ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Το success story που ακούει στο όνομα «efood»

Το success story που ακούει στο όνομα «efood»
Το efood πλέον προσφέρει τη δυνατότητα για αγορές και παραγγελίες που δεν αφορούν μόνο στην εστίαση, αλλά σε δεκάδες διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων

«Η κρίση δημιουργεί ευκαιρίες» υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι και την τελευταία δεκαετία υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις που η ρήση αυτή επιβεβαιώθηκε και στην Ελλάδα. Με ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα να είναι η περίπτωση του efood.

Ένα επιχειρηματικό εγχείρημα που το 2011 ήταν ένα από τα πρώτα ελληνικά startups, ξεκίνησε με 2 εργαζόμενους και άλλαξε εκ βάθρων την αγορά της εστίασης και ιδίως το κομμάτι της διεκπεραίωσης παραγγελιών, αξιοποιώντας τις ψηφιακές τεχνολογίες. Επιπλέον, αποτέλεσε μία από τις πρώτες «εξόδους» του startup οικοσυστήματος, δείχνοντας το δρόμο σε πολλούς επιχειρηματίες για το πώς θα πρέπει να κινηθούν.

Το efood επεδίωξε να καλύψει -και το πέτυχε- μία ανάγκη των καταναλωτών: Μέσω μίας ψηφιακής πλατφόρμας να μπορούν να παραγγείλουν εύκολα και γρήγορα από πολυάριθμα διαφορετικά καταστήματα εστίασης και να παραλάβουν μέσα σε λίγα λεπτά στο χώρο τους. Ήταν ουσιαστικά η πρώτη εφαρμογή που πέτυχε να καλύψει τη συγκεκριμένη ανάγκη και το αποτέλεσμα ήταν μία ταχύτατη ανάπτυξη, φθάνοντας στο σημείο αυτή τη στιγμή να έχουν ενταχθεί στην πλατφόρμα του efood περισσότερες από 20.000 επιχειρήσεις σε 100 πόλεις της Ελλάδας. Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι, όμως, ότι πλέον προσφέρει τη δυνατότητα για αγορές και παραγγελίες που δεν αφορούν μόνο στην εστίαση, αλλά σε δεκάδες διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων.

Οι εντυπωσιακοί ρυθμοί ανάπτυξης που έχει παρουσιάσει το efood φαίνονται και από το γεγονός ότι μέσα σε μόλις 10 χρόνια έχει φθάσει πλέον να απασχολεί 5.100 εργαζόμενους. Ο ρυθμός αύξησης του προσωπικού της ξεπερνά το 40% ανά έτος και έχει δαπανήσει περισσότερα από 80 εκατ. ευρώ σε κόστος μισθοδοσίας, τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ οι παροχές που προσφέρει στην πιο πολυπληθή ομάδα διανομέων στην Ελλάδα θα ξεπεράσουν τα 1,8 εκατ. ευρώ το 2021, καθώς ο στόχος είναι να δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας. Πρακτικά, είναι ένας από τους σημαντικότερους εργοδότες στη χώρα και είναι αξιοσημείωτο ότι αναγνωρίζεται ως ένας εξ αυτών, έχοντας βρεθεί στην 5η και στην 3η θέση της λίστας με τα Best Places to Work τα δύο τελευταία χρόνια.

Παράλληλα, όμως, έχει βοηθήσει έναν μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούν τις πωλήσεις. Για τις 20.000 επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην πλατφόρμα, το efood αποτελεί πλέον ένα επιπλέον κανάλι πώλησης και διανομής, αυξάνοντας σημαντικά το κοινό στο οποίο απευθύνονται και δημιουργώντας έναν πρόσθετο κύκλο εργασιών για αυτούς. Δεν είναι τυχαίο ότι ο κύκλος εργασιών, για τις 20.000 επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί στην πλατφόρμα του, έχει ξεπεράσει αθροιστικά τα 2 δισ. ευρώ, τα δέκα τελευταία χρόνια, αποδεικνύοντας ότι ένα σημαντικό κομμάτι της αγοράς της εστίασης διεύρυνε σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα ανάπτυξής του.

Το κανάλι αυτό αποδείχθηκε ζωτικής σημασίας για τη βιωσιμότητα χιλιάδων επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Πρακτικά, δεδομένων των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν στην αγορά, δεν θα είχαν τη δυνατότητα λειτουργίας χωρίς τις ηλεκτρονικές παραγγελίες μέσα από το efood και τη διανομή από το δίκτυο διανομέων του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από μέσα σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα επιβολής των περιορισμών στην αγορά, περισσότερες από 6.000 νέες επιχειρήσεις εντάχθηκαν στην πλατφόρμα του efood, το οποίο ανέλαβε τη διανομή των προϊόντων τους, διασφαλίζοντας τη συνέχεια της λειτουργίας τους, όπως και τη διατήρηση του προσωπικού τους.

Για να αντιληφθούμε την αξία μιας επιχείρησης στην ελληνική αγορά, σημαντική παράμετρος αποτελεί και η συνεισφορά της στην ελληνική οικονομία και στα δημόσια έσοδα, που για το efood, ξεπερνούν τα 60 εκατ. ευρώ σε φόρους μόλις τα τελευταία 3 χρόνια, ενώ η επέκταση του σε 100 πόλεις, δημιουργεί και άμεσα οικονομικά οφέλη για τοπικές οικονομίες και αγορές.

Είναι προφανές πως το efood αποτελεί ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα success story της τελευταίας δεκαετίας στην Ελλάδα. Πέραν του ότι κατάφερε να αλλάξει το status quo σε μία αγορά όπως είναι αυτή της εστίασης, έχει συνεισφέρει στον εκσυγχρονισμό χιλιάδων επιχειρήσεων, αλλά και στη δημιουργία νέων πηγών εσόδων για αυτές. Και ετοιμάζεται για έναν νέο κύκλο ανάπτυξης, φιλοδοξώντας να παραμένει ως ένα θετικό παράδειγμα για το ελληνικό επιχειρείν.