ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΕΚΤ: Πως οι αδύναμες τράπεζες επιδρούν στο κρατικό κόστος δανεισμού

ΕΚΤ: Πως οι αδύναμες τράπεζες επιδρούν στο κρατικό κόστος δανεισμού
REUTERS/Kai Pfaffenbach/File Photo

Η εύθραυστη κατάσταση των ελληνικών τραπεζών είναι ένας από τους επιβαρυντικούς παράγοντες που κρατούν σε υψηλά επίπεδα τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.

Αυτό προκύπτει διασταλτικά από έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η οποία ασχολείται με το πώς η αύξηση του ρίσκου χώρας, επιδρά στους τραπεζικούς ισολογισμούς, πώς οι τραπεζικές διασώσεις επηρεάζουν τα δημόσια οικονομικά, αλλά και πως καθορίζουν τις αποφάσεις των μετόχων και των διοικήσεων των τραπεζών.

Το βασικό συμπέρασμα της έκθεσης είναι πως όταν οι αποδόσεις των ομολόγων μιας χώρας αυξάνονται σε υψηλά επίπεδα και οι ιδιώτες μέτοχοι των τραπεζών γνωρίζουν πως τα πιστωτικά ιδρύματα – που κατέχουν κρατικά ομόλογα- θα διασωθούν με κρατική στήριξη, τότε δεν εισφέρουν κεφάλαια στα πιστωτικά ιδρύματα.

Στην περίπτωση αυτή η επιβάρυνση που επιφέρουν στα δημόσια οικονομικά οι τραπεζικές διασώσεις, επιβαρύνουν το προφίλ του χρέους της χώρας, οδηγώντας σε φαύλο κύκλο. Στην έκθεση σημειώνεται πως μετά την αναδιάρθρωση χρέους οι τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες σημείωσαν ζημίες άνω των 28 δισ. ευρώ (ή 13% του ΑΕΠ), οι οποίες εξαΰλωσαν το σύνολο σχεδόν του μετοχικού κεφαλαίου τους.

«Οι ελληνικές τράπεζες, που ως τότε ήταν φερέγγυες, κατέστησαν αφερέγγυες λόγω της πτώχευσης του Ελληνικού Δημοσίου, του οποίου κατείχαν τα ομόλογα», τονίζεται χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με την μελέτη, η διάσωση των τραπεζών από τις εθνικές κυβερνήσεις συμβάλλει στην παρατεταμένη αστάθεια της αγοράς ομολόγων. Όπως αναφέρεται, δεδομένου ότι η ικανότητα της κυβέρνησης να αποπληρώσει τα χρέη της εξαρτάται από το επιτόκιο που πρέπει να πληρώσει, το υψηλό επιτόκιο που απαιτείται από τους επενδυτές για να αγοράσουν ομόλογα υψηλού κινδύνου (σ.σ. όπως τα ελληνικά) αποδυναμώνει την φερεγγυότητα του κράτους και επιβεβαιώνει τις απαισιόδοξες προσδοκίες.

Η μελέτη της ΕΚΤ σημειώνει πάντως πως υπάρχουν ενέργειες που μπορούν να αναληφθούν από τις τράπεζες και τις κυβερνήσεις για να σπάσουν αυτόν τον φαύλο κύκλο. «Οι τράπεζες που διαθέτουν επαρκές κεφάλαιο για να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενους κρατικούς κινδύνους μπορούν να απορροφήσουν τις ζημίες από τις κρατικές αδυναμίες, προστατεύοντας έτσι τους ισολογισμούς τους από τις εξελίξεις στις αγορές ομολόγων», αναφέρει η μελέτη, δείχνοντας στην κατεύθυνση της τοποθέτησης χρημάτων από τους ιδιώτες επενδυτές στις τράπεζες. Ως προς τα μέτρα που θα μπορούσε να λάβει το κράτος, η μελέτη της ΕΚΤ αναφέρεται στο σκληρό σενάριο της μη διάσωσης με κρατικό χρήμα, το οποίο θα φέρει τους ιδιώτες μέτοχους και πιστωτές της τράπεζας αντιμέτωπους με τις ευθύνες τους.

Δεδομένου ότι το Ελληνικό Δημόσιο έχει τοποθετήσει 40 δισ. ευρώ στις τραπεζικές διασώσεις, διαθέτει το 18% του συνόλου των μετοχών των συστημικών τραπεζών, έχει αναγνωρίσει στις τράπεζες 16,5 δισ. ευρώ αναβαλλόμενο φόρο και τους παρέχει πλήθος εγγυήσεων και ειδικών λογιστικών διευκολύνσεων, είναι εμφανές πως ο «φαύλος κύκλος» της σύνδεσης κράτουςτραπεζών δεν μπορεί να σπάσει εύκολα, κάτι που λειτουργεί ως μόνιμη απειλή για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδος.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ