ΕΛΛΑΔΑ

Ξυπολυτάς: Γιατί είναι επιβλαβή τα διόδια στους κόμβους της Κηφισιάς και Αγίου Στεφάνου

Ξυπολυτάς: Γιατί είναι επιβλαβή τα διόδια στους κόμβους της Κηφισιάς και Αγίου Στεφάνου
ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI

Στις οικονομικές, κοινωνικές και θεσμικές επιπτώσεις ενός σχεδίου που απειλεί να πλήξει τη βιωσιμότητα της Βόρειας Αττικής αναφέρθηκε ο Δήμαρχος Κηφισιάς κ. Βασίλης Ι. Ξυπολυτάς, με αφορμή τις διαβουλεύσεις για διόδια στους κόμβους της Κηφισιάς και Αγίου Στεφάνου.

Όπως σημειώνει, τα συμπεράσματα διεθνών ερευνών για την εφαρμογή σταθμών διοδίων κοντά σε οικιστικές περιοχές, χωρίς επαρκή σχεδιασμό, αναφέρουν συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, πτώση της εμπορικής και οικιστικής αξίας και επιδείνωση της κινητικότητας.

Ξυπολυτάς Ksypolytas Κηφισιά Kifisia

O Δήμαρχος Κηφισιάς Βασίλης Ξυπολυτάς

CNN Greece - Νίκος Ραζής

Τι δείχνουν οι μελέτες

Αναλυτικότερα, η μελέτη "The Effects of Highway Tolls on Private Business Activity" (Santos, Audretsch & Dohse, 2020, Oxford University Press) κατέγραψε υποχώρηση του κύκλου εργασιών των εταιρειών στις περιοχές επιβολής διοδίων έως και 7,6%. Παράλληλα, η μέση καθαρή ετήσια απώλεια τοπικού ΑΕΠ εκτιμήθηκε στο 3,2% σε ορίζοντα τριετίας.

Παράλληλα, έρευνα της CSRB Group (2024) κατέγραψε μέση πτώση κυκλοφορίας οχημάτων κατά 25–45% σε περιοχές χωρίς επαρκείς εναλλακτικές μετακινήσεις.

Η μείωση αυτή προκλήθηκε κυρίως από την αποφυγή των διοδίων, ενώ παράλληλα, παρατηρήθηκε μείωση τζίρου έως και 11,4% στους εμπορικούς κλάδους πρώτης ανάγκης, μείωση επισκεψιμότητας έως και 28% σε τοπικά εμπορικά κέντρα και αύξηση του κόστους μεταφοράς εμπορευμάτων κατά 7,1%.

Ακόμα, πτώση έως και 19% στις τιμές εμπορικών ακινήτων σε περιοχές όπου επιβλήθηκαν διόδια, κυρίως λόγω μείωσης προσβασιμότητας και κόστους διέλευσης έδειξε η μελέτη «Real Estate Economics» του National University of Singapore (2017).

Η συζήτηση για τα διόδια στους κόμβους της Κηφισιάς και Αγίου Στεφάνου

Όπως σημειώνει ο κ. Ξυπολυτάς, η εγκατάσταση πλευρικών σταθμών διοδίων στους ανισόπεδους κόμβους Βαρυμπόπης και Αγίου Στεφάνου βρίσκεται πλέον ενώπιον οριστικών αποφάσεων, καθώς το υπουργείο Υποδομών υποστηρίζει την επιβολή των διοδίων.

Ήδη, τον Nοέμβριο του 2020, εκδόθηκε η απόφαση 2154/2020 του Συμβουλίου της Επικρατείας που δικαιώνει τη σχετική πρόβλεψη της σύμβασης παραχώρησης, ενώ εντός του Οκτωβρίου 2025 αναμένεται η εκδίκαση της δεύτερης προσφυγής που αφορά τους περιβαλλοντικούς όρους ως προς τα συνοδά έργα, εξηγεί.

Ωστόσο, η επαναφορά της συζήτησης για την επιβολή πλευρικών σταθμών διοδίων στους ανισόπεδους κόμβους Βαρυμπόπης και Αγίου Στεφάνου αποτελεί πολιτική πράξη με βαριές συνέπειες για τη βιωσιμότητα των τοπικών οικονομιών, την κοινωνική συνοχή και τη συνταγματική ισορροπία μεταξύ κόστους και δικαιώματος στην καθημερινή μετακίνηση, τονίζει ο δήμαρχος.

Το οικονομικό βάρος για τα νοικοκυριά

Η επιβολή διοδίων χωρίς δημόσια διαβούλευση, χωρίς βιώσιμη εναλλακτική μετακίνηση και χωρίς περιβαλλοντικό σχεδιασμό, θα επιβαρύνει δυσανάλογα τους κατοίκους, τις επιχειρήσεις και τα ευπαθή κοινωνικά στρώματα, τονίζει ο δήμαρχος Κηφισιάς και επισημαίνει πως:

«Η καθημερινή μετακίνηση προς και από την εργασία ή τα σχολεία θα μετατραπεί σε οικονομικό βάρος που ξεπερνά, σωρευτικά, τα 100 ευρώ μηνιαίως ανά νοικοκυριό».

Οι τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις της περιοχής — από τις οποίες εξαρτάται η τοπική απασχόληση — θα πληρώσουν δυσανάλογο τίμημα από αυτό που θα δαπανηθεί για την ανακατασκευή της γέφυρας, αναφέρει.

Ειδικά, από «τη στιγμή που το κράτος δεν έχει ολοκληρώσει κρίσιμες υποδομές —την επέκταση της Λεωφόρου Κύμης, τη σύνδεση των οδών παραπλεύρως της εθνικής οδού και τη βορειότερη επέκταση της γραμμής 1 και 4 της ΣΤΑΣΥ» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Ο δήμαρχος Κηφισιάς καλεί την κυβέρνηση να επανεξετάσει τη στάση της να τοποθετήσει την Κηφισιά στη νέα πολιτική γραμμή για μειωμένα διόδια και εναλλακτική χρέωση, όπως αποτυπώθηκε στον πρόσφατο νόμο 5141/2024 για την Αττική Οδό.

Υπενθυμίζεται πως η απόφαση αυτή βασίζεται στη Σύμβαση Παραχώρησης του 2007, όπως τροποποιήθηκε το 2013, όμως είναι απολύτως σαφές ότι η διοίκηση είχε επιλέξει την αναστολή υλοποίησής της, για λόγους δημοσίου συμφέροντος, σημειώνει ο κ. Ξυπολυτάς και προσθέτει πως «Ουδέποτε ο παραχωρησιούχος προσέφυγε για την εφαρμογή της, γεγονός που αποδεικνύει πως η επαναδιαπραγμάτευση των όρων ήταν όχι μόνο θεσμικά εφικτή, αλλά και σιωπηρά αποδεκτή».