FOCUS

Τρία χρόνια από τη μεγάλη έξοδο: Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε τους πρόσφυγες Ροχίνγκια

Τρία χρόνια από τη μεγάλη έξοδο: Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε τους πρόσφυγες Ροχίνγκια
Mohammad Ghannam/MSF

Τρία χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τότε που πάνω από 700.000 Ροχίνγκια αναγκάστηκαν να διαφύγουν από τη Μιανμάρ και να βρουν καταφύγιο στο Μπαγκλαντές.

Διωγμένοι, περιθωριοποιημένοι, έχοντας ζήσει ακραίες μορφές βίας, έχοντας χάσει συγγενείς και φίλους και με μετέωρο ακόμα το νομικό καθεστώς τους, διαβιούν σε απαράδεκτες συνθήκες, συνωστισμένοι σε αυτοσχέδιους καταυλισμούς. Τρία χρόνια μετά τίποτα δεν έχει αλλάξει…

«Η ζωή στους καταυλισμούς είναι δύσκολη, η περιοχή μικρή και δεν υπάρχει χώρος για να παίζουν τα παιδιά», περιγράφει ο Αμπού Σιντίκ. Ζει σε έναν από τους καταυλισμούς στην περιοχή Κοξ Μπαζάρ στο νοτιοανατολικό Μπαγκλαντές, όπου περίπου 860.000 πρόσφυγες Ροχίνγκια ζουν συνωστισμένοι σε ελάχιστα τετραγωνικά γης.

«Έφυγα από τη Μιανμάρ επειδή το σπίτι μου κάηκε. Μας σκοτώνουν και μας βασανίζουν εκεί, παρενοχλούν τις γυναίκες μας. Δεν ήταν ασφαλές το περιβάλλον».

Οι Ροχίνγκια είναι μια περιθωριοποιημένη εθνοτική μειονότητα από την πολιτεία Ρακάιν και τις τελευταίες δεκαετίες υφίστανται αυξανόμενο και στοχευμένο αποκλεισμό και διώξεις από το κράτος. Τον Αύγουστο του 2017 πάνω από 700.000 Ροχίνγκια εκδιώχθηκαν από την πολιτεία Ρακάιν στα σύνορα με το Μπαγκλαντές. Αυτοί οι πρόσφυγες προστέθηκαν στους 200.000 που είχαν ήδη φύγει από τη Μιανμάρ από προηγούμενα κύματα βίας.Πριν καταφέρουν να ξεφύγουν, πολλοί από αυτούς έζησαν ή έγιναν μάρτυρες ακραίας και τρομακτικής βίας. Φίλοι και μέλη της οικογένειάς τους σκοτώθηκαν και τα σπίτια τους καταστράφηκαν.

Πηγή: Vincenzo Livieri

Λιγόστεψε η ελπίδα για το μέλλον

Τρία χρόνια μετά δεν υπάρχουν πολλές ελπίδες για τους Ροχίνγκια. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν σε υπερσυνωστισμένα καταφύγια φτιαγμένα από πλαστικό και μπαμπού. Οι ζωές τους παραμένουν σε αναμονή. Οι ανάγκες ψυχικής υγείας έχουν αυξηθεί με τα χρόνια. Η ανεργία, το άγχος για το μέλλον,οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης και η ελάχιστη ή καθόλου πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες, όπως η εκπαίδευση, έχουν προστεθεί στις τραυματικές αναμνήσεις της βίαςπου υπέστησαν στη Μιανμάρ.

Μερικοί ασθενείς λαμβάνουν ψυχιατρική θεραπεία για σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως διπολική διαταραχή και σχιζοφρένεια. Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα έχουν δει έναν αυξανόμενο αριθμό ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας στις δομές τους στο Κοξ Μπαζάρ.

Πηγή: Hasnat Sohan/MSF

Οι κακές συνθήκες διαβίωσης η κύρια αιτία των ασθενειών

«Η πλειονότητα των ασθενών που βλέπουμε, τόσο τα παιδιά όσο και οι ενήλικες, έρχονται με αναπνευστικές λοιμώξεις, διάρροιες και δερματικές παθήσεις. Αυτές οι ασθένειες σχετίζονται κυρίως με τις κακές συνθήκες διαβίωσης», εξηγεί ο Ταρικούλ Ισλάμ,επικεφαλής της ιατρικής ομάδας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στον καταυλισμό Κουτουπαλόνγκ, τον μεγαλύτερο καταυλισμό προσφύγων στον κόσμο.

Υπάρχει περισσότερη τάξη τώρα στους καταυλισμούς σε σχέση με τις πρώτες μέρες,καλύτεροι δρόμοι, περισσότερες τουαλέτες και σημεία καθαρού νερού, αν και η πρόσβαση παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη. Η ζωή, όμως, εδώ είναι επισφαλής. Κάθε χρόνο όταν φτάνει η εποχή των μουσώνων, ο κίνδυνος πλημμυρών και κατολισθήσεων είναι έντονος.Υπάρχουν, επίσης, οικονομικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Eπομένως,δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι άνθρωποι αργούν να αναζητήσουν υγειονομική περίθαλψη, γεγονός που επιδεινώνει την κατάστασή τους.

«Μερικοί ασθενείς φτάνουν αργά σε εμάς, όταν είναι ήδη σοβαρά άρρωστοι. Οταν ένας ασθενής δεν έρχεται άμεσα και η κατάστασή του είναι ήδη επιβαρυμένη, απαιτεί πολύ περισσότερη προσοχή και είναι περίπλοκο για εμάς να βελτιώσουμε την υγεία του», λέει η παιδίατρος Φερντιόλι Πορσέλ.

Πίσω στη Μιανμάρ, πολλές κοινότητες Ροχίνγκια λάμβαναν ελάχιστη υγειονομική περίθαλψη. Αυτό είχε συνέπειες στην υγεία τους και έκανε, επίσης, τους ανθρώπους περισσότερο διστακτικούς στο να ζητήσουν και να έχουν πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη μέσα στους καταυλισμούς.

Οπως εξηγεί η Φερντιόλι, «ένα άλλο πρόβλημα σχετίζεται με την προγεννητική φροντίδα και τον τοκετό στο σπίτι, κυρίως σε περιπτώσεις που οι γυναίκες έχουν επιπλοκές κατά τη διάρκεια του τοκετού ή τα μωρά τους γεννιούνται με προβλήματα. Ο τοκετός σε νοσοκομείο μπορεί να αντιμετωπίσει αυτές τις επιπλοκές και μας δίνει τη δυνατότητα να βοηθήσουμε το μωρό να αναπνεύσει, εάν το μωρό γεννιέται με προβλήματα, ή να βοηθήσουμε τη μητέρα εάν χάνει αίμα».

Πηγή: Hasnat Sohan/MSF

Οι πρόσθετες προκλήσεις της COVID-19

Φέτος, η COVID-19 θέτει επιπλέον προκλήσεις. Το πρώτο περιστατικό στους καταυλισμούς των Ροχίνγκια επιβεβαιώθηκε στις 15 Μαΐου. Αμεση συνέπεια αυτού ήταν η περαιτέρω μείωση της εμπιστοσύνης των Ροχίνγκια στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. Οι φήμες και η παραπληροφόρηση είναι έντονες και ο φόβος κρατά τους ανθρώπους που χρειάζονται βασική υγειονομική περίθαλψη, που δεν σχετίζεται με την πανδημία, μακριά από τις κλινικές.

«Ορισμένοι ασθενείς δεν μιλούν ανοιχτά για τα συμπτώματα που σχετίζονται με τηνCOVID-19 επειδή πιστεύουν ότι θα αντιμετωπιστούν διαφορετικά», λέει ο Ταρικάλ Ισλάμ.

Η Τζομπάιντα γέννησε πριν από λίγες εβδομάδες στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Γκογιαλμάρα. Περιγράφει πώς πέρασε εκείνη και το μωρό της έξι μέρες στη μονάδα εντατικής θεραπείας νεογνών, κατά τη διάρκεια της οποίας εξετάστηκαν και για COVID-19.

«Το τεστ βγήκε θετικό και με μετέφεραν στο θάλαμο απομόνωσης μαζί με το μωρό μου. Περάσαμε 12 μέρες εκεί. Φοβόμουν γιατί στην κοινότητά μας υπάρχει η πεποίθηση ότι αν έχεις COVID-19 σημαίνει ότι θα πεθάνεις. Οι γιατροί και οι νοσηλευτές ήταν πραγματικά ευγενικοί. Με υποστήριξαν και με εξέταζαν κάθε μέρα. Δεν φαινόταν να φοβούνται να με πλησιάσουν, παρόλο που μπορούσα να μεταδώσω τον ιό, κάτι που με βοήθησε να αισθάνομαι λιγότερο στιγματισμένη».

«Η ευαλωτότητα των προσφύγων Ροχίνγκια επιδεινώθηκε από την πανδημία. Η έλλειψη νομικού καθεστώτος και η απουσία μακροπρόθεσμων και πιο βιώσιμων λύσεων δείχνουν ότι το μέλλον τους είναι πιο αβέβαιο από ποτέ», λέει ο Αλαν Περέιρα, εκπρόσωπος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Μπαγκλαντές.

Πηγή: Ikram N'gadi

Στο Κοξ Μπαζάρ, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα διαχειρίζονται 10 νοσοκομεία και κέντρα υγείας πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Οι δραστηριότητές τους καλύπτουν μια σειρά υπηρεσιών,όπως επείγουσα και εντατική περίθαλψη, παιδιατρική, μαιευτική, σεξουαλική και αναπαραγωγική υγειονομική περίθαλψη και θεραπεία για τους επιζώντες σεξουαλικής βίας και για ασθενείς με μη μεταδοτικές ασθένειες. Κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2020, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα πραγματοποίησαν περίπου 173.000 ιατρικές συνεδρίες και συνεδρίες έκτακτης ανάγκης και περιέθαλψαν πάνω από 9.100 ασθενείς. Διεξήγαγαν πάνω από 22.600 προγεννητικούς ελέγχους και υποστήριξαν περισσότερους από 2.000 τοκετούς.

Παράλληλα πραγματοποίησαν πάνω από 14.250 συνεδρίες ψυχικής υγείας.

Ανταποκρινόμενοι στις προκλήσεις της COVID-19, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα πραγματοποιούν δράσεις για την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση των κοινοτήτων.Εκπαιδεύουν εργαζομένους σχετικά με μέτρα πρόληψης και ελέγχου λοιμώξεων και έχουν δημιουργήσει θαλάμους απομόνωσης σε όλες τις δομές υγείας και τα ειδικά κέντρα θεραπείας που διαθέτουν.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ