FOCUS

Άραβες στην Τουρκία: Παιχνίδια διπλωματίας, Χετταίοι και Ιντιάνα Τζόουνς

Άραβες στην Τουρκία: Παιχνίδια διπλωματίας, Χετταίοι και Ιντιάνα Τζόουνς
Οι Άραβες υπήκοοι της Τουρκίας, όμως, υπολογίζονται σε πάνω από 2 εκατομμύρια, και ζουν κυρίως στις περιοχές του νότου που χτυπήθηκαν ανελέητα από τους σεισμούς. AP Photo

Οι καταστροφικοί σεισμοί στην Τουρκία έφεραν στην επιφάνεια μια από τις ξεχασμένες μειονότητες της χώρας.

Οι νοτιοανατολικές επαρχίες έχουν συνδεθεί, όχι άδικα, με την παρουσία του κουρδικού στοιχείου, το οποίο αποτελεί φυσικά και τη μεγαλύτερη εθνική μειονότητα της Τουρκίας, σε ποσοστό τουλάχιστον 20% του συνολικού πληθυσμού.

Οι Άραβες υπήκοοι της Τουρκίας, όμως, υπολογίζονται σε πάνω από 2 εκατομμύρια, και ζουν κυρίως στις περιοχές του νότου που χτυπήθηκαν ανελέητα από τους σεισμούς. Ειδικά το λιμάνι της Αλεξανδρέτας (Ισκεντερούν στα τουρκικά) και η πασίγνωστη πόλη της Αντιόχειας (Αντάκια), που έχουν υποστεί καταστροφές ανυπολόγιστες, είναι εμβληματικά σημεία της αραβικής παρουσίας στην περιοχή.

Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία έχει τονώσει τα τελευταία χρόνια την αραβική παρουσία στην περιοχή σε πολύ μεγάλο βαθμό. Σε περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια υπολογίζονται οι Σύριοι Άραβες, οι οποίοι έχουν περάσει τα σύνορα και ζουν υπό καθεστώς προσφυγιάς κοντά στη χώρα τους, περιμένοντας τη στιγμή που τα πράγματα θα καλυτερέψουν, ώστε να επιστρέψουν.

Πώς έγινε και βρέθηκαν τόσοι Άραβες μέσα στα σύνορα της Τουρκίας; Η ιστορία είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αποτυπώνεται δε μέχρι και σε μια από τις δημοφιλέστερες κινηματογραφικές παραγωγές του Χόλιγουντ.

Το μοιρασμένο βιλαέτι και η συνθήκη της Λωζάνης

Την περίοδο πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και για πολλούς αιώνες, η περιοχή που βρίσκεται κάτω από τη σημερινή Τουρκία ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Οθωμανοί δεν μπορούσαν να επέμβουν δραστικά στην αλλοίωση του πληθυσμού των περιοχών αυτών, όμως φρόντιζαν να φτιάχνουν τέτοιες διοικητικές περιφέρειες, ώστε να υπάρχει όσο το δυνατόν πιο έντονη η παρουσία του τουρκικού στοιχείου.

Μια τέτοια περιφέρεια ήταν και το βιλαέτι του Χαλεπιού. Βιλαέτι ήταν ο πρώτος βαθμός διοικητικής διαίρεσης της αχανούς Αυτοκρατορίας (αντίστοιχη με τη δική μας περιφέρεια) και χωριζόταν σε σαντζάκια (αντίστοιχο των νομών) και καζάδες (αντίστοιχο των δήμων). Το βιλαέτι του Χαλεπιού δημιουργήθηκε το 1866, μετά την μεταρρύθμιση (τανζιμάτ) του σουλτάνου Αμπντουλαζίζ. Το Χαλέπι, βέβαια, ήταν και τότε σχεδόν αμιγώς αραβική πόλη, όμως στο βιλαέτι είχε συνολικά 6 σαντζάκια, μοιρασμένα ισομερώς ανάμεσα στην τουρκική και αραβική πλειοψηφία. Τα σαντζάκια του Χαλεπιού, του Ζορ και του Τζελεμπισεμαάν αναγνωρίζονταν ως αραβικά και αυτά της Αϊντάμπ (δηλαδή του Γκαζιάντεπ), της Σαλνιούρφα και του Μάρας είχαν μεγάλη τουρκική πλειοψηφία.

Βεβαίως οι πληθυσμοί δεν ήταν συμπαγείς ούτε από εθνική, ούτε από θρησκευτική πλευρά. Μια έκθεση που κατατέθηκε στη βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων το 1907 αναγνώριζε ότι στην περιοχή υπήρχαν «Άραβες, Τούρκοι, Κιρκάσιοι, Κούρδοι, Τουρκομάνοι, Ανσάρι, Γεζίντι, Δρούζοι, Αρμένιοι, Συρορθόδοξοι, Μαρωνίτες, Εβραίοι και μερικοί γερμανόφωνοι Ευρωπαίοι».

Το βιλαέτι διαλύθηκε το 1918, όταν η ηττημένη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε τα αραβικά εδάφη της, στα οποία έβαλαν χέρι Βρετανοί και Γάλλοι. Αυτοί τα μοίρασαν μεταξύ τους με τη Συμφωνία Σάικς-Πικό, από τα ονόματα των τότε υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών. Το πρώην πια βιαλέτι του Χαλεπιού πέρασε στην γαλλική σφαίρα επιρροής και τότε μπήκαν οι βάσεις για τη δημιουργία του σύγχρονου κράτους της Συρίας.

Η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία είναι πολύ γνωστή στην Ελλάδα επειδή πολλές διατάξεις της αφορούν τον καθορισμό των ελληνοτουρκικών συνόρων, είναι το κείμενο που προσπάθησε να βάλει τάξη και στα νότια σύνορα του νεοσύστατου τότε τουρκικού κράτους. Οι Γάλλοι συμφώνησαν να δώσουν στην Τουρκία τα βόρεια κομμάτια του βιλαετιού του Χαλεπιού, όπου ναι μεν οι Τούρκοι ήταν πλειοψηφία, αλλά υπήρχαν ιστορικοί οικισμοί με αραβικούς πληθυσμούς. Έτσι τα πρώην σαντζάκια του Αντέπ, της Σανλιούρφα και του Μάρας κατέληξαν στην Τουρκία.

Η Γαλλία κράτησε για λογαριασμό της τα σαντζάκια με την αραβική πλειοψηφία, στα οποία βεβαίως υπήρχαν αντίστοιχα γεωγραφικές νησίδες τουρκικής παρουσίας. Η πιο έντονη απ’ αυτές βρισκόταν γύρω από το λιμάνι της Αλεξανδρέτας, όπου βρίσκονταν ανέκαθεν πολλοί Τούρκοι έμποροι, διοικητικοί υπάλληλοι, αλλά και ισχυρή στρατιωτική παρουσία.

Η Αλεξανδρέττα που έγινε χώρα των Χετταίων

Βλέποντας την εθνολογική και κυρίως θρησκευτική πανσπερμία της περιοχής, οι Γάλλοι αποφάσισαν να δημιουργήσουν διοικητικές ενότητες που θα βολεύουν καθεμιά από τις μεγάλες εθνοτικές-θρησκευτικές ομάδες της χώρας. Αυτές τις ενότητες τις ονόμασαν «κράτη» (etats), χωρίς βέβαια να έχουν στο μυαλό τους ότι θα έδιναν ξεχωριστή ανεξαρτησία στο καθένα απ’ αυτά. Δημιουργήθηκαν δύο «κράτη» με αραβική πλειοψηφία (Δαμασκός και Χαλέπι), ένα για την θρησκευτική μειονότητα των Αλαουιτών, ένα για τους Δρούζους, ένα για τους Μαρωνίτες του Λιβάνου.

Το ίδιο επεφύλαξαν και για τους Τούρκους. Ήδη από το 1921 η Γαλλία είχε συμφωνήσει με το καθεστώς του Κεμάλ Ατατούρκ (το οποίο δεν αναγνωριζόταν ακόμα επισήμως) να αυτονομήσει όλη την παραλιακή περιοχή του Χαλεπιού, την οποία ονόμασαν «Σαντζάκι της Αλεξανδρέττας». Το 1923, με την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας, το σαντζάκι ενσωματώθηκε πάλι στο «κράτος» του Χαλεπιού, ωστόσο δύο χρόνια αργότερα απέκτησε και πάλι καθεστώς αυτονομίας.

Ο Κεμάλ είχε ξεκαθαρίσει ήδη από το 1923 ότι δεν αναγνώριζε την γαλλική κατοχή της Αλεξανδρέττας και μάλιστα σ’ έναν λόγο του στις 15 Μαρτίου στα Άδανα περιέγραψε το σαντζάκι ως «μια περιοχή όπου οι Τούρκοι ζουν από αιώνες και δεν μπορεί να είναι σκλαβωμένη στα χέρια του εχθρού». Η επίσημη θέση της Τουρκίας ήταν ότι θα έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να «ενσωματώσει» την περιοχή, ειδικά μετά το 1935, όταν θα έληγε η 15ετής «εντολή» διοίκησης που είχε πάρει η Γαλλία από την Κοινωνία των Εθνών.

Η γαλλική απογραφή του 1936 έδειξε ότι οι Τούρκοι ήταν μεν η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην περιοχή, όμως δεν ξεπερνούσαν το 39% του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι ήταν Αλαουίτες, Σουνίτες, Χριστιανοί, Αρμενορθόδοξοι, Κιρκάσιοι, Εβραίοι και Κούρδοι.

Η Τουρκία διεθνοποίησε το θέμα. Πριν απ’ όλα, όμως, έδωσε στην περιοχή ένα νέο όνομα: Χατάι, από τον αρχαίο λαό των Χετταίων, των οποίων βέβαια είχε οικειοποιηθεί την ιστορία. Το «θέμα του Χατάι» το πήγε η Τουρκία ως την Κοινωνία των Εθνών, απαιτώντας την άμεση ενσωμάτωσή του στην Τουρκία.

Όπως γινόταν συχνά τότε, η Κοινωνία των Εθνών αποφάσισε κάτι μεσοβέζικο: Την απόσπαση μεν της περιοχής από τη Συρία, αλλά όχι και την ενσωμάτωσή της στην Τουρκία. Αντ’ αυτού, θα φτιαχνόταν ένα αυτόνομο κράτος, στο οποίο θα μπορούσαν να παρέμβουν στρατιωτικά και οι δύο χώρες. Το σύνταγμα δε του νέου κράτους ανέλαβαν να το φτιάξουν εκπρόσωποι από τη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο και την Τουρκία. Είχε προβλεφθεί, μάλιστα, να υπάρχει και 40μελές κοινοβούλιο, στο οποίο τα 22 μέλη θα ήταν Τούρκοι, 9 Αλαουίτες, 5 Αρμένιοι, 2 Χριστιανοί και 2 Άραβες.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1938 ανακηρύχθηκε επισήμως το «κράτος του Χατάι». Κράτησε λιγότερο από έναν χρόνο. Στις 29 Ιουνίου 1939 το κοινοβούλιο ψήφισε τη διάλυση του κράτους και την ενσωμάτωση της περιοχής στην Τουρκία.

Υποτίθεται ότι όλα έγιναν μετά από ένα δημοψήφισμα, το οποίο όμως ήταν μια από τις μεγαλύτερες εκλογικές παρωδίες του σύγχρονου κόσμου. H μεγάλη πλειοψηφία στην επιλογή της ενσωμάτωσης στην Τουρκία προέκυψε από αθρόα «μετανάστευση» Τούρκων από γειτονικές περιοχές της Τουρκίας, οι οποίοι εγγράφηκαν κανονικά στους εκλογικούς καταλόγους και ψήφισαν χωρίς να έχουν κανέναν δεσμό με την περιοχή.

Οι Γάλλοι όχι μόνο δεν διαμαρτυρήθηκαν γι’ αυτή την εξόφθαλμη νοθεία, αλλά αντιθέτως ενθάρρυναν το όλο εγχείρημα. Θεώρησαν ότι η περιοχή του Χατάι θα μπορούσε να αποτελέσει ένα «δώρο» στην Τουρκία, για να πείσει τον Κεμάλ να μην συμμαχήσει με τον Χίτλερ στον πόλεμο που βρισκόταν προ των πυλών.
Η απόφαση για ενσωμάτωση στην Τουρκία έφερε αθρόα μετακίνηση πληθυσμών. Περισσότεροι από 50.000 έφυγαν, ειδικά αυτοί που ανήκαν σε θρησκευτικά δόγματα, τα οποία θα υφίσταντο πίεση (Χριστιανοί, Αλαουίτες, Αρμένιοι). Οι περισσότεροι Άραβες έμειναν, όμως τις δεκαετίες που ακολούθησαν αναγκάστηκαν μέχρι και να αλλάξουν τα ονόματά τους (κυρίως αφαιρώντας από το επώνυμο το κλασικό αραβικό άρθρο Αλ) για να μην δίνουν στόχο.

Ο Ιντιάνα Τζόουνς και οι ανορθογραφίες

Το αυτόνομο κράτος του Χατάι θα είχε ξεχαστεί απ’ όλους, αν δεν ερχόταν στην επικαιρότητα το 1989 με μια κινηματογραφική ταινία απ’ αυτές που αποκαλούμε box office: «O Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία». Στην ταινία η περιοχή του Χατάι υποτίθεται ότι είναι το μέρος όπου βρίσκεται το Άγιο Δισκοπότηρο, σε μια πέρα ως πέρα φανταστική τοποθεσία έξω από την Αλεξανδρέττα που ονομάζεται «Φαράγγι της Ημισελήνου».

Στην ταινία εμφανίζονται Ναζί αξιωματούχοι να προσφέρουν στον σουλτάνο του Χατάι (στην πραγματικότητα, όπως αναφέρθηκε, το Χατάι είχε πρόεδρο κι όχι σουλτάνο) πολύτιμα δώρα για να τους επιτρέψει να πάρουν το Άγιο Δισκοπότηρο και να το μεταφέρουν στο Βερολίνο. Ο σουλτάνος αποδέχεται μόνο ένα πανάκριβο αυτοκίνητο Ρολς Ρόις.

Η ταινία βεβαίως έσπασε ταμεία και στην Τουρκία, όπως και στην Ελλάδα, όμως προκάλεσε μέχρι και συζητήσεις στην Εθνοσυνέλευση. Κάποιοι είδαν δάκτυλο του διεθνούς παράγοντα για αναμόχλευση του θέματος, ώστε να αποκοπεί το Χατάι από την τουρκική επικράτεια. Φυσικά τίποτα τέτοιο δεν συνέβη.

Αντί επιλόγου: Η αραβική κοινότητα της Τουρκίας είδε να καταστρέφονται τα δύο πιο σημαντικά στηρίγματά της στην περιοχή, η Αλεξανδρέττα και η Αντιόχεια. Ξέχωρα από τις χιλιάδες οικοδομές και τα ιστορικά κτίρια (εκκλησίες) που έχουν καταρρεύσει, οι υποδομές στις δύο πόλεις έχουν ξεχαρβαλωθεί σε τέτοιο σημείο, που είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθούν πλήρως και να λειτουργήσουν όπως πρώτα. Πολλοί φοβούνται ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει και την οριστική ταφόπλακα στην αραβική παρουσία στην περιοχή.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ