FOCUS

Ερντογάν: Έφυγε πρόεδρος, γύρισε σουλτάνος

Υποστηρικτές του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα, την Κυριακή 17 Ιουλίου 2016 REUTERS/Baz Ratner

Όταν στα τέλη του περασμένου Ιουλίου ξεσπούσε η τρίτη κουρδική εξέγερση και η Άγκυρα αποφάσιζε να κηρύξει ταυτόχρονα πόλεμο κατά του PKK και του ISIS, κανείς δεν φανταζόταν ότι έναν χρόνο μετά, θα γινόταν απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Τούρκου προέδρου και ηγέτη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Recep Tayyip Erdoğan).

Προτού ο πλανήτης συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει στη Νίκαια της Γαλλίας, η είδηση πως τουρκικά μαχητικά και ελικόπτερα πετούσαν μες στη νύχτα πάνω από την Ιστικλάλ και την πλατεία Ταξίμ έκανε πολλούς να μιλήσουν για νέο τρομοκρατικό χτύπημα.

Τα άρματα μάχης είχαν μπλοκάρει τις δύο γέφυρες του Βοσπόρου, αποκόπτοντας συμβολικά την ευρωπαϊκή από την ασιατική Τουρκία ή αντιστρόφως· εξαρτάται πως διαλέγει κανείς τη φορά της εξουσίας στη διχασμένη ταυτότητα της Türkiye Cumhuriyeti.

Εθισμένη η διεθνής κοινή γνώμη στην τελετουργική ανάγνωση των χτυπημάτων του ISIS, δεν συνειδητοποίησε ότι έτσι ξεκινούν κατά παράδοση τα στρατιωτικά πραξικοπήματα· αυτήν τη φορά στη χώρα με το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ και την όγδοη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη. Κανείς δεν το περίμενε και ας πλήθαιναν το τελευταίο εξάμηνο τα δημοσιεύματα στον τουρκικό και αμερικανικό τύπο πως κάτι συμβαίνει.

O Ταγίπ Ερντογάν με τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγό Χουλουσί Ακάρ κατά τη διάρκεια της 10ης Διάσκεψη Αρχηγών ΓΕΕΔ των Βαλκανικών Χωρών στην Κωνσταντινούπολη, την Τετάρτη 11 Μαΐου 2016 - Πηγή: REUTERS/Murad Sezer/File Photo

Η τελευταία χρονιά του Ερντογάν

Συγγενείς ενός θύματος του τρομοκρατικού χτυπήματος στο αεροδρόμιο Atatürk, που είχε πραγματοποιηθεί την προηγούμενη ημέρα, θρηνούν τον άνθρωπό τους την Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Osman Orsal

Από εκείνον τον Ιούλιο του 2015 είχαν μεσολαβήσει πολλά. Στο μέτωπο της Συρίας, η ζυγαριά έγειρε απότομα υπέρ του Μπασάρ Αλ Άσαντ (Bashar al Assad) μετά από την στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας, ενώ οι Κούρδοι –άλλοτε έρμαια των διαθέσεων του αραβικού εθνικισμού και στιγματισμένοι στη Δύση ως τρομοκράτες κομμουνιστικών παρεκκλίσεων– θα αναδεικνύονταν σε στρατηγικούς συμμάχους των ΗΠΑ, κερδίζοντας εδάφη, λαϊκή υποστήριξη και διεθνή αναγνώριση. Στην ευρύτερη Εγγύς και Μέση Ανατολή, το Ιράν επανήλθε στη διεθνή πολιτική σκηνή, ύστερα από την άρση του οκταετούς εμπάργκο για το πυρηνικό του πρόγραμμα.

Η Σαουδική Αραβία βρέθηκε εγκλωβισμένη στην (ανταγωνιστική προς την αμερικανική βιομηχανία σχιστολιθικής εξόρυξης) πολιτική πλεονασματικής προσφοράς πετρελαίου, που μείωσε δραματικά την τιμή του μαύρου χρυσού διεθνώς, διογκώνοντας το δημοσιονομικό έλλειμα στο Ριάντ. Με το ΔΝΤ να προβλέπει την κατάρρευση της σαουδαραβικής οικονομίας εντός πενταετίας και εν μέσω μετάβασης της εξουσίας σε μια νεότερη γενιά πριγκίπων, το Βασίλειο εξήγγειλε μετοχοποίηση της Aramco, μεταρρυθμιστικό πλάνο με ορίζοντα το 2030 και κινήσεις σταδιακής απεξάρτησης από το πετρέλαιο.

Η Λιβύη βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στο χάος της μετά–Καντάφι εποχής. Στην Αίγυπτο διεξήχθησαν οι πρώτες βουλευτικές εκλογές μετά από την εκδίωξη του συμμάχου του Ερντογάν, ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι (Mohamed Morsi), παγιώνοντας πλέον τον στρατηγό–πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι (Abdel-Fattah el-Sisi) σε απόλυτο κοσμικό κυρίαρχο στο Νείλο. Η βία και η οικονομική εξαθλίωση παρέμειναν ο κανόνας για την υποσαχάρια Αφρική, όπου η Άγκυρα θα επιχειρούσε ανοίγματα με μπαράζ προεδρικών επισκέψεων για να αντισταθμίσει τις εμπορικές της απώλειες σε Ιράκ, Ρωσία και Λιβύη. Η Υεμένη αιματοκυλίστηκε από τον εμφύλιο και τους βομβαρδισμούς της σαουδαραβικής συμμαχίας, που έβλεπε τις σιιτικές εστίες να ανάβουν η μία μετά την άλλη στον Περσικό.

Στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη ξέσπασε η Ιντιφάδα των Μαχαιριών με αμείωτη ένταση, απειλώντας τη σταθερότητα στο εσωτερικό του σημαντικότερου συμμάχου της Ουάσιγκτον στην περιοχή. Στο Ιράκ –ταυτόχρονα με την προέλαση στρατού και σιιτικών πολιτοφυλακών κατά του ISIS– χιλιάδες διαδηλωτές κάθε δόγματος πλημμύριζαν τις πλατείες της Βαγδάτης, απαιτώντας ανασχηματισμό της κυβέρνησης, πάταξη του φραξιονισμού και της διαφθοράς, φτάνοντας μέχρι το σημειο να εισβάλλουν στο κοινοβούλιο.

Όλα τα παραπάνω συνδέθηκαν άμεσα ή έμμεσα με την διεκδίκηση από την Τουρκία ρόλου περιφερειακής υπερδύναμης, όπως υπαγόρευε το προ δεκαετίας δόγμα Νταβούτογλου για «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» («komşularla sıfır sorun»). Οι εξελίξεις στο σύνολο της περιοχής, που για τον χρηματοοικονομικό κόσμο είναι κωδικοποιημένη ως ΕΜΕΑ (Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική), φάνηκαν να ακυρώνουν οριστικά αυτές τις φιλοδοξίες.

Στην ίδια την Τουρκία, τα τρομοκρατικά χτυπήματα άρχισαν διαδέχονταν το ένα μετά το άλλο. Το παράτολμο παιχνίδι, που αποδείχθηκε ότι παίζει η Άγκυρα, προσφέροντας τουλάχιστον διευκολύνσεις στον ISIS και τις ακραίες σουνιτικές φράξιες της συριακής αντιπολίτευσης, εξελίχθηκε σε επιχειρησιακό και επικοινωνιακό όλεθρο για το ερντογανικό καθεστώς.

Στις νοτιοανατολικές επαρχίες της χώρας, θα επικρατούσε ντε φάκτο καθεστώς εμφύλιας σύρραξης, με τον στρατό της χώρας να ισοπεδώνει ολόκληρες πόλεις και χωριά και τον κουρδικό πληθυσμό να υφίσταται μαζικές διώξεις από τις δυνάμεις ασφαλείας και τις πολιτοφυλακές του AKP.

Τούρκοι στρατιώτες περιπολούν στα χαλάσματα του Sûr, ιστορικού κέντρου του Ντιγιάρμπακιρ (Diyarbakir), την Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Sertac Kayar/File Photo

Εκείνον τον Ιούλιο του 2015, ήταν ακόμα νωπή η λαϊκή εντολή από τις εθνικές εκλογές του περασμένου μήνα, που για πρώτη φορά είχαν φέρει ένα φιλοκουρδικό κόμμα στη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση και για πρώτη φορά στέρησαν την αυτοδυναμία στο κυρίαρχο AKP.

Η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης οδήγησε τον Ερντογάν στην απόφαση να προκηρύξει εκ νέου εκλογές. Ημερομηνία θα οριζόταν η 1η Νοεμβρίου. Κανείς δεν άφησε τότε ασχολίαστο πως η μέρα αυτή σήμανε την 93η επέτειο από την επίσημη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γιατί διάλεξε αυτήν την ημερομηνία ο Τούρκος πρόεδρος;

Δεν ήταν μια απόφαση χωρίς ρίσκο. Είχαν περάσει μόλις δύο χρόνια από την εξέγερση στο πάρκο Γκεζί (Gezi) τον Ιούνιο του 2013. Η διολίσθηση του νεοοθωμανικού AKP στον αυταρχισμό είχε ριζοσπαστικοποιήσει μεγάλα τμήματα της νεολαίας, επιφέροντας ιδεολογικές ζυμώσεις ανάμεσα σε ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες (αριστερούς, αντικαπιταλιστές μουσουλμάνοι, φιλελεύθερους, φιλοκούρδους, υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φιλοευρωπαϊστές κ.ο.κ). Μεγάλα τμήματα της κοινωνίας επιδείκνυαν σθεναρή αντίσταση στην ισλαμοποίηση του εκπαιδευτικού συστήματος που είχε εξαγγείλλει ο Ερντογάν τον Φεβρουάριο του 2012: «στόχος του ΑΚP είναι η ανατροφή ενάρετων γενεών».

Ακόμα και οι συστημικοί αντίπαλοί του είχαν συνειδητοποίησει πως οι παλιές διαχωριστικές γραμμές μετατοπίζονταν. Το κεμαλικό CHP είχε επιχειρήσει από το 2010 –και υπό τη νέα ηγεσία του Κεμάλ Κιλιτσνταρόγλου (Kemal Kiliçdaroglu) στη θέση του Ντενίζ Μπαϊκάλ (Deniz Baykal)– στροφή προς την κεντροαριστερά, (αλλάζοντας ρότα για πρώτη φορά μετά τη νεοσυντηρητική του επάνοδο το 1997, όταν ο στρατός έψαχνε συμμάχους κατά των ισλαμιστών).

Τον Αύγουστο του 2014, οι πρώτες στην ιστορία της χώρας προεδρικές εκλογές απευθείας από τον λαό ανέδειξαν για άλλη μια φορά νικητή τον Ερμπακάν. Ήταν μια ανάσα για το AKP που κλυδωνιζόταν από τη διαφθορά και την οικονομική δυσπραγία της κρίσιμης διετίας 2013-2014. Όμως, το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής, η γενικευμένη δυσαρέσκεια για τα σκάνδαλα του AKP και η θεαματική είσοδος του Σελαχατίν Ντεμιρτάς (Selahattin Demirtaş) στην κεντρική πολιτική σκηνή έδειχναν πως κάτι είχε αλλάξει.

Οι πολιτικές αυτές μετατοπίσεις αποτυπώθηκαν στις κάλπες του Ιουνίου του 2015, θέτοντας σε κίνδυνο την εκπεφρασμένη επιθυμία του πρώην πρωθυπουργού και νυν προέδρου να μετατρέψει την Τουρκία σε προεδρική δημοκρατία. Το σύστημα που έχει καταστεί κυρίαρχο, παίζοντας στα δάχτυλα το «διαίρει και βασίλευε», θα πήγαινε ένα βήμα παραπέρα.

Με την επιλογή της 1ης Νοεμβρίου γινόταν φανερό ότι ο αποκαλούμενος στις επιφυλλίδες και στα καφενεία «Σουλτάνος» επιζητούσε τη συμβολική επανέναρξη της ιστορίας: η Τουρκία ήταν ο Ερντογάν και ο Ερντογάν η Τουρκία. Το ερώτημα ήταν με ποιο τίμημα;

Ομιλία του Τούρκου προέδρου από το Προεδρικό Συγκρότημα κατά τη διάρκεια του iftar, του δείπνου μετά το πέρας της ημερήσιας νηστείας του Ραμαζανιού, τη Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016 - Πηγή: Murat Cetinmuhurdar/Presidential Palace/Handout via REUTERS

Εκείνον τον Ιούλιο του 2015, ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της τουρκικής δεξιάς είχε μόλις μετακομίσει στο νέο προεδρικό μέγαρο της Άγκυρας, το πανάκριβο και προκλητικό Ak Saray (Λευκό Παλάτι) ή, όπως είναι η επίσημη ονομασία του, Cumhurbaşkanlığı Külliyesi (Προεδρικό Συγκρότημα).

Με τα τύμπανα του πολέμου να ηχούν και πλήθη προσφύγων να διασχίζουν απ' άκρη σε άκρη τη χώρα, το AKP θα θριάμβευε στις εκλογές του Νοεμβρίου, κερδίζοντας το 49,5% των ψήφων. Το φιλοκουρδικό HDP θα έχανε δυνάμεις, αλλά θα παρέμενε εντός κοινοβουλίου. Πολλοί αναλυτές εκτίμησαν ότι οι μεγαλύτερηςς ηλικίας και συντηρητικότεροι Κούρδοι φοβήθηκαν μια νέα καταστροφή των κοινοτήτων τους από τη μανία, με την οποία έπεφταν πάνω τους στρατός, αστυνομία και δικαστές το καλοκαίρι του 2015. Προτίμησαν να κατευνάσουν τον σουλτάνο, ξαναψηφίζοντάς τον. Η μανία στη συνέχεια αποδείχτηκε σφοδρότερη.

Όμως, στο κουρδικό είχε επέλθει μια κρίσιμη αλλαγή, εμφανής ήδη από τις αρχές του 2013, όταν στήθηκε το Πατριωτικό Κίνημα Επαναστατικής Νεολαίας (YDG-H) στο απώτατο νοτιοανατολικό σύνορο της χώρας. Σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις στα βουνά για τις οποίες διακρίθηκε η γενιά του Οτζαλάν, ετούτη τη φορά οι ριζοσπαστικοποιημένοι νέοι της κουρδικής κοινότητας κατήλθαν στα μητροπολιτικά κέντρα, επιχειρώντας αντάρτικο πόλεων. Οι διαφορές στις δύο πλευρές των συροτουρκικών συνόρων κατέστησαν δυσδιάκριτες. Το τουρκικό πυροβολικό έβαλλε μέσα στις κουρδικές γειτονιές σαν να στόχευε απόκρημνες βουνοπλαγιές. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» θα έλυνε τα χέρια του προέδρου.

Έναν χρόνο ακριβώς πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα, ο Ερντογάν ένιωθε πως τα χειρότερα γι' αυτόν είχαν περάσει και μόλις ξεκινούσαν για τους αντιπάλους του.

Ο Ταγίπ Ερντογάν χαιρετά αστυνομικούς σε τοπικό τμήμα της Κωνσταντινούπολης, την Τρίτη 5 Ιουλίου 2016 - Πηγή: Kayhan Ozer/Presidential Palace/Handout via REUTERS

Η μεγάλη παράσταση του Ερντογάν

Η επιρροή του ισχυρότερου Τούρκου ηγέτη από την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ (Kemal Atatürk) είχε εδραιωθεί αναμφίβολα στην σταθεροποίηση της οικονομίας, τις φιλοευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις, το μοίρασμα της ανάπτυξης πέραν από τις μητροπόλεις της δυτικής Ανατολίας και την πεποίθηση πως το όραμα περιφερειακής δύναμης –όπως είχε περιγραφεί στο «Στρατηγικό Βάθος» («Stratejik Derinlik») του πρώην ακαδημαϊκού και από το 2009 υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου (Ahmet Davutoğlu)– ήταν κάτι περισσότερο από εφικτό· ήταν ιστορική επιταγή.

Οι μέσοι ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 7% την πρώτη πενταετία του AKP στην εξουσία –υπό την καθοδήγηση του αμερικανοθρεμμένου, τριαντάρη τότε, υπουργού Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν (Ali Babacan) σφράγιζαν το νέο κοινωνικό συμβόλαιο του Ερντογάν με τους θεοσεβούμενους βιοτέχνες και μικρομεσαίους επιχειρηματίες της Ανατολίας. Οι επονομαζόμενοι «Τίγρεις της Ανατολίας» αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της οικονομικής ιδεολογίας του AKP, μεγαλύτερη νίκη της οποίας ήταν η άρνηση δανείου από το ΔΝΤ το 2008 και η οριστική απεμπλοκή από τις υποχρεώσεις προς το Ταμείο τον Μάιο του 2013.

Ο Ερντογάν είχε μεταρρυθμίσει το σύστημα υγείας και το ασφαλίστικο και είχε επιβάλλει δημοσιονομική πειθαρχία με τους όρους του ΔΝΤ. Όμως, ξαναμοίρασε την πίτα, προώθησε φιλεργατικούς νόμους, αύξησε τις δαπάνες για την παιδεία, αποπλήρωνε τα χρέη του. Η μεγέθυνσή της τουρκικής οικονομίας στηριζόταν περισσότερο απο κάθε άλλη φορά στην εισροή διεθνών κεφαλαίων. To επενδυτικό προφίλ της χώρας είχε βελτιωθεί σημαντικά.

Μετά το ξέσπασμα της κρίσης του 2008, η διευκολυντική πολιτική των δυτικών κεντρικών τραπεζών, που οδήγησε τα επιτόκια δανεισμού σε ιστορικά χαμηλά, θα αύξανε τη διάθεση ανάληψης ρίσκου εκ μέρους των επενδυτών. Διαχρονικά, αυτή εκφραζόταν με τοποθετήσεις στις υψηλότερων αποδόσεων αναδυόμενες οικονομίες, ιδίως όταν συνοδεύονταν από βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας. Το ξένο χρήμα έρεε άφθονο από όλες τις κατευθύνσεις.

Η εξάρτηση, όμως, από τις εισροές για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων της άφηνε εκτεθειμένη την οικονομία της Τουρκίας απέναντι σε ενδεχόμενη ανατίμηση του δολαρίου. Ο συνδυασμός υψηλού χρέους, μεγάλου ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών και έντονης εξάρτησης από άμεσες ξένες επενδύσεις και επενδύσεις χαρτοφυλακίου δημιουργούσε συνθήκες υπερθέρμανσης της οικονομίας με σοβαρό ενδεχόμενο η μόχλευση να οδηγήσει σε φούσκες, κυρίως στη στεγαστική αγορά. Τι θα γινόταν με τις τουρκικές τράπεζες και επιχειρήσεις που είχαν συσσωρεύσει χρέη σε δολάριο; Το έρωτημα έσκασε το 2013, τη δυσκολότερη χρονιά του Ερντογάν από κάθε άποψη.

Η κρίση των αναδυόμενων οικονομιών –που επήλθε ύστερα από την απόφαση της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας να κλείσει οριστικά την εποχή ποσοτικής χαλάρωσης (όπως επικοινωνήθηκε τον Μάιο του 2013, ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2014 και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του ίδιου έτους)– σε συνδυασμό με τις εντεινόμενες γεωπολιτικές εντάσεις άφησαν πολλαπλά τραύματα στην τουρκική οικονομία τα τελευταία τρία χρόνια. Οι ροές κεφαλαίων άλλαξαν φορά. Ο δανεισμός έγινε δυσκολότερος. Η υποτίμηση της λίρας ενίσχυσε τις πληθωριστικές πιέσεις, πλήττοντας την ανταγωνιστικότητα των τουρκικών εξαγωγέων, που την ίδια στιγμή έχαναν λόγω πολέμου την προνομική προσβασή τους στις αγορές Συρίας και Ιράκ.

Οι «Τίγρεις της Ανατολίας» άρχισαν να δυσφορούν. Κάθε επόμενο έτος ο Ερντογάν θα ζητούσε οργισμένα από την κεντρική τράπεζα (TCMB) να μειώσει τα επιτόκια, τη στιγμή που οι επενδυτές ανέμεναν το αντίθετο. Κάθε επόμενο έτος η TCMB θα έχανε τον στόχο 5% για τον πληθωρισμό, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στις δύο φύσεις του AKP, τον νεοσυντηρητισμό και τον νεοφιλελευθερισμό, περιβεβλημένων με τον μανδύα της ισλαμικής ευλάβειας.

Η διαμάχη στους κόλπους του AKP –ανάμεσα στους προεδρικούς, που πίεζαν για επεκτατική νομισματική πολιτική, μείωση των επιτοκίων και χρηματοδότηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης μέσω χρέους– και της ομάδας των εκσυγχρονιστών/μεταρρυθμιστών γύρω από τον αναπληρωτή πρωθυπουργό αρμόδιο για την οικονομία Αλί Μπαμπατζάν, τον κεντρικό τραπεζίτη Ερντέμ Μπαστσί (Erdem Basci) και τον υπουργό Οικονομικών Μεχμέτ Σιμσέκ (Mehmet Şimşek) έπαιρνε διαστάσεις γενικευμένης πολιτικής κρίσης, με τα διεθνή μέσα να κάνουν λόγο για την αρχή του τέλους της εποχής Ερντογάν.

Η απόφαση του Μπαστσί να μειώσει το βασικό επιτόκιο κατά 0,25 μονάδες βάσης στο 7,5%, τον Φεβρουάριο του 2015, προκάλεσε την οργή του Ερντογάν, που, περιμένοντας κάτι περισσότερο, αποκάλεσε τα υψηλά επιτόκια «προδοσία». Ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμούσε διακαώς μια σημαντική μείωση των επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας, ώστε να τονωθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης πριν από τις εκλογές του Ιουνίου. Οι αγορές ήγειραν αμφιβολίες για το κατά πόσο με αυτήν τη στάση διαφυλάσσονταν η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας.

Τον Μάρτιο του 2015, η τουρκική λίρα άρχισε να υποχωρεί έναντι του δολαρίου, στέλνοντας τον δείκτη τιμών καταναλωτή πάνω από το 7% έναντι στόχου για 5%. Το επιτόκιο δεν έχει μειωθεί έκτοτε, όμως η θητεία του Μπαστσί που έληγε τον Απρίλιο δεν ανανεώθηκε. Εκείνες τις ημέρες, το τουρκικό κοινοβούλιο θα ενέκρινε το νέο δρακόντειο νόμο περί ασφάλειας, που έδινε εκτεταμμένες αρμοδιότητες στην αστυνομία κατά των διαδηλωτών (και όπως όλοι καταλάβαιναν κατά των Κούρδων). Οι αγορές είχαν προεξοφλήσει την πολιτική αστάθεια.

Από την τριάδα των εκσυγχρονιστών στη θέση του βρίσκεται σήμερα μόνο ο Σιμσέκ, έχοντας αναβαθμστεί ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης στη θέση ουσιαστικά του Μπαμπατζάν. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών (μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ τη φιλοευρωπαϊκή διετία 2007-2009 και αργότερα αντιπρόεδρος της κυβέρνησης), δεν υπουργοποιήθηκε μετά τις τελευταίες εκλογές. Όπως συνέβαινε με κάθε αντίπαλο του ηγέτη, κύκλοι του AKP τον κατηγορούσαν για σχέσεις με το κίνημα Γκιουλέν (Hizmet).

Την πόρτα της εξόδου είδε μέχρι και ο θεωρητικός του νεοοθωμανισμού Νταβούτογλου, ύστερα από τη διαφωνία του με τις βασικές επιλογές του προέδρου στο κουρδικό και τις προεδρικές εξουσίες. Ο πρωθυπουργός, που μόλις είχε συμπληρώσει ένα εξάμηνο ως επικεφαλής της κυβέρνησης, εξαναγκάστηκε σε παραίτηση τον περασμένο Μάιο, με την αντιπολίτευση να κάνει λόγο για το «παλατιανό πραξικόπημα της 4ης Μαΐου».

Ο λαϊκός ήρωας της Κωνσταντινούπολης είχε πάντα τον τρόπο να επιβάλλει τη γραμμή του στους τεχνοκράτες της κυβέρνησής του, ισχυροποιώντας τη θέση του, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να περιμένει. Για το τρέχον έτος, προβλέπεται αύξηση 30% στον κατώτατο μισθό. Στην πενταετία οι πραγματικοί μισθοί αυξάνονταν κατά μέσον όρο 5%, με την παραγωγικότητα της εργασίας αντίστοιχα στο 1,5%.

Πάντα υπήρχε ένας καλός λόγος για τους οπαδούς του Ερντογάν να βγουν στους δρόμους.

Οπαδοί του Ερντογάν καταλαμβάνουν άρμα μάχης και τραβούν σέλφις, μετά την παράδοση των στρατιωτών στη Γέφυρα του Βοσπόρου, το Σάββατο 16 Ιουλίου 2016 - Πηγή: Gokhan Tan/Getty Images

Όταν τον Δεκέμβριο του 2013 ξέσπασε το μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς στην κρατική τράπεζα Halk Bankasi, που άγγιζε τους γιους του Ερντογάν και είχε οδηγήσει στις συλλήψεις πενήντα ατόμων και την παραίτηση τριών υπουργών, ο Τούρκος πρωθυπουργός όχι μόνο αντιστάθηκε απέναντι στο δικαστικό σύστημα, αλλά αντεπιτέθηκε ξηλώνοντας δεκάδες αξιωματικούς της αστυνομίας, που είχαν προχωρήσει σε συλλήψεις ερντογανικών. Έκανε τότε λόγο για «δικαστικό πραξικόπημα».

Με τις διώξεις κατά κεμαλιστών στρατιωτικών, πολιτικών και δημοσιογράφων –το 2008 στην υπόθεση Ergenekon και το 2010 στην Επιχείρηση Βαριοπούλα (Balyoz Harekâtı)– ο Ερντογάν είχε πιστέψει ότι ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος. Η στροφή από το φιλοδυτικό AKP του 2002 στην ισλαμική ατζέντα είχε αρχίσει να διαφαίνεται μετά το 2007.

Αυτή ήταν η μεγαλύτερη χρονιά του πολέμου, η χρονιά στην οποία συνέπεσαν οι βουλευτικές και προεδρικές εκλογές. Δέκα χρόνια μετά το λεγόμενο «μεταμοντέρνο πραξικόπημα» που είχε ρίξει τον πρώτο ισλαμιστή πρωθυπουργό Νετζμετίν Ερμπακάν (Necmettin Erbakan), ο στρατός θα επιχειρούσε να τελειώνει με το AKP (κόμμα που σχηματίστηκε από την ανανεωτική πτέρυγα του πολιτικού Ισλάμ, όταν τα κόμματα του Ερμπακάν έβγαιναν διαδοχικά εκτός νόμου).

Μετά τον πρώτο γύρο εκλογής προέδρου από τους βουλευτές στις 27 Απριλίου, η ιστοσελίδα του γενικού επιτελείου δημοσίευσε μήνυμα «Περί αντιδραστικών ενεργειών, το χρέος του στρατού». Οι στρατηγοί επιχειρούσαν την ύστατη ώρα να ανακόψουν την πορεία του (No2 στο AKP και υπουργού Εξωτερικών) Αμπντουλάχ Γκιούλ (Abdullah Gül) προς την προεδρία –επειδή η σύζυγός του φορούσε μαντίλα. Στην πραγματικότητα, υπερασπίζονταν λυσσαλέα το άβατο του Κεμαλισμού, την προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας. Η κοινή γνώμη τάχθηκε με τον Ερντογάν, η Εθνοσυνέλευση δεν κατάφερε να εκλέξει πρόεδρο, οι εκλογές του Νοεμβρίου επισπεύστηκαν για τον Ιούλιο, ΗΠΑ και ΕΕ προειδοποίησαν τους στρατηγούς να μην αναμιχθούν, το AKP θριάμβευσε, κερδίζοντας μεταξύ πολλών και την κουρδική ψήφο, και με τη νέα πλειοψηφία προκήρυξε δημοψήφισμα για τον Οκτώβριο, το οποίο επίσης κέρδισε.

Η τελευταία απόπειρα των Κεμαλιστών έγινε τον Μάρτιο του 2008, όταν ο εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Εφέσεων ζήτησε την παραπομπή του AKP στο Συνταγματικό Δικαστήριο με την κατηγορία ότι παραβίαζε τη συνταγματική επιταγή για διαχωρισμό κράτους και θρησκείας. Παρουσιάζοντας οπτικοακουστικό υλικό, ο ανώτατος εισαγγελέας της χώρας Αμπντουραχμάν Γιαλτσίνκαγια (Abdurrahman Yalçınkaya) ζήτησε την απαγόρευση του AKP και πενταετή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για 71 πολιτικούς –συμπεριλαμβανομένων των Ερντογάν, Γκιουλ και έντεκα δημάρχων. Η ιστορία της ισλαμιστικής δεξιάς στην Τουρκία ήταν μια διαρκής διαδοχή κομμάτων που έκλειναν και ξανάνοιγαν με άλλο όνομα· όχι αυτή τη φορά.

Μετά από δίμηνη δίκη, τον Ιούλιο, και με τη ψήφο του προέδρου του Συνταγματικού Δικαστηρίου Χασίμ Κιλίτς (Haşim Kılıç), (η οποία επεδόθη δύο ημέρες αφότου είχαν ψηφίσει οι υπόλοιποι δέκα), το AKP γλίτωσε την απαγόρευση γι' αυτή τη μία ψήφο, στερούμενο απλώς το 50% των κρατικών του επιχορηγήσεων.

Το δημοψήφισμα του 2007 για τη συνταγματική αναθεώρηση (που μείωνε την κοινοβουλευτική θητεία στα τέσσερα χρόνια και θέσπιζε την εκλογή προέδρου της δημοκρατίας απευθείας από το λαό, επέτρεπε δεύτερη προεδρική θητεία, μειώνοντας τη διάρκειά της από τα επτά στα πέντε χρόνια), και το δημοψήφισμα του 2010, (που μεταξύ άλλων αύξανε τον αριθμό των μελών του Συνταγματικού Δικαστηρίου και άλλαζε τα πάντα στα ανώτατα δικαστήρια της χώρας, καθιέρωνε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, προωθούσε την ισότητα των γυναικών, την προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, καθιέρωνε τον θεσμό του συνηγόρου του πολίτη και προέβλεπε τη δίκη πραξικοπηματιών του στρατού από τα αστικά δικαστήρια, αλλά και τη διατήρηση της έδρας για τους βουλευτές των οποίων το κόμμα απαγορευόταν), άνοιγαν τον δρόμο στον καλά θωρακισμένο πλέον Ερντογάν για τον μεγάλο στόχο της εκτελεστικής προεδρίας. Ο εφιάλτης των στρατηγών γινόταν πραγματικότητα χρόνο με το χρόνο.

Δύο ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου την 1η Αυγούστου 2011 στην Άγκυρα θα παραιτούνταν σύσσωμη η στρατιωτική ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, ως διαμαρτυρία για τις μαζικές διώξεις κατά αξιωματικών. Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου έγινε ο Νεζντέτ Ουζέλ (Necdet Özel), ένας στρατηγός πιστός στον Ερντογάν. Οι Κεμαλιστές είχαν πετάξει λευκή πετσέτα.

Πολύ πρόσφατα, τον περασμένο Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο Εφέσεων απεφάνθη ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν συνωμοσία ομάδας Ergenekon, όπως αντίστοιχα προέκυψε τον Μάρτιο του 2015 για τη Επιχείρηση Βαριοπούλα. Όμως, ήταν πολή αργά. Οι Κεμαλιστές είχαν συντριβεί, οι οπαδοί του ιεροδιδάσκαλου Φετουλάχ Γκιουλέν (Fethullah Gülen) είχαν πάρει το αίμα τους πίσω για τις διώξεις που υπέστησαν το 1997. Έχοντας αυξήσει την επιρροή τους σε αστυνομία και δικαστές, οι γκιουλενιστές ενορχήστρωσαν τις διώξεις που διευκόλυναν τον Ερντογάν να ελέγξει τον στρατό.

Η ήττα των Κεμαλικών ήταν τόσο παταγώδης, που στις αρχές του 2013 δεν υπήρχε ναύαρχος να αναλάβει τη διοίκηση του στόλου. Οι μισοί και πλέον ναύαρχοι και ένας στους πέντε στρατηγούς βρίσκονταν στη φυλακή. «Αυτές οι πράξεις εναντίον του στρατού επηρεάζουν το ηθικό. Υπάρχουν τετρακόσιοι υπηρετούντες και απόμαχοι στρατιωτικοί στη φυλακή. Με αυτό το ρυθμό δεν θα μείνει αξιωματικός να διοικήσει», έλεγε ο Ερντογάν, που είχε αρχίσει να νιώθει την απειλή από τον πρώην σύμμαχό του, σε μία συγκυρία όπου ο εμφύλιος στη Συρία είχε πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και η κρίση στην ευρωζώνη περιόριζε τους Τούρκους εξαγωγείς.

Στα τέλη του 2013, θα κατηγορούσε με οργή τον Γκιουλέν ότι κρύβεται πίσω από την υπόθεση Halkbankasi και ότι οργανώνει «παράλληλο κράτος» («paralel devlet yapılanması») με σκοπό την ανατροπή του. Ο Ερντογάν ορκίστηκε εκδίκηση. Όμως, η Ουάσιγκτον καραδοκούσε, όπως το είχε κάνει και στο παρελθόν.

Ιράν: Η πρώτη αμαρτία του Ερντογάν

Θα ήταν άλλο ένα περιστατικό κυβερνητικής αυθαιρεσίας, αν το σκάνδαλο της Halk Bankasi δεν αφορούσε τις συνδιαλλαγές χρυσού έναντι πετρελαίου με το Ιράν, με τις οποίες ουσιαστικά η Άγκυρα έσπαγε το διεθνές εμπάργκο κατά της Τεχεράνης..

Η ενεργειακά εξαρτημένη από το πετρέλαιο του Ιράν Τουρκία είχε βρεθεί σε αδιέξοδο όταν, με εκτελεστική εντολή (Ε.Ο.13599) που υπέγραψε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα (Barack Obama) στις 6 Φεβρουαρίου 2012, πάγωσαν όλα τα περιουσιακά στοιχεία του Ιράν στις ΗΠΑ.

Στις 17 Μαρτίου του ίδιου έτους, το διατραπεζικό σύστημα SWIFT ευθυγραμμίστηκε με τις διεθνείς κυρώσεις που είχαν επιβληθεί προς το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, αποκλείοντας τις ιρανικές τράπεζες από οποιαδήποτε διεθνή συναλλαγή. Η Τουρκία δεν μπορούσε να αγοράζει πλέον πετρέλαιο με διεθνές συνάλλαγμα από τους Ιρανούς.

Καθώς ανάμεσα στις κεντρικές τράπεζες των δύο χωρών δεν υπήρχε συμφωνία swap, ώστε η συναλλαγή να γίνει με τουρκικές λίρες, το Ιράν ζήτησε μυστικά να πληρώνεται με χρυσό. Το πώς γινόταν η συναλλαγή περιέγραψε επακριβώς ο ίδιος ο Αλί Μπαμπατζάν σε επιτροπή της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης στις 28 Νοεμβρίου 2012, μετά τις σχετικές αποκαλύψεις τουρκικών και διεθνών μέσων ενημέρωσης. Οι υπόνοιες για τη μυστική συνεννόηση Ιράν–Τουρκίας είχαν γίνει βεβαιότητες, ένα χρόνο μετά την τρίτη νίκη του AKP.

Σε ρεπορτάζ της η τουρκική εφημερίδα Milliyet είχε αποκαλύψει (8/7/2012) πως η Τουρκία κατέθετε την πληρωμή για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στη Halk Bankasi. Η τράπεζα μετέτρεπε τις τουρκικές λίρες σε χρυσό, τον οποίο είχε εισάγει από την Ελβετία. Ο χρυσός παραδίδονταν με βαλίτσες και τεθωρακισμένα οχήματα σε απεσταλμένους της ιρανικής κεντρικής τράπεζας στα σύνορα. Με αυτόν τον τρόπο φαινόταν ότι η συναλλαγή αφορούσε εξαγωγή χρυσού και όχι αποπληρωμή πετρελαίου.

Αλλο ρεπορτάζ του Reuters (23/10/2013) καταδείκνυε το ρόλο του Ντουμπάι σ' αυτό το αλισβερίσι. Ο χρυσός, που έφτανε στο πολυπληθέστερο και με τη μεγαλύτερη μειονότητα σιιτών εμιράτο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, εξαργυρωνόταν κατά ένα μέρος του και ένα άλλο επανεξαγόταν στο Ιράν, μια και οι κυρώσεις των ΗΠΑ προς την Τεχεράνη δεν επέτρεπαν άλλο τρόπο συναλλαγής.

Ανθρωποι του υπουργείου Ενέργειας παραδέχθηκαν στην τουρκική εφημερίδα πως στο δίμηνο Μαρτίου–Απριλίου του 2012 οι εισαγωγές πετρελαίου από το Ιράν ήταν ασυνήθιστα ψηλές. Το διάστημα αυτό συνέπιπτε με τη ραγδαία άνοδο στις τουρκικές εξαγωγές χρυσού. Οι συνολικές εξαγωγές χρυσού προς το Ιράν για τους πέντε μόνο πρώτους μήνες του 2012 ξεπερνούσαν τα 4 δισ. δολάρια, όταν για ολόκληρο το 2011 είχαν καταγραφεί στα 3,6.

Ακολούθησε βουτιά στις απ' ευθείας εξαγωγές χρυσού τον Αύγουστο του 2012, η οποία όμως συνέπεσε με αύξηση των αντίστοιχων εξαγωγών προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η κίνηση αυτή αποδόθηκε στην επιθυμία της Τεχεράνης να μην δοθεί δημοσιότητα στο θέμα. Η αποκλιμάκωση των εξαγωγών συνεχίστηκε στη διάρκεια του υπόλοιπου έτους και ξαναπήρε μπρος από τον Φεβρούαριο του 2013.

Η Τουρκία δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγάλους παραγωγούς χρυσού, αλλά το 2012 οι εξαγωγές της υπερέβησαν τις εισαγωγές. Οι εξαγωγές χρυσού προς το Ιράν αυξήθηκαν στα 6,5 δισ. δολάρια το 2012, δέκα φορές πάνω από τις αντίστοιχες του 2011. Αντίστοιχα αυξήθηκαν και οι εξαγωγές χρυσού προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στα 4,6 δισ. δολάρια από 280 εκατ. δολάρια το 2011. Συνολικά, μεταξύ Μαρτίου 2012 και Ιουλίου 2013, η Τουρκία εξήγαγε απ' ευθείας στο Ιράν ή μέσω ΗΑΕ χρυσό αξίας 13 δισ. δολαρίων, με αντάλλαγμα πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Η παραπάνω εικόνα εξηγούσε και την πυρετώδη αναζήτηση χρυσού από την Αγκυρα όλο το προηγούμενο διάστημα. Σύμφωνα με την εφημερίδα Radikal (2/7/2012), καθώς τα ορυχεία της Τουρκίας δεν μπορούν να παράγουν χρυσό σε τέτοια κλίμακα, ο χρυσός που χρησιμοποίησε τον Μάρτιο–Μάιο 2012 η Τουρκία για να αγοράσει ιρανικό πετρέλαιο εισήχθη αρχικά στη χώρα το διάστημα Ιουλίου–Οκτωβρίου 2011.

Συνέπεσε δε με το διάστημα κατά το οποίο η TCMB άρχισε να δέχεται τον χρυσό ως εγγύηση από τις εμπορικές τράπεζες, αυξάνοντας έκτοτε διαρκώς το επιτρεπόμενο ποσοστό χρυσού στα συναλλαγματικά αποθεματικά τους, δίνοντας επιπλέον διεξόδους απέναντι στη διεθνή συγκυρία και τις κρίσεις χρέους που επηρέαζαν αρνητικά τα αποθεματικά σε δολάριο και ευρώ.

Η πρώτη νύξη των Αμερικανών προς την κυβέρνηση Ερντογάν για τις ιδιαίτερες σχέσεις του με την Τεχεράνη έγινε τον Απρίλιο του 2011, εποχή που ξεσπούσε ο εμφύλιος στη Συρία και ο Τούρκος ηγέτης αμφιταλαντευόταν για το αν θα υποστήριζε τον παλιό του σύμμαχο Άσαντ. Πολλά προϊόντα και είδη εξοπλισμού που το Ιράν δεν μπορούσε να εισάγει νόμιμα, έβρισκαν το δρόμο τους ανατολικά μέσω του ιρακινού Κουρδιστάν προς την Τουρκία.

Παραμονές του 2010, η Άγκυρα είχε σκληρύνει τη στάση της απέναντι στους Κούρδους. Παραμονές του 2013, ο Ερντογάν ανακοίνωνε ότι γίνονταν διαπραγματεύσεις ειρήνευσης με τον φυλακισμένο Αμπντουλάχ Οτζαλάν (Abdullah Öcalan).

Η κυβέρνηση Ομπάμα θα προειδοποιήσει δύο φορές την Αγκυρα για το ιρανικό πετρέλαιο. Τον Φεβρουάριο του 2013, η Ουάσιγκτον αυστηροποίησε τις κυρώσεις εναντίον της Τεχεράνης. Παρ' όλα αυτά, η αμερικανική κυβέρνηση έδωσε στην Τουρκία –οι μισές εξαγωγές χρυσού κατευθύνονταν προς το Ιράν– απαλλαγή έξι μηνών από το πρόγραμμα των κυρώσεων έως τον Ιούλιο του 2013, με την πρόφαση ότι ο χρυσός πήγαινε σε ιδιώτες και όχι στην ιρανική κεντρική τράπεζα.

Σύμφωνα με την TurkStat, η Τουρκία τον Ιανουάριο του 2013 δεν πραγματοποίησε εξαγωγές χρυσού στο Ιράν. Η Αγκυρα κράτησε προσεκτική στάση αναμονής απέναντι στις ΗΠΑ, αλλά τον Φεβρουάριο επανήλθε, έστω κι αν οι εξαγωγές αυτές προς τον γείτονά της περιορίζονταν πλέον στο ένα δέκατο του υψηλού 1,8 δισ. δολαρίων που είχαν καταγραφεί τον Ιούλιο του 2012. Έτσι, τον Φεβρουάριο καταγράφηκαν στα 117,9 εκατ. δολάρια, δείχνοντας ότι η ανοιχτή γραμμή μεταξύ Αγκυρας–Τεχεράνης είχε διατηρηθεί παρά τις ασφυκτικές πιέσεις των ΗΠΑ.

Στις 15 Ιουνίου 2013, νέος πρόεδρος του Ιράν εκλέχθηκε ο μετριοπαθής κληρικός Χασάν Ρουχανί (Hassan Rouhani), ο οποίος είχε ανακοινώσει την υποψηφιότητά του προ τριμήνου. Στις 24 Νοεμβρίου 2013, η Συμφωνία της Γενεύης ανάμεσα στο Ιράν και τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ συν τη Γερμανία, για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, αποτέλεσε ορόσημο στις σχέσεις Ιράν–Δύσης.

Η πρώτη συμφωνία ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Τεχεράνη έπειτα από 34 χρόνια προέβλεπε ελάφρυνση των κυρώσεων. Σύμφωνα με την τουρκική εφημερίδα Zaman, το παραθυράκι των χρυσών συναλλαγών που είχε ανοίξει μεταξύ Τουρκίας και Ιράν –στη διετία κατά την οποία η Συρία εξελισσόταν μετατρεπόταν στον απόλυτο εφιάλτη– εκτιμάτο στα 119 δισ. δολάρια (δέκα φορές μεγαλύτερο από το επίσημο ποσό που είχε ανακοινώσει η τουρκική κυβέρνηση για τις αγορές πετρελαίου έναντι χρυσού).

Στις αρχές του 2014, στο αποκοφύφωμα της αντεπίθεσης Ερντογάν σε δικαστές και αστυνομία, η Halk Bankasi ανακοίνωσε ότι οι συναλλαγές της με το Ιράν είχαν σταματήσει από τις 10 Ιουνίου 2013· ακριβώς τις ημέρες που η εξέγερση στο πάρκο Γκεζί βρισκόταν στο αποκορύφωμά της.

Η Ουάσιγκτον καραδοκούσε, αλλά η ιστορία έδειξε πως τα παράνομα δρομολόγια θα μεταφέρονταν νοτιότερα, στη Συρία, όπου άλλο ένα νεοοθωμανικό πρότζεκτ αναζητούσε διέξοδο.

Συρία: Η δεύτερη αμαρτία του Ερντογάν

Ο περασμένος Ιούλιος υπήρξε καθοριστικός για όλα όσα θα συνέβαιναν τον επόμενο χρόνο στην Τουρκία. Στις 20 Ιουλίου 2015, το Ισλαμικό Κράτος πραγματοποίησε αιματηρή επίθεση στην τουρκική πόλη Σουρούτς (Suruç), βορείως του Κομπάνι.

Στις 23 Ιουλίου 2015, τουρκικά αεροσκάφη βομβάρδισαν θέσεις του ISIS εντός Συρίας, με αφορμή το θάνατο ενός Τούρκου στρατιώτη στο συνοριακό πέρασμα του Κιλίς, 100 χλμ. ανατολικά του Κομπάνι, κοντά σε μεγάλο στρατόπεδο Σύρων προσφύγων. Την ίδια μέρα, η Άγκυρα θα έδινε την έγκρισή της στην αμερικανική πολεμική αεροπορία να κάνει χρήση των βάσεων του Ινσιρλίκ (İncirlik Hava Üssü) και του Ντιγιαρμπακίρ (Pirinçlik Hava Üssü).

Την επόμενη ημέρα, μεταδόθηκε από ανώνυμες τουρκικές πηγές μέσω της τουρκικής Hurriyet ότι η Ουάσιγκτον είχε δώσει ως αντάλλαγμα αυτό που διακαώς επιθυμούσε η Άγκυρα: ζώνη απαγόρευσης πτήσεων σε βάθος 40-50 χλμ. εντός του συριακού εδάφους και πλάτους 90 χλμ. κατά μήκος των συνόρων πάνω στον οδικό άξονα που ενώνει δυτικά του Ευφράτη το προπύργιο της Ράκα (Raqqa) με την Τουρκία, περίπου δηλαδή από το Κιλίς έως το μαρτυρικό Κομπάνι.

Στις 26 Ιουλίου 2015, η βρετανική εφημερίδα Guardian δημοσίευε ρεπορτάζ, το οποίο αποκάλυπτε ότι τον Μάιο του 2015 είχαν βρεθεί «εκατοντάδες στικάκια και έγγραφα» σε επιδρομή της Delta Force στην πόλη Ντέιρ εζ-Ζορ (Deir Ezzor) της Συρίας. Αρχικός στόχος ήταν ένας υψηλόβαθμος τζιχαντιστής ονόματι Αμπού Σαγιάφ (Abu Sayyaf). Επρόκειτο για τον Τυνήσιο Φατχί μπεν Αούν μπεν Τζιλντί Μουράτ αλ Τινισί (Fathi ben Awn ben Jildi Murad al-Tunisi), συντονιστή των συναλλαγών πετρελαίου.

Αυτή ήταν η πρώτη επίθεση αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων στη Συρία, που δεν αφορούσε απελευθέρωση ομήρων, αλλά χτυπούσε τον πυρήνα του Ισλαμικού Κράτους. Η είδηση, όμως, ήταν άλλη.

Όπως αποκάλυπτε στη βρετανική εφημερίδα ανώτερος δυτικός αξιωματούχος που είχε δει το υλικό, δήλωσε ότι ήταν πλέον «αδιάψευστες» οι απευθείας συναλλαγές ανάμεσα σε Τούρκους αξιωματούχους και ηγέτες του Ισλαμικού Κράτους. Ο δυτικός αξιωματούχος δήλωνε ότι ήταν «τόσο καθαροί» οι δεσμοί ανάμεσα σε Τούρκους και τζιχαντιστές που «θα μπορούσαν να έχουν βαθιές επιπτώσεις στις σχέσεις μας με την Άγκυρα».

Στις 2 Αυγούστου 2015, η Άγκυρα υποδεχόταν τον Μπρετ Μαγκούρκ (Brett McGurk). Αποστολή του εκπροσώπου της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν να οριστικοποιηθούν οι τεχνικές λεπτομέρειες της χρήσης των τουρκικών αεροπορικών βάσεων κατά του ISIS στη Συρία.

Στις 15 Αυγούστου, σε συνέντευξή του στη Hürriyet, ο αξιωματούχος του State Department δήλωνε ότι «δεν μπορούμε να πετύχουμε κατά του ISIL χωρίς την Τουρκία», εξηγώντας γιατί ήταν αναγκαία η χρήση του Ινσιρλίκ. Από τη συνέντευξη προέκυψαν ότι η Ουάσιγκτον ζητούσε τη βάση από τον Οκτώβριο του 2014. Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους δύο προέδρους διήρκησαν εννέα μήνες και οριστικοποιήθηκαν στις 7-8 Ιουλίου. Και όπως το έθετε ο Μαγκούρκ, «πολλά συνέβησαν μεταξύ 8 και 22 Ιουλίου».

Πράγματι, στις 22 Ιουλίου, δύο μέρες μετά το χτύπημα του ISIS στο Σουρούτς και τον τερματισμό της διετούς ανακωχής με το PKK, οι πρόεδροι των δύο χωρών είχαν τηλεφωνική επικοινωνία, όπου ο Ερντογάν διαβεβαίωσε τον Ομπάμα πως στηρίζει την εκστρατεία των ΗΠΑ, ανοίγοντας τον δρόμο για τη «Συμφωνία του Ινσιρλίκ». Η συμφωνία φαινόταν ότι αναβαθμίζει τη διεθνή θέση της Τουρκίας.

Όμως, το κουρδικό ζήτημα έπαιρνε διαστάσεις εφιάλτη για την Άγκυρα. Οι ΗΠΑ θα συνέχιζαν, κατά δήλωση του Μαγκούρκ, να στηρίζουν τους Κούρδους της Συρίας, διαχωρίζοντας το Κόμμα Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) από το PKK. Ο Αμερικανός αξιωματούχος ήταν κατηγορηματικός: «προφανώς τους βοηθούμε από αέρος να αποδυναμώσουν το Daesh στις περιοχές αυτές». Ο Μαγκούρκ σημείωνε ότι ο στρατηγικός στόχος των ΗΠΑ είναι «η φθορά και, τελικώς, η νίκη κατά του Daesh», εξηγούσε ότι η συνεργασία με τους Κούρδους της Συρίας είναι «εξαιρετικά επιτυχής» και τόνιζε ότι η «απομόνωση της Ράκα είναι το κλειδί για την επιτυχία της εκστρατείας μας».

Ακόμα χειρότερα, ο Μαγκούρκ θα ξεκαθάριζε ότι οι ΗΠΑ δεν στηρίζουν το τουρκικό αίτημα για ζώνη απαγόρευσης πτήσεων στη βόρεια Συρία «για διάφορους λόγους που δεν είναι της παρούσης». Όπως υπογράμμισε, για την αμερικανική διοίκηση προείχε να εκκαθαριστεί από τους τζιχαντιστές η περιοχή αυτή, ώστε σε μεταγενέστερο χρόνο να επιστρέψουν εκεί οι πρόσφυγες. Η παρουσία των τελευταίων στα σύνορα της ΕΕ αυξανόταν με γεωμετρικούς ρυθμούς, όμως η ΕΕ ήταν απορροφημένη τότε με τις ελληνικές διαπραγματεύσεις.

Την ίδια μέρα 15 Αυγούστου, η Γερμανία ανακοίνωσε την απόφασή της να μην ανανεώσει για το 2016 την παραμονή δύο αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot, που είχε αποστείλει στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ η Γερμανία αρχές του 2013 στο Καχραμάνμαρας (Kahramanmaraş) για την προστασία της τουρκικής παραμεθορίου από τις δυνάμεις του Άσαντ (ύστερα από την κατάρριψη τουρκικού F-4 Phantom από το συριακό στρατό τον Ιούνιο του 2012).

Αντίστοιχη απόφαση ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ την επόμενη μέρα για τις δικές τους συστοιχίες Patriot. Στους διαδρόμους της Άγκυρας είχε προκληθεί πανικός, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ στον αμερικανικό τύπο. Οι Αμερικανοί διαβεβαίωναν ότι, αν προέκυπτε ανάγκη, τα συστήματα θα επανέρχονταν αναβαθμισμένα μέσα σε διάστημα μιας εβδομάδας.

Ανατρέχοντας κανείς στα δημοσιεύματα του αμερικανικού τύπου το φθινόπωρο του 2014 (όταν και ξεκίνησαν οι αμερικανοτουρκικές διαπραγματεύσεις για το Ινσιρλίκ) βλέπει να αυξάνονται οι αναφορές για τις σχέσεις της Άγκυρας με το Ισλαμικό Κράτος.

Στις 12 Σεπτεμβρίου 2014, το κύριο άρθρο της Wall Street Journal ζητούσε από την αμερικανική κυβέρνηση να ψάξει άλλο σύμμαχο στη Μέση Ανατολή, υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι το «αναπόφευκτο συμπέρασμα» από τη στάση της Άγκυρας στη Συρία.

Ρεπορτάζ των New York Times στις 13 Σεπτεμβρίου 2014 ανέφερε ότι οι ΗΠΑ ζητούσαν τη βοήθεια της τουρκικής κυβέρνησης, ώστε να στερηθεί ο ISIS τα έσοδα από τις πωλήσεις πετρελαίου. Το δημοσίευμα ανέφερε ότι, δημοσίως, η αμερικανική κυβέρνηση δεν έδειχνε διάθεση να ασκήσει κριτική στην Τουρκία για την επανειλημμένη αποτυχία της να καταπολεμήσει το λαθρεμπόριο πετρελαίου στα σύνορά της. Αλλά, στο παρασκήνιο οι συνομιλίες ανάμεσα στις δύο πλευρές ήταν πολύ έντονες. Παρόλα αυτά, επίσημες πηγές της Ουάσιγκτον εξέφραζαν την πεποίθηση ότι η Τουρκία θα μπορούσε να ανακόψει τις ροές αυτές, «αν το προσπαθούσε».

Αναλυτές μετέφεραν στην αμερικανική εφημερίδα την εκτίμησή τους ότι η Τουρκία γίνεται μέρος της παραοικονομίας που χρηματοδοτεί το ISIS και ότι οι Τούρκοι «κάνουν τα στραβά μάτια», επωφελούμενοι από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου στη μαύρη αγορά, ανάμεσά τους και «κυβερνητικοί αξιωματούχοι». Δυτικός διπλωμάτης ανέφερε δε ότι κάποια από τα δίκτυα διακίνησης, που υπάρχουν ήδη από την εποχή του Σαντάμ Χουσεΐν, «ωφελούν μια ισχυρή τουρκική ελίτ».

Αναγνωρίζοντας ότι είναι πολύ δύσκολο να παρθούν μέτρα παρόμοια με τις κυρώσεις στο Ιράν, οι αναλυτές τόνιζαν ότι ο μακροπρόθεσμος στόχος της Ουάσιγκτον είναι να πείσει την Άγκυρα να συνεργαστεί. Δύο μήνες μετά θα ξεσπούσε το σκάνδαλο της Halk Bankasi.

Παρόλα αυτά, ο Ιούλιος του 2015 έκρυβε μια ακόμα μεγαλύτερη είδηση.

Στα τέλη Ιουλίου, ο βετεράνος του πολυετούς πολέμου Ιράν–Ιράκ και αρχηγός της Sepāh-e Qods (Δύναμη της Ιερουσαλήμ), μιας αντίστοιχης Delta Force εντός των Φρουρών της Επανάστασης, υποστράτηγος του ιρανικού στρατού Κασέμ Σολεϊμανί (Qasem Soleimani), είχε επισκεφτεί τη Μόσχα.

Με καθυστέρηση ημερών, στις 12 Αυγούστου, η αμερικανική κυβέρνηση θα κατηγορούσε το Κρεμλίνο ότι παραβίαζε το διεθνές εμπάργκο κατά του Ιράν. Η είδηση έλαβε αμέσως διαστάσεις στα αμερικανικά ΜΜΕ, καθώς ο Ιρανός αξιωματικός συμπεριλαμβανόταν από το 2007 στη διεθνή λίστα των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στο Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Από την πλευρά τους, τα ιρανικά ΜΜΕ μετέδιδαν ότι οι συζητήσεις του Σολεϊμανί στη ρωσική πρωτεύουσα αφορούσαν εξοπλιστικά προγράμματα.

Η επίσκεψή του Σολεϊμανί στη Μόσχα γινόταν ακριβώς την εποχή που φούσκωναν οι φήμες για επικείμενη αμερικανοτουρκική συμφωνία στο συριακό.

Όπως αποκαλύφθηκε σε μεταγενέστερο ρεπορτάζ του Reuters, σε εκείνη την επίσκεψη o Σολεϊμανί (ο οποίος τον Μάρτιο του 2015 είχε καταλάβει από τον ISIS το Τικρίτ του Ιράκ) ήταν αυτός που έπεισε τη Μόσχα να προχωρήσει στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, που με απόλυτη μυστικότητα ξεκίνησαν στις 30 Οκτωβρίου 2015, αιφνιδιάζοντας τους πάντες.

Τα παζάρια του Ερντογάν είχαν καθυστερήσει την αμερικανική παρέμβαση για οκτώ μήνες, όταν Ρώσοι και Ιρανοί έστησαν την απόλυτη ανατροπή στο μέτωπο της Συρίας μέσα σε τρεις.

Στο περιθώριο της συνόδου των G20, που θα πραγματοποιούνταν στην Αττάλεια της Τουρκίας στις 15-16 Νοεμβρίου 2015 (σ.σ. δύο μέρες μετά το χτύπημα του ISIS στο Παρίσι), ο Βλαντιμίρ Πούτιν (Vladimir Putin) θα δήλωνε ενώπιον δημοσιογράφων ότι υπάρχουν χώρες ανάμεσά στους G20, που χρηματοδοτούσαν το Ισλαμικό Κράτος.

Μετά το πέρας της συνόδου, ο Πούτιν θα ευχαριστούσε προσωπικά τον Ερντογάν για το εποικοδομητικό κλίμα των συζητήσεων.

Στις 17 Νοεμβρίου, η Ρωσία απέστειλε το ιστορικό καταδρομικό Moscva στην ανατολική Μεσόγειο για να υποστηρίξει τους γαλλικούς βομβαρδισμούς, αναπτύσσοντας παράλληλα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας S-400 στην αεροπορική βάση του Χμέιμιμ (Khmeimim) στην βορειοανατολική Συρία.

Στις 20 Νοεμβρίου, ο προσφάτως διορισμένος στη θέση του «Ειδικού Προεδρικού Απεσταλμένου στην Παγκόσμια Συμμαχία κατά του ISIL» Μπρετ Μαγκούρκ θα δήλωνε ότι ο όγκος των πληροφοριών που είχαν περιέλθει στα χέρια των ΗΠΑ από το Ντέιρ εζ-Ζορ (σ.σ. και περιείχαν τις βρώμικες μπίζνες της Άγκυρας) ήταν ο «μεγαλύτερος σε ολόκληρη την ιστορία των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών».

Το πρωί της 24ης Νοεμβρίου από το Σότσι και ενώπιον του βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας, ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα έκανε λόγο για «πισώπλατη μαχαιριά». Η τουρκική αεροπορία είχε μόλις καταρρίψει ένα ρωσικό μαχητικό. Η διεθνής κοινότητα πήρε το μέρος της Άγκυρας.

Η Μόσχα θα αποχωρούσε τέσσερις μήνες μετά από τη Συρία. Σε αυτό το διάστημα είχε αναστήσει τον Μπασάρ Αλ Άσαντ, είχε καταστήσει τον ISIS έρμαιο των κουρδικών δυνάμεων, αποκόβοντας τους τζιχαντιστές από τις γραμμές ανεφοδιασμού τους στη Τουρκία, και είχε μετατρέψει τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων μεταξύ Ιράν – Σαουδικής Αραβίας σε στρατηγική ήττα του σουνιτικού τόξου. Το ημερολόγιο στη ρωσική ατζέντα έγραφε 14 Μαρτίου 2016. Λίγες ημέρες αργότερα, θα υπογραφόταν η τελική συμφωνία ΕΕ–Τουρκίας στις Βρυξέλλες.

Ευρώπη: Η τρίτη αμαρτία του Ερντογάν

Έχοντας φτάσει στο σημείο να προκαλέσει με ανεπανάληπτο τον προαιώνιο εχθρό της Τουρκίας, ο Ερντογάν έμοιαζε πανίσχυρος. Το μήνυμα προς το εσωτερικό της χώρας ήταν σαφές: μόνο ένας πρόεδρος με διευρυμένες εκτελεστικές εξουσίες είχε τη δυνατότητα να υψώσει το ανάστημά του ανάμεσα στους δύο ισχυρότερους προέδρους του πλανήτη. Η κατάρριψη του ρωσικού Sukhoi έκανε πολλούς να μιλάνε για τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Ο πολιτικός χρόνος άρχιζε να τρέχει ανεξέλεγκτα.

Εκείνες τις ημέρες στην ανατολική Μεσόγειο κορυφωνόταν η μεγαλύτερη προσφυγική κρίση από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το Παρίσι δεχόταν ένα ανεπανάληπτο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα τρομοκρατικό χτύπημα. Με την οικονομία της να αναρρώνει αργά και βασανιστικά, η Ευρώπη έβλεπε για άλλη μια φορά δικούς της νέους να μετατρέπονται σε κινούμενες βόμβες, χτυπώντας αδιακρίτως τα μητροπολιτικά της σύμβολα.

Η Ευρώπη έμεινε αποσβολωμένη μπροστά στο δράμα των προσφύγων και αργότερα θα έκανε το παν για να τους κλείσει τον δρόμο. Η Ευρώπη άφηνε τις αξίες της έρμαιο της ακροδεξιάς λαίλαπας και αργότερα θα έμενε αποσβολωμένη στην επιλογή των Βρετανών να αποχωρήσουν.

Όλο αυτό το διάστημα η Άγκυρα προσπαθούσε να ελιχθεί μετά το ασφυκτικό εμπάργκο αντιποίνων του Πούτιν. Ο τελευταίος απολάμβανε εντυπωσιακά ποσοστά δημοφιλίας στη ρωσική επικράτεια. Κυρίως, όμως, έβλεπε τη διεθνή κοινότητα να τον υπολογίζει ξανά, παρά την ανοιχτή πληγή της Ουκρανίας. Με τους Αμερικανούς να έχουν επαναχαράξει τη στρατηγική τους στη Συρία, η Τουρκία δεν είχε περιθώριο να χάσει την υποστήριξη των Ευρωπαίων.

Η επίσκεψη της Γερμανίδας υπουργού Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν (Ursula von der Leyen) τον περασμένο Ιανουάριο στην Τουρκία έδειξε ότι οι δύο πλευρές παρέμεναν σε τροχιά συνεννόησης στα ζητήματα άμυνας, παρά την αντιπαράθεσή τους στο προσφυγικό. Αργότερα, η Τουρκία θα έπαιρνε τη διαβεβαίωση του Βερολίνου ότι η γερμανική παρουσία στο Ινσιρλίκ –από όπου επιχειρούν έξι γερμανικά αναγνωριστικά Tornado και ένα σκάφος ανεφοδιασμού με την υποστήριξη 260 Γερμανών στρατιωτών– θα συνεχιζόταν και, μάλιστα, οι Γερμανοί θα προχωρούσαν σε επενδύσεις αρκετών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ σε υλικοτεχνικές υποδομές.

Το 2016 μπήκε με τις αγορές στην Κίνα να πανικοβάλλονται ύστερα από την απρόσμενη υποτίμηση του γουάν, θυμίζοντας τα δράματα των δύο χρηματιστηριακών κράχ του καλοκαιριού που είχε προηγηθεί. Η λέξη volatility («μεταβλητότητα») κυριαρχούσε στα χρηματιστηριακά ταμπλό. Με την τουρκική λίρα σε άτακτη υποχώρηση και τον ετήσιο πληθωρισμό να πλησιάζει επικίνδυνα το 10%, η περίπτωση ο πανικός στην Κίνα να πυροδοτήσει νέα, μαζική φυγή επενδυτικών κεφαλαίων προς τα ασφαλή καταφύγια του δολαρίου, του γεν ή του ευρώ θα έδινε τη χαριστική βολή στο αναπτυξιακό όραμα του Ερντογάν.

Στη σύνοδο των G20, που διεξήχθη στη Σαγκάη στις 26-27 Φεβρουαρίου, οι κεντρικοί τραπεζίτες κατηγόρησαν τους ομοτράπεζούς τους υπουργούς των Οικονομικών ότι δεν προχωρούν στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν για να έχει νόημα η επεκτατική νομισματική πολιτική υπέρ της ανάπτυξης. Όπως κατάλαβε ο διεθνής, οικονομικός τύπος, οι εκπρόσωποι των είκοσι μεγαλύτερων οικονομικών του πλανήτη είχαν βρει τη φόρμουλα συνεννόησης, απέχοντας από κινήσεις που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μεγαλύτερη ανωμαλία, διατυπώνοντας ρητά τους φόβους τους για το ενδεχόμενο Brexit.

Δύο εβδομάδες πριν από τη Σαγκάη είχε αποκαλυφθεί ότι στο περιθώριο της συνόδου των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των G20 του Νοεμβρίου, o Τούρκος πρόεδρος είχε εκβιάσει ανοιχτά τους Ευρωπαίους για το προσφυγικό. Το νήμα άρχισε να ξετυλίγεται στις 29 Νοεμβρίου και την πρώτη σύνοδο κορυφής ΕΕ–Τουρκίας. Εκεί, οι Ευρωπαίοι εταίροι πρόσφεραν 3 δισ. ευρώ στην Άγκυρα, με αντάλλαγμα την υπόσχεση του Αχμέτ Νταβούτογλου για συμβολή της νέας κυβέρνησης στην ανάσχεση των προσφυγικών ροών στο Αιγαίο. Μετά από ένα πολύμηνο μπραντ ντε φερ, όπου μεσολάβησαν εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία γερμανικά κρατίδια (13/3/2016), ο κύβος ερρίφθη.

Στις 18 Μαρτίου 2016 θα υπογραφόταν η οριστική συμφωνία για το προσφυγικό, που προκάλεσε κύματα κατακραυγής από ανθρωπιστικές οργανώσεις, αλλά ικανοποίησε κατ’ αρχάς τις απαιτήσεις της Άγκυρας στο ζήτημα των θεωρήσεων διαβατηρίων για τους Τούρκους πολίτες.

Η Ερντογάν υποδέχεται τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ (Angela Merkel), την Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015, στο ανάκτορο Γιλντίζ (Yildiz) στην Κωνσταντινούπολη. Το Γιλντίζ χτίστηκε το 1880 από τον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ ΙΙ (Abdülhamid II), ο οποίος φοβόταν επίθεση αυτοκτονίας στο Ντολμά Μπαχτσέ (Dolmabahçe) - Πηγή: Guido Bergmann/Bundesregierung via Getty Images

Αλλά, τα καλά νέα για τον Ερντογάν ήρθαν στο τέλος του Μαρτίου με την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων για το 2015. Παρά το γεωπολιτικό χάος, παρά το ρωσικό εμπάργκο και την έξαρση του κουρδικού ζητήματος, η τουρκική οικονομία έτρεξε με ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 4%, την τρίτη καλύτερη επίδοση στους G20 μετά από αυτές Κίνας και Ινδίας. Η ιδιωτική κατανάλωση σκαρφάλωσε στο 4,7% με την στεγαστική αγορά να επεκτείνεται ακόμα περισσότερο, παρά τις προειδοποιήσεις Τούρκων καθηγητών και του διεθνούς τύπου.

Τα κρατικά ταμεία είχαν εξοικονομήσει σχεδόν 30 δισ. ευρώ από τη μείωση των τιμών του πετρελαίου, ενώ κόντρα σε ό,τι μέχρι τοτε πιστευόταν η συνεισφορά των προσφύγων ήταν κάτι περισσότερο από θετική, αν λάμβανε κανείς υπόψη τα τακτοποιητέα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών που ανήλθαν στα 10 δισ. ευρώ.

Για άλλη μια φορά, ο Ταγίπ Ερντογάν είχε κάνει την κρίση ευκαιρία, πατώντας σε δύο ηπείρους.

Έφυγε πρόεδρος, γύρισε σουλτάνος

Ο Ταγίπ Ερντογάν επιθεωρεί τιμητικό άγημα στο αεροδρόμιο της Κωσταντινούπολης, την Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016, προτού αναχωρήσει για τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία - Πηγή: Kayhan Ozer/Presidential Palace/Handout via REUTERS

Τον περασμένο Ιούλιο κανένας δεν φανταζόταν ότι έναν χρόνο μετά, θα γινόταν απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν. Το ερώτημα που πλέον αιωρείται είναι αν θα βγει ισχυρότερος ή όχι. Για να απαντήσει κανείς θα πρέπει πρώτα να ορίσει την ισχύ του ίδιου και στη συνέχεια να τη θέσει απέναντι στην ισχύ των άλλων. Αυτή είναι και η αναζήτηση που θα χαρακτηρίσει εφεξής την επόμενη μεγάλη παράσταση του Τούρκου ηγέτη που έφυγε ως πρόεδρος και γύρισε ως σουλτάνος.

Την ίδια μέρα (7/6) που επικύρωνε το νόμο για την άρση της ασυλίας όσων βουλευτών διώκονται από τη δικαιοσύνη (ανοίγοντας έτσι για την ουσιαστική έξωση του φιλοκουρδικού HDP από τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση), ο Τούρκος πρόεδρος δήλωνε θριαμβευτικά ότι από εκείνον τον Ιούλιο του 2015 οι ένοπλες δυνάμεις είχαν σκοτώσει 7.600 μαχητές του PKK.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του γενικού επιτελάρχη Χουλουσί Ακάρ (Hulusi Akar) στη 10η Διάσκεψη Αρχηγών ΓΕΕΔ των Βαλκανικών Χωρών από τον περασμένο Μάιο, «οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις σκότωσαν περίπου 1.300 μέλη του Daesh στη Συρία και στο Ιράκ μέχρι σήμερα και κατέστρεψαν μεγάλο αριθμό οπλισμού, ρουκετών, θέσεων, οχημάτων και κτιρίων».

Η σύγκριση των δύο αριθμών ήταν ενδεικτική της γραμμής της Άγκυρας, που τον Σεπτέμβριο του 2014 είχε δώσει εξουσιοδότηση για μόλις οκτώ επιχειρήσεις στις νοτιοανατολικές τις επαρχίες, όταν ο στρατός ζητούσε 290. Ο Ερντογάν είχε ανάγκη τον στρατό για να εφαρμόσει τη στρατηγική του στο κουρδικό. Και ο στρατός είχε ανάγκη τον Ερντογάν, γιατί οι εποχές είχαν αλλάξει. Ο στρατός επανερχόταν στο προσκήνιο. Το τέταρτο στρατιωτικό πραξικόπημα στην ιστορία της Τουρκίας έμελλε να είναι το πρώτο αποτυχημένο.

Ανάμεσα στους πρωτεργάτες τους πραξικοπήματος αναφέρεται το όνομα του αρχηγού της 2ης Στρατιάς, στρατηγού Αντέμ Χουντούτι (Adem Huduti), εμπνευστή και πρωτεργάτη των εκκαθαρίσεων στο Ντιγιάρμπακιρ (Sur) και το μαρτυρικό Τζίζρε (Cizre). Οι στρατιωτικοί αναλυτές περιέγραφαν τη 2η Στρατιά ως έναν εν αναμονεί στρατό εισβολής, που θα επέβαλε την πολυπόθητη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων στη βόρεια Συρία, πατάσσοντας το κουρδικό κίνημα εν τη γενέσει του.

Στους στασιαστές συγκαταλέγεται και ο ταξίαρχος της αεροπορίας Μπεκίρ Ερτζάν Βαν (Bekir Ercan Van), διοικητής της βάσης του Ινσιρλίκ. Μετά την επικράτηση των προεδρικών, η βάση έκλεισε προσωρινά, ενώ αναφέρεται ξανά ως διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι στις ΗΠΑ για την έκδοση του Γκιουλέν, ο οποίος ζει εξόριστος στην Πενσυλβάνια. Η επικρατέστερη μέχρι στιγμής εκτίμηση είναι ότι οι πραξικοπηματίες ήθελαν να προλάβουν το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, που ήταν προγραμματισμένο να συνεδριάσει την 1η Αυγούστου. Οι πληροφορίες συνέκλιναν ότι επίκεινται γενικές εκκαθαρίσεις στο στράτευμα.

Αρχικά, γινόταν λόγος για μια κακοσχεδιασμένη στάση χαμηλόβαθμων αξιωματικών. Αν κρίνει κανείς από ονόματα όπως αυτό του συνταγματάρχη Αλί Γιασιτζί (Ali Yazici), του στρατιωτικού συμβούλου του ίδιου του Ερντογάν, η αρχική υπόθεση ανατρέπεται. Η συνωμοσία ήταν ευρύτατη. Κάτι άλλο καθόρισε τις εξελίξεις· κατά πάσα πιθανότητα η λαϊκή αντίδραση (και οι σκληροπυρηνικοί του AKP), η εμφάνιση Ερντογάν, η αντίσταση των Ειδικών Δυνάμεων και ο άγνωστος λόγος για τον οποίο δεν καταρρίφθηκε το αεροσκάφος που μετέφερε τον Τούρκο πρόεδρο στην Κωνσταντινούπολη συνοδεία δύο μαχητικών (ενδεχομένως τα καταδιωκτικά να μην πήραν το ρίσκο της κατάρριψης, με το σήμα αναμεταδότη του TC-ATA να δίνει το στίγμα της πτήσης THY 8456 της Turkish Airlines). Την ώρα που πετούσε, το αμερικανικό ινστιτούτο στρατηγικών αναλύσεων Stratfor έδινε κανονικά το στίγμα του μέσω Twitter και το πρακτορείο Doğan προανήγγειλε την άφιξή του.

Στην πτήση από το αεροδρόμιο Νταλαμάν (Dalaman) στο αεροδρόμιο Ατατούρκ (Atatürk), που τυπικά κρατά μία ώρα και ένα τέταρτο, το αεροσκάφος φαίνεται να πραγματοποιεί δύο πλήρεις κύκλους, προτού βγει στη θάλασσα του Μαρμαρά. Σε μετέπειτα αναφορές διέρρευσε ότι η εν λόγω πτήση παρενοχλήθηκε από δύο μαχητικά F-16, τα οποία είχαν απογειωθεί απο τη βάση Ακιντζί (Akinci) στην Άγκυρα.

Στις 23:25 μ.μ., μια ώρα μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, ανακοινώνεται ότι την εξουσία έχει αναλάβει ο στρατός. Στις 23:38 μεταδίδεται ότι ο πρόεδρος Ερντογάν ζει. Στις 23:47 συλλαμβάνεται ο επιτελάρχης Ακάρ. Αμέσως, προεδρικές πηγές διαρρέουν ότι δεν υπάρχει έγκριση της ιεραρχίας. Με ελάχιστα λεπτά διαφορά γύρω στα μεσάνυχτα, οι πραξικοπηματίες ρίχνουν τα social media, καταλαμβάνουν τα κεντρικά του AKP στην Κωνσταντινούπολη, εισβάλλουν στην κρατική τηλεόραση TRT και μεταδίδουν το δεύτερο μήνυμά τους.

Το FaceTime του Ερντογαν –με το οποίο καλούσε τον κόσμο να βγει στους δρόμους, λέγοντας ότι ο ίδιος επιστρέφει στην Άγκυρα– μεταδόθηκε μέσω κινητού στις 00:26 π.μ. Έχουν περάσει ακριβώς δύο ώρες από τις πρώτες εικόνες στις αποκλεισμένες γέφυρες του Βοσπόρου που είχε μεταδώσει το πρακτορείο Doğan και μία ώρα από την πρώτη ανακοίνωση των στασιαστών, όπου κάνουν λόγο για νέο σύνταγμα. Δέκα λεπτά αργότερα, στις 00:35 το κρατικό TRT πέφτει, αλλά επανέρχεται με αναμετάδοση από το Λονδίνο. Στη 01:03 ο υπουργός Δικαιοσύνης καταγγέλλει πως πίσω από όλα κρύβεται ο Γκιουλέν. Τα τανκς βομβαρδίζουν το κοινοβούλιο στην Άγκυρα, ενώ πυροβολισμοί ακούγονται στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο Ερντογάν κάνει αγώνα δρόμου από την Μαρμαρίδα στο Νταλαμάν (απόσταση μίας ώρας και είκοσι λεπτών). Αργότερα, θα ειπωθεί πως γλίτωσε την τελευταία στιγμή στο ξενοδοχείο, όπου είχαν ξεσπάσει μάχες και δύο από τους σωματοφύλακές του έπεφταν νεκροί.

Ο Ταγίπ Ερντογάν μιλά σε δημοσιογράφους από το ξενοδοχείο στη Μαρμαρίδα, τις πρώτες ώρες του πραξικοπήματος, την Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Kenan Gurbuz

Όπως μεταδίδει το Reuters, ανιχνευτές εμπορικών πτήσεων έδειχναν ότι το TC-ATA Gulfstream IV είχε απογειωθεί γύρω στη 01:40 από το Νταλαμάν. Στη 01:36 ο διοικητής της 1ης Στρατιάς (Κωνσταντινούπολη και Ανατολική Θράκη) Ουμίτ Ντουντάρ (Ümit Dündar), ανακοινώνει ότι οι πραξικοπηματίες είναι μια μικρή φράξια και «δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας». Ελάχιστα λεπτά αργότερα ακούγονται από τους μιναρέδες της Κωνσταντινούπολης οι μουεζίνηδες να καλούν τους πιστούς, ενώ απανωτά μηνύματα από τον πρωθυπουργό Μπιναλί Γιλντιρίμ (Binali Yildirim) και το αρχηγείο των Ειδικών Δυνάμεων καλούν σε αντίσταση μέχρι θανάτου. Ο Ερντογάν είναι στον αέρα.

Στις 02:05 ο Λευκός Οίκος ανακοινώνει ότι Ομπάμα και Κέρι συμφωνούν πως όλα τα κόμματα στην Τουρκία θα πρέπει να υποστηρίξουν την εκλεγμένη κυβέρνηση, καλώντας για αυτοσυγκράτηση και αποφυγή της αιματοχυσίας. Κύκλοι του Γκιουλέν αρνούνται τις κατηγορίες στις 02:13. Το στίγμα του αεροσκάφους καταγράφεται όχι προς την Άγκυρα, αλλά μεταξύ Σμύρνης και Κωνσταντινούπολης, ήδη από τις 02:40. Όλο αυτό το διάστημα μαίνονται σφοδρές μάχες στην Άγκυρα, ένα μέρος της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης καταρρέει. Τούρκοι αξιωματούχοι ανέφεραν στις 03:20 ότι το αεροσκάφος προσγειώνεται. Στις 04:00 ο Ερντογάν μιλά σε ζωντανή σύνδεση. Το πραξικόπημα κρίνεται στις λεπτομέρειες.

Ο Ταγίπ Ερντογάν μιλά στους οπαδούς τους στην Κωνσταντινούπολη, το Σάββατο 16 Ιουλίου 2016 - Πηγή: REUTERS/Murad Sezer TPX IMAGES OF THE DAY

Τρεις εβδομάδες πριν από το πραξικόπημα, στις 22 Ιουνίου, το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωνε ότι η Άγκυρα είχε αρνηθεί να δώσει άδεια σε Γερμανούς βουλευτές, που ήθελαν να επισκεφτούν τη βάση του Ινσιρλίκ. Από το κρατικό TRT ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου (Mevlüt Çavuşoğlu) δήλωνε στις 3 Ιουλίου πως «η Τουρκία έχει ανοίξει την αεροπορική της βάση στο Ινσιρλίκ για όσους επιθυμούν ενεργά να συμμετάσχουν στην πάλη κατά του Ισλαμικού Κράτους» και διερωτώταν «γιατί να μην συνεργαστούμε επίσης με τη Ρωσία»; Την επομένη θα ανασκεύαζε.

Στις 8-9 Ιουλίου, η Βαρσοβία φιλοξένησε την 27η σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ. Πάνω από την πολωνική πρωτεύουσα πετούσε το τουρκικό ιπτάμενο ραντάρ Güney («Νότος»), ένα από τα τέσσερα B737-700 τύπου AWACS που είχε παραδώσει η Boeing στην τουρκική αεροπορία το 2014. Στην πρώτη του αυτή αποστολή στο εξωτερικό, το Güney θα απογειωνόταν από τη βάση του Ικονίου (Konya), όπου οι πραξικοπηματίες έφεραν αντίσταση μέχρι την τελευταία στιγμή, και θα ανεφοδιαζόταν από σκάφος του Ινσιρλίκ. Σύμφωνα με τον διοικητή της 131ης Μοίρας των AWACS Χακάν Ντινκ (Hakan Dinç), η παρουσία του τουρκικού AWACS στην Πολωνία ήταν το «νόημα των όσων συνεισφέρουμε στο ΝΑΤΟ».

ΗΠΑ και Ευρώπη διαβουλεύονταν με τον Τούρκο πρόεδρο και τον Χουλουσί Ακάρ για το μέλλον της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Ακριβώς μια εβδομάδα μετά έγινε το πραξικόπημα, το οποίο οι νατοϊκοί σύμμαχοι θα καταδίκαζαν αφότου είχε διαφανεί προς τα πού έγερνε η πλάστιγγα. Σήμερα, οι δυτικοί σύμμαχοι προειδοποιούν τον Ερντογάν να μην επαναφέρει τη θανατική ποινή, που με δικό του νόμο είχε καταργηθεί οριστικά στις 14 Ιουλίου 2004.

Το Σάββατο, ο Τούρκος υπουργός Εργασίας Σουλεϊμάν Σοϊλού (Süleyman Soylu) κατηγόρησε την αμερικανική κυβέρνηση ότι βρίσκεται πίσω από την απόπειρα πραξικοπήματος. «Νομίζουμε ότι είναι ανεύθυνο να εκτοξεύονται τέτοιες κατηγορίες», δήλωσε την επόμενη μέρα ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι (John Kerry) στο CNN.

Η πρόεδρος της Κροατίας Κολίντα Γκράμπαρ Κιτάροβιτς (Kolinda Grabar-Kitarović), ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα (Andrzej Duda), ο γενικός γραμματέας του NATO Γενς Στόλτενμπεργκ (Jens Stoltenberg), η πρόεδρος της Λιθουανίας Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε (Dalia Grybauskaite), η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ και ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ (François Hollande) παρακολουθούν σχηματισμούς μαχητικών πάνω από το χώρο διεξαγωγής της συνόδου του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία, την Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016. Ο Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να αδιαφορεί ή να έχει αλλού το μυαλό του - Πηγή: REUTERS/Kacper Pempel

Το HDP του Ντεμιρτάς επέλεξε να καταδικάσει εξ αρχής και χωρίς περιστροφές το πραξικόπημα. Τυχόν αποδοχή των τετελεσμένων μιας αντιδημοκρατικής εκτροπής, θα σήμανε αυτόματα τον πολιτικό του θάνατο. Ο συμπρόεδρος του HDP είχε μεταβεί στη Μόσχα τον περασμένο Δεκέμβριο, όπου έγινε δεκτός από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκεί Λαβρόφ (Sergey Lavrov). Ήταν μια πρωτοφανής κίνηση της Μόσχας να χρησιμοποιήσει το κουρδικό ως μοχλό πίεσης. Ο τότε πρωθυπουργός Νταβούτογλου κατηγόρησε τον Ντεμιρτάς για «προδοσία». Προς το παρόν, τίποτα δεν δείχνει ότι ο Ερντογάν θα αλλάξει στάση απέναντί στον κουρδικό παράγοντα. Ήδη, ο σουνιτικός όχλος του AKP επιτίθεται σε γειτονίες Κούρδων, αλλά και Αλεβήδων, στην Κωνσταντινούπολη, την Μαλάτεια (Malatya) και άλλες πόλεις.

Οι εικόνες διαπόμπευσης αμούστακων κληρωτών στους δρόμους κάθε άλλο παρά ενισχύουν το φρόνημα όσων υπηρετούν στα σύνορα. Με ακέφαλη τη 2η Στρατιά, η Τουρκία μοιάζει ανοχύρωτη στα νότια σύνορά της. Με ποιον τρόπο θα συνεχίσει ο Ερντογάν τις επιθέσεις κατά των Κούρδων; Το τουρκικό κράτος έχει αποδείξει ότι δεν στερείται εναλλακτικών στην επιβολή της τάξης. Πολύ δύσκολα πλέον οι Κούρδοι θα πειστούν ότι έχουν μέλλον σε μία ενιαία, αδιάσπαστη Τουρκική Δημοκρατία· πόσο μάλλον όταν οι ομοεθνείς τους στην άλλη πλευρά των συνόρων ετοιμάζονται να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο για την επόμενη μέρα με τις ευλογίες των Αμερικάνων.

Εκκαθαρίζοντας το δικαστικό σώμα από τους εναπομείναντες γκιουλενιστές, το σύστημα Ερντογάν έχει πλέον τη δυνατότητα να υποτάξει το κοινοβούλιο, που μετρά κυριολεκτικά συντρίμμια. Η ευκολία με την οποία εκτοξεύεται η κατηγορία της «προδοσίας» –από τη διατήρηση των υψηλών επιτοκίων μέχρι την απόπειρα πραξικοπήματος– αποκτά ένα επιπλέον κόστος για αυτόν που τη δέχεται. Το πολιτικό σύστημα εισέρχεται σε καθεστώς ομηρίας.

Με το νέο νόμο περί ασυλίας βουλευτών, που επικύρωσε η τουρκική προεδρία στις αρχές του Ιουνίου, επηρεάζονται 138 βουλευτές από όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Μεταξύ αυτών, 50 βουλευτές του HDP στο σύνολο των 59 της κοινοβουλευτικής ομάδας που προέκυψε από τις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου. Έως τον Μάρτιο εκκρεμούσαν κατηγορίες ενάντια σε 22 βουλευτές του κυβερνώντος AK σε σύνολο 317, 43 του CHP σε 134, 41 του HDP σε 59 και 6 του MHP σε 40. Με την άρση της ασυλίας, το σύνολο σχεδόν της κοινοβουλευτικής ομάδας του φιλοκουρδικού HDP αντιμετωπίζει κίνδυνο δίωξης και καταδίκης από τις τουρκικές αρχές.

Το μόνο που χωρίζει τον ηγέτη του AKP από την εκτελεστική προεδρία είναι οι 50 κοινοβουλευτικές ψήφοι ως τις 367 που απαιτούνται για τη συνταγματική αναθεώρηση των προεδρικών εξουσιών ή οι 13 ως τις 330 που απαιτούνται για προκηρυχθεί σχετικό δημοψήφισμα. Πριν από το πραξικόπημα, τo AKP ήταν υποχρεωμένο να προσεταιριστεί τις κοινοβουλευτικές ομάδες των κεμαλιστών ή των εθνικιστών για να πιάσει αυτά τα όρια, με δεδομένο ότι οι 59 του τρίτου HDP αποκλείονται από κάθε τέτοια συναίνεση για ευνόητους λόγους. Μετά τα τελευταία γεγονότα, αρκούν δεκατρείς βουλευτές. Ποιος έχει σειρά να κατηγορηθεί ως προδότης;

Η παντοδυναμία του Τούρκου προέδρου θυμίζει τους σουλτάνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μόνο που η ιστορία έχει δείξει ότι οι περισσότεροι εξ αυτών δεν είχαν καλό τέλος· ιδίως από τότε που η Δύση άρχισε να κερδίζει έδαφος στην επικράτειά τους. Η πολιτεία του Σουλτάνου θυμίζει ολοένα και περισσότερο τα χρόνια του Αβδούλ Χαμίτ ΙΙ, του τελευταίου πραγματικά ισχυρού μονάρχη της οθωμανικής εποχής, που στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αναφερόταν με το προσωνύμιο ο «Κόκκινος Σουλτάνος».

Ο νέος σουλτάνος από το Κασίμ πασά (Kasımpaşa) της Κωνσταντινούπολης έχει αποδείξει ότι ξέρει να ελίσσεται. Στις 29 Ιουνίου, Ερντογάν και Πούτιν είχαν συνομιλήσει τηλεφωνικώς με πρωτοβουλία του δεύτερου, συμφωνώντας να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους και να συναντηθούν στη σύνοδο κορυφής των G20 τον Σεπτέμβριο στο Χανγκτσόου (Hangzhou) της Κίνας. Χθες, το Anadolu μετέδωσε ότι οι δύο ηγέτες θα συναντηθούν στις αρχές Αυγούστου.

Καρέ από τη ζωντανή μετάδοση του CNN Türk με το μήνυμα του Ερντογάν από την Μαρμαρίδα, τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου 16 Ιουλίου 2016. Οι σχολές δημοσιογραφίας απέκτησαν ένα νέο αντικείμενο μελέτης - Πηγή: CNN TURK/ via REUTERS TV

Η Γέφυρα του Βοσπόρου το πρωί του Σαββάτου 16 Ιουλίου 2016 - Πηγή: Gokhan Tan/Getty Images

Όμως, η εικόνα ενός φοβισμένου προέδρου που στέλνει διάγγελμα στους οπαδούς του από τις μικρές διαστάσεις ενός κινητού τηλεφώνου στα χέρια της παρουσιάστριας του CNN Türk είναι καταγεγραμμένη. Τα πεταμένα στρατιωτικά κράνη και στολές με θέα τον Βόσπορο, επίσης. Το πραξικόπημα απέτυχε, αλλά έδειξε τα δυο σύμβολα της τουρκικής εξουσίας στις πραγματικές τους διαστάσεις.

Αν η βία καταστεί νόμος στο εσωτερικό, δεν θα απόμείνει τίποτα από αυτά με αξία στο εξωτερικό και το νεοοθωμανικό όραμα του 62χρονου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα γίνει επιτέλους πραγματικότητα· με μια νέα τουρκική δημοκρατία να περιμένει την επανάληψη της ιστορίας.

Διαδηλωτής ανεμίζει μια τουρκική σημαία στην σκεπή κτιρίου στην πλατεία Ταξίμ, τη Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013 - Πηγή: Uriel Sinai/Getty Images

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης