ΑΓΟΡΕΣ

Ευρωαγορές: Η χειρότερη χρονιά από το 2008 - Πρόβλεψη για πτώση 17% το 2022

Ευρωαγορές: Η χειρότερη χρονιά από το 2008 - Πρόβλεψη για πτώση 17% το 2022
Αν επιβεβαιωθεί του Bloomberg θα σημαίνει την χειρότερη επίδοση των ευρωπαϊκών αγορών από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 INTIME NEWS / ΛΙΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ

Οι πιθανότητες για «σωτηρία» των ευρωπαϊκών μετοχών από την εκτιμώμενη ύφεση είναι μικρές, σύμφωνα με πληθώρα στρατηγικών αναλυτών. 

Την ίδια ώρα μια έρευνα του Bloomberg κάνει λόγο για πτώση κατά 17% για τον πανευρωπαϊκό δείκτη Stoxx 600 στο σύνολο του 2022. Πρόβλεψη, η οποία αν επιβεβαιωθεί θα σημαίνει την χειρότερη επίδοση των ευρωπαϊκών αγορών από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.

Στο ίδιο μήκος κύματος, τόσο οι αναλυτές της Goldman Sachs και της Τράπεζας των ΗΠΑ (BofA) έχουν μειώσει τα outlook τους τις τελευταίες εβδομάδες, με τις προοπτικές για ένα ενδεχόμενο ανοδικό ράλι στο τέλος της χρονιάς να είναι περιορισμένες, καθώς οι επενδυτές ανησυχούν για τον αντίκτυπο των αυξημένων αποδόσεων των ομολόγων στα εταιρικά οικονομικά αποτελέσματα και την πολιτική αναταραχή στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα της Bank of America για τον μήνα Οκτώβριο, ένα καθαρό ποσοστό της τάξεως του 95% των επενδυτών αναμένει ύφεση στην Ευρώπη κατά τους επόμενους δώδεκα μήνες, το υψηλότερο επίπεδο από το 2008, ενώ ένα καθαρό ποσοστό της τάξεως του 74% προβλέπει παγκόσμια ύφεση, με το 83% των ερωτηθέντων να εκτιμά ότι το ενεργειακό «σοκ» και η σύσφιξη των πιστωτικών συνθηκών θα οδηγήσουν σε περαιτέρω απώλεια της δυναμικής της ευρωπαϊκής ανάπτυξης

Τον Σεπτέμβριο ο πανευρωπαϊκός δείκτης βλέπει με απαισιοδοξία το μέλλον της αγοράς, με ώθηση από τις ανησυχίες ότι ο αυξανόμενος πληθωρισμός και η επιθετική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από πλευράς ΕΚΤ θα πυροδοτήσουν μια παγκόσμια ύφεση.

Ενώ, σύμφωνα με το Bloomberg, τον Μάρτιο οι αναλυτές εκτιμούσαν κατά μέσο όρο ότι ο Stoxx 600 θα έκλεινε το 2022 κοντά στο επίπεδο του 2021. Ωστόσο, ο πανευρωπαϊκός δείκτης έχει ήδη υποχωρήσει κατά 20% μέχρι στιγμής, υπό την πίεση παραγόντων όπως ο πληθωρισμός, η ενεργειακή κρίση, τα αυξημένα επιτόκια και ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Έτσι, σύμφωνα με τα τωρινά δεδομένα, αναλυτές της Goldman Sachs εκτιμά πως ο Stoxx 600 θα κλείσει τη χρονιά κοντά στις 360 μονάδες, ενώ η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ είναι λίγο πιο αισιόδοξη και προβλέπει κλείσιμο χρονιάς στις 380 μονάδες.

«Οι προοπτικές για την ευρωπαϊκή αγορά θα είναι τραγικές για το τέλος του έτους και πιθανότατα για το επόμενο έτος» σύμφωνα με την Στέφανι Εκολό της TFS Derivatives, η οποία σημείωσε πως:

«Οι μακροοικονομικοί άνεμοι δεν θα σταματήσουν σύντομα να πνέουν κόντρα. Οι γεωπολιτικές εντάσεις συνεχίζουν να αυξάνονται και με τον επίμονο ισχυρό πληθωρισμό, οραματίζομαι την καταστροφή της ζήτησης»

Όπως αναφέρει το Bloomberg, οι ευρωπαϊκές μετοχές τον προηγούμενο μήνα ήταν στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2020 και παρά τα μικρά ανοδικά ξεσπάσματα, οι βάσεις παραμένουν απαισιόδοξες.

Η αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κατά 75 μονάδες την Πέμπτη 27/10 επιβεβαίωσε τους αναλυτές που αφενός είχαν προεξοφλήσει τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, αφετέρου εκτιμούν ότι τα «γεράκια» της ΕΚΤ συνεχίζουν να έχουν τον πρώτο λόγο. Πλέον, το βασικό επιτόκιο του ευρώ διαμορφώνεται στο 2% ενώ αυτό της αποδοχής καταθέσεων από την ΕΚΤ ανέρχεται σε 1,5%. Παράλληλα, προειδοποιήσεις για περαιτέρω επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης στο τέλος του 2022 και στις αρχές του 2023 έστειλε η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου μετά από τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. Η Γαλλίδα αξιωματούχος υπογράμμισε πως η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει σε περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων της το επόμενο χρονικό διάστημα, καθώς «ο πληθωρισμός παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα στην Ευρωζώνη, φτάνοντας το 9,9% για τον Σεπτέμβριο».

Οι κινήσεις της εγχώριας αγοράς

Στις πιο πρόσφατες συνεδριάσεις το Χρηματιστήριο Αθηνών είχε την ευκαιρία να περιορίσει σημαντικά τις απώλειες του 2022, παρουσιάζοντας πολύ καλύτερη εικόνα σε σχέση με τις μεγάλες διεθνείς αγορές.

Μάλιστα, το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει καταγράψει από τις καλύτερες επιδόσεις εφέτος σε διεθνές επίπεδο, παρουσιάζοντας σημαντική ανθεκτικότητα, καθώς καταγράφει πτώση 3,42% από τις αρχές του έτους, τη στιγμή που ο S&P 500 στις ΗΠΑ έχει υποχωρήσει κατά 19,63%, ο Nasdaq κατά 29,88%, ο γερμανικός DAX κατά 16,93%%, ο γαλλικός CAC 40 κατά 12,26% και ο ιταλικός FTSE MIB κατά 18,13%.

Όπως αναφέρει σε σχόλιο της η Beta Χρηματιστηριακή, ο Οκτώβριος εξέπληξε θετικά και η Ελληνική Αγορά ακόμα θετικότερα αφού μία συνεδρίαση πριν το τέλος του έχει την καλύτερη μηνιαία απόδοση φέτος με συνολικά κέρδη από το τέλος Σεπτεμβρίου σχεδόν 8,6% ενώ το ΧΑ βρίσκεται μόλις 3,6% χαμηλότερα από την αρχή του έτους.

Τα καλά νέα από την εταιρική κερδοφορία έχουν δημιουργήσει θεμελιώδεις αναστολές στους επενδυτές καθώς η αίσθηση των φθηνών αποτιμήσεων επιβεβαιώνεται από την εικόνα της χρήσης και στο γ’ τρίμηνο.

Ωστόσο το ενδιαφέρον έχει περιοριστεί, ένδειξη περισσότερο αναμονής και λιγότερο κόπωσης αφού η αγορά εκτός από τα αποτελέσματα αναμένει και νέα από το μέτωπο των επιχειρηματικών συμφωνιών

Σε ανάλυση της για την εγχώρια οικονομία και αγορά, η Jefferies επισήμανε πως ενώ το ΧΑ είναι γεμάτο από θετικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων για τα αποτελέσματα, η αγορά αρχίζει να μοιάζει λίγο ακριβή έναντι των ομολόγων. Ομοίως, κάποιοι από τους μακροοικονομικούς παράγοντες δείχνουν ακόμα μια ανισορροπία.

Ενώ στον αντίποδα, η HSBC δίνει «ψήφο εμπιστοσύνης», εν μέσω της δύσκολης διεθνούς συγκυρίας, για το ελληνικό χρηματιστήριο και για τις ελληνικές τράπεζες.

«Αγοράστε ελληνικές μετοχές και τράπεζες» προτρέπει του επενδυτές η HSBC, δηλώνοντας «ταύρος» για τις εγχώριες μετοχικές αξίες δίνοντας τη σύσταση overweight (υπεραπόδοσης) για το Χρηματιστήριο Αθηνών.

Την ίδια ώρα, η JP Morgan επισημαίνει ότι το story των ελληνικών τραπεζών είναι το πιο ελκυστικό στην Ευρώπη, όμως βάσει των υπολογισμών της, ο δείκτης MSCI Greece εμφανίζει αποτίμηση 7,2 φορές σε όρους P/E, η οποία είναι χαμηλότερη από τις 10,6 φορές του δείκτη MSCI των αναδυομένων αγορών .