ΑΠΟΨΕΙΣ

Η συνεπιμέλεια και η γονεϊκή αποξένωση (Μέρος Γ')

Η συνεπιμέλεια και η γονεϊκή αποξένωση (Μέρος Γ')
Pixabay

ΙΓ. Η προσαρμογή της νομολογίας στις νέες διατάξεις του οικογενειακού δικαίου για τη συνεπιμέλεια (link: άρθρο «dikastiko.gr» της 1-12-2020 για το Σχέδιο Νόμου της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής Οικογενειακού Δικαίου) μπορεί να συναντήσει δυσκολίες, για λόγους που αναφέρθηκαν στα δύο πρώτα μέρη του άρθρου μας (link: Παναγιώτης Κατσικερός, Εφέτης Αθηνών: «Για τη συνεπιμέλεια και τη γονεϊκή αποξένωση»).

Από τη μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία, ναι μεν δεν προβλέπονταν ρητώς, αλλά ουδόλως εμποδίζονταν, τόσο η απονομή συνεπιμέλειας και 1/3 χρόνου επικοινωνίας, όσο και η αφαίρεση γονικής μέριμνας, λόγω κακής άσκησής της. Ελάχιστες όμως δικαστικές αποφάσεις είχαν τέτοιο περιεχόμενο.

Ενόψει αυτής της δικαστηριακής πρακτικής δεκαετιών, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να γίνουν κανόνας στην πράξη, καταχρηστικά, οι υπό νομοθέτηση εξαιρέσεις των δικαιωμάτων συνεπιμέλειας και επικοινωνίας.

Το νομοσχέδιο δεν προβλέπει αλλαγές, στον Κ.Πολ.Δ. ή άλλα νομοθετήματα, για τα μέσα εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων.

Το ζήτημα αυτό αποτελεί το «κλειδί» της νομοθετικής μεταρρύθμισης.

Υπό τον ισχύον δίκαιο, εμφανίζεται ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό μη εφαρμοζόμενων δικαστικών αποφάσεων επικοινωνίας και (των ελαχίστων περί) συνεπιμέλειας.

Το πρόβλημα αναμένεται να ενταθεί, λόγω του αυξημένου αριθμού δικαστικών αποφάσεων, οι οποίες, βάσει των νέων διατάξεων, θα προβλέπουν συνεπιμέλεια, εναλλασσόμενη κατοικία και χρόνο επικοινωνίας 1/3.

Συνεπώς, η ανίχνευση των αιτίων του παραπάνω φαινομένου (παρ. ΙΔ) και η εύρεση νομοθετικών λύσεων αντιμετώπισής του (παρ. ΙΕ) είναι κεφαλαιώδους σημασίας.

ΙΔ. Οι λόγοι μη εφαρμογής των δικαστικών αποφάσεων είναι υποκειμενικοί (βούληση γονέων και τέκνων) και αντικειμενικοί (νομοθετικά κενά, θεσμικές αδυναμίες). Ειδικότερα:

( 1 ) Κοινότατο εμπόδιο αποτελεί η έλλειψη συνεργασίας του έχοντος την επιμέλεια γονέα, είτε με ευθεία παράβαση του δικαιώματος επικοινωνίας, είτε έμμεσα με ψυχολογική χειραγώγηση του τέκνου, ώστε να «αρνείται» την επικοινωνία με τον άλλο γονέα και να αποξενωθούν (παρ. ΙΑ – ΙΒ).

Συνήθως επιστρατεύονται νομιμοφανείς μέθοδοι αποξένωσης, όπως η εκμετάλλευση πλεονεκτημάτων της δικαστικής απόφασης (αποκλειστική επιμέλεια και διαμονή του τέκνου) ή η διαιώνιση και όξυνση της αντιδικίας (λ.χ. με ανυπόστατες κατηγορίες για βίαιη συμπεριφορά ή σεξουαλική κακοποίηση).

Επιπλέον, η «άρνηση» και αποξένωση του τέκνου χρησιμοποιείται στα δικαστήρια από τον υπαίτιο γονέα ως ισχυρισμός, για να αποποιηθεί τις ευθύνες του και να επιτύχει, ελλείψει επιστημονικής διερεύνησης και ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου:

α ) την αθώωση του για παραβίαση δικαστικής απόφασης (Π.Κ. 169Α παρ. 1).

β ) την αποφυγή των μέσων εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης (προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή – Κ.Πολ.Δ. 950 παρ. 2 συνδ. 947 παρ. 1)

γ ) την απόρριψη των ενδίκων βοηθημάτων του αποξενωμένου γονέα (προσωρινή διαταγή, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, αγωγή), για συνεπιμέλεια ή επωφελέστερη μεταρρύθμιση της επικοινωνίας (αύξηση χρόνου, διανυκτερεύσεις, άρση περιορισμών)

Έτσι, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος (δικαστική ανάθεση αποκλειστικής επιμέλειας –> αποξένωση και «άρνηση» τέκνου –> δικαστική απόρριψη συνεπιμέλειας –> παγίωση αποξένωσης), που λήγει με την ενηλικίωση (και ανεπανόρθωτη ψυχική βλάβη) του τέκνου.

( 2 ) Οι αστικές και ποινικές κυρώσεις του ισχύοντος δικαίου, αποδείχθηκαν στην πράξη αναποτελεσματικές:

α ) προσωπική κράτηση και χρηματική ποινή είναι προαιρετικές (Κ.Πολ.Δ. 950 παρ. 2) και για την επιβολή τους απαιτούνται τρεις δίκες: η πρώτη για να απειληθούν (Κ.Πολ.Δ. 950 παρ. 2 συνδ. 947 παρ. 1 εδ. α’), η δεύτερη για την βεβαίωση παράβασης και καταδίκη (Κ.Πολ.Δ. 947 παρ. 1 εδ. γ’) και η τρίτη για την εκτέλεσή τους (Κ.Πολ.Δ. 1050 παρ. 1).

β ) η προβλεπόμενη ποινή για την παραβίαση δικαστικής απόφασης μειώθηκε, από φυλάκιση 6 μηνών έως 5 ετών (άρθρο 232Α παλαιού Π.Κ.), σε φυλάκιση 10 ημερών έως 1 έτους ή χρηματική ποινή (άρθρο 169Α παρ. 1 νέου Π.Κ.)

γ ) χρηματική ποινή και ποινική καταδίκη, όταν καταστούν μετά από έτη αμετάκλητες, δεν έχουν χρησιμότητα: σπανίως «πείθουν» τον γονέα να εφαρμόσει την δικαστική απόφαση επικοινωνίας, ενώ ήδη έχει παγιωθεί η «άρνηση» και αποξένωση του τέκνου.

δ ) υπό την επίκληση του συμφέροντος του τέκνου – έστω προσχηματική από τον παραβατικό γονέα – είναι αμφίβολο αν θα διαταχθεί προσωπική κράτηση, πολύ δε περισσότερο να εκτελεσθεί, ενόψει του δικαιώματος «αντιρρήσεων» του γονέα (για λόγους μη περιγραφόμενους στην Κ.Πολ.Δ. 1050 παρ. 1) ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών με διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων.

( 3 ) Δεν προβλέπεται στο νόμο (Α.Κ. 1520 – Κ.Πολ.Δ. 950 παρ. 2) διαδικασία παράδοσης – παραλαβής του τέκνου στην έναρξη και λήξη της επικοινωνίας. Συχνά οι δικαστικές αποφάσεις δεν διευκρινίζουν το ζήτημα ή περιέχουν ασαφείς και αλυσιτελείς ρυθμίσεις. Έτσι δημιουργούνται ποικίλα εμπόδια στην επικοινωνία γονέα – τέκνου, νέες προστριβές και δικαστικές διενέξεις των γονέων.

( 4 ) Η συμμετοχή των λοιπών αρμοδίων (εισαγγελίες ανηλίκων, υπηρεσίες ψυχικής υγείας, κοινωνικοί επιμελητές, αστυνομία) στην εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων, διεπόμενη από ασαφές και μη δεσμευτικό νομοθετικό πλαίσιο, είναι αποσπασματική, χωρίς σύνδεση με την δίκη ενώπιον του οικογενειακού δικαστηρίου. Χαρακτηριστικά:

α ) η συνεισφορά της εισαγγελίας ανηλίκων, όσον αφορά το ζήτημα της γονεϊκής αποξένωσης, εξαντλείται στην παραγγελία παιδοψυχιατρικής εκτίμησης του τέκνου, το πόρισμα της οποίας (αιτίες αποξένωσης – προτεινόμενες λύσεις) δεν είναι δεσμευτικό για δικαστήρια και γονείς

β ) ελλείψει υποχρεωτικής, κατά νόμο, συνδρομής των κρατικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και κοινωνικών επιμελητών, τα δικαστήρια κατακλύζονται από αντικρουόμενες γνωματεύσεις (παιδοψυχολόγων, παιδοψυχιάτρων, οικογενειακών συμβούλων, ψυχιάτρων), συντασσόμενες με εντολή και μονόπλευρη πληροφόρηση έκαστου των γονέων, επιδιώκοντες την αποδόμηση της προσωπικότητας αλλήλων.

γ ) συχνότατα καλούνται, για καταμήνυση ή καταγραφή παραβάσεων του δικαιώματος επικοινωνίας, οι αστυνομικές αρχές, που όμως (βάσει εσωτερικών εγκύκλιων οδηγιών;) δεν συνδράμουν στην εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, ενώ πολλάκις καταγράφουν «άρνηση» του τέκνου να ακολουθήσει τον δικαιούχο επικοινωνίας γονέα, χωρίς να λαμβάνουν θέση για τα αίτια αυτής και τον υπαίτιο γονέα, ελλείψεις επιστημονικής επιμόρφωσης.

ΙΕ. Για την υπέρβαση των παραπάνω εμποδίων εφαρμογής των δικαστικών αποφάσεων συνεπιμέλειας και επικοινωνίας, είναι σκόπιμες οι ακόλουθες νομοθετικές ρυθμίσεις:

( 1 ) Χάρις στις προβλέψεις του νομοσχεδίου, που διέπεται από πέντε βασικούς κανόνες (συνεπιμέλεια, εναλλασσόμενη κατοικία, ελάχιστος χρόνος 1/3 επικοινωνίας, διαμεσολάβηση, κυρώσεις για κακή άσκηση γονικής μέριμνας), ουδείς εκ των δύο γονέων μπορεί να προσδοκά σε αποκλειστική επιμέλεια του τέκνου, επομένως εμπεδώνεται μία νέα κουλτούρα συνεργασίας των γονέων και αρκετές υποθέσεις διευθετούνται στη διαμεσολάβηση.

Στην ίδια κατεύθυνση της εξώδικης επίλυσης οδηγούν οι προτεινόμενες νομοθετικές βελτιώσεις: α) υποχρεωτική προδικασία διαμεσολάβησης, με συμμετοχή ειδικού ψυχικής υγείας, β) τριμελές οικογενειακό δικαστήριο, με αρμοδιότητα για το σύνολο της αστικής και ποινικής δίκης, γ) επικοινωνία του εισηγητή – δικαστή με το τέκνο, υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν την διακρίβωση της αληθινής βούλησής του, δ) αυστηρή οριοθέτηση των εξαιρέσεων από την συνεπιμέλεια – εναλλασσόμενη κατοικία ή την κατ’ ελάχιστο χρόνο 1/3 επικοινωνία, ε) βάρος απόδειξης του γονέα, ο οποίος επικαλείται τέτοιες εξαιρέσεις, στ) μαχητό τεκμήριο, περί χειραγώγησης από τον έχοντα την επιμέλεια γονέα, σε περίπτωση αποξένωσης – αρνήσεως τέκνου να επικοινωνήσει με τον άλλο γονέα, ζ) απαγόρευση μονομερούς μεταβολής της κατοικίας του τέκνου.

( 2 ) Όσες οικογενειακές διαφορές φθάσουν στο ακροατήριο του δικαστηρίου, δύνανται να επιλυθούν, προτού δημιουργηθεί «status quo» γονεϊκής αποξένωσης, μέσω της – εδώ προτεινόμενης – έγκαιρης (με προσωρινά μέτρα στο προστάδιο διαμεσολάβησης), ταχείας (μία συζήτηση, χωρίς αναβολή, ούτε προδικαστική απόφαση) και ενιαίας (ταυτόχρονη αστική και ποινική δίκη) εκδίκασής τους και της προσωρινής εκτελεστότητας της απόφασης.

( 3 ) Οι μη συνεργάσιμοι γονείς αποτρέπονται αποτελεσματικά, μέσω των απειλούμενων νομικών κυρώσεων, που φθάνουν έως αφαίρεση της γονικής μέριμνας. Προτιμητέα, φυσικά, είναι μία δικαστική απόφαση για «επιστροφή», από την επικοινωνία 1/3 ή άνιση κατανομή της συνεπιμέλειας (λειτουργική – χρονική), στον κανόνα της ισόχρονης συνεπιμέλειας.

( 4 ) Στις ακραίες περιπτώσεις, που ακόμη και η ανωτέρω δικαστική απόφαση παραβιάζεται από κάποιον γονέα, ευθέως ή με επίκληση «άρνησης» του τέκνου, θα πρέπει να διερευνώνται, με ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς:

α ) Εφόσον πηγάζουν από ψυχοπαθολογία του γονέα, σε συνδυασμό με χειραγώγηση του τέκνου από αυτόν: είναι αναγκαία η παροχή ψυχολογικής υποστήριξης, μέσω συνεδριών με ειδικό ψυχικής υγείας, οι οποίες θα βοηθήσουν τον αποξενωτή γονέα να κατανοήσει την ωφελιμότητα για το τέκνο της συνεπιμέλειας και επικοινωνίας με τον άλλο γονέα.

Για να διασφαλισθούν τα δικαιώματα συνεπιμέλειας και επικοινωνίας, θα πρέπει να προβλεφθεί στο νόμο συγκεκριμένη διαδικασία παράδοσης – παραλαβής του τέκνου, κατά την έναρξη και λήξη του χρόνου συνεπιμέλειας / επικοινωνίας.

Είναι χρήσιμη, σε σφοδρές αντιδικίες, η παρουσία ειδικού ψυχικής υγείας ή / και κοινωνικού επιμελητή, οι οποίοι να συντάσσουν έκθεση, προς δικαστική χρήση, σχετικά με τη συμπεριφορά του τέκνου και τη συμμόρφωση ή μη των γονέων στη δικαστική απόφαση, όπως και για τις αιτίες της τυχόν αρνητικής στάσης οποιουδήποτε εξ’ αυτών (γονείς – τέκνο).

Επίσης, θα ήταν επιβοηθητικό ένα (σύντομο) προστάδιο επικοινωνίας του αποξενωμένου γονέα με το τέκνο, με παρουσία του άλλου γονέα, οπότε ο τελευταίος, με την ενθάρρυνση ειδικού ψυχικής υγείας ή / και κοινωνικού επιμελητή, θα πρέπει να επανορθώσει στο τέκνο την αρνητική εικόνα του για τον άλλο γονέα.

Οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να διευκρινίζουν τα παραπάνω με συγκεκριμένες ρυθμίσεις.

β ) Εφόσον, παρά τις ανωτέρω προσπάθειες, υπάρξουν γονείς που εμμένουν να αγνοούν το νόμο και τις δικαστικές αποφάσεις, αναλαμβάνουν οι ίδιοι την ευθύνη για τις νόμιμες συνέπειες των πράξεων τους (αφαίρεση επιμέλειας του τέκνου, ποινική καταδίκη, προσωπική κράτηση, χρηματική ποινή).

Η αναγκαστική εκτέλεση της δικαστικής απόφασης συνεπιμέλειας πρέπει να γίνεται βάσει της Κ.Πολ.Δ. 950 παρ. 1: με την απόφαση υποχρεώνεται έκαστος γονέας σε παράδοση – απόδοση του τέκνου και απαγγέλλεται χρηματική ποινή και προσωπική κράτηση.

Πρέπει να θεσμοθετηθούν (με συμπλήρωση της Κ.Πολ.Δ. 1050 παρ. 1) συγκεκριμένοι δικονομικοί λόγοι «αντιρρήσεων» του γονέα κατά της προσωπικής κράτησης, μη αναφερόμενοι στην ουσία της υπόθεσης, καθώς αυτή κρίθηκε σε δύο προηγούμενες δίκες (όπως προελέχθη).

( 5 ) Να καθοριστεί νομοθετικά το πλαίσιο συμβολής των εισαγγελιών ανηλίκων, υπηρεσιών ψυχικής υγείας, κοινωνικών επιμελητών και αστυνομικών αρχών στην εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων:

α ) οι εισαγγελίες ανηλίκων, για τις υποθέσεις γονεϊκής αποξένωσης, να διατάσσουν υποχρεωτικά παιδοψυχιατρική εκτίμηση του τέκνου, διεξαγόμενη από πιστοποιημένο ειδικό ψυχικής υγείας κρατικού φορέα, σε σύντομο διάστημα, το δε πόρισμά της για τα αίτια αποξένωσης και τις προτεινόμενες λύσεις, να είναι νομικά δεσμευτικό για γονείς και δικαστήρια

β ) υποχρεωτική συνδρομή των κρατικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και κοινωνικών επιμελητών (σε όσες ανωτέρω περιπτώσεις αναφέρθηκε ως αναγκαία), με δικαίωμα των γονέων για διορισμό τεχνικών συμβούλων, των οποίων οι γνωμοδοτήσεις να συνεκτιμώνται – χωρίς να είναι δεσμευτικές – από τα δικαστήρια

γ ) απεμπλοκή της αστυνομίας από την διαπίστωση παραβάσεων της συνεπιμέλειας και επικοινωνίας, αφότου ανατεθούν στους κοινωνικούς επιμελητές και ειδικούς ψυχικής υγείας αντίστοιχα καθήκοντα, μέχρι τότε όμως είναι απαραίτητη η διευκρίνιση των εσωτερικών εγκύκλιων οδηγιών προς τους αστυνομικούς και η επιστημονική επιμόρφωση αυτών

( 6 ) Εκκρεμούν οι νομοθετικές ρυθμίσεις για την επιστημονική επιμόρφωση των οικογενειακών δικαστών και την οργάνωση – στελέχωση της Κεντρικής Αρχής Διαμεσολάβησης. Η μεν πρώτη υπονοείται, η δε δεύτερη προνοείται από το νομοσχέδιο.

Η επιλογή των οικογενειακών δικαστών, μεταξύ όσων δηλώσουν σχετικό ενδιαφέρον, πρέπει να γίνει με κριτήριο την καταλληλότητά τους για τα συγκεκριμένα καθήκοντα.

Συνεπώς επιβάλλεται η αξιολόγηση α) της προσωπικότητας τούτων, με συμπλήρωση ψυχολογικών – κοινωνιολογικών ερωτηματολογίων, επιστημονικά πιστοποιημένων και β) της υπηρεσιακής απόδοσης αυτών, μέσω του περιεχομένου των δικαστικών αποφάσεων τους, επί οικογενειακών υποθέσεων.

Η επιτροπή αξιολόγησης, αποτελούμενη από ειδικούς ψυχικής υγείας και ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, θα εξετάζει τα ανωτέρω στοιχεία, συλλεγόμενα υπό καθεστώς ανωνυμίας των δικαστών: έκαστος τούτων θα παραδίδει τις αποφάσεις του με συμπληρωμένα ερωτηματολόγια, που θα λαμβάνουν κοινό κωδικό αριθμό, χωρίς εμφάνιση των στοιχείων ταυτότητας, ώστε να διασφαλίζεται το αδιάβλητο και η αντικειμενικότητα της αξιολόγησης.

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, θα επιλέγονται με ασφάλεια ως οικογενειακοί δικαστές, εκείνοι που δύνανται να ανταποκριθούν στους σκοπούς του νόμου: ισόχρονη συνεπιμέλεια, εναλλασσόμενη κατοικία, ευρύτατη – ουσιαστική επικοινωνία, καταπολέμηση της γονεϊκής αποξένωσης, επιβολή κυρώσεων στους παραβατικούς γονείς.

Ακολούθως θα λάβει χώρα η επιστημονική επιμόρφωσή των επιλεγμένων δικαστών, μέσω σεμιναρίων, από νομικούς, κοινωνιολόγους και ειδικούς ψυχικής υγείας, τα οποία να έχουν περιεχόμενο συμβατό με τις ανωτέρω νομοθετικές επιδιώξεις.

Τέλος, απαιτείται στελέχωση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και κοινωνικής επιμελητείας με επαρκή αριθμό προσωπικού, εξειδικευμένο και πιστοποιημένο σε ζητήματα χωρισμένων οικογενειών και γονεϊκής αποξένωσης.

( 7 ) Στην εφαρμογή του νόμου θα συμβάλει η οργάνωση «παρατηρητηρίου» της νομολογίας, με τήρηση στατιστικών δεδομένων, σε τέσσερις άξονες - ερωτήματα:

α ) οι αμετάκλητες αποφάσεις, που προέβλεπαν μόνον δικαίωμα επικοινωνίας, θα μεταρρυθμιστούν σε τι ποσοστό (αποδοχής νέων αγωγών) και σε ποιο βαθμό (συνεπιμέλεια ή λειτουργική – χρονική κατανομή της ή αύξηση χρόνου επικοινωνίας στο 1/3);

β ) στις πρωτοείσακτες υποθέσεις, σε ποια ποσοστά θα απορριφθούν ή γίνουν δεκτές – και στην δεύτερη περίπτωση σε ποιο βαθμό – οι νέες αγωγές συνεπιμέλειας και επικοινωνίας;

γ ) οι ανωτέρω υπό α’ και β’ δικαστικές αποφάσεις, σε ποιά ποσοστά θα εφαρμοσθούν ή παραβιασθούν από τους γονείς;

δ ) στη δεύτερη περίπτωση, ποια θα είναι η αποτελεσματικότητα των αστικών ή ποινικών κυρώσεων κατά των παραβατικών γονέων (επομένως: θα συνεχίσουν να υπάρχουν αποξενωμένοι γονείς και τέκνα, σε ποιο ποσοστό και με ποιες αιτιολογίες);

Το μεγάλο ταξίδι της μέρας (συνεπιμέλεια) μέσα στη νύχτα (γονεϊκή αποξένωση) μόλις ξεκινά.

Ευχή όλων είναι, να έχει αίσιο τέλος, για το καλό των παιδιών.

Διαβάστε επίσης το Α' Μέρος του άρθρου του Παναγιώτη Κατσικερού:

Η συνεπιμέλεια και η γονεϊκή αποξένωση (Μέρος Α')

Διαβάστε επίσης το Β' Μέρος του άρθρου του Παναγιώτη Κατσικερού:

Η συνεπιμέλεια και η γονεϊκή αποξένωση (Μέρος Β')

------------------

O Παναγιώτης Κατσικερός είναι Εφέτης Αθηνών

ΔΗΜΟΦΙΛΗ