ΧΡΗΜΑ

Θερινές εκπτώσεις: Χαμηλότερες πωλήσεις σε σχέση με πέρσι για 1 στις 2 επιχειρήσεις

Θερινές εκπτώσεις: Χαμηλότερες πωλήσεις σε σχέση με πέρσι για 1 στις 2 επιχειρήσεις
Ο τουρισμός δεν κατόρθωσε να αντισταθμίσει πλήρως τις πιέσεις από τις ανατιμήσεις και την κρίση ενέργειας στις θερινές εκπτώσεις, σύμφωνα με την έρευνα του ΙΝΕΜΥ - ΕΣΕΕ, ΙΝΤΙΜΕ

Περισσότερες από τις μισές εμπορικές επιχειρήσεις (52%) που συμμετείχαν στις θερινές εκπτώσεις κατέγραψαν χαμηλότερες πωλήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Ο τουρισμός φαίνεται πως λειτούργησε ευεργετικά για τις πωλήσεις των επιχειρήσεων, όπως προκύπτει από τις πωλήσεις στις τουριστικές περιοχές, χωρίς όμως να καταφέρει να αντισταθμίσει πλήρως τις απώλειες από την κρίση ενέργειας, τις πληθωριστικές πιέσεις και τους κλυδωνισμούς στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από την έρευνα του ΙΝΕΜΥ ΕΣΕΕ για την περίοδο των φετινών θερινών εκπτώσεων, στην οποία επισημαίνεται πως η ενεργειακή κρίση «φαίνεται πως επιδρά χωρίς χρονική υστέρηση και με διττό τρόπο στη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων: Άμεσα, λόγω της αύξησης του λειτουργικού κόστους και έμμεσα λόγω της απομείωσης της εσωτερικής ζήτησης, εξαιτίας της πτώσης του διαθέσιμου εισοδήματος. Επιπρόσθετα, η πληθωριστική κρίση, η οποία έχει ενταθεί λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, επηρεάζει καθοδικά τις προσδοκίες για το χειμώνα, καθιστώντας τα καταναλωτικά πρότυπα περισσότερο συσταλτικά».

Η εντυπωσιακή αύξηση των τουριστικών αφίξεων και εισπράξεων τονώνει σημαντικά την εξωτερική ζήτηση, τόσο σε σύγκριση με το 2020, κυρίως, αλλά και το 2021. Ως εκ τούτου, οι τουριστικές αγορές καταγράφουν αρκετά πιο έντονη δυναμική ανάκτησης σε σύγκριση με τις περισσότερο περιφερειακές αγορές, γεγονός το οποίο τεκμηριώνει τις χωρικές ανισότητες που φαίνεται πως επιταχύνει η ενεργειακή κρίση στο οικοσύστημα του λιανικού εμπορίου, σημειώνει η ΕΣΕΕ.

Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται πως τα ευρήματα της έρευνας προβληματίζουν ως προς τις δυνατότητες ανάκαμψης της εμπορικής αγοράς. Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονούνται δύο παράμετροι: Αφενός, το γεγονός η σύγκριση διεξάγεται με τις θερινές εκπτώσεις του 2021, οπότε οι πωλήσεις είχαν παρουσιάσει εφήμερη μεγέθυνση λόγω της επιστροφής σε «σχετική κανονικότητα». Αφετέρου, η αγορά βρίσκεται φέτος αντιμέτωπη με ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις με αρνητικές επιπτώσεις στο πραγματικό εισόδημα και κατ’ επέκταση στην αγοραστική δύναμη αλλά και στις προσδοκίες.

Αναλυτικά σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας:

  • Περισσότερες από τις μισές εμπορικές επιχειρήσεις (52%) που συμμετείχαν στις εκπτώσεις κατέγραψαν χαμηλότερες πωλήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Το 29% των επιχειρήσεων κινήθηκαν στα ίδια επίπεδα με το 2021, ενώ το 18% σημείωσε αύξηση κύκλου εργασιών.
  • Μόλις το 2% των επιχειρήσεων δήλωσε πως ξεπέρασε τον τζίρο του 2019, ενώ το 44% σημείωσε πως δεν τον προσέγγισε καθόλου ή τον προσέγγισε σε μικρό μόνο βαθμό.
  • Οι νησιωτικές περιοχές φαίνεται να είχαν καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα εξαιτίας της τουριστικής κίνησης, η οποία φέτος κινήθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα σε σχέση με τα δύο τελευταία έτη.
  • Καταγράφεται πτώση της επισκεψιμότητας σε περισσότερα από τα μισά καταστήματα (52%). Ταυτόχρονα, το 24% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι η επισκεψιμότητα διαμορφώθηκε στα ίδια επίπεδα με πέρυσι.
  • Για τις μισές επιχειρήσεις (50%) η καλύτερη περίοδος των εκπτώσεων από άποψη αγοραστικής κίνησης ήταν ο Ιούλιος, εικόνα που έχει παγιωθεί τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο φέτος, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου κινήθηκε αξιοσημείωτα ανοδικά συγκριτικά με παλαιότερα.
  • Δεν παρουσιάστηκαν μεταβολές σχετικά με το ύψος του ποσοστού έκπτωσης καθώς το 30% των επιχειρήσεων προχώρησε σε εκπτώσεις μεταξύ 21% και 30%. Εντούτοις, το 30% των επιχειρήσεων υιοθέτησε εκπτώσεις άνω του 41%, χαρακτηριστική ένδειξη των πιέσεων στον κλάδο και της ανάγκης για εύρεση ρευστότητας.
  • Οι πωλήσεις του 61% των επιχειρήσεων ήταν χαμηλότερες από ότι αυτές ανέμεναν, παρά τις αρνητικές προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί. Για το 73% των επιχειρήσεων η αύξηση του κόστους ενέργειας τους επηρεάζει αρνητικά από πολύ έως πάρα πολύ, σε αντίθεση μάλιστα με το γεγονός ότι ο κλάδος δεν θεωρείται έντασης ενέργειας.
  • Για το 67% των επιχειρήσεων η αύξηση του λειτουργικού κόστους της επιχείρησης κατά το τελευταίο εξάμηνο (από το Μάρτιο του 2022 και έπειτα) κυμάνθηκε μεταξύ 11% και 40%.
  • Οι αυξήσεις των τιμών ενέργειας σε συνδυασμό με τις ισχυρές αναταράξεις στην εφοδιαστική αλυσίδα οδήγησαν σε διόγκωση των τιμών των προμηθευτών προς τις εμπορικές επιχειρήσεις. Για το 80% των επιχειρήσεων οι τιμές των εμπορευμάτων αυξήθηκαν από 6% έως 30% από το Μάρτιο του 2022 και έπειτα. Ενδεικτικά αναφέρεται πως οι επιχειρήσεις οι οποίες στην έρευνα των χειμερινών εκπτώσεων του 2022 δήλωσαν πως αγοράζουν στις ίδιες τιμές τα εμπορεύματα από τους προμηθευτές ανέρχονταν στο 19% έναντι 2% μετά μόλις έξι μηνών.
  • Στο πλαίσιο των έντονων πληθωριστικών πιέσεων, σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις (45%) κατόρθωσαν να απορροφήσουν, έστω και εν μέρει, τις αυξήσεις των τιμών των εμπορευμάτων, ώστε αυτή να μην περάσει εξολοκλήρου στη τελική τιμή. Το 17% των επιχειρήσεων μάλιστα κατόρθωσε να απορροφήσει πλήρως την αύξηση των τιμών των προμηθευτών. Το 44% των επιχειρήσεων απορρόφησε από 11% έως 30% των αυξημένων τιμών ώστε να μην επιβαρυνθούν οι καταναλωτές, ενώ το 21% των επιχειρήσεων απορρόφησε από 41% έως 70%.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ