ΣΠΟΡ

Διαλέγοντας εθνική ομάδα από επιλογή: Χρήμα, διαφημίσεις και συμφέρον κόντρα στο συναίσθημα

Διαλέγοντας εθνική ομάδα από επιλογή: Χρήμα, διαφημίσεις και συμφέρον κόντρα στο συναίσθημα
Το εντυπωσιακό στατιστικό στοιχείο (AP Photo/Thanassis Stavrakis) Photo Details

Απόψε το βράδυ η Αγγλία και η Γαλλία διασταυρώνουν τα ξίφη τους στον τελευταίο χρονικά προημιτελικό του Μουντιάλ. Δύο από τις διαχρονικά ισχυρότερες ποδοσφαιρικές δυνάμεις παγκοσμίως μάχονται για μια θέση στην τετράδα της διοργάνωσης, με στόχο να συνεχίσουν το όνειρό της κατάκτησης του τίτλου.

Για τους Άγγλους θα είναι η εκπλήρωση ενός ονείρου, το περιβόητο «it’s coming home» (έρχεται σπίτι), το οποίο τραγουδούν δεκαετίες τώρα οι οπαδοί τους, από το μακρινό 1966 που το διοργάνωσαν οι ίδιοι και το κατέκτησαν. Για τους Γάλλους θα είναι η επανάληψη του θριάμβου τους το 2018. Αν τα καταφέρουν, θα γίνουν η τρίτη μόλις εθνική ομάδα που καταφέρνει συνεχόμενους παγκόσμιους τίτλους, μετά την Ιταλία (1934, 1938) και τη Βραζιλία (1958, 1962).

Μαζί, όμως, με την καθαρά αθλητική μάχη, στο τερέν του γηπέδου «Αλ Μπαϊτ» διακυβεύεται κι αυτό που λέμε «ποδοσφαιρικό μάρκετινγκ». Όλη αυτή η γκλαμουριά, η χρυσόσκονη που λούζει τις φανέλες αυτών των ομάδων, οι οποίες δεν εκπροσωπούν μόνο πρώην πανίσχυρες αυτοκρατορίες, αλλά και νυν τεράστιες δυνάμεις του παγκοσμίου ποδοσφαίρου.

Το εντυπωσιακό στατιστικό στοιχείο που δεν έχει σχέση βέβαια με τα αγωνιστικά του ματς, αλλά δεν θα διαβάσετε πουθενά αλλού, είναι το εξής: Από τους 52 παίκτες που αποτελούν τις συνθέσεις των δύο ομάδων (από 26 ποδοσφαιριστές για την καθεμιά) ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά οι 35 (ποσοστό 67,3%, οι δύο στους τρεις δηλαδή) επέλεξαν να παίξουν σ’ αυτές!

Τι σημαίνει «επέλεξαν»;

Ότι είτε λόγω καταγωγής των γονιών και των παππούδων τους, είτε λόγω τόπου γέννησης, τα παιδιά που θα ψάλλουν απόψε τη «Μασσαλιώτιδα» και το «Ο Θεός σώζοι τον βασιλιά» θα μπορούσαν να εκπροσωπήσουν άλλη εθνική ομάδα. Το γιατί δεν το έκαναν είναι μια μεγάλη και μπερδεμένη ιστορία. Στην οποία εκτός από το συναίσθημα και τον πατριωτισμό εμπλέκεται και το χρήμα και η δόξα.

MUNDIAL-.jpg
Το εντυπωσιακό στατιστικό στοιχείο που δεν έχει σχέση βέβαια με τα αγωνιστικά του ματς, αλλά δεν θα διαβάσετε πουθενά αλλού, είναι το εξής: Από τους 52 παίκτες που αποτελούν τις συνθέσεις των δύο ομάδων (από 26 ποδοσφαιριστές για την καθεμιά) ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά οι 35 (ποσοστό 67,3%, οι δύο στους τρεις δηλαδή) επέλεξαν να παίξουν σ’ αυτές!

«Αν θέλετε Μουντιάλ, επιλέξτε τη Γαλλία»

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία αποτελούν και σήμερα, μ’ όλα τα προβλήματά τους, έναν από τους ονειρεμένους τόπους διαμονής και εργασίας για εκατομμύρια ανθρώπους που προέρχονται από κράτη πολύ φτωχότερα. Αυτή η μετανάστευση από την Αφρική, αλλά και οι μεικτοί γάμοι, ειδικά στη Γαλλία, «μπόλιασε» τον γαλλικό αθλητισμό με χιλιάδες αθλητές με αφρικανικά σωματοδομικά χαρακτηριστικά. Σε σημείο τέτοιο που τα πιο δημοφιλή σπορ, όπως το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και ο στίβος, να κατακλύζονται πλέον από παιδιά μεταναστών, οι οποίοι από νομικής πλευράς δηλώνουν Γάλλοι υπήκοοι.

Το φαινόμενο της «πολύχρωμης» Γαλλίας (France coloré), σε αντιδιαστολή με την τρίχρωμη σημαία της (France tricolore), υπήρχε έντονο χρόνια τώρα, αν και είχε αφετηρία κυρίως τα γαλλικά νησιά της Καραϊβικής. Σε αυτή την εθνική Γαλλίας που θα παρακολουθήσουμε απόψε μόνο τρεις παίκτες έχουν καταγωγή από τα νησιά αυτά: Ο σέντερ μπακ Ραφαέλ Βαράν από τη Μαρτινίκα και οι επιθετικοί Κίνγκσλεϊ Κομάν και Μάρκους Τιράμ από τη Γουαδελούπη.

Παρ’ όλο που τα νησιά αυτά έχουν το δικαίωμα να αυτόνομης ποδοσφαιρικής εκπροσώπησης (η Μαρτινίκα και η Γουαδελούπη είναι μέλη της CONCACAF, της ποδοσφαιρικής συνομοσπονδίας Βόρειας και Κεντρικής Αμερικής), η παρουσία στην εθνική Γαλλίας είναι σχεδόν μονόδρομος για όποιο παιδί στοχεύει ψηλά στην καριέρα του: Η (και ποδοσφαιρικά) σωβινιστική Γαλλία δεν επιτρέπει στις ομοσπονδίες να γίνουν μέλη της ΦΙΦΑ, άρα και να πάρουν μέρος στα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Οπότε επί δεκαετίες η αφρόκρεμα των αθλητών από την Καραϊβική ενίσχυε αποκλειστικά τους «τρικολόρ». Ο Λίλιαν Τιράμ, πατέρας του Μάρκους, είναι ο ρέκορντμαν συμμετοχών στην εθνική Γαλλίας, με 142 εμφανίσεις.

Γαλλικοί πανηγυρισμοί κατά τη διάρκεια του ματς με την Πολωνία(AP Photo/Ebrahim Noroozi)

Το ζήτημα της διπλής ιθαγένειας υπηκοότητας είναι κάτι που και η Γαλλία, αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν αποδεχτεί για εκατομμύρια υπηκόους τους που είτε έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό, είτε στις χώρες αυτές αλλά από αλλοδαπούς γονείς. Από πολιτικής και διπλωματικής πλευράς, δεν τίθεται ζήτημα: το 99% των ανθρώπων αυτών επιλέγει την βρετανική ή τη γαλλική υπηκοότητα, για ευνόητους λόγους. Στο ποδόσφαιρο τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.

Κανονισμός ιθαγένειας της FIFA: Αποφασίζεις στα 21

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ακόμα η FIFA αποφάσισε να απαγορέψει την «εθνικοποίηση» ποδοσφαιριστών. Για να γίνει αυτό, βέβαια, βρέθηκε αντιμέτωπη με ακραίες καταστάσεις. Δεκάδες ποδοσφαιριστές από τη Λατινική Αμερική (κυρίως την Αργεντινή) «θυμούνταν» τις ιταλικές τους ρίζες όταν χόρευαν μπροστά τους τα τσεκ με τις λιρέτες που τους έταζαν ιταλικοί σύλλογοι. Οι οποίοι δεν ήθελαν τις υπηρεσίες τους μόνο για την ομάδα τους, αλλά και για την εθνική.

Ο Λουίς Μόντι, παιδί Ιταλών μεταναστών στην Αργεντινή, παραμένει ως σήμερα (και μάλλον για πάντα) ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί σε δύο τελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου, αλλά με διαφορετικές ομάδες. Το 1930 με την Αργεντινή και το 1934 με την Ιταλία.

O Λάζλο Κουμπάλα, γεννημένος στη Βουδαπέστη το 1927, έπαιξε και για την Τσεχοσλοβακία και για την Ουγγαρία τα χρόνια αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πριν καταλήξει στην Ισπανία ως πολιτικός εξόριστος, αποδεχτεί την ισπανική υπηκοότητα και γίνει ο μοναδικός παίκτης στην ιστορία που έπαιξε σε τρεις εθνικές ομάδες! Αλλά ακόμα κι ο μεγάλος Ούγγρος Φέρεντς Πούσκας μετά την φυγή του από την Ουγγαρία στα γεγονότα του 1956 βρήκε καταφύγιο όχι μόνο στη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά και την εθνική Ισπανίας, με την οποία βέβαια πρόλαβε να κάνει μόλις τέσσερις συμμετοχές.

Ο κανονισμός περί «ποδοσφαιρικής ιθαγένειας» άλλαξε πολλές φορές, στην προσπάθειά του να συμβαδίσει με τα δεδομένα κάθε εποχής. Η ΦΙΦΑ πλέον δέχεται ότι ο κάθε παίκτης μπορεί να επιλέξει οριστικά και αμετάκλητα την εθνική ομάδα που θα εκπροσωπεί όταν θα συμπληρώσει τα 21 του χρόνια. Ως τότε μπορεί να παίξει σε κάποια άλλη εθνική ομάδα σε οποιοδήποτε επίπεδο, ακόμα κι αυτό των ανδρών, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει να αλλάξει γνώμη.

Επιπλέον, ο κανονισμός είναι πολύ αυστηρός όσον αφορά την «σύνδεση» (lineage αναφέρεται στο κείμενο) του παίκτη με την εθνική ομάδα που θέλει να εκπροσωπήσει διεθνώς. Πλέον ένας παίκτης μπορεί να διαλέξει εθνική ομάδα είτε από τη χώρα που γεννήθηκε, είτε από τη χώρα καταγωγής των γονιών του ή των παπούδων του, είτε από τη χώρα στην οποία έχει συνεχή και αδιάλειπτη παρουσία επί πενταετία.

Πάνω από τους μισούς «Αφρικανοί», δύο γεννήθηκαν εκτός Γαλλίας

Στην εθνική Γαλλίας που ταξίδεψε στο Μουντιάλ του Κατάρ υπάρχουν, ούτε λίγο, ούτε πολύ, 14 παίκτες με αφρικανική καταγωγή. Όχι μακρινή, αλλά άμεση, από πατέρα, μητέρα, ή και τους δύο γονείς. Από αυτούς μόνο οι δύο γεννήθηκαν στην Αφρική: Ο εφεδρικός γκολκίπερ Στιβ Μανταντά στην Κινσάσα του Κογκό και ο νεαρός χαφ Εντουάρντο Καμαβινγκά σ’ ένα στρατόπεδο προσφύγων στην Καμπίντα της Αγκόλα, επίσης από Κογκολέζους γονείς.

Οι περισσότεροι «Αφρικανοί» της Γαλλίας γεννήθηκαν στο Παρίσι ή σε κάποιο από τα προάστιά του. Ο Κίλιαν Εμπαπέ, πρώτος σκόρερ του Μουντιάλ που παρακολουθούμε και το παιδί – θαύμα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, έχει μικτή αφρικανική καταγωγή:

Πατέρας από το Καμερούν, μητέρα από τους Καμπίλε της Αλγερίας, τη φυλή του Ζινεντίν Ζιντάν.

Πολλές χώρες της Αφρικής «εκπροσωπούνται» στην γαλλική εθνική ομάδα. Οι γεονείς του μπακ Ντισασί και του φορ Κόλο-Μουάνι είναι από το Κογκό.

Οι γονείς του χαφ Τσουαμενί και η μητέρα του μπακ Σαλιμπά από το Καμερούν.

Οι γονείς του μεγάλου απόντα (αλλά δηλωμένου στην αποστολή) Καρίμ Μπενζεμά από την Αλγερία. Οι γονείς του μπακ Κονατέ, του χαφ Φοχανά και του φορ Ντεμπελέ από το Μάλι. Ο πατέρας του χαφ Γκεντουζί είναι από το Μαρόκο, αυτός του χαφ Κουντέ από τη Μπενίν και οι γονείς του μπακ Ουπαμεκανό από τη Γουινέα Μπισάου. Εξωτική καταγωγή έχει και ο τρίτος γκολκίπερ Αερολά, αφού και οι δύο γονείς του έχουν γεννηθεί στις Φιλιππίνες.

Για όλα τα παιδιά αυτά μοιάζει δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι γαλουχήθηκαν με τις αρχές και τις αξίες του γαλλικού πολιτισμού, έτσι ώστε όταν κλήθηκαν να πάρουν την κρίσιμη απόφαση της καριέρας του προτίμησαν να εκπροσωπήσουν τη Γαλλία, αντί για τη χώρα καταγωγής των γονιών τους.

Ανταγωνισμός τεράστιος, αλλά λεφτά με τη σέσουλα

Οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους παίκτες καλούνται να ζυγίσουν πολλά πράγματα σ’ ένα τελείως απρόβλεπτο περιβάλλον, όπως αυτό του επαγγελματικού αθλητισμού. Το κύριο ερώτημα, βέβαια, είναι το εξής: Αρκεί το ταλέντο και η φυσική τους αθλητική εξέλιξη να τους φέρει στην εθνική Γαλλίας, όπου ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος και διαχρονικά πολύ λίγοι αθλητές έχουν μόνιμη θέση για χρόνια; Ή θα ήταν καλύτερο να επιλέξουν τη χώρα των προγόνων τους, όπου οι ευκαιρίες παγκόσμιας διάκρισης θα είναι μεν μικρότερες, αλλά η θέση σίγουρη για όσο εκείνοι επιθυμούν;

Σ’ αυτό το δίλημμα παίζουν οπωσδήποτε ρόλο και οι επαγγελματικές ευκαιρίες. Το γαλλικό και το βρετανικό ποδοσφαιρικό διαβατήριο ανοίγουν πανεύκολα το δρόμο της μετακίνησης χωρίς περιορισμούς στα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα (στα οποία υπάρχουν περιορισμοί ξένων παικτών από την Αφρική). Ή, ακόμα περισσότερο, τα οικονομικά δεδομένα. Ο Κίλιαν Εμπαπέ κερδίζει αυτή τη στιγμή πάνω από 20 εκ. ευρώ το χρόνο από διαφημιστικές συμφωνίες. Θα ήταν ίδια τα ποσά αν εκπροσωπούσε π.χ. το Καμερούν του πατέρα του αντί για την πανίσχυρη Γαλλία, η οποία διεκδικεί τίτλο σε κάθε διοργάνωση που συμμετέχει;

Οι υπόλοιποι παίκτες που εκπροσωπούν την εθνική Γαλλίας ενώ θα μπορούσαν λόγω καταγωγής να «αλλοιθωρήσουν» προς άλλη κατεύθυνση είναι μάλλον μεμονωμένες. Ο ρέκορντμαν πια σκόρερ της εθνικής Γαλλίας Ολιβιέ Ζιρού έχει ιταλική καταγωγή και από τους δύο παππούδες του, όμως ουδέποτε το σκέφτηκε. Η οικογένεια του Αντουάν Γκριεζμάν προέρχεται από τη Γερμανία, ωστόσο οι ίδιοι αποφάσισαν να μεταποιήσουν το επίθετό τους (από το πολύ πιο σαξωνικό Γκρίσμαν) για να ενσωματωθούν στο περιβάλλον.

Η περίπτωση του βασικού γκολκίπερ Ούγκο Γιορίς είναι ούτως ή άλλως ενδεικτική. Η μεγαλοδικηγόρος μητέρα του είναι Γαλλίδα, όμως ο Ισπανός πατέρας του, υπερ-ευκατάστατος τραπεζίτης, ζούσε μόνιμα στο Μόντε Κάρλο του Μονακό. Ο Γιορίς γεννήθηκε στη Νις, έχει και μονεγασκικό διαβατήριο, όμως το μικροσκοπικό πριγκιπάτο δεν έχει αναγνωρισμένη εθνική ομάδα για να τον διεκδικήσει.

Εθνική Αγγλίας: Από τη χαραμάδα στην μπαλκονόπορτα

To Νοέμβριο του 1978 ολόκληρη η Βρετανία συζητούσε την επιλογή του Άγγλου ομοσπονδιακού προπονητή Ρον Γκρίνγουντ να καλέσει στην εθνική ομάδα τον Βιβ Άντερσον και να τον χρησιμοποιήσει ως δεξιό μπακ στο φιλικό ματς με την Τσεχοσλοβακία. Ο Άντερσον έγινε ο πρώτος μαύρος παίκτης (με καταγωγή από την Καραϊβική) που φορούσε τη φανέλα με τα τρία λιοντάρια, πάνω από έναν αιώνα μετά τη δημιουργία της.

Σήμερα, 44 χρόνια αργότερα, η κατάσταση ευτυχώς έχει αναστραφεί. Η εθνική Αγγλίας έχει ανοίξει τις πύλες της σε ολοένα και περισσότερα παιδιά μεταναστών από τις Αντίλλες. Οι οποίοι εκμεταλλεύονται το ειδικό καθεστώς του κράτους τους εντός της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και λογίζονται ως ισότιμοι πολίτες στο κύριο νησί του βασιλείου. Η χαραμάδα για τη συμμετοχή ενός γόνου μεταναστών στην εθνική έχει μετατραπεί σε μπαλκονόπορτα.

Στην εθνική Αγγλίας που ταξίδεψε στο Κατάρ αγωνίζονται έξι τέτοιοι παίκτες. Ο μπακ Κάιλ Γουόκερ γεννήθηκε στο Σέφιλντ από Τζαμαϊκανούς γονείς. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Κάλουμ Γουίλσον, ο οποίος γεννήθηκε στο Κόβεντρι. Ο Ραχίμ Στέρλινγκ γεννήθηκε στο Κίνγκστον της Τζαμάικα και μετακόμισε στην Αγγλία με την οικογένειά του σε πολύ μικρή ηλικία. Καταγωγή από την Καραϊβική έχουν επίσης ο Τρεντ Αλεξάντερ-Άρνολντ, ο Κάλβιν Φίλιπς κι ο Μάρκους Ράσφορντ, από το εξωτικό νησί του Αγίου Χριστοφόρου (Σεντ Κιτς).

Ξέφρενοι πανηγυρισμοί Βρετανών(AP Photo/Kin Cheung)

Παρ’ όλο που η Τζαμάικα θεωρείται μια σχετικά υπολογίσιμη ποδοσφαιρικά δύναμη στην Καραϊβική, και κατάφερε μάλιστα να προκριθεί και σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου (το 1998), κανένα απ’ αυτά τα παιδιά δεν σκέφτηκε να την εκπροσωπήσει διεθνώς, όταν η εναλλακτική επιλογή είναι η εθνική Αγγλίας.

Η αφρικανική νότα στην εθνική Αγγλία έρχεται από δύο εκπροσώπους, μάλιστα από την ίδια χώρα, τη Νιγηρία. Εκεί γεννήθηκε η μητέρα του 19χρονου σταρ Τζουντ Μπέλιγχαμ και οι δύο γονείς του 21χρονου Μπουκάγιο Σάκα, ο οποίος είναι ο πρώτος σκόρερ της Αγγλίας στο Μουντιάλ ως τώρα με 3 γκολ. Οι δύο τους μπορεί να μην γεννήθηκαν σε γνωστά μέρη(στο άσημο Στούρμπριτζ των Μίντλαντς ο Μπέλιγχαμ, στο ταπεινό Ίλινγκ, προάστιο του δυτικού Λονδίνου ο Σάκα), αλλά κατάλαβαν γρήγορα τις ευκαιρίες που τους παρουσιάζονταν αν επέλεγαν την χώρα γέννησης και όχι αυτή της καταγωγής. Η Νιγηρία μπορεί να είναι από τις δυνατότερες αφρικανικές εθνικές ομάδες, όμως οικονομικά δεν συγκρίνεται με τη Γηραιά Αλβιώνα.

Ιρλανδοί στην εθνική Αγγλίας: Κόντρα στη θέληση του παππού

H πιο ενδιαφέρουσα, όμως, ομάδα Άγγλων διεθνών απ’ αυτούς που ταξίδεψαν στο Κατάρ δεν είναι άλλη από τους έχοντες ιρλανδική καταγωγή. Για την αντιπαλότητα των Άγγλων με τους Ιρλανδούς δεν χρειάζεται να γίνει λόγος, όμως για χάρη των χρημάτων και του μεγαλύτερου πρεστίζ της αγγλικής φανέλας πολλά παιδιά με καταγωγή από την Ιρλανδία αποφασίζουν να διαβούν τον ποδοσφαιρικό Ρουβίκωνα.

Δεν είναι λίγοι (έξι τον αριθμό) και χωρίζονται σε τρεις υποομάδες.

Στην πρώτη κατατάσσονται οι μπακ Χάρι Μαγκουάιρ και Κόνορ Κόουντι, αλλά και ο χαφ Τζέιμς Μάντισον, οι οποίοι έχουν παππού Ιρλανδό αλλά θεώρησαν πολύ μακρινή την καταγωγή αυτή για να την μετατρέψουν σε ποδοσφαιρική υπηκοότητα. Στην δεύτερη μόνος του ο χαφ Κόνορ Γκάλαχερ, ο οποίος έχει πατέρα Σκωτσέζο και μητέρα Ιρλανδή, αλλά από την ηλικία των 16 κιόλας είχε αποφασίσει να παίξει για τις μικρές εθνικές ομάδες της Αγγλίας.

Η τρίτη κατηγορία, του χαφ Ντέκλαν Ράις και του φορ Τζακ Γκρίλις, δείχνει ανάγλυφα αυτό που τονίζει όλο το κείμενο. Ο Ράις από την ηλικία των 16 επέλεξε τις μικρές ομάδες της Ιρλανδίας, και μάλιστα πριν κλείσει τα 21 του είχε προλάβει να κάνει και τρεις συμμετοχές με την εθνική ανδρών, τιμώντας την υπόσχεση που έδωσε στον Ιρλανδό παππού του. Παρά το γεγονός ότι οι τότε υπεύθυνοι της ιρλανδικής ομοσπονδίας και ο προπονητής Μικ Μακάρθι του έταξαν ότι θα έχτιζαν την εθνική ομάδα γύρω απ’ αυτόν στο μέλλον, αποφάσισε να παίξει με την Αγγλία. Προφανώς η καρδιά και το συναίσθημα λίγη σημασία έπαιξαν.

Ο γεννημένος στο Μπέρμιγχαμ Γκρίλις είναι Ιρλανδός κατά τα τρία τέταρτα των παππούδων του. Στα νεανικά του χρόνια έπαιζε την ιρλανδική παραλλαγή του ράγκμπι (gaelic football το λένε) και στα 16 του ντεμπούταρε με την εθνική ομάδα παίδων της Ιρλανδίας. Οι σειρήνες του άλλαξαν γρήγορα μυαλά. Στα 20 του χρόνια αποφάσισε να αλλάξει ποδοσφαιρική υπηκοότητα, μάλιστα πρόλαβε να παίξει και στην εθνική νέων της Αγγλίας, πέρα απ’ αυτή της ανδρών, κάτι που σπάνια γίνεται.

To αλατοπίπερο στις ιστορίες δίνει αυτή του Έρικ Ντάιερ. Γεννημένος στο Τσέλτεναμ της Αγγλίας το 1994, μετακόμισε οικογενειακώς στην Πορτογαλία στην ηλικία των 7 ετών, επειδή η μητέρα του ανέλαβε ολόκληρο το πρόγραμμα φιλοξενίας των αποστολών για το Euro 2004 που έγινε εκεί (και, όπως θυμάστε, το κατέκτησε η Ελλάδα). Έναν χρόνο αργότερα έγινε δεκτός στις απαιτητικές ακαδημίες της Σπόρτιγκ Λισαβώνας κι εκεί έμεινε μέχρι την ποδοσφαιρική του ενηλικίωση, το 2014. Οι Πορτογάλοι εξαρχής προσφέρθηκαν να του δώσουν υπηκοότητα (στο κάτω-κάτω, απ’ αυτούς έμαθε μπάλα), αλλά αυτός αρνήθηκε. Το 2017, σε ηλικία μόλις 23 ετών, έγινε από τους νεότερους αρχηγούς της εθνικής Αγγλίας.