ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Γιατί οι «κακές» σειρές θριαμβεύουν: Το φαινόμενο του «hate-watching»

Γιατί οι «κακές» σειρές θριαμβεύουν: Το φαινόμενο του «hate-watching»

Από τη σειρά All's Fair.

Disney+, Hulu

Η νέα σειρά All’s Fair έχει γίνει το απόλυτο τηλεοπτικό θέμα συζήτησης των τελευταίων εβδομάδων – αλλά όχι για τους λόγους που θα ήθελαν οι δημιουργοί της. Το project της Κιμ Καρντάσιαν, που αφηγείται τις περιπέτειες μιας ομάδας high-profile δικηγόρων διαζυγίων, έχει καταφέρει το σχεδόν ακατόρθωτο: να σαρωθεί από μηδενικές κριτικές και ταυτόχρονα να σπάσει ρεκόρ τηλεθέασης.

Στα social media κυκλοφορούν ατελείωτα κλιπ με την –ομολογουμένως ανέκφραστη– ερμηνεία της Καρντάσιαν, ενώ Instagram και TikTok έχουν γεμίσει με βίντεο που συγκεντρώνουν τις πιο αμήχανες ατάκες της σειράς. Οι κριτικοί μίλησαν για «αδιανόητα κακό σενάριο», «ανεξήγητες επιλογές καστ» και «πλαστικές ερμηνείες», διερωτώμενοι πώς ένα τόσο λαμπερό επιτελείο δέχτηκε να συμμετάσχει. Δεν έλειψαν και οι συνωμοσίες ότι ο δημιουργός Ράιαν Μέρφι πρέπει να κρατά… απειλητικά μυστικά για να εξασφαλίσει ονόματα όπως της Γκλεν Κλόουζ.

Μηδενικά αστέρια, τεράστια επιτυχία

Κι όμως, παρά τον διαδικτυακό χλευασμό, το All’s Fair έχει ήδη ανανεωθεί για δεύτερη σεζόν, ενώ έγινε το δημοφιλέστερο scripted original του Hulu των τελευταίων τριών ετών. Στο Disney+ UK, άνοιξε κατευθείαν στο Νο. 1.

Το φαινόμενο είναι πλέον ξεκάθαρο: το πραγματικά κακό τηλεοπτικό περιεχόμενο πουλάει. Όχι το μέτριο, όχι το αδιάφορο – αλλά αυτό που φτάνει στον πάτο της βαθμολογίας. Σε μια εποχή υπερπληροφόρησης και διαρκούς διάσπασης προσοχής, μόνο τα άκρα τραβούν τη ματιά του κοινού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: η Guardian έχει δώσει μηδενική βαθμολογία μόλις 18 φορές στην ιστορία της. Όταν μια σειρά το καταφέρνει, είναι σχεδόν εγγυημένο ότι θα γίνει viral.

Η λογική του αλγορίθμου: ο θυμός ως μηχανή επιτυχίας

Το φαινόμενο δεν εμφανίστηκε τυχαία. Οι αλγόριθμοι των social εδώ και χρόνια ενισχύουν τον διχασμό, επιβραβεύοντας οτιδήποτε προκαλεί θυμό. Διαρροές το 2021 έδειξαν ότι το Facebook προωθούσε περιεχόμενο που προκαλούσε angry reactions, γιατί αύξανε την αλληλεπίδραση.

Με λίγα λόγια: ο θυμός πουλάει. Και πλέον πουλάει και στον τρόπο που βλέπουμε τηλεόραση.

Αυτό εξηγεί γιατί παταγώδεις αποτυχίες, όπως το And Just Like That ή το Emily in Paris, όχι μόνο επιβιώνουν αλλά ανανεώνονται ξανά και ξανά. Ο κόσμος τις βλέπει επειδή είναι κακές. Το hate-watching έχει γίνει κανονικότητα, σχεδόν διασκέδαση. Ο ιδανικός «σύντροφος» για την ώρα που μαγειρεύεις, σιδερώνεις ή χαζεύεις στο κινητό.

Εσκεμμένα κακές σειρές; Μια κερδοφόρα συνταγή

Το πιο ανησυχητικό – ή ιδιοφυές, ανάλογα με το πώς το βλέπει κανείς – είναι ότι φαίνεται όλο και πιο πιθανό οι δημιουργοί να το κάνουν επίτηδες. Με ονόματα όπως Μέρφι, Ναόμι Γουότς, Σάρα Πόλσον, Νίσι Νας-Μπετς και Γκλεν Κλόουζ, είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι δεν αντιλήφθηκαν τι υλικό είχαν μπροστά τους.

Ίσως το All’s Fair να φτιάχτηκε ως ένα τηλεοπτικό «τέρας» που στόχο έχει ακριβώς αυτό: να γίνει viral μέσα από τον χλευασμό. Στο κάτω-κάτω, ποτέ δεν υπήρξε κακή διαφήμιση.

Το τίμημα; Περισσότερη τηλεοπτική «σαβούρα»

Αν η επιτυχία των κακών σειρών συνεχιστεί, το μέλλον της τηλεόρασης κινδυνεύει να γεμίσει με έργα φτιαγμένα αποκλειστικά για γρήγορο ντόρο. Γιατί να προσπαθήσει κανείς για ποιότητα όταν το μηδέν είναι πιο κερδοφόρο από το πέντε;

Το All’s Fair ίσως να μην είναι απλώς μια κακή σειρά. Ίσως να είναι το σύμπτωμα μιας τηλεοπτικής εποχής όπου το...χειρότερο είναι το καλύτερο – όσο παράδοξο κι αν ακούγεται.