ΑΠΟΨΕΙΣ

Για μια κοινωνία προοδευτική, για μια οικονομία βιώσιμη

Για μια κοινωνία προοδευτική, για μια οικονομία βιώσιμη
AP Images

Οι πολιτικές της λιτότητες απέτυχαν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οπουδήποτε κι εάν εφαρμόστηκαν, προκάλεσαν κοινωνική εξαθλίωση, απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, καταστρατήγηση των εργασιακών δικαιωμάτων, περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους και του κράτους πρόνοιας, στασιμότητα και ύφεση.

Οι πολιτικές λιτότητας που εφάρμοσαν τα νεοφιλελεύθερα κόμματα, σε συνεργασία με ένα μεγάλο μέρος των σοσιαλιστικών κομμάτων, πήγαν το μέσο βιοτικό επίπεδο στην ΕΕ δεκαετίες πίσω και διεύρυναν το εισοδηματικό και κοινωνικό χάσμα μεταξύ των κρατών-μελών. Τα σπασμένα πλήρωσαν τα ευάλωτα και μεσαία κοινωνικά στρώματα, τα οποία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους καθημερινά και συμβιώνουν σε παράλληλα οικονομικά και κοινωνικά περιβάλλοντα. Στις χώρες που χτυπήθηκαν βαθύτερα από τις συνέπειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, πρώτη μέριμνα των προοδευτικών ηγεσιών, κυρίως στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, ήταν η σταδιακή αποκατάσταση των αδικιών και των βαρών για αυτά ακριβώς τα κοινωνικά στρώματα.

Στην Ελλάδα, το εύρος της κρίσης και της χρεοκοπίας ήταν καταφανώς μεγαλύτερο σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωζώνης. Ο ΣΥΡΙΖΑ παρέλαβε το 2015 μια χώρα σε καθεστώς επιτροπείας και εκτός αγορών από το 2010, «δεμένη» με αποτυχημένα μνημόνια λιτότητας που έσπρωχναν όλο και πιο βαθιά την οικονομία στην καταστροφή και την κοινωνία στην απόγνωση. Μια χώρα-πειραματόζωο, που είχε εκχωρήσει κυριαρχικά δικαιώματά της και βρισκόταν υπό την μόνιμη απειλή του Grexit. Μια χώρα που επιπλέον είχε συμφωνήσει να έχει πλεονάσματα 4.5% ως το 2031, αναγκασμένη να παίρνει διαρκώς όλο και πιο βαριά νέα μέτρα. Μια χώρα παντελώς αναξιόπιστη, με το κακό όνομα των “Greek Statistics” να την κυνηγάει παντού.

Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά, η Ελλάδα βρίσκεται εκτός μνημονίων, έχει διασφαλίσει πλήρως την παρουσία της στην ΕΕ και έχει εξασφαλίσει ένα μαξιλάρι ρευστότητας 34 δισεκατομμυρίων ευρώ για να μπορεί να βγαίνει με ασφάλεια στις αγορές, όποτε κρίνει η πολιτική ηγεσία πως είναι ευνοϊκή η στιγμή. Η χώρα μας έχει πλέον πρόσβαση στις αγορές με μειωμένα επιτόκια δανεισμού που βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλό και τα οποία συνεχίζουν να μειώνονται σταθερά. Αυτές οι θετικές εξελίξεις για την οικονομία μας έλαβαν χώρα ταυτόχρονα με τη λήψη μέτρων κοινωνικής προστασίας, αλλά και καταργώντας στην πράξη, σε πολλές περιπτώσεις, την λογική των μνημονίων, όπως έγινε με την ενίσχυση των εργασιακών δικαιωμάτων, την αύξηση του κατώτατου μισθού, την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, την πορεία οικοδόμησης ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Οι δεσμεύσεις της χώρας για τα πρωτογενή πλεονάσματα μειώθηκαν σημαντικά (-0,25% για το 2015, 0,5% για το 2016, 1,75% για το 2017, 3,5% για το 2018, δηλαδή 20 δισεκατομμύρια ευρώ εξοικονόμηση για την οικονομία και την κοινωνία), ενώ από το 2022 και μετά θα πέσουν κατά μέσο όρο στο 2,2%. Η διεθνής αξιοπιστία μας έχει αποκατασταθεί πλήρως και τα οικονομικά στοιχεία μας γίνονται παντού δεκτά.

Τα τέσσερα αυτά χρόνια συντελέστηκε στη χώρα μας ένα οικονομικό θαύμα. Αυτό όμως το «θαύμα» ήταν περισσότερο σε επίπεδο αριθμών, και δεν πέρασε εμφανώς στην τσέπη των πολιτών, των μισθωτών, των επαγγελματιών, των μικρών και μεσαίων επιχειρηματιών. Προστατεύθηκαν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα ευάλωτα στρώματα, αλλά τα μεσαία στρώματα συνέχιζαν να νιώθουν κόπωση και εξάντληση, να είναι εγκλωβισμένα σε συνθήκες υψηλής φορολογίας, να μην βλέπουν καθαρό φως στον ορίζοντα, όσο κι εάν τα πραγματικά οικονομικά μεγέθη έδειχναν και δείχνουν πως η ελληνική οικονομία έχει αποκτήσει μια σημαντική δυναμική αυτά τα δυόμισι χρόνια.

Η αποτύπωση και μεταφορά των οικονομικών μεγεθών στην καθημερινότητα, στην παραγωγή, στην τσέπη του καταναλωτή, στην προστιθέμενη αξία που αναμένει η μεγάλη πλειοψηφία δεν ήρθε με τον τρόπο και στο βάθος που περίμενε ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Και, δικαίως, αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος έριξε «μαύρο» στο ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί και στις εθνικές εκλογές, γιατί όσο στοχευμένο, κοστολογημένο, κοινωνικά δίκαιο και εναρμονισμένο με τις δημοσιονομικές υποχρεώσεις της χώρας μας κι εάν είναι - που είναι - το νέο πρόγραμμα για την επόμενη τετραετία, υπάρχουν μια σειρά από υποκειμενικές και αντικειμενικές εκτιμήσεις του εκλογικού σώματος που διαφοροποιούν την τελική επιλογή και ψήφο. Η απομάκρυνση της παράταξης από την κοινωνική βάση, η ελλιπής καθημερινή αλληλεπίδραση, αλλά κυρίως η αδυναμία αντιστοίχισης του εκλογικού και κοινωνικού με τον κομματικό ΣΥΡΙΖΑ, στοίχισαν στην παράταξη και το λεγόμενο «άνοιγμα» δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ με τρόπο συνεκτικό και οργανωμένο.

Την πορεία της οικονομίας και το κοινωνικό και πολιτικό μοντέλο που θα εφαρμοστεί την επόμενη τετραετία θα το επιλέξει ο ελληνικός λαός. Είναι η πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια που βρισκόμαστε εκτός μνημονιακών δεσμεύσεων, και κατά συνέπεια η πρώτη φορά που η επόμενη κυβέρνηση θα έχει τη δυνατότητα να εφαρμόσει εξ’ολοκλήρου το πρόγραμμά της.

Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, τα πράγματα δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Όσα πέτυχε η κυβέρνηση Τσίπρα δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μπορούσε να τα πετύχει κάποια άλλη κυβέρνηση, ούτε θα μπορούσαμε να θεωρούμε δεδομένη την ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας, τόσο εντός ΕΕ, όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Πολλές πολιτικές θα μείνουν στη μέση εάν δεν επανεκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικές που είτε έχουν ολοκληρωθεί κατά το ήμισυ είτε έχουν δρομολογηθεί για την επόμενη τετραετία. Από την ψηφιοποίηση του δημοσίου και το κτηματολόγιο, μέχρι τις σταθερές φορολογικές ελαφρύνσεις, το παραγωγικό και επενδυτικό μοντέλο, τη θέσπιση του πολιτικού γάμου για τα ομόφυλα ζευγάρια, τη διεύρυνση της πολιτικής για το παιδί και τη μείωση της φτώχειας.

Όσο για το μείζον θέμα της χρηστής και αποτελεσματικής διοίκησης για το οποίο γίνεται πολύς λόγος, την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και των παθογενειών, για το κατά πόσο είναι ρεαλιστικό το αφήγημα και η διαχειριστική ικανότητα της «κυβερνώσας Αριστεράς», μια σειρά από προοδευτικές τομές, όπως για παράδειγμα η απλή αναλογική, ο Κλεισθένης, ο ποινικός κώδικας και ο κώδικας ποινικής δικονομίας, το δασολόγιο, η αδειοδότηση των καναλιών, αποτελούν απόδειξη και ξεκάθαρη αναφορά ότι η σημερινή κυβέρνηση προχώρησε σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις με στόχο τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού αστικού κράτους και την ανατροπή κεντρικών στρατηγικών στόχων του στρεβλού, κοινωνικά ανάλγητου νεοφιλελεύθερου μοντέλου διοίκησης.

Αποδείχθηκε επίσης αυτά τα μόλις τέσσερα χρόνια πως μόνο η Αριστερά μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην επέκταση και το βάθεμα της δημοκρατίας σε κράτος και κοινωνία. Αυτή η πορεία, για να ολοκληρωθεί και να αποδώσει ορατά, διακριτά αποτελέσματα, πρέπει να συνεχιστεί και να δοκιμαστεί και σε συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας και οικονομικής ελευθερίας. Εάν η κυβέρνηση Τσίπρα κατάφερε πέντε πράγματα εντός μνημονίου, είναι βέβαιο ότι εκτός μνημονίου, με λυμένα τα χέρια, με εμβάθυνση των πολιτικών στο εσωτερικό, στρατηγικές συμμαχίες στο εξωτερικό, αλλά και ειλικρινή αυτοκριτική για τα λάθη και τις αστοχίες κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, μπορεί να καταφέρει πολλά περισσότερα με μια νέα τετραετία, με την ανανέωση της λαϊκής εντολής.

ΔΡαπ

*Ο Δημήτρης Ραπίδης είναι πολιτικός αναλυτής και επικοινωνιολόγος, συντονιστής του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ.