Δένδιας: Είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια
Ο Νίκος Δένδιας απηύθυνε σαφή προειδοποίηση στην Άγκυρα με αφορμή τις δηλώσεις της περί ερευνών στα ανοιχτά της Κρήτης.
Μιλώντας στο Έθνος και τον Γιώργο Σκαφιδά, ο υπουργός Εξωτερικών είπε συγκεκριμένα:
Η επέκταση του φράχτη θα ενισχύσει περισσότερο την ασφάλειά μας και την προστασία των συνόρων μας. Στη θάλασσα, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις και οι υπηρεσίες ασφαλείας καθημερινά λειτουργούν ως τείχος αποτροπής έναντι οποιασδήποτε απόπειρας παραβίασης της ελληνικής κυριαρχίας. Παρούσα, βεβαίως, και η Frontex.
Είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε εχθρική ενέργεια, από όπου και αν προέρχεται. Εξυπακούεται ότι έχουμε εξετάσει πολλά διαφορετικά σενάρια. Όπως έχει τονίσει και ο πρωθυπουργός, από τον Εβρο μέχρι το Καστελόριζο και από την Ερείκουσα μέχρι και τη Γαύδο η Ελλάδα πάντα θα υπερασπίζεται αποτελεσματικά και με αυτοπεποίθηση την εδαφική της ακεραιότητα και την ασφάλειά της. Αυτό είναι υποχρέωση όλων των Ελλήνων, οποιαδήποτε θέση και αν κατέχουν, σε οποιαδήποτε παράταξη και αν πρόσκεινται.
Είμαστε φιλειρηνική χώρα, προσηλωμένη στο Διεθνές Δίκαιο και επιδιώκουμε τη συνεργασία όλων των κρατών. Δεν πρόκειται, όμως, να απεμπολήσουμε την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, και αν κάποιος στραφεί εναντίον μας, είναι συνταγματική μας υποχρέωση να υπερασπιστούμε τη χώρα».
Οι συντεταγμένες της ΑΟΖ
Για τις συντεταγμένες της ΑΟΖ, ο κ. Δένδιας ανέφερε: «Όπως γνωρίζετε, είμαστε σε διαπραγματεύσεις με την Ιταλία και την Αίγυπτο για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μας. Σταθερή επιδίωξη της χώρας μας είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, εφαρμόζοντας όσα προβλέπονται στο κατεξοχήν νομικό κείμενο αναφοράς, τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Είναι σαφές ότι το δικαίωμά μας που προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας για υφαλοκρηπίδα ισχύει αυτομάτως (ipso facto) και εξαρχής (ab initio) χωρίς να υπόκειται σε κανέναν περιορισμό. Επιπλέον, το Διεθνές Δίκαιο είναι απόλυτα σαφές όσον αφορά τα νησιά, ασχέτως των αόριστων επικλήσεών του από πολλούς Τούρκους αξιωματούχους, οι οποίοι απλώς εκθέτουν εαυτούς: το Αρθρο 121 του Δικαίου της Θάλασσας προβλέπει ρητά ότι τα νησιά, ανεξαρτήτως μεγέθους, έχουν πλήρη δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες, ομοίως με τα ηπειρωτικά εδάφη.
Επίσης, η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και με βάση συγκεκριμένες αρχές και συμφωνίες. Σε αυτό αποκλειστικά το πλαίσιο διαπραγματευόμαστε με τις χώρες της περιοχής μας. Οι προσπάθειες της Τουρκίας να αγνοήσει τη γεωγραφία και τους γείτονές της και να ασπαστεί φανταστικούς κανόνες του Διεθνούς Δικαίου δεν έχουν κανένα αντίκρισμα και έχουν καταδικαστεί από τη διεθνή κοινότητα. Η Τουρκία ας προσέξει καλύτερα τη Συνθήκη της Λωζάνης και να την αντιμετωπίσει με σεβασμό και χωρίς αναθεωρητισμό. Οι αναθεωρητισμοί και τα περί «γκρίζων ζωνών» θα μπορούσαν να της γυρίσουν μπούμερανγκ. Θα μπορούσε π.χ. κάποιος να υποστηρίξει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάνης, το απώτατο όριο τουρκικής κυριαρχίας στο Αιγαίο είναι τα 3 ν.μ. όσον αφορά τις νήσους οι οποίες εμπεριέχονται. Και όμως, θα μπορούσε ο ίδιος να πει ότι υπάρχουν νησιά πέραν των 3 ν.μ. από τις τουρκικές ακτές τα οποία δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις και τα οποία φέρονται ανήκοντα στην Τουρκία.
Το εμπάργκο στη Λιβύη
Αναφορικά με τη Λιβύη, ο υπουργός Εξωτερικών υποστήριξε ότι: «Η IRINI έχει ως αποστολή την τήρηση του εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, σύμφωνα με την απόφαση του ΣΑΗΕ, και είναι εξαιρετικά σημαντική για την ασφάλεια ολόκληρης της Μεσογείου. Γι’ αυτό και η Ελλάδα όχι μόνο συμμετέχει, αλλά θα αναλάβει, το δεύτερο εξάμηνο λειτουργίας της IRINI, την επιχειρησιακή διοίκησή της. Βεβαίως, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η εξασφάλιση της εφαρμογής των αποφάσεων του ΣΑΗΕ, ανεξαρτήτως των όποιων επιχειρήσεων επιτήρησής της, επαφίεται και στα ίδια τα μέλη του ΟΗΕ, τα οποία οφείλουν να σέβονται τις αποφάσεις του ύπατου οργάνου του Οργανισμού. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι η ΕΕ αναλαμβάνει αυτή την επιχείρηση στο όνομα του ΟΗΕ είναι ενδεικτικό της σημασίας της IRINI για τη σταθερότητα νοτίως της Ένωσης, ενώ συνιστά και αναγνώριση των κινδύνων που απορρέουν από την εμπλοκή τρίτων στον εμφύλιο, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς νομιμότητας. Πρέπει με κάθε τρόπο να αποφευχθεί η μετεξέλιξη της Λιβύης σε νέα Συρία. Και αυτό αφορά όλες τις χώρες της περιοχής, όχι μόνο την Ελλάδα».
Οι τριμερείς
Στην ερώτηση αν η πανδημία φέρνει το τέλος των πολυμερών σχημάτων στην Ανατολική Μεσόγειο, ο κ. Δένδιας έδωσε την εξής απάντηση: «Η πανδημία έχει όντως αφήσει και γεωπολιτικό αποτύπωμα. Δεν έχει, όμως, επηρεάσει τις συνεργασίες που προωθούμε, οι οποίες εκτείνονται σε πολλά ζητήματα πέραν των ενεργειακών. Την πτώση της τιμών της ενέργειας θα την απέδιδα περισσότερο στην πολιτική συγκυρία παρά στην πανδημία. Αντιθέτως, ο σχεδιασμός των τριμερών αυτών σχημάτων δεν είναι συγκυριακός, έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα και η λειτουργία τους συνεχίζεται κανονικά. Αυτή την εβδομάδα είχα τηλεδιάσκεψη με τους ομολόγους μου της Κύπρου και της Ιορδανίας για την προώθηση της συνεργασίας μας, ενώ οι επαφές μας θα συνεχιστούν και με τις υπόλοιπες χώρες, με τις οποίες διατηρούμε τριμερή σχήματα συνεργασίας. Ειδικά ως προς το Ισραήλ, εγώ δεν πιστεύω σε λογικές μηδενικού αθροίσματος. Και αυτό γιατί οι δεσμοί μας έχουν σφυρηλατηθεί όχι μόνο στη βάση κοινών συμφερόντων αλλά και στη βάση κοινών αξιών, όπως η δημοκρατία, ο πλουραλισμός και η ανεκτικότητα. Δεν θα πρέπει να υποτιμάται αυτή η συναντίληψη που μας συνδέει, όπως και η πραγματική φιλία μεταξύ των κοινωνιών μας. Η συνεργασία μας όχι μόνο δεν θίγει, αλλά είναι ανοιχτή προς όλους, στη βάση του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας. Η συμμετοχή των ΗΠΑ στην τριμερή συνεργασία Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ πιστεύω πως επικυρώνει και ενισχύει τα ανωτέρω. Σκοπός μας είναι να συμβάλουμε στην προώθηση της ειρήνης, της ασφάλειας και της ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή».
Οι Πρέσπες
Ο κ. Δένδιας επισήμανε ότι: «Η Ελλάδα καλλιεργεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τα κράτη της Βαλκανικής. Διαχρονική μας πολιτική είναι η στήριξη των χωρών της περιοχής στον δρόμο προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, την οικονομική ανάπτυξη και την ειρηνική συνύπαρξη.
Η Συμφωνία των Πρεσπών είχε πράγματι χτυπητές αδυναμίες. Το επισημάναμε ως αντιπολίτευση, δηλώνοντας όμως ότι θα σεβαστούμε την υπογραφή της χώρας μας, ως οφείλει να πράττει κάθε υπεύθυνη κυβέρνηση. Παρά τις όποιες δυσκολίες, που οφείλονται κυρίως στη ρευστή πολιτική κατάσταση στη γείτονα, είναι γεγονός ότι η εμπιστοσύνη μεταξύ των χωρών μας έχει ενισχυθεί. Αυτό μόνο θετικό είναι.
Σήμερα, η ελληνική Αεροπορία επιτηρεί τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας, συμμάχου μας στο ΝΑΤΟ και εν δυνάμει μελλοντικού εταίρου στην ΕΕ. Με γνώμονα, λοιπόν, αυτό το θετικό «παράδειγμα» που προσφέρει η Ελλάδα, τον τελευταίο χρόνο εντείναμε τις προσπάθειές μας ώστε να προωθήσουμε την ενταξιακή πορεία της γείτονος και της Αλβανίας προς την Ευρωπαϊκή Ενωση, πάντοτε βεβαίως υπό τη γνωστή αιρεσιμότητα. Ως προς την τελευταία χώρα, θα ήθελα να επισημάνω επίσης ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας αποτελεί αυτονόητη προϋπόθεση για την ευρωπαϊκή της πορεία».
Οι απεσταλμένοι στη Λιβύη και τη Συρία
Τέλος, ο Νίκος Δένδιας επισήμανε: «Η ελληνική διπλωματία επανέρχεται στη Μεσόγειο και ο διορισμός ειδικών απεσταλμένων για τη Λιβύη και τη Συρία εντάσσεται ακριβώς σε αυτήν τη λογική. Η απουσία έχει κόστος και μάλιστα μεγάλο. Το υπουργείο Εξωτερικών δεν περιορίζεται μόνο σε αυτές τις κινήσεις. Η επαναλειτουργία των πρεσβειών μας στη Δαμασκό και την Τρίπολη θα γίνει πραγματικότητα μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, ενώ, όπως γνωρίζετε, η ελληνική διπλωματία το τελευταίο έτος έχει παρουσιάσει αξιοσημείωτη ενεργητικότητα γύρω από αυτά τα δύο ζητήματα, δίνοντας το «παρών» εκεί όπου ήταν απούσα. Είναι δεδομένο ότι αυτά δεν αρκούν. Στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο παρουσίασα τον νέο Οργανισμό του υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος θα καταστήσει αποτελεσματικότερη την άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής, την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και της εικόνας της χώρας μας διεθνώς αλλά και την αναβάθμιση των διεθνών οικονομικών μας σχέσεων, καθώς και των σχέσεων με τον απόδημο Ελληνισμό».