ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Όταν ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ και ο Τζορτζ Χάρισον έκαναν ωτοστόπ: Το πιο απρόσμενο ταξίδι τους

Όταν ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ και ο Τζορτζ Χάρισον έκαναν ωτοστόπ: Το πιο απρόσμενο ταξίδι τους

Ο Πολ ΜακΜαΚάρτνεϊ σε συναυλία στο Μεξικό

AP Photo/Eduardo Verdugo

Πολύ πριν γίνουν οι Beatles παγκόσμιο φαινόμενο, δύο έφηβοι μουσικοί από το Λίβερπουλ πήραν τις κιθάρες τους και ξεκίνησαν ένα αυθόρμητο ταξίδι προς τη βόρεια Ουαλία. Το Χάρλεχ έγινε ο πιο απρόσμενος σταθμός σε μια ιστορία που μοιάζει σήμερα σχεδόν μυθική.

Πριν τα στάδια, τη φρενίτιδα της Beatlemania και τα ταξίδια στην Ινδία, ο Πολ ΜακΚάρτνεϊ και ο Τζορτζ Χάρισον ήταν απλώς δύο νεαροί μουσικοί με ανήσυχο πνεύμα. Τον Αύγουστο του 1958, χρόνια πριν ακόμη γεννηθούν επίσημα οι Beatles, αποφάσισαν να ξεφύγουν από το λιμάνι του Λίβερπουλ και να περάσουν τα σύνορα προς τη βόρεια Ουαλία, κάνοντας ωτοστόπ με προορισμό μια μικρή παραθαλάσσια πόλη: το Χάρλεχ.

Η απόφαση δεν ήταν αποτέλεσμα μεγάλου σχεδίου. Ένα οδικό σήμα και η ανάμνηση του παραδοσιακού τραγουδιού «Men of Harlech» ήταν αρκετά για να τους παρασύρουν. Το τραγούδι, με ρίζες που φτάνουν τουλάχιστον στον 18ο αιώνα, αποτελεί κομμάτι της ουαλικής πολιτιστικής κληρονομιάς και έχει αποκτήσει διαχρονική παρουσία, από λαϊκές παραλλαγές μέχρι τον κινηματογράφο και τη στρατιωτική παράδοση. Για τους δύο νεαρούς, όμως, ήταν απλώς η σπίθα για μια περιπέτεια.

https://www.instagram.com/reel/DRqP_C_D1Nj/?utm_source=ig_embed&utm_campaign=loading

Ύστερα από σχεδόν 150 χιλιόμετρα ωτοστόπ, έφτασαν στο Χάρλεχ, μια πόλη μικρή σε μέγεθος αλλά πλούσια σε ιστορία και ατμόσφαιρα. Ανάμεσα στα βουνά και τη θάλασσα, δεσπόζει το μεσαιωνικό κάστρο του Χάρλεχ, χτισμένο στα τέλη του 13ου αιώνα από τον βασιλιά Εδουάρδο Α΄, με θέα που κόβει την ανάσα. Η απέραντη αμμώδης παραλία και τα στενά δρομάκια, όπου η ουαλική γλώσσα ακούγεται ακόμη καθημερινά, έδωσαν στους δύο φίλους την αίσθηση ότι είχαν βρεθεί σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο.

Βάση τους έγινε ένα καφέ με τζουκ μποξ, το οποίο ο ΜακΚάρτνεϊ θυμόταν αργότερα με χαρακτηριστική τρυφερότητα, λέγοντας πως «αφού είχε μουσική, ήταν σαν να ήταν σπίτι μας». Εκεί γνώρισαν τον Τζον Μπρίερλι, έναν ντόπιο νεαρό που τους φιλοξένησε στον κήπο του, όπου έστησαν τη σκηνή τους. Ο καιρός, όμως, είχε άλλα σχέδια. Μια δυνατή βροχή τους μούσκεψε και η μητέρα του Μπρίερλι, η Άιριν, τους άνοιξε το σπίτι της, προσφέροντάς τους ένα κρεβάτι για να περάσουν τη νύχτα.

Η φιλοξενία εξελίχθηκε σε φιλία. Ο ΜακΚάρτνεϊ και ο Χάρισον έπαιξαν μουσική μαζί με το τοπικό συγκρότημα τους Vikings, στο μπαρ του ξενοδοχείου Queen’s Hotel, αφήνοντας πίσω τους αναμνήσεις που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα αποκτούσαν ιστορική αξία. Την επόμενη χρονιά επέστρεψαν στο Χάρλεχ, όμως σύντομα η πορεία τους προς τη δόξα δεν άφηνε πια χώρο για τέτοιες αυθόρμητες αποδράσεις.

Χρόνια αργότερα, η Άιριν Μπρίερλι έστειλε γράμμα στον ΜακΚάρτνεϊ, ζητώντας αστειευόμενη να της επιστρέψει μια κουβέρτα που είχε δανειστεί εκείνο το καλοκαίρι. Η απάντησή του ήρθε με χιούμορ, μια επιστολή και ένα επιταγμένο ποσό, συνοδευόμενο από τη φράση: «Θυμάμαι πολύ καλά τις όμορφες στιγμές που περάσαμε στο Χάρλεχ και ελπίζω το ποσό να τακτοποιεί τις οικονομικές μας διαφορές».

Το Χάρλεχ δεν απέκτησε ποτέ τη μυθική αίγλη της Νέας Υόρκης ή της Ινδίας στη διαδρομή των Beatles. Ωστόσο, παραμένει μια γοητευτική υποσημείωση στην ιστορία του πιο εμβληματικού συγκροτήματος όλων των εποχών: το μέρος όπου δύο έφηβοι μουσικοί, άγνωστοι ακόμη στον κόσμο, έζησαν για λίγο την ελευθερία πριν η μουσική τους αλλάξει για πάντα τη ζωή τους – και την ιστορία της ποπ κουλτούρας.