ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΥΠΟΙΚ: Παραπλανητική η κριτική ΣΥΡΙΖΑ για τις αντικειμενικές αξίες

ΥΠΟΙΚ: Παραπλανητική η κριτική ΣΥΡΙΖΑ για τις αντικειμενικές αξίες
Φωτογραφία αρχείου INTIME NEWS/ ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ

Για παραπλανητική κριτική και αδυναμία πειστικής επιχειρηματολογίας κατηγορεί το υπουργείο Οικονομικών τον ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα των αντικειμενικών αξιών, με την αξιωματική αντιπολίτευση να κάνει λόγο για γενικευμένες αυξήσεις στη φορολογία για χαμηλά και μεσαία στρώματα.

«Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, έτσι και στην περίπτωση της μεταρρύθμισης του συστήματος των αντικειμενικών αξιών, η προσέγγιση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι αποσπασματική, παραπλανητική και αδιάφορη για τις μεγάλες αλλαγές. Και αυτό διότι στέκεται σε μία, συγκεκριμένη και επιλεκτική, διάσταση της ανάλυσης των αποτελεσμάτων της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, απλώς και μόνο για τη δημιουργία εντυπώσεων, αφού δεν δύναται να ορθώσει πειστική επιχειρηματολογία επί του συνόλου της μεταρρύθμισης». Αυτό αναφέρει μεταξύ, άλλων, σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών με αφορμή τη δήλωση της τομεάρχη Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, Εφης Αχτσιόγλου, και των αναπληρωτών τομεαρχών Κατερίνας Παπανάτσιου και Τρύφωνα Αλεξιάδη.

Η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών συνεχίζει ώς εξής σχετικά με την ανακοίνωση των στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης:

«Παράλληλα όμως, για να ενισχύσει αυτή τη δημιουργία αρνητικών εντυπώσεων, λόγω της αδυναμίας πειστικής επιχειρηματολογίας, επιλέγει να στρεβλώσει ακόμη και αυτά που έχουν καταστεί σαφή με κάθε τόνο, όπως ότι οι μεταβολές στις αντικειμενικές αξίες δεν θα οδηγήσουν σε αύξηση των συνολικών δημοσίων εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ, καθώς ο νέος ΕΝΦΙΑ που δρομολογείται θα περιλαμβάνει τις απαραίτητες προσαρμογές των συντελεστών και της διάρθρωσής του στα νέα δεδομένα των αντικειμενικών αξιών.

Όπως, λοιπόν, σημειώθηκε από την πρώτη στιγμή, οι όποιες μεταβολές και οι αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες δεν θα μεταφραστούν αυτομάτως σε αυξήσεις του ΕΝΦΙΑ, αφού οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου θα προσαρμοστούν στις μεταβολές των αντικειμενικών αξιών. Συνεπώς, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεσαία τάξη, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεγάλη πλειοψηφία των ιδιοκτητών ακινήτων, ακόμη και αν αυξηθούν οι αντικειμενικές αξίες. Θα επιβαρυνθούν, όμως, κατοικίες σε περιοχές της χώρας που υπο-φορολογούνταν. Και αυτός ο δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιηθεί πλήρως για την περαιτέρω μείωση της φορολογίας ακινήτων, ιδιαίτερα χαμηλής και μεσαίας αξίας. Όπως έγινε από την πρώτη στιγμή, όταν και μειώθηκε μεσοσταθμικά κατά 22% ο ΕΝΦΙΑ.

Είναι, φυσικά, κατανοητή η αδυναμία της αξιωματικής αντιπολίτευσης να σταθεί με ουσιαστικό τρόπο απέναντι σε μία σημαντική μεταρρύθμιση που περιλαμβάνει μεγάλες αλλαγές, δείχνοντας επιδεικτική αδιαφορία. Αλλαγές που εκείνη δεν τόλμησε, αλλά και μετέθεσε. Αλλαγές, όπως η χωρική επέκταση του αντικειμενικού συστήματος με την αύξηση των ζωνών κατά 35% για την άρση αδικιών, η διαμόρφωση αδιάβλητης και τεχνοκρατικής διαδικασίας επί των εκτιμήσεων, η ψηφιακή αναβάθμιση του συστήματος, και βέβαια, η σύγκλιση εμπορικών και αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, που εκκρεμούσε εδώ και αρκετά χρόνια.

Η κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών προωθεί τις μεταρρυθμίσεις, υλοποιεί αλλαγές, δεν μεταθέτει εκκρεμότητες και συνεχίζει να εργάζεται, με τον σχεδιασμό του νέου ΕΝΦΙΑ και την προώθηση της δεύτερης φάσης της μεταρρύθμισης του πλαισίου των αντικειμενικών αξιών, για τη διαμόρφωση των συνθηκών, ώστε η φορολογία της ακίνητης περιουσίας να επιτυγχάνει και να διασφαλίζει τον διττό στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης και της οικονομικής αποτελεσματικότητας».

Αναλυτικά οι τομεάρχες του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναφέρουν τα εξής:

«Οι νέες αντικειμενικές αξίες ακινήτων που ανακοινώθηκαν σήμερα από την κυβέρνηση φέρνουν αυξήσεις κατά μέσο όρο 19,5% για το 55% των ζωνών στο σύνολο της επικράτειας, ενώ οι επιμέρους αυξήσεις που προκύπτουν είναι ακόμα μεγαλύτερες.

Είναι προφανές ότι η αύξηση των αντικειμενικών αξιών θα επιβαρύνει σημαντικά τον ΕΝΦΙΑ σε χαμηλές και μεσαίες ιδιοκτησίες, καθώς και άλλους 20 φόρους και τέλη επί των ακινήτων.

Η ασαφής τοποθέτηση της κυβέρνησης ότι η αλλαγή στον ΕΝΦΙΑ θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερη, κάθε άλλο παρά διασφαλίζει ότι τα χαμηλά και μεσαία στρώματα δεν θα επιβαρυνθούν από τις φορολογικές αυξήσεις που συνεπάγεται η αύξηση των αντικειμενικών αξιών.

Μάλιστα, η χρονική στιγμή που επιλέγεται να γίνει η αύξηση των αντικειμενικών αξιών, εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης, θα οδηγήσει σε μεγάλες επιβαρύνσεις εκατοντάδες χιλιάδες λαϊκά νοικοκυριά και τα μεσαία στρώματα.

Εξάλλου, η τελευταία παρέμβαση της κυβέρνησης στον ΕΝΦΙΑ έδειξε ότι κύριο μέλημά της είναι η ελάφρυνση των μεγάλων ιδιοκτησιών και των υψηλών εισοδημάτων.

Αν, δε, η αύξηση των αντικειμενικών συνοδευτεί από κατάργηση μέρους του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, όπως αναφέρουν δημοσιεύματα, τούτο σημαίνει ότι οι κάτοικοι του κέντρου της Αθήνας, οι κάτοικοι της Δυτικής Αθήνας αλλά και όλων των ζωνών των οποίων οι τιμές αυξάνονται, ανεξαρτήτως της οικονομικής τους κατάστασης, θα πληρώσουν την κατάργηση του φόρου των πλουσίων κατοικιών».​

Η αντίδραση της ΠΟΜΙΔΑ

«Έκρηξη φορολογικών επιβαρύνσεων σε όλο το φάσμα των φόρων, τελών και τεκμηρίων επί της ακίνητης περιουσίας θα σημάνει η εφαρμογή υπέρμετρα αυξημένων τιμών ζώνης του συστήματος αντικειμενικών αξιών ακινήτων σε διάφορες περιοχές της χώρας, αν δεν ληφθούν ουσιαστικά μέτρα εξομάλυνσης των φορολογικών βαρών που θα προκύψουν σε ολόκληρο το φάσμα της φορολογίας ακινήτων, και ιδιαίτερα στον ΕΝΦΙΑ», αναφέρει σε σημερινή της ανακοίνωση η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ).

Η ΠΟΜΙΔΑ κάνει λόγο για δύο σημαντικές στρεβλώσεις του συστήματος εκτίμησης, και του συστήματος φορολόγησης στον ΕΝΦΙΑ, οι οποίες πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν:

Ειδικότερα αναφέρει για:

-Τους συντελεστές παλαιότητας: Οι σημαντικές αυξήσεις τιμών ζώνης που ανακοινώθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας βασίστηκαν προφανώς σε εκτιμήσεις που έγιναν στην αμέσως προ κορονοϊού εποχή (2019 - αρχές 2020) αλλά κυρίως σε σημερινά συγκριτικά στοιχεία από συμβόλαια αγοραπωλησίας νέων ή υπό κατασκευή διαμερισμάτων νέων οικοδομών, που πρέπει να είναι υποχρεωτικά ενεργειακής κλάσης τουλάχιστον Α+, χωρίς την οποία θεωρούνται αυθαίρετες.

«Η επίτευξη της κλάσης αυτής απαιτεί να διαθέτουν ατομικές αντλίες θερμότητας, ενδοδαπέδια θέρμανση, εξωτερική μόνωση με θερμοπρόσοψη, παραγωγή του 65% ζεστού νερού από ανανεώσιμες πηγές και φωτοβολταϊκά συστήματα, με τεράστιο κατασκευαστικό κόστος που δικαιολογεί μεν τις παραπάνω τιμές ζώνης σε νεόδμητες κατοικίες, πλην όμως επιβάλλεται άμεση παρέμβαση στο Συντελεστή Παλαιότητας, ο οποίος απομειώνει σήμερα τις αξίες όλων των υπολοίπων οικοδομών ως εξής:

  • Των κατοικιών: -5% ανά πενταετία και μόνον έως -40% (δηλαδή οι πρώτες πολυκατοικίες του 50 και του 60 εξομοιώνονται με τις κατοικίες του 80!)
  • Των επαγγελματικών ακινήτων: -5% ανά πενταετία και μόνον έως -20% (δηλαδή όλα τα γραφεία και καταστήματα του προηγούμενου αιώνα εξομοιώνονται με τα σχετικά νεόδμητα του 2000!)
  • Των κτισμάτων γενικά στον ΕΝΦΙΑ: +- 5% ανά πενταετία και μόνον έως -20%, (με την εφαρμογή του πραγματικά ασύλληπτου «συντελεστή νεότητας» που αντί να μειώνει την αξία των παλαιών, αυξάνει κατά 25% την αξία των νέων!).

Αντίθετα, με διοικητική διάταξη - «παγίδα» που πρέπει να καταργηθεί άμεσα, η πολεοδομική τακτοποίηση έστω και ενός τ.μ., μηδενίζει την παλαιότητα και επαυξάνει την αξία ολοκλήρου του ακινήτου, φορολογώντας το ως νεόδμητο.

Συνεπώς ο μειωτικός Συντελεστής Παλαιότητας πρέπει να διπλασιαστεί τόσο ως προς τα ποσοστά, όσο και ως προς το χρόνο απομείωσης αξίας, διότι οι πραγματικές αξίες των παλαιοτέρων κτισμάτων, ήδη απαξιώνονται συνεχώς και προγραμματισμένα μέσω του πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης και των νέων κάθε είδους αναγκαστικών προδιαγραφών, οδηγώντας τα παλαιότερα κτίρια στην απαξίωση και τελικά στην κατεδάφισή τους.

Το συμπληρωματικό φόρο: Η αύξηση των τιμών ζώνης χιλιάδων αστικών περιοχών της χώρας, χωρίς δραστική μείωση και του Συντελεστή Εμπορικότητας, που θα πυροδοτήσει εκθετικά πολλαπλάσιες αυξήσεις στον ΕΝΦΙΑ, θέτει επιτακτικά το ζήτημα της άμεσης κατάργησης του λεγόμενου «Συμπληρωματικού Φόρου» (συχνά πολλαπλάσιο από τον κύριο φόρο) που έχει υποχρεωθεί να καταβάλει η μεσαία τάξη ως ένα είδος ετήσιων «λύτρων» για να παραμένει ο κάθε ιδιοκτήτης εκτός κατάσχεσης των λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων του και δυνητικά και εκτός φυλακής.

Ο δημοσιονομικός χώρος που θα προκύψει από την επέκταση της εφαρμογής τους σε περιοχές μεγάλης αξίας που ως τώρα ήταν στο απυρόβλητο, για χάρη των οποίων και επιβλήθηκε, θα πρέπει να αξιοποιηθεί για την κατά απόλυτη προτεραιότητα αποκατάσταση της αδικίας αυτής.

Όλοι όσοι κόπτονται υπέρ της μεσαίας τάξης, οφείλουν να τερματίσουν άμεσα και χωρίς περιστροφές την ιδιότυπη αυτή "ομηρεία" των ιδιοκτητών εκείνων που μάτωσαν κυριολεκτικά τα τελευταία χρόνια να πληρώνουν τον Συμπληρωματικό Φόρο του ΕΝΦΙΑ».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ