ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Πανευρωπαϊκή «bad bank» χωρίς εθνικές παρεμβολές θέλει ο SSM

AP Photo/Virginia Mayo, File

Υπέρ της δημιουργίας μιας πανευρωπαϊκής εταιρείας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών (Asset Management Company) τάσσεται ο επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ένρια, ο οποίος θεωρεί πως είναι λάθος η αναδιάρθρωση των τραπεζών που στηρίζονται με χρήματα των φορολογουμένων να γίνεται σε εθνικό επίπεδο και πως πρέπει να γίνεται σε ευρωπαϊκό. 

Αυτή η θέση του επικεφαλής του Εποπτικού Βραχίονα της ΕΚΤ δεν αφήνει πολλά περιθώρια παρερμηνειών και δείχνει το γιατί οι θεσμοί δεν έχουν δώσει έως σήμερα προτεραιότητα στην πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη δημιουργία «bad bank».

Σε δηλώσεις του στην γερμανική Handelsblatt ο Αντρέα Ένρια ρωτήθηκε για το πως αξιολογεί τη δημιουργία «bad bank» για την ελάφρυνση των ισολογισμών των τραπεζών από το βάρος που προκάλεσε ο κορωνοϊός.

«Νομίζω ότι οι εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, όπως προτιμώ να τις αποκαλώ, μπορούν να είναι χρήσιμα εργαλεία και πως εκπλήρωσαν έναν χρήσιμο ρόλο σε ορισμένες χώρες κατά την προηγουμένη κρίση. Εάν έχουν δομηθεί σωστά, δεν χρειάζεται να κοστίσουν τίποτα στον φορολογούμενο», απάντησε.

Ωστόσο, όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει το εάν θεωρεί πως οι εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων πρέπει να συσταθούν σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο ο Αντρέα Ένρια απάντησε τα εξής:

«Πιστεύω ότι υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία», είπε.

Στο σημείο αυτό ξεκαθάρισε πως «υπάρχει ένα λάθος που δεν πρέπει να επαναληφθεί».

Όπως υπογράμμισε, κατά την τελευταία κρίση διοχετεύθηκαν πολλά χρήματα των φορολογουμένων στον ευρωπαϊκό τραπεζικό τομέα, αλλά αυτό έγινε χωρίς ο τραπεζικός κλάδος να αναδιαρθρωθεί αποφασιστικά.

«Παρά τη λήψη στήριξης ίσης με το 13% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, τα τραπεζικά ιδρύματα βγήκαν από την κρίση με σημαντικές διαρθρωτικές αδυναμίες: με πλεονάζον προσωπικό , περιορισμένη κερδοφορία, υπερβολικό κόστος και σε πολλές περιπτώσεις χωρίς βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα», τόνισε.

Ο Αντρέα Ένρια απέδωσε την κατάσταση αυτή στο ότι η αναδιάρθρωση των τραπεζών ήταν εξ ολοκλήρου υπόθεση των κρατών μελών. «Αυτό ήταν λάθος. Αυτή τη φορά, η αναδιάρθρωση πρέπει να ακολουθεί τις ευρωπαϊκές αρχές και να οδηγεί σε μια πιο ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή αγορά», είπε.

Να τονισθεί πως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αποτυχίας είναι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Ο συνολικός αντίκτυπος στο δημόσιο χρέος από την οικονομική στήριξη προς τις ελληνικές τράπεζες κατά την τελευταία δεκαετία ήταν κοντά στο 25% του ΑΕΠ.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις δαπάνησαν περίπου 57 δισ. ευρώ (ακαθάριστα) για την υποστήριξη των τραπεζικών ιδρυμάτων, ενώ επιπλέον περίπου 28 δισ. ευρώ στήριξης προήλθαν από τον ιδιωτικό τομέα.

Από τη δημόσια στήριξη των 57 δισ. ευρώ, περίπου 7 δισ. ευρώ επιστράφηκαν ή ανακτήθηκαν μέσω εκκαθαρίσεων.

Τα δε καθαρά έσοδα του προϋπολογισμού από όλες τις μορφές χρηματοδοτικής στήριξης του χρηματοπιστωτικού συστήματος ανήλθαν σε περίπου 5 δισ. ευρώ.

Αν αθροιστούν τα σχετικά ποσά ανάκτησης και κερδών τότε η καθαρή ζημιά από ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών διαμορφώνεται σε 45 δισ. ευρώ και ως ποσοστό του ΑΕΠ αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες κυβερνητικές παρεμβάσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης