ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η Ελλάδα χάνει το «στοίχημα» των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

Η Ελλάδα χάνει το «στοίχημα» των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
EUROKINISSI

Η κρίση που έπληξε την Ελλάδα τη τελευταία δεκαετία «φρέναρε» την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Αυτό έγινε ιδιαιτέρως εμφανές από το γεγονός πως η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην εθνική ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας επιβραδύνθηκε μετά το 2014.

Είναι χαρακτηριστικό πως η διείσδυση των ΑΠΕ παρέμεινε σχετικά σταθερή τα τελευταία χρόνια σε σύγκριση με τα έτη 2014 και 2015, οδηγώντας σε μικρή απόκλιση από την αντίστοιχη προβλεπόμενη διείσδυση.

Να σημειωθεί πως η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να επιτύχει τον στόχο για μερίδιο 18% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην εθνική ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας μέχρι το 2020. Μάλιστα ο στόχος αυτός έχει αυξηθεί στο 20% από την εθνική νομοθεσία (Νόμος 3851/2010). Ωστόσο, εάν το 2019 τα πράγματα παραμείνουν ως έχουν ο στόχος αυτός δεν θα πιαστεί.

Στο πλαίσιο του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασμού, προβλέπεται ότι με τις υφιστάμενες τομεακές πολιτικές και μέτρα θα επιτευχθεί μόνον ο στόχος συμμετοχής των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας κατά 18% μέχρι το 2020, αλλά όχι ο στόχος του 20%, που ήταν το μεγάλο ενεργειακό στοίχημα της χώρας.

Όσον αφορά στη διείσδυση των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, η εγκατεστημένη ισχύς των σταθμών αυξήθηκε κατά περίπου 4% το 2018 σε σχέση με το 2017, λόγω της εγκατάστασης αιολικών σταθμών (πρόσθετη εγκατάσταση 165 MW), σταθμών Φ/Β της πιλοτικής ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών του 2016 (πρόσθετη εγκατάσταση 40 MW), μικρών υδροηλεκτρικών σταθμών (ΜΥΗΣ, πρόσθετη εγκατάσταση 10 MW), και σταθμών βιομάζας (πρόσθετη εγκατάσταση 9 MW).

Πρέπει να σημειωθεί πως πρωτοπόρος τομέας από άποψη μεριδίου στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας παραμένει η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση και ψύξη.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ