ΑΓΟΡΕΣ

JP Morgan: Διατηρεί τη θετική σύσταση «overweight» για τις ελληνικές τράπεζες

JP Morgan: Διατηρεί τη θετική σύσταση «overweight» για τις ελληνικές τράπεζες
AP / Seth Wenig

Ψήφο εμπιστοσύνης στις ελληνικές τράπεζες δίνει η JP Morgan η οποία διατηρεί τη θέση overweight για τις μετοχές τους και εκτιμά ότι θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία και το 2024.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα μηνύματα που «ακούστηκαν» στη Νέα Υόρκη κατά την διάρκεια του Greece Investement Forum που διοργάνωσε η JP Morgan, σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο Αθηνών, ενισχύθηκε η μεσοπρόθεσμη αισιόδοξη προοπτική για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, καθώς οι οικονομικοί δείκτες σηματοδοτούν μια επίσης αισιόδοξη προοπτική για το 2024.

Παράλληλα, η JP Morgan επισημαίνει στο ενημερωτικό της σημείωμα πως οι προσπάθειες των τραπεζών να εξορθολογήσουν τις διαδικασίες τους και θετικότερο περιβάλλον για τους πελάτες τους, με αρωγό τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και κίνητρα, όπως το ψηφιοποιημένο κτηματολόγιο και τα προγράμματα στεγαστικών δανείων, αναμένεται να ενισχύσει την αύξηση των δανείων το 2025.

«Η μεσοπρόθεσμη θετική μας άποψη για τον τραπεζικό κλάδο της Ελλάδας παραμένει άθικτη, καθώς το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον, οι καθαροί ισολογισμοί, η καλή πορεία αύξησης των δανείων και τα διαρθρωτικά στοιχεία, μας επιτρέπουν να είμαστε ‘άνετοι’ με τις αξιολογήσεις υπεραπόδοσης και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες», υπογραμμίζει η JP Morgan.

Τα πέντε θετικά σημεία «κλειδί» για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με την JP Morgan:

  • Ανάκαμψη της αύξησης των δανείων

Μετά από μια δύσκολη χρονιά για την αύξηση των δανείων το 2023 – λόγω των υψηλότερων επιτοκίων και των αποπληρωμών του μεγάλου εταιρικού τομέα – η ανάκαμψη είναι σε εξέλιξη, με το δ’ τρίμηνο του 2023 που δείχνει πολλά υποσχόμενο.

Οι τράπεζες προβλέπουν ετήσια αύξηση 4%-6% στα εξυπηρετούμενα δάνεια για τα επόμενα χρόνια, χάρη στις εταιρικές επενδύσεις και της χρηματοδότησης που υποστηρίζεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και η οποία θα φτάσει τα 5 δισ. ευρώ το 2024, ή περισσότερο από το 2% του ΑΕΠ και θα διατεθεί κυρίως σε έργα τουρισμού, πράσινης μετάβασης και ανάπτυξης υποδομών.

  • Οι πρόσθετες πιέσεις στα έσοδα από τόκους (NII) αναμένεται να είναι μέτριες

Αν και τα οφέλη από τα υψηλότερα επιτόκια εξασθενούν, το μήνυμα από τις τράπεζες είναι ότι η ευαισθησία θα είναι μειωμένη λόγω της καλύτερης από την αναμενόμενη αύξηση των δανείων και τις ευνοϊκές τάσεις των καταθέσεων.

Οι τράπεζες επενδύουν σε προϊόντα σταθερού επιτοκίου και επανεπενδύουν περιουσιακά στοιχεία που λήγουν με υψηλότερα επιτόκια.

  • Η αλλαγή στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και την τραπεζοασφάλιση προσφέρει μια σημαντική ευκαιρία στην αγορά

Οι ελληνικές τράπεζες είναι αισιόδοξες για την αύξηση των εσόδων από προμήθειες και ιδιαίτερη έμφαση στο δόθηκε στην αυξανόμενη διείσδυση στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και στις τραπεζοασφάλειες.

Τα υπό διαχείριση ελληνικά περιουσιακά στοιχεία έχουν εξαιρετική πορεία με ετήσια αύξηση 10% τα τελευταία τρία χρόνια, ξεπερνώντας την Ευρώπη.

  • Η ποιότητα του ενεργητικού παραμένει ισχυρή ενώ το κόστος κινδύνου θα ομαλοποιηθεί κάτω από τις 50 μ.β.

Παρά τα υψηλότερα επιτόκια, η ποιότητα ενεργητικού είναι ισχυρή υποστηριζόμενη από την ισχυρή μακροοικονομική δυναμική, τη χαμηλή εταιρική μόχλευση και μόχλευση των νοικοκυριών, καθώς και τα ανώτατα όρια επιτοκίων που προσφέρονται σε ευάλωτα νοικοκυριά.

Από την πλευρά των στεγαστικών δανείων, η αύξηση της απασχόλησης και οι υψηλότεροι πραγματικοί μισθοί βελτιώνουν τα οικονομικά των νοικοκυριών. Όπως σημειώνεται, τα περισσότερα από τα υπόλοιπα στεγαστικά είναι παλιά δάνεια που έχουν επιβιώσει από την περίοδο της κρίσης και είναι διαρθρωτικά λιγότερο ευαίσθητα στις μεταβολές των επιτοκίων.

  • Ισχυρό μήνυμα για την ανάπτυξη κεφαλαίων και την επιστροφή κεφαλαίου

Βασικός τομέας εστίασης είναι οι επανακτήσεις των δανειακών χαρτοφυλακίων (RPLs) που βρίσκονται στα χέρια των servicers και των private equity funds που πωλήθηκαν κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης από τα NPE, καθώς και η χρηματοδότηση για ανακτηθέντα περιουσιακά στοιχεία και την απόκτηση NPE, με το δυνητικό μέγεθος της αγοράς να εκτιμάται σε 20-40 δισ. ευρώ.

Παράλληλα, η επαναγορά μετοχών είναι στο επίκεντρο, καθώς σύμφωνα με την άποψη που διατύπωσε μια ελληνική τράπεζα, ο SSM μπορεί να προτιμά τα one-off buybacks για βελτιστοποίηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου έναντι μιας υψηλότερης πληρωμής μερίσματος βραχυπρόθεσμα. Η JP Morgan αναμένει πάντως επαναγορά 8% από την Εθνική το 2024 σε σχέση με το υπόλοιπο 18% του μεριδίου του ΤΧΣ στην τράπεζα, ενώ η διοίκηση της τράπεζας τόνισε τα σχέδια επαναγοράς που εξετάστηκαν δεν αφορούν αποκλειστικά στο μερίδιο του ΤΧΣ.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ