κάνω τίποτα και έμεινα έξι ώρες, ακούγοντας εκρήξεις, ανθρώπους να φωνάζουν ονόματα και εμείς ήμασταν ανίκανοι να κάνουμε οτιδήποτε» τόνισε η μάρτυρας.

Συγκλονιστική ήταν όμως και η κατάθεση που έδωσε ο Αριστοτέλης Γραικιώτης, ο οποίος βρήκε απανθρακωμένη τη σύντροφό του. Ο μάρτυρας περιέγραψε μεταξύ άλλων στην κατάθεσή του τα εξής:

«…Ανέβηκα 500 μέτρα στην εκκλησία του Ματιού. Είχε πιάσει φωτιά ένα οικόπεδο, διάσπαρτες φλόγες. Εκεί φοβήθηκα και την πήρα τηλέφωνο. Της είπα «Στέλλα βγες στην Ποσειδώνος να σε πάρω να πάμε στο σπίτι να πάρουμε 2-3 πράγματα να φύγουμε» .

Και συνέχισε:

«Ξεκινήσαμε Ήταν μια ανηφόρα δε βλέπαμε στο 1,5 μέτρο από τον καπνό. Πήραμε 2-3 πράγματα και βγήκαμε έξω.

Η μηχανή μου ήταν προς Ραφήνα, το αμάξι της Στέλλας ήταν παρκαρισμένο προς τη Νέα Μάκρη. Πήρα τη μηχανή και πήγα προς το κόκκινο λιμανάκι που είχαμε δώσει ραντεβού. Η Στέλλα έκανε μια διαδρομή για να βγει στη λεωφόρο Δημοκρατίας για να βγει στο Κόκκινο Λιμανάκι… Την παίρνω τηλέφωνο εφτά παρά δυο λεπτά το απόγευμα. Μου απάντησε ότι άφησε το αμάξι. Ότι έχει φοβερή φωτιά. Την έπαιρνα, καλούσε αλλά δε μου απάντησε. Έκανα 3-4 κλήσεις. Σκέφτηκα ότι θα έτρεχε και δε μπορούσε να απαντήσει. Καθώς ήμουν στο Κόκκινο Λιμανάκι είδα 2-3 δέντρα να φουντώνουν. Τα αυτοκίνητα είχαν μπλοκάρει… Φτάνοντας στη Δημοκρατίας και Παύλου Μελά τρελάθηκα γιατί έστω κι ένας αστυνομικός να υπήρχε εκείνη την ώρα να μην αφήνει τα αμάξια να μπαίνουν προς το Μάτι! Θα είχαν φύγει όλα τα αυτοκίνητα και δεν θα καιγόταν κόσμος! Πήγα με τα πόδια στην παραλία με σκόνη να φτάσω από τα βράχια ή κολυμπώντας μη βρω το σημείο που κατέβηκε η Στέλλα. Ανεβαίνοντας στα βράχια με αέρα, λάβα και φωτιά έφτασα. Κρυβόμουν στις σπηλιές να μη με κάψει η φωτιά. Φτάνω στο μπλε λιμανάκι. Ακούω μια κόρνα και ήταν ένα φουσκωτό. Μου λένε να έρθουν να με διασώσουν. Ανέβηκα στο φουσκωτό και συνεχίσαμε προς Κυανή Ακτή».

Ακολούθως, ο κ. Γραικιώτας αναφέρθηκε στην 13χρονη Εβίτα Φύτρου, η οποία είχε πηδήξει από τη θάλασσα για να σωθεί από τις φλόγες με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή της.

«Πηγαίνοντας σε κάποια βράχια μας φώναξαν κάποιοι άνθρωποι και πήγαμε προς τα εκεί. Ο ένας ήταν καμένος δεν ήξερα που να τον πιάσω να μην πονάει. Ξαναγυρίσαμε στη Ραφήνα. Πήγαμε να επιστρέψουμε και ο λιμενικός που βρισκόταν στο φουσκωτό δέχτηκε κλήση να πάμε σε μια παραλία γιατί υπήρχε άνθρωπος που είχε πεθάνει. Ήταν το κοριτσάκι που είχε πέσει από τα βράχια. Πήγαμε εκεί, εγώ δεν άντεξα να βγω. Παραλάβαμε το κοριτσάκι. Το βάλαμε στο φουσκωτό. Πήγαμε στη Ραφήνα. Εγώ ρωτούσα αν είχε δει κανείς τη Στέλλα. Είχαν περάσει 2 με 2,5 ώρες», είπε για να προσθέσει πως κατάφερε να μάθει για τη σύντροφο του πέντε μέρες αργότερα.

Είχε βρεθεί στο οικόπεδο Φράγκου απανθρακωμένη μαζί με άλλους.

«Φτάσαμε στην Κυανή Ακτή και προτού να φτάσουμε στην πίσω πλευρά της ταβέρνας.


Παραλίγο να πατήσω απανθρακωμένο ένα πτώμα.


Φωνάζω κάποιους του Ερυθρού Σταυρού. Έφυγα και έφτασα έξω από το σπίτι του Φράγκου. Η πόρτα ανοιχτή αλλά δε μπήκαμε μέσα, δεν μπορούσα να φανταστώ…


Έψαχνα πολλές μέρες μαζί με τις κόρες και την αδελφή της Στέλλας» ανέφερε ο μάρτυρας για να προσθέσει:


«Δεν υπήρχε από πουθενά βοήθεια. Δεν ειδοποιήθηκε ο κόσμος. Υπήρχε χρόνος να ενημερώσουν. Ο καθένας έκανε ότι μπορούσε».

Η κόρη του θύματος Αθηνά Νικολάου, τόνισε στην κατάθεσή της.

«Κατά τις 18:00 με καλεί για να με ενημερώσει για κάτι. Της λέω θα σε πάρω σε μισή ώρα. Καλώ δεν την βρίσκω. Επικοινωνώ με αδελφή μου και μου λέει ότι η φωτιά έχει φτάσει στο Μάτι και δεν ξέρουν που είναι. Πηγαίναμε στα νοσοκομεία που υπάρχουν θύματα. Είδα πτώματα καμένα. Μήπως η μαμά μου ήταν εκεί. Δεν ήταν προφανώς. Είχα ακούσει ότι σε ένα οικόπεδο είχαν βρεθεί πολλά άτομα. Πήγα εκεί. Είδα πεταμένα πράγματα από ανθρώπους, έπιασα ένα κλειδί καμένο, το άφησα κάτω. Δεν είδα κάτι της μητέρας μου προφανώς. Έδωσα δείγμα DNΑ, πήγαινα κάθε ημέρα στο Μάτι, φώναζα μαμά παντού. Μας ενημέρωσαν ότι η μητέρα μου είχε ταυτοποιηθεί στο κτήμα Φράγκου».

Τέλος, ο μάρτυρας Αντ. Κάκαρης μίλησε για το θάνατο του αδελφού του.

«Πληροφορήθηκα γεγονός από κόρη συντρόφου αδελφού μου. Τον ψάχναμε, κάναμε αναρτήσεις, μέσω φίλων, γνωστών. Ήταν αλεξιπτωτιστής, δυνατός, θεωρούσα αδύνατον να πάθει κάτι» ανέφερε ο μάρτυρας για να προσθέσει: «Ψάχναμε πέντε ημέρες που ήταν αγνοούμενος μέχρι που έγινε ταυτοποίηση. Μάθαμε ότι κατευθύνθηκε προς θάλασσα με αποτέλεσμα να πέσει στο μποτιλιάρισμα. Δυστυχώς με όλα αυτά που έγιναν, έχασε τη ζωή του, στην Ποσειδώνος. Όπως και η σύντροφος. Εγκλωβίστηκε, περπάτησε προς θάλασσα και δεν κατάφερε να γλιτώσει».

Η δίκη συνεχίζεται αύριο.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ