ΕΛΛΑΔΑ

Γιάννης Κούρος: Ο μύθος των υπεραποστάσεων που ξεκίνησε από την Τρίπολη κι «έφτασε» στη Σελήνη

Γιάννης Κούρος: Ο μύθος των υπεραποστάσεων που ξεκίνησε από την Τρίπολη κι «έφτασε» στη Σελήνη

Το όνομά του είναι συνώνυμο όχι μόνο των υπεραποστάσεων και των δρόμων, μα, κυρίως, της άοκνης προσπάθειας, της ψυχραιμίας, της εγκράτειας, της επιμονής και της δύναμης του μυαλού και της ψυχής. Είναι ο Γιάννης Κούρος, ένας από τους κορυφαίους δρομείς υπεραποστάσεων στα παγκόσμια χρονικά. Την περίοδο που μεσουρανούσε στο παγκόσμιο στερέωμα, σε κάθε του αγώνα, κέρδιζε τον θαυμασμό όλων και σήμερα, έχει κερδίσει τον σεβασμό κάθε ενός που ασχολείται με τον αθλητισμό, ακόμα και ως απλός θεατής. Διότι, όλοι ανεξαιρέτως, αναγνωρίζουν την ψυχική και διανοητική ανωτερότητά του – ακόμα και αν το σώμα του, πολλές φορές, δεν την «έφτανε».

Σήμερα, ο Γιάννης Κούρος έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση – μόνο όμως όσον αφορά στο αθλητικό κομμάτι. Διότι, κατά τα άλλα, παραμένει πάντα στις επάλξεις, πραγματοποιώντας ομιλίες που εμπνέουν, εξηγώντας την πορεία του και όλα τα «μυστικά» του και ζωγραφίζει, εξασκώντας ένα από τα χόμπι που άφησε στην άκρη λόγω των δρόμων. Το άλλο, δηλαδή την αγάπη του για το τραγούδι, το αναγνωρίζει σήμερα ως μία από τις «θυσίες» ή τις υποχωρήσεις που χρειάστηκε να κάνει – μπορεί η μουσική σκηνή της χώρας να έχασε ένα «αηδόνι», όμως σίγουρα η ελληνική κοινωνία κέρδισε από τον Γιάννη Κούρο πάρα πολλά πράγματα – ιδίως, αξίες ζωής.

Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί όσα διηγήθηκε για τη ζωή του και τα πιστεύω του ο Γιάννης Κούρος, μιλώντας στα Πρόσωπα 2023 του CNN Greece:

Οι δρόμοι στη ζωή μου μπήκαν «αναγκαστικά», έκανα αθλητισμό για να ζεσταίνομαι

Καθώς διηγείται τη ζωή του, ο Γιάννης Κούρος θυμάται πως ο αθλητισμός μπήκε αναγκαστικά στη ζωή του, καθώς το κρύο στην Τρίπολη, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, ήταν τσουχτερό, ενώ η οικογένειά του δεν είχε την οικονομική ευχέρεια για ανέσεις: «Γεννήθηκα στην Τρίπολη και μεγάλωσα εκεί και στο χωριό και στην πόλη. Τελείωσα εκεί δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο και παράλληλα έκανα αθλητισμό. Στην αρχή, στο δημοτικό, έκανα μήκος, στη συνέχεια μπάσκετ. Συστηματικά, άρχισα στα 16 μου να κάνω προπόνηση με πρόγραμμα και να ενταχθώ σε αγώνες μεσαίων αποστάσεων, κυρίως 1.800 μέτρα, 1.500 και στη συνέχεια σε μεγαλύτερες αποστάσεις 3 χιλιόμετρα και 5. Οι δρόμοι στη ζωή μου μπήκαν αναγκαστικά θα έλεγα, διότι στην Τρίπολη, μιας και ο χειμώνας εκεί είναι πολύ κρύος, έκανα αθλητισμό κυρίως για να ζεσταίνομαι, να διατηρώ τον εαυτό μου ζεστό. Στην πορεία όμως, με επέλεξε ο γυμναστής μου ανάμεσα σε άλλα ταλέντα, συμμαθητές και συναθλητές, και άρχισα να κατεβαίνω σε αγώνες, ακόμα και πριν καν αρχίσω συστηματικά να προπονούμαι».

Μετά το Λύκειο, ο Γιάννης Κούρος μετακόμισε στην Αθήνα και αναγκάστηκε να απομακρυνθεί από τον αθλητισμό καθώς χρειαζόταν να βιοπορισθεί. Στα 20 του, όμως, επανήλθε στον αθλητισμό ως μαραθωνοδρόμος, κάτι που συνεχίστηκε και ενώ υπηρετούσε την 30μηνη θητεία του στην Αεροπορία. «Αφοσιώθηκα στο αγώνισμα του μαραθωνίου, που είδα ότι μου ταιριάζει περισσότερο επειδή είχε μεγαλύτερη διάρκεια. Απαιτούσε μάλλον υπομονή και εγκράτεια. Και αυτά τα είχα καλλιεργήσει από τον τρόπο ζωής που ζούσα στα παιδικά μου χρόνια», θυμάται χαρακτηριστικά.

Ο πρώτος μαραθώνιος που έτρεξε ήταν ο Κλασικός Μαραθώνιος της Αθήνας, το '77, που με για μια επταετία επίδοση 2.43 ήταν ο τέταρτος Έλληνας στην τελική κατάταξη: «Από εκεί και μετά η Ομοσπονδία του Στίβου με έστειλε στην Πολωνία και έκανα κυρίως μαραθωνίους, για μια επταετία. Μέχρι που άρχισα να κάνω τα πολύ μεγάλα, ήμουν 27-28 χρονών πια. Και εκεί μπήκα σε ένα άλλο δρόμο, πολύ πιο απαιτητικό».

Ο άθλος της Νέας Υόρκης που έκανε τον «Έλληνα» γνωστό σε όλη τη Γη

«Το πιο σημαντικό αγωνιστικό γεγονός για την καριέρα μου και τη ζωή μου ήταν το εξαήμερο της Νέας Υόρκης που έκανα το 1984, όπου κατέρριψα 16 παγκόσμια ρεκόρ τα οποία δεν είχαν καταρριφθεί από το 1888, δηλαδή επί 100 χρόνια περίπου. Και αυτό άνοιξε το δρόμο σε περαιτέρω προσκλήσεις και άλλες διαδρομές. Αλλά αυτό ήταν το πιο σημαντικό που θεωρώ ως εφαλτήριο της μετέπειτα καριέρας μου».

Κι όμως, το να τρέχει αδιαλείπτως επί 6 ημέρες και νύχτες δεν είναι ό,τι δυσκολότερο έχει κάνει στη ζωή και την αθλητική του διαδρομή ο Γιάννης Κούρος. Ο ίδιος αναγνωρίζει ως πιο δύσκολη τη διαδρομή από το Σίδνεϋ στη Μελβούρνη, στη μακρινή Αυστραλία: «Πιο δύσκολη και μεγάλη διαδρομή είναι το Σίδνεϋ - Μελβούρνη, διότι άρχιζε από το Σίδνεϋ σε επίπεδο θάλασσας, τελείωνε στη Μελβούρνη σε επίπεδο θάλασσας πάλι, αλλά ενδιάμεσα υπήρχαν λόφοι, κατηφόρες όπου το ύψος το ξαναέχανες και με πάρα πολλές διακυμάνσεις καιρικές, δηλαδή είχε καύσωνα, είχε και παγωνιά και αέρα. Ακόμα και η ασφάλτος ήταν πολύ άγρια, με αποτέλεσμα να λιώνουν σχεδόν όλα τα παπούτσι και θαρρώ πως είναι ο πιο δύσκολος αγώνας που έχω κάνει».

Ο μεγαλύτερος αγώνας σε διάρκεια, όμως, ήταν τα 1.600 χλμ, πάλι στη Νέα Υόρκη, όπου επέστρεψε το 1988: «Αυτός ο αγώνας μού πήρε 10 μέρες, 10 ώρες και 35 λεπτά να διανύσω την απόσταση και κατέρριψα το τότε παγκόσμιο ρεκόρ».

Πέρα από τις αντικειμενικές συνθήκες κάθε αγώνα όμως, ο Γιάννης Κούρος αναγνωρίζει άλλον έναν – ίσως σημαντικότερο – παράγοντα που κρίνει τη δυσκολία κάθε εγχειρήματος: «Εγώ, επειδή κυνηγούσα επιδόσεις, τον κάθε μου αγώνα, ακόμα και τον εύκολο και σε επίπεδη διαδρομή, τον καθιστούσα δύσκολο, γιατί έσπρωχνα τον εαυτό μου στα άκρα - μέχρι θανάτου, θα έλεγα».

Με τη δύναμη της ψυχής και του νου

Πώς μπορεί να αντεπεξέλθει όμως ένας οργανισμός σε αυτού του είδους την καταπόνηση;

«Το σώμα υπόκειται σε φυσικούς νόμους και εννοείται ότι έχει και κόπωση. Υπάρχουν προβλήματα οστικά, μυϊκά, τα οποία ταλαιπωρούν τη φυσική οντότητα του ανθρώπου. Ωστόσο, ένας δρομέας υπερμαραθωνίων αποστάσεων, αν υπακούσει σε αυτές τις εντολές που στέλνει το σώμα προς τον εγκέφαλο, εγκαταλείπει. Από εκεί και πέρα υπάρχουν βαθμίδες ανοχής και αντοχής ως προς τον πόνο και την κούραση. Επομένως, αυτός που κυρίως διακρίνεται είναι αυτός που εγκεφαλικά και ψυχολογικά είναι ο πιο δυνατός, όχι ο αυτός που είναι σε φυσική κατάσταση ο πιο καλός. Γιατί έχει φανεί σε πάρα πολλές διοργανώσεις όπου εγώ κλήθηκα να συμμετάσχω σχεδόν απροετοίμαστος ή ημιτελώς προπονημένος και διακρίθηκα επειδή η προσέγγισή μου ήταν τέτοια, ήταν μεταφυσική, ήμουν ο ψυχολογικά πιο δυνατός και ξεπέρασα τα τυχόν ελαττώματα ή ατέλειες που είχα από την προπόνησή μου».

Αυτού του είδους η ψυχική προετοιμασία, τονίζει ο Γιάννης Κούρος «πηγάζει από τον τρόπο ζωής μας. Άρα, ο άνθρωπος που έχει υποστεί περισσότερα δεινά ή εμπόδια, αν θέλετε, είναι αυτός που είναι πιο ευλογημένος θα έλεγα, διότι έχει πλημμυριστεί από τέτοια χαρίσματα αντοχής, υπομονής, τα οποία είναι άκρως απαραίτητα στον αγώνα των υπερμαραθωνίων αποστάσεων».

«Αισθάνομαι και προετοιμάζομαι ψυχολογικά πως θα αντιμετωπίσω τυχόν προβλήματα που όντως έρχονται. Και σχεδιάζω εναλλακτικές λύσεις. Αλλά κυρίως οφείλεται στην έμπνευση. Η έμπνευση είναι που κάνει τη διαφορά. Δηλαδή, αν έχουμε πράγματα που να μας εμπνέουν από την προσωπική μας ζωή ή από παραδείγματα άλλων ανθρώπων, κακουχίες που τυχόν έχουμε περάσει, γίνεται μια σύγκριση στον εγκέφαλό μας. Και αυτές οι συγκρίσεις είναι απαραίτητες, δηλαδή να θυμηθούμε στο παρελθόν πόσο πιο δύσκολα είχαμε περάσει, ώστε όταν αντιμετωπίζουμε το ‘τωρινό’ πρόβλημα, το διαχειριζόμαστε σε καλύτερο τρόπο», εξηγεί.

Οι δρομείς υπερμαραθωνίων αποστάσεων δεν έχουν έπαρση

Αυτό που επισημαίνει ο Γιάννης Κούρος είναι πως οι δρομείς υπερμαραθωνίων αποστάσεων, αμέσως μόλις ολοκληρώσουν τον άθλο τους, «προσγειώνονται» στην πραγματικότητα και κάθε αίσθηση «έπαρσης» ή «μεγαλείου», εγκαταλείπεται. «Ό,τι και να πετύχεις στο αγώνισμά μας, την επόμενη μέρα είσαι σχεδόν νεκρός, δεν μπορείς δηλαδή να λειτουργήσεις με τυχόν ταλέντο που τυχόν έχεις. Επιστρέφεις στο έδαφος, προσγειώνεσαι, σε προσγειώνει λέει το αγώνισμα αυτό και αρχίζεις πάλι να προπονείσαι. Θέλω να πω ότι τα άλλα αγωνίσματα που από τη φύση τους απαιτούν ταχεία αντίδραση όπως τα σπριντ ή οι αγώνες αντοχής, οι άνθρωποι δεν χάνουν την ικανότητά τους. Δηλαδή και την επόμενη μέρα να πηδήσει κάποιος ύψος, ας πούμε, θα είναι σε θέση να το κάνει. Εγώ την επόμενη μέρα μετά από ένα αγώνισμα δεν μπορώ να τρέξω. Επίσης στην Τέχνη, ένας καλός τραγουδιστής ή ζωγράφος, κάθε μέρα μπορεί να αποδώσει το μέγιστο – σε εμάς, δεν ισχύει αυτό. Δηλαδή ό,τι κι αν έχουμε πετύχει, όσο μεγάλες είναι οι επιδόσεις μας, επιστρέφουμε και προσγειωνόμαστε στην αφετηρία».

Κορυφαίος αθλητής της χιλιετίας

Η αναγνώριση στο πρόσωπο του Γιάννη Κούρου ήταν διεθνής και καθολική, τόσο από τον Τύπο, όσο και από τους συναθλητές του όσο και από τον απλό κόσμο, καθώς έχει καθιερωθεί στη συλλογική μνήμη ως ένας σύγχρονος «υπεράνθρωπος» που ξεπερνούσε, κάθε φορά, τα ανθρώπινα όρια. Γυρνώντας πίσω, στις κορυφαίες στιγμές της πορείας του, ο ίδιος ξεχωρίζει δύο πολύ σημαντικές «κορυφές»: «Η πιο ευχάριστη στιγμή της καριέρας μου θα έλεγα πως ήταν όταν τερμάτισα για πρώτη φορά το Σίδνεϋ – Μελβούρνη, τα 960 χιλιόμετρα. Ήταν η πρώτη φορά, αργότερα ήταν μεγαλύτερη απόσταση. Διότι στον τερματισμό ήρθαν χιλιάδες Έλληνες με λάβαρα, με ελληνικές σημαίες, που τραγουδούσαν ‘Ελλάς - Κούρος – Ελλάς’… Θα έλεγα ότι ήταν πιο συγκινητική και όμορφη στιγμή. Επίσης έχω άλλη μια στιγμή που είναι η δικαίωση για μένα, όταν το 2000 το Runners World, το παγκόσμιο περιοδικό, με ανακήρυξε ως τον καλύτερο ultra runner όλων των εποχών. Και αυτή ήταν πολύ όμορφη στιγμή».

Ένας χώρος με την παρακαταθήκη του Γιάννη Κούρου, ως επόμενος στόχος

Αυτό που έχει θέσει ως στόχο τώρα ο Γιάννης Κούρος είναι η δημιουργία ενός χώρου, που θα φιλοξενήσει όλα τα ενθυμήματα της πλούσιας αθλητικής του ζωής. Ένας χώρος που θα είναι επισκέψιμος για κάθε ενδιαφερόμενο, ιδίως για νέα παιδιά, με στόχο να εμπνεύσει με τις αξίες του και τα επιτεύγματά του και όπου θα φιλοξενούνται άρθρα, βίντεο, στιγμιότυπα, βιβλία που γράφει. Ο ίδιος ομολογεί πως θα ήθελε να το είχε δρομολογήσει νωρίτερα, όπως επίσης θα ήθελε να είχε καταφέρει να συνδυάσει την αθλητική του υπόσταση με την καλλιτεχνική, που αφορά στη μουσική και τη ζωγραφική.

Αυτή είναι και η παρακαταθήκη που θέλει να αφήσει στις επόμενες γενιές, μαζί με ένα μήνυμα για την ανάγκη αυτογνωσίας: «Αυτή είναι η παρακαταθήκη μου και οι στίχοι μου οι μουσικοί, φυσικά. Αυτό που περιμένω και θα έλεγα ότι χρειάζεται η νεότερη γενιά είναι αυτογνωσία. Λείπει η αυτογνωσία, δηλαδή να κάνουμε μια εσωτερική ανασκόπηση του εαυτού μας, για να διαπιστώσει ο καθένας πού πραγματικά ανήκει. Γιατί υπάρχει ένας παραλογισμός, θα έλεγα, όπου πολλοί από τους νέους δεν αντιλαμβάνονται πού πραγματικά ανήκουν. Όταν γνωρίζουμε ότι είμαστε εδώ, έχουμε γερές βάσεις, τότε μπορούμε να ξεκινήσουμε να πάμε κάπου αλλού και πιο πάνω. Πάντα ήθελα να είμαι αγγελιαφόρος μηνυμάτων, να εμπνέω και να μεταφέρων παντού την άποψη ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και δοσμένο, μάλλον. Δηλαδή, πρέπει να κατακτάμε πράγματα, να μην μας δωρίζονται. Η νεολαία μας σήμερα βασίζεται στην τεχνολογία. Γιατί είναι δοσμένα αυτά τα πράγματα. Θα ήθελα να τα ανακαλύψουμε, να τα ανοίξουμε. Υπάρχουν μέσα μας δυναμικές ανθρώπινες με απέραντες δυνατότητες, αλλά πρέπει να τις ανακαλύψουμε και να τις βάλουμε σε εφαρμογή. Άρα δεν θέλω τον αχαδελφισμό, δεν θέλω την εύκολη λύση».

Δείτε εδώ το αφιέρωμα του CNN Greece στα Πρόσωπα 2023

Συντελεστές:
• Premium Content Manager | Σοφία Μαυραντζά • Project Manager | Δέσποινα Γαβριήλ • Head of Multimedia & Σκηνοθέτης | Σεραφείμ Ντούσιας • Head of Creative | Γιώργος Σπηλιόπουλος • Αρχισυνταξία | Χρύσα Γρίβα • Οπερατέρ | Στάθης Κεφάλας, Nicholas Cornford, Γιώργος Αποστολόπουλος • Μοντάζ | Νίκη Μαλλιωτάκη, Σταύρος Λογοθέτης • Motion Graphics Designer | Σταύρος Σιδέρης • Φωτογραφίες | Λευτέρης Παρτσάλης • Σύνταξη | Ιωάννα Κατσίμπα, Γεωργία Γαραντζιώτη • Οργάνωση Παραγωγής | Γιώργος Χατζής