ΑΠΟΨΕΙΣ

Ποιος απαντά στο ερώτημα «Τι Φεστιβάλ Αθηνών θέλουμε;»

Ποιος απαντά στο ερώτημα «Τι Φεστιβάλ Αθηνών θέλουμε;»
Η φετινή αφίσα/λογότυπο του φετινού Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, αναρτημένη κατά τη συνέντευξη τύπου για την παρουσίαση του προγράμματος στην Πειραιώς 260, στις 16/5/2015 Φεστιβάλ Αθηνών/Ακριβιάδης

Στις 22/6/2016, στο πλαίσιο των «Παράλληλων Δράσεών» του, το Φεστιβάλ Αθηνών διοργάνωσε στον σκιερό κήπο της Πειραιώς 260 μια δημόσια συζήτηση με τίτλο «Τι Φεστιβάλ θέλουμε;»

Τη συντόνισε ο οικοδεσπότης του θεσμού Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, ο οποίος, αποδεχόμενος σχετική πρόταση του υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Αριστείδη Μπαλτά, ανέλαβε στις 4/4/2016 καθήκοντα καλλιτεχνικού διευθυντή μετά την παραίτηση του Γιαν Φαμπρ.

Στη συζήτηση προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν πανεπιστημιακοί και άνθρωποι από τον χώρο του θεάτρου και της διοργάνωσης πολιτιστικών εκδηλώσεων. Την εναρκτήρια εισήγηση έκανε ο καθηγητής θεατρολογίας στο ΑΠΘ, Σάββας Πατσαλίδης.

Μίλησαν ο Ματίας φον Χαρτς, καλλιτεχνικός διευθυντής του θερινού φεστιβάλ του Βερολίνου «Foreign Affairs » και σύμβουλος του ελληνικού φεστιβάλ για τις διεθνείς παραγωγές, η Σάλι Χόμπσον, διευθύντρια εκπαιδευτικών δράσεων Διεθνούς Φεστιβάλ Εδιμβούργου, η Κατερίνα Κοσκινά, Διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, η Βίκυ Μαραγκοπούλου, πρώην καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Ιδρύματος Ωνάση και τέλος, ο υπογράφων, Γιάννης Σβώλος, μουσικοκριτικός στην Εφημερίδα των Συντακτών.

Μανιφέστο δημοκρατικών προθέσεων που, όμως, πατούν στο ολισθηρό έδαφος καλοπροαίρετης παρεξήγησης, η πρόσκληση των «Παράλληλων Δράσεών» προτάθηκε ως «...μια μοναδική ευκαιρία σύνδεσης της σκέψης με την καλλιτεχνική πράξη, (καθιερώνοντας) ένα δημόσιο βήμα ανταλλαγής και διαλόγου πάνω σε κεντρικά θέματα σύγχρονης δημιουργίας και παραστατικών τεχνών, φέρνοντας ταυτόχρονα σε επαφή το κοινό με τους καλλιτέχνες αλλά και αναδεικνύοντας μέσα από μια πιο εστιασμένη ματιά σημαντικούς άξονες, έργα και καλλιτέχνες του προγράμματος». Τα ερωτήματα που τέθηκαν ήσαν καίρια και ουσιαστικά:

  • Ποίος προβληματισμός υπάρχει διεθνώς γύρω από την έννοια «φεστιβάλ» και ποίο ρόλο καλείται να παίξει στην παραγωγή του σύγχρονου καλλιτεχνικού έργου;
  • Σε εποχή κρίσης πόσο πρέπει να σχετίζεται η πολιτική ενός φεστιβάλ με την υποστήριξη της εγχώριας δημιουργίας;
  • Πόσο πολυσυλλεκτικό, τολμηρό, προσωποπαγές πρέπει να είναι (το Φεστιβάλ Αθηνών);
  • Πώς πρέπει να επιλέγεται ο καλλιτεχνικός διευθυντής και τα μέλη του ΔΣ (του Φεστιβάλ Αθηνών);

φεστιβάλ 1

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος παρουσιάζει το φετινό πρόγραμμα κατά τη συνέντευξη τύπου που δόθηκε στις 16/5/2016 στην Πειραιώς 260 (Πηγή: Φεστιβάλ Αθηνών/Φωτό: Ακριβιάδης)

Καθένας από τους επτά ομιλητές μίλησε για το θέμα βασιζόμενος στην εξειδίκευσή του, μεταφέροντας θεωρητικές οπτικές, πολύτιμα αποστάγματα εμπειρίας και εκτιμήσεις αντλημένες από ευρεία γνώση της αθηναϊκής πολιτιστικής ζωής και πολυετείς θητείες σε θεσμούς, ιδρύματα, διοργανώσεις.

Περίπου όλοι, και ειδικότερα οι ξένοι, μίλησαν πολύ πραγματιστικά για το απαραίτητο εύρος εποπτείας, για δημιουργικά ανοίγματα και ρίσκα αλλά και για συνεχή επαφή με το ιστορικό απόθεμα του πολιτισμού, για απαιτητικές αναμετρήσεις με μείζονα προβλήματα του παρόντος, για στρατηγικές στήριξης των πολιτιστικών θεσμών σε ραγδαία μεταβαλλόμενες κοινωνίες στις οποίες μετέχουν όλο και περισσότεροι ξένοι, για ανάγκη να επιστρατευτεί ευρηματικότητα και γνώση, για συντήρηση και επέκταση του ενεργού διαλόγου με τις νεώτερες γενιές μέσα από αυτό που λένε δραστηριοποίηση σε “grass-root-level” – στο πιο χαμηλό/βασικό επίπεδο.

Ξανά και ξανά ακούσαμε για το πόση σημασία έχουν η προσέλκυση των νέων, η διάχυση της απήχησης και της δράσης του θεσμού στην πόλη, η συνομιλία με το παρόν. Απολύτως επί της ουσίας, οι ομιλίες έδωσαν μια συμπυκνωμένη εικόνα για το ποιού επιπέδου θα όφειλαν να ήσαν οι προβληματισμοί για το Φεστιβάλ Αθηνών εδώ και τώρα: «εδώ», στην πολλαπλά ταλαιπωρημένη Αθήνα της παρατεταμένης κρίσης και της επαναδιχαζόμενης ελληνικής κοινωνίας˙ και «τώρα», στο προβληματικό παρόν ενός θεσμού ηλικίας 61 ετών, αντιμέτωπου με πολλά και απαιτητικά ακροατήρια, τελματωμένου σε εθισμούς, άτυπες δουλείες και πολλά, δυσεπίλυτα πρακτικά (λέγε: οικονομικά και όχι μόνον) αδιέξοδα. Αρκετά από αυτά, βεβαίως, τα είχε ήδη θίξει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος κατά τη συνέντευξη τύπου που έγινε στην Πειραιώς 260 για την παρουσίαση του φετινού προγράμματος (16/5/2016).

φεστιβάλ 2

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος παρουσιάζει το φετινό πρόγραμμα κατά τη συνέντευξη τύπου που δόθηκε στις 16/5/2016 στην Πειραιώς 260 (Πηγή: Φεστιβάλ Αθηνών/Φωτό: Ακριβιάδης)

Όπως έδειξε η συνέχεια, τα ουσιαστικά λόγια των ομιλητών, τουλάχιστον εν μέρει, έπεσαν στο κενό... Στο βήμα δεν παρευρέθηκε κανείς εν ενεργεία επικεφαλής, ούτε αντιπρόσωπος κρατικού πολιτιστικού θεσμού από τα πεδία του θεάτρου, του χορού ή της μουσικής. Με μοναχική εξαίρεση τον αναπληρωτή καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Θοδωρή Αμπατζή, που μίλησε πρώτος, σύντομα, και έφυγε βιαστικά επικαλούμενος φόρτο εργασίας, το ίδιο ίσχυσε, επίσης, για το ακροατήριο των ακροατών/συνομιλητών.

Ασφαλώς και είναι ζητούμενο να ανοίξει ο διάλογος πέρα από το κλειστό κύκλωμα μεταξύ θεσμικών, όμως, όπως και να το κάνουμε, είναι αυτοί ακριβώς που θα μπορούσαν να ξετυλίξουν ουσιαστικό διάλογο με όσα λέχτηκαν από τους ομιλητές˙ πόσο μάλλον που κάποιοι θεσμοί έχουν αναπτύξει ουσιαστική, επιτυχημένη επένδυση στο πεδίο της διάχυσης της δράσης τους στις νεώτερες ηλικίες (το grass-root-level που λέγαμε πιο πάνω) και σε ποικίλες κοινωνικές ομάδες.

Τελικά, οι επτά είχαν απέναντί τους ένα ετερόκλητο ακροατήριο αποτελούμενο κατά συντριπτική πλειονότητα από ανθρώπους του θεάτρου και ανθρώπους που ενδιαφέρονταν κυρίως έως αποκλειστικά για το θέατρο. Λίγο ως πολύ, αυτοί μονοπώλησαν την ανοιχτή συζήτηση, επικεντρώνοντας ο καθένας στον απολύτως δικό του μικρόκοσμο, γεμάτο από (κατανοητά) πρακτικά προβλήματα, αγωνίες και έγνοιες, συντεχνιακά συμφέροντα και ενδιαφέροντα. Φυσικά ακούστηκαν πολλά και λέχθηκαν ουκ ολίγα σημαντικά πράγματα, τραβώντας κλωστές που άρχισαν να ξηλώνουν το πλεκτό...

Μοιραία, όμως, ο διάλογος με όσους βρίσκονταν στο βήμα ατόνησε, έχασε ύψος και περιορίστηκε σε μια χαμηλή πτήση με ελάχιστο ουσιαστικό ενδιαφέρον και πρακτική χρησιμότητα άλλη πέραν μιας συλλογής αιτημάτων, ευχών και παραπόνων. Ειδικότερα, ελάχιστος χώρος έμεινε για να συζητηθούν ουσιαστικά ερωτήματα και ενστάσεις για την πολύ προβληματική αντιμετώπιση της μουσικής. Το θέμα αυτό θα θίξουμε αναλυτικά σε επόμενη ανάρτηση.

Ποιοί συζητήσαμε, τελικά, και για τι

Ωστόσο, η συνάντηση υπήρξε πολλαπλά ενδιαφέρουσα και πέραν των λόγων για τους οποίους διοργανώθηκε. Ασφαλώς μια σοβαρή, οργανωμένη συζήτηση με πρόθεση για επεξεργασία/αξιολόγηση και προοπτικές εφαρμογής των συμπερασμάτων είναι πάντα χρήσιμη. Είναι, άραγε, η δημόσια, ανοιχτή συζήτηση μεταξύ ειδικών (αφ΄ενός) και γενικού κοινού (αφ’ ετέρου) ο πιο ενδεδειγμένος και λειτουργικά αποτελεσματικός τρόπος;

Επ’ αυτού σίγουρα υπάρχουν δεύτερες σκέψεις. Ο νέος –και, υπό τις παρούσες συνθήκες ασυζητητί γενναίος- καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών πρότεινε να συναποφασίσουμε για σοβαρά προβλήματα ταυτότητας και φλέγοντα θέματα οργάνωσης που σε οποιονδήποτε αντίστοιχο θεσμό στον κόσμο η αντιμετώπισή τους θα αποτελούσε πρωτίστως δική του αρμοδιότητα˙ έστω σε συνεργασία με την ομάδα των ειδικών συμβούλων του.

Αν, στο πλαίσιο μιας ενδεχόμενης, διορθωτικής επανίδρυσης του Φεστιβάλ Αθηνών αυτό που δικαιολογημένα χρειαζόταν ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ήταν μια σε βάθος, γενική χαρτογράφηση των πολιτιστικών αναγκών των ακροατηρίων του θεσμού, τότε θα ήταν σαφώς πιο λειτουργικό να την αναζητούσε διαφορετικά. Δεχόμαστε, ότι, σε κάθε χρονική στιγμή ο καθένας κάνει ό,τι τού φαίνεται εφικτό υπό τις δεδομένες συνθήκες.

Στον θερμό απόηχο της συνάντησης εγώ θα προσθέσω αρκετές δεύτερες και τρίτες σκέψεις. Θα ξεκινήσω –στην επόμενη ανάρτηση- με θεμελιώδεις έννοιες και βασικά στοιχεία για το τι σημαίνει «φεστιβάλ».

*Ο Γιάννης Σβώλος είναι μουσικοκριτικός

ΔΗΜΟΦΙΛΗ