ΕΛΛΑΔΑ

ΣτΕ: Νομική...μάχη για το «Ντε Γκρες» - Πότε αναμένεται η απόφαση

ΣτΕ: Νομική...μάχη για το «Ντε Γκρες» - Πότε αναμένεται η απόφαση
EUROKINISSI/ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Νομική... μάχη δόθηκε σήμερα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου συζητήθηκε η αίτηση ακύρωσης, που κατέθεσε ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ Παναγιώτης Λαζαράτος, κατά της απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών με την οποία αναγνωρίστηκε η ελληνική ιθαγένεια στα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας, τα οποία υιοθέτησαν το επίθετο «Ντε Γκρες», ενώ στρέφεται και κατά της η εγγραφή τους στο δημοτολόγιο του Δήμου Αθηναίων.

Ο κ. Λαζαράτος υποστήριξε ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι διαθέτει έννομο συμφέρον ως Έλληνας πολίτης και ενεργός εκλογέας στον Δήμο Αθηναίων, όπου ελήφθησαν οι επίμαχες πράξεις. Παράλληλα, επικαλέστηκε την ιδιότητά του ως πανεπιστημιακού με επιστημονικό ενδιαφέρον για τη συνταγματική νομιμότητα.

Ωστόσο, οι παρεμβαίνοντες αμφισβήτησαν το έννομο συμφέρον που θεμελιώνει ο καθηγητής με την ιδιότητα του ακαδημαϊκού. Επισήμαναν ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει δεκτό, διότι θα του έδινε το δικαίωμα να προσφεύγει στη δικαιοσύνη κάθε φορά που θεωρεί ότι τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας σχετικά με κάποια διοικητική πράξη.

Βασικό επιχείρημα του κ. Λαζαράτου αποτέλεσε η αυστηρή απαγόρευση των τίτλων ευγενείας, όπως ορίζεται ρητά στο άρθρο 4 παράγραφος 7 του Συντάγματος, το οποίο καθιστά σαφές ότι «τίτλοι ευγενείας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες». Η χρήση του επιθέτου «Ντε Γκρες» δεν είναι απλή ονομαστική αναφορά· πρόκειται για έναν τίτλο ευγενείας, ο οποίος φέρει βαρύ ιστορικό και κοινωνικό φορτίο ταξικής διάκρισης και προνομίων, τα οποία το δημοκρατικό κράτος έχει ρητά απορρίψει και απαγορεύσει.

Ανέπτυξε , μάλιστα,τη λεγόμενη θεωρία της εντυπώσεως, που, σύμφωνα με ευρωπαϊκή νομολογία, εστιάζει όχι στην επίσημη αναγνώριση τίτλου ευγενείας, αλλά στην αντικειμενική εντύπωση που δημιουργεί το όνομα στον μέσο πολίτη, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η προσωπικότητα, η ιστορικότητα και το κοινωνικό φορτίο. Σύμφωνα με το εν λόγω επιχείρημα, το επώνυμο «Ντε Γκρες» εκπέμπει μήνυμα προνομίου, ανεξαρτήτως προθέσεων, και ως τέτοιο συνιστά παραβίαση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας.

«Το επώνυμο “Ντε Γκρες” εκπέμπει, αντικειμενικά, εντύπωση τίτλου ευγενείας ή κάποιου άτυπου προνομίου. Ανεξαρτήτως προθέσεων, το μήνυμα που λαμβάνει η κοινωνία είναι ότι υφίσταται μια προνομιακή μεταχείριση, ένα ειδικό καθεστώς – κάτι που αντιστρατεύεται ευθέως την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και της δημοκρατικής ισότητας».

Επιπλέον, επικαλέστηκε πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου της Αυστρίας, που αφορούν την απομάκρυνση τίτλων ευγενείας από μέλη ιστορικών δυναστειών, επιβεβαιώνοντας τη διεθνή τάση για την προάσπιση της κοινωνικής ισότητας.

Από την πλευρά τους, οι δέκα παρεμβαίνοντες, μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας, μαζί με το Υπουργείο Εσωτερικών, τόνισαν ότι οι βασιλείς στην Ελλάδα ποτέ δεν είχαν επώνυμο, καθώς τα ονόματά τους συνδέονται με τον βασιλικό οίκο και όχι με επίθετα. Όσον αφορά το επίθετο «Ντε Γκρες», επισήμαναν πως ήδη από το 2004 μέλος της τέως βασιλικής οικογένειας φέρει το συγκεκριμένο όνομα χωρίς να έχει προκύψει κανένα σχετικό ζήτημα.

Παράλληλα, υπογράμμισαν ότι στην ελληνική έννομη τάξη δεν υπήρξαν ποτέ τίτλοι ευγενείας, ενώ η έννοια των τίτλων διακρίσεως παραμένει ιδιαίτερα ασαφής. Για να θεωρηθούν όμως τίτλοι διακρίσεως, θα πρέπει να συνοδεύονται από συγκεκριμένα προνόμια, τα οποία, όπως σημείωσαν, δεν υφίστανται για την τέως βασιλική οικογένεια.

Επισημαίνοντας την εξέλιξη της ελληνικής δημοκρατίας, τόνισαν πως, μετά από πενήντα χρόνια ισχυρής προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, τα επιχειρήματα περί διακρίσεων και προνομίων είναι πλέον παρωχημένα και αβάσιμα.

Τέλος, απέρριψαν την άποψη ότι η χρήση του επωνύμου προσβάλλει τη δημοκρατική αρχή, ακόμα και όταν επικαλείται τη θεωρία της εντυπώσεως, τονίζοντας πως «η επιλογή ενός επωνύμου, ακόμη κι αν φέρει ιστορικό ή συμβολικό φορτίο, δεν αρκεί από μόνη της για να παραβιάσει τη δημοκρατική αρχή ή να εισαγάγει διακριτική μεταχείριση».

Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του, η οποία αναμένεται μέχρι την εκπνοή του Ιουνίου.