ΑΠΟΨΕΙΣ

Τι μας διδάσκει το γαλλικό ντιμπέιτ: Μάθημα για δημοσιογράφους, κανάλια και πολιτικούς

Τι μας διδάσκει το γαλλικό ντιμπέιτ: Μάθημα για δημοσιογράφους, κανάλια και πολιτικούς
Μια σοφή αμερικανική ρήση για τις σχέσεις λέει «It takes two to tango» (ελλ. «Το τανγκό προϋποθέτει δύο παρτενέρ»). Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις τηλεμαχίες, ή τουλάχιστον έτσι πρέπει να γίνεται AP Photo / Ludovic Marin

Κράτησε σχεδόν 3,5 ώρες και το είδαν περίπου 16,5 εκατ. τηλεθεατές, ένας σχετικά μικρός – κι ενδεχομένως απογοητευτικός – αριθμός, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς πως οι κάτοικοι του «Εξαγώνου» (σ.σ. έτσι ονομάζεται η Γαλλία λόγω του σχήματος στο χάρτη) αριθμούν πάνω από 67,3 εκατομμύρια.

Ωστόσο η τηλεμαχία ανάμεσα στον Εμανουέλ Μακρόν και την ακροδεξιά αντίπαλό του και πρόεδρο του «Εθνικού Μετώπου», Μαρίν Λεπέν, δεν θα μείνει στην Ιστορία τόσο για το αδιαμφισβήτητο επίπεδο πολιτικού πολιτισμού που ενυπήρχε σ’ αυτή όσο για τα μαθήματα που έρχεται να δώσει στο αντίστοιχο, «παράφωνο» και βαρετό μέχρι θανάτου μπαράζ μονολόγων που προσιδιάζει στα δικά μας εγχώρια ντιμπέιτ.

«It takes two to tango»

Μια σοφή αμερικανική ρήση για τις σχέσεις λέει «It takes two to tango» (ελλ. «Το τανγκό προϋποθέτει δύο παρτενέρ»). Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τις τηλεμαχίες, ή τουλάχιστον έτσι πρέπει να γίνεται. Δεν υπάρχουν έξι, αλλά δύο, οι οποίοι κονταροχτυπιούνται με το μόνο όπλο που έχουν στη διάθεσή τους για να κερδίσουν τις εντυπώσεις, αλλά εν τέλει και τους αναποφάσιστους πολίτες: Την πολιτική επιχειρηματολογία τους.

Δεν υπάρχουν βαρετοί μονόλογοι. Υπάρχει διάλογος, γόνιμη αντιπαράθεση, ήρεμη ένταση ακόμη κι όταν οι εκατέρωθεν ατάκες στάζουν… φαρμάκι.

Παραθέτω μία ατάκα και μία στιχομυθία από δύο διαφορετικές θεματικές ενότητες (οικονομία και ασφάλεια), με τα εκατέρωθεν βέλη Μακρόν – Λεπέν.

Μακρόν: «Μάλλον τα έχετε μπερδέψει κυρία Λεπέν στο μυαλό σας. Ίσως θα πρέπει να ξαναδιαβάσετε το Σύνταγμα. Δεν προβλέπεται πουθενά για τον εκάστοτε Πρόεδρο να επιβάλει την αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα». (σ.σ. Η ατάκα αυτή έκανε την πρόεδρο του Εθνικού Συναγερμού να χάσει την ψυχραιμία της).

[…]

Λεπέν: «Δεν θα μου κάνετε εσείς κήρυγμα, είστε λάθος. Η μαντίλα πρέπει να φύγει από τους δημόσιους χώρους»

Μακρόν: «Τι να σας πω… Άρα θέλετε να οδηγήσετε τη χώρα σε με εμφύλιο πόλεμο; Καλή τύχη σε αυτό. Θέλετε τη χώρα που αποτέλεσε λίκνο του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού να γίνει η πρώτη που θα απαγορέψει τα θρησκευτικά σύμβολα; Τότε θα πρέπει να σκεφτείτε ότι πέραν της μαντίλας, θα πρέπει να καταργηθούν το κίπα και οι σταυροί».

Ο ρόλος των δημοσιογράφων

Οι δημοσιογράφοι δεν συντονίζουν τη συζήτηση, παρεμβαίνοντας κάθε τρεις και λίγο. Τουναντίον, ο ρόλος τους περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα: Υποβάλλουν τις ερωτήσεις ανά θεματική ενότητα και στη συνέχεια απλώς τηρούν ευλαβικά τους χρόνους των απαντήσεων.

Από τη στιγμή που υποβάλουν τις ερωτήσεις ο ρόλος τους προσιδιάζει περισσότερο σε θέση επιτηρητή, δίχως να γίνονται μέρος της τηλεμαχίας. Με αυτό τον τρόπο αφήνουν τους υποψηφίους να αναπτύξουν ανεμπόδιστα την επιχειρηματολογία τους και φυσικά να εκτεθούν στην κρίση – θετική ή αρνητική – του κοινού που τους παρακολουθεί.

Ο φόβος της έκθεσης και ο «πολιτικός στη γυάλα»

Εδώ πρέπει να σημειώσουμε την ειδοποιό διαφορά της έκθεσης (exposure) όπως αυτή εμφανίζεται στην πολιτική κουλτούρα της Γαλλίας κατ’ αντιπαραβολή με το ελληνικό παράδειγμα: Η ορθή επιχειρηματολογία και η ετοιμότητα του υποψηφίου να απαντήσει σε δύσκολες ερωτήσεις ή ακόμη και να απαντήσει σε αιτιάσεις του αντιπάλου του είναι εκ των ουκ άνευ, ιδίως όταν η αντιπαράθεση γίνεται ενώπιος ενωπίω.

Αντίθετα στην Ελλάδα, οι σύμβουλοι των πολιτικών κομμάτων δείχνουν να φοβούνται σφόδρα την έκθεση καθώς την καθιστούν συνώνυμο του πολιτικού κόστους. Δεν δίνουν βάση στο περιεχόμενο και την ουσία των λόγων, αλλά στην εικόνα και τις συνέπειες των οπτικών εντυπώσεων. Ίσως αυτός να είναι κι ένας από τους λόγους που ακόμη και τώρα οι τηλεμαχίες αντιμετωπίζονται από την πλειονότητα των πολιτών με αδιαφορία.

Αυτή η φοβία διαχέεται στη συνέχεια στους υπευθύνους των τηλεοπτικών καναλιών. «Άστο το face to face, καλύτερα μονόλογοι…». Έχουν ακουστεί κατά καιρούς τέτοια επιχειρήματα. Προτιμάται να μπει ο πολιτικός σαν ψάρι μέσα στη γυάλα και να πει απλά κάτι εντυπωσιακό, μονολογώντας, παρά να μπει σε μια γόνιμη και επί ίσοις όροις αντιπαράθεση με τον πολιτικό του αντίπαλο. Μόνο που μονόλογοι και ζωηρό ενδιαφέρον του τηλεθεατή είναι δύο μεγέθη διάφορα μεταξύ τους και παντελώς αταίριαστα.

Κάτι δεν κάνουμε σωστά...

Και στη Γαλλία, όπως και στην Ελλάδα, παραδέχονται ακόμη και τώρα πως δεν παρακολουθεί πολύς κόσμος τα ντιμπέιτ. Στη Γαλλία αυτή η τάση δείχνει να αλλάζει προς το καλύτερο. Όμως, το να καταφέρει ένα τηλεοπτικός σταθμός να κρατήσει επί 3,5 ώρες, με πέντε θεματικές ενότητες, ζωηρό το ενδιαφέρον και την προσοχή του τηλεθεατή, αυτό μάλλον σημαίνει πολλά.

Η απαξίωση της πολιτικής αίρεται αφ’ ης στιγμής θα ξε-μάθουμε ό,τι είχαμε μάθει για τις τηλεμαχίες και τα ξαναμάθουμε όλοι - πολιτικοί, κανάλια και δημοσιογράφοι - από την αρχή. Φτάνει να το θελήσουμε και να συμφωνήσουμε σε κάτι απλό: Λέγεται αλλαγή παραδείγματος.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ