ΑΠΟΨΕΙΣ

Η νέα Τριμερής Διακήρυξη ανάμεσα σε Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ και οι αλλαγές στην Ενεργειακή Σκακιέρα

Η νέα Τριμερής Διακήρυξη ανάμεσα σε Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ και οι αλλαγές στην Ενεργειακή Σκακιέρα
ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η τριμερής Διακήρυξη της 28ης Ιανουαρίου ανάμεσα σε Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ, αποτελεί μία νέα εξέλιξη που «υπόσχεται» αλλαγές στις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι τρεις πλευρές δεσμεύτηκαν να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε διάφορα πεδία κοινού ενδιαφέροντος και να εργαστούν σκληρά για την ειρήνη, τη σταθερότητα, την ασφάλεια και την ευημερία στη Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή. Στη Διακήρυξη γίνεται αναφορά στη «ρευστότητα και την αστάθεια στην περιοχή», ενώ παράλληλα επισημαίνεται και η σπουδαιότητα της συνεργασίας και του συντονισμού των πολιτικών, στο πλαίσιο των κοινών δημοκρατικών αξιών, των συμφερόντων και των αρχών των τριών κρατών.

Παρόλο που η Διακήρυξη αφορά ένα ευρύ φάσμα συνεργασιών, τα ενεργειακά πλάνα για την εκμετάλλευση των σημαντικών ποσοτήτων υδρογονανθράκων που έχουν εντοπιστεί στο θαλάσσιο χώρο Κύπρου και Ισραήλ, αποτελούν το βασικό της πυρήνα. Ως εκ τούτου, σημαία αυτής της ενεργειακής συνεργασίας, αποτελεί το σχέδιο για τον αγωγό της Ανατολικής Μεσογείου (EastMed Pipeline project), δια του οποίου θα εξάγεται το φυσικό αέριο της περιοχής στην ευρωπαϊκή αγορά.

Σε μία κίνηση υψηλής διπλωματικής αξίας, το Ισραήλ αναμένεται να αξιοποιήσει τα μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διαθέτει, προκειμένου να οικοδομήσει μία νέα συμμαχία στην Ανατολική Μεσόγειο. Μία συμμαχία που σίγουρα οδηγεί σε στρατηγικές αλλαγές στην περιοχή. Η σπουδαιότητα και οι αλλαγές που «έρχονται» μέσα από αυτή τη νέα συμφωνία φαίνονται και από τις πρώτες επαφές των Ηνωμένων Πολιτειών, αμέσως μετά την υπογραφή της. Ο Αντιπρόεδρος των Η.Π.Α, Joe Biden, αμέσως μετά την υπογραφή της Διακήρυξης, τηλεφώνησε σε Αναστασιάδη και Νετανιάχου. Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος προέτρεψε τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ να συμβάλλει στη βελτίωση των σχέσεων ανάμεσα σε Τελ Αβίβ και Άγκυρα, ενώ παράλληλα υποσχέθηκε στον Πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη, τη συνεχή αμερικανική υποστήριξη για την επίλυση του Κυπριακού.

Οι Η.Π.Α. διαβλέπουν πως η νέα αυτή τριμερής συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να «ενοχλήσει» την Άγκυρα και να περιπλέξει τις προσπάθειες στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους και στην εξεύρεση λύσης στη Συρία. Προσπάθειες, στις οποίες – κατά τους Αμερικανούς – η συνεργασία της Άγκυρας κρίνεται ιδιαιτέρως κρίσιμη και αναγκαία. Την ίδια στιγμή, η αμερικανική εταιρεία Noble Energy δραστηριοποιείται ήδη στην έρευνα και στην εξόρυξη φυσικού αερίου σε Κύπρο και Ισραήλ, υποσχόμενη σημαντικά κέρδη. Περνώντας σε επίπεδο πολιτικής, η μείωση της ευρωπαϊκής εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, αποτελεί έναν στρατηγικό στόχο των Ηνωμένων Πολιτειών εδώ και πολλά χρόνια. Για τις Η.Π.Α., ο νέος πάροχος φυσικού αερίου στην Ευρώπη, λαμβάνει σάρκα και οστά με τη μορφή του σχεδίου για τον αγωγό EastMed.

Παρόλο που στην πρόσφατη τριμερή Διακήρυξη παρέχεται η διαβεβαίωση της μη «στόχευσης» κάποιου άλλου κράτους, είναι γεγονός πως και τα τρία μέλη της νέας αυτής «συμμαχίας» δεν διατηρούν και τις καλύτερες των σχέσεων με την Τουρκία. Οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα έχουν στιγματιστεί από τις παράνομες τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, ενώ το Κυπριακό αποτελεί ένα ζήτημα δυσεπίλυτο, όλα αυτά τα χρόνια της παράνομης τουρκικής κατοχής. Από την άλλη πλευρά, η νέα συμμαχία με Ελλάδα και Κύπρο αποτελεί ένα πιθανό μήνυμα άρνησης του Τελ Αβίβ προς την Άγκυρα. Με τον τρόπο αυτό, το Ισραήλ σηματοδοτεί προς την Τουρκία, παρά τις συνεχιζόμενες προτάσεις της τελευταίας, ότι δεν βιάζεται να βελτιώσει τις σχέσεις του με την Άγκυρα και ότι τα πηγαίνει καλά και δίχως αυτή. Και το σημαντικότερο είναι πως η εξέλιξη της νέας τριμερούς Διακήρυξης έρχεται την ώρα που η Τουρκία στοχεύει στα ισραηλινά κοιτάσματα φυσικού αερίου, προκειμένου να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Όπως όμως όλα δείχνουν, το Ισραήλ πλέον στοχεύει στην ευρωπαϊκή αγορά, αφήνοντας την Τουρκία έρμαιο της ρωσικής Gazprom, η οποία αποφάσισε πρόσφατα να αυξήσει την τιμή του φυσικού αερίου που πωλείται προς τον τουρκικό ιδιωτικό τομέα.

Την ίδια στιγμή, ο αγωγός EastMed ενδεχομένως να «βοηθήσει» και στη σύνδεση της Συρίας και των κουρδικών περιοχών με την ευρωπαϊκή αγορά. Το σχέδιο για τον αγωγό αυτό φαίνεται πως κάνει ένα ιδιαίτερα «δυνατό» και πολλά υποσχόμενο ξεκίνημα, απέναντι στα σχέδια του Ιράν για πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. Μπορεί συνεπώς κάποιος να μιλήσει για μία άκρως αποτελεσματική ενεργειακή διπλωματία και μία νέα συμμαχία που έρχεται να αλλάξει πλήρως το τοπίο στην πολιτική στον τομέα της ενέργειας στην περιφέρεια. Σε αυτή τη συμμαχία, το Ισραήλ αναμένεται να είναι ο κρίσιμος – σπουδαιότερος εταίρος και ένα νέο ενεργειακό περιφερειακό κέντρο. Μετά από την ταπεινωτική ήττα που υπέστη στην προσπάθειά του να σταματήσει τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, το Τελ Αβίβ φαίνεται πως αποκτά πολλαπλές διπλωματικές επιλογές. Πλέον, το Ισραήλ αντιλαμβάνεται τις δυνατότητες που του παρέχονται για το πέρασμα από τη στρατιωτική υπεροχή στην περιοχή, σε μία ιδιαιτέρως αυξημένη επιρροή στο γεωπολιτικό πεδίο. Την ώρα που νέες ισορροπίες χαλκεύονται στη Μέση Ανατολή, ιδίως μετά την άρση των κυρώσεων κατά της Τεχεράνης, το Ισραήλ δύναται να διαδραματίσει το ρόλο του ρυθμιστή του παιχνιδιού, τη στιγμή που άλλες περιφερειακές δυνάμεις παρακολουθούν τις εξελίξεις στην περιοχή.

Στην τριμερή Διακήρυξη που υπεγράφη, είναι ιδιαιτέρως σημαντική και η Συμφωνία που προβλέπει τη στάθμευση στην Ελλάδα των ισραηλινών στρατιωτικών δυνάμεων που λαμβάνουν μέρος σε ασκήσεις. Με τον τρόπο αυτό το Ισραήλ, ενισχύει το στρατηγικό του βάθος στην περιοχή. Σημειώνεται ότι το Τελ Αβίβ έχει προβεί σε ανάλογη συμφωνία μόνο με τις Η.Π.Α.

Σε μία περίοδο που η χώρα μας βρίσκεται στη δίνη της οικονομικής κρίσης, η συμφωνία αυτή φαντάζει πολλά υποσχόμενη. Προκειμένου ωστόσο αυτή η Διακήρυξη να λάβει σάρκα και οστά, απαιτείται η δέσμευση της Δύσης για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή. Δέσμευση που δεν θα πρέπει να μείνει σε επίπεδο ρητορικής, αλλά να περάσει στην πράξη. Υπό το φως αυτών των διπλωματικών εξελίξεων είναι προφανές ότι η Ελλάδα δεν έχει παρά να καταβάλλει τη μέγιστη προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα, προκειμένου να αποκομίσει τα μέγιστα οφέλη από αυτή τη νέα συμφωνία.

*Ο Χρήστος Διαμαντόπουλος είναι Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Πάντειου Πανεπιστημίου

ΔΗΜΟΦΙΛΗ