ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

Οι μεγαλύτερες ιδιοφυίες μερικές φορές επιτυγχάνουν περισσότερα όταν εργάζονται λιγότερο

Οι μεγαλύτερες ιδιοφυίες μερικές φορές επιτυγχάνουν περισσότερα όταν εργάζονται λιγότερο

Της Brigid Schulte

Σημείωση συντάκτη: Η Brigid Schulte είναι η συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο «Πολυάσχολοι: Δουλειά, Έρωτας και Παιχνίδι όταν κανείς δεν έχει χρόνο», γράφει στο New America και είναι συντάκτρια στην Washington Post.

«Τι θα γινόταν αν δεν δούλευα τόσο πολύ; Τι θα γινόταν αν είχα χρησιμοποιήσει τη θέση μου για να αποτελέσω ένα πρότυπο ισορροπίας; Αν είχα κάνει κάτι τέτοιο σκόπιμα – και ποιος μπορεί να πει ότι έτσι θα ήταν; - πέρα από το περισσότερο χρόνο που θα είχα για να περνώ με την οικογένεια μου, θα ήμουν άραγε περισσότερο συγκεντρωμένος; Περισσότερο δημιουργικός; Πιο παραγωγικός; Χρειάστηκε να διαγνωστώ με ένα μη εγχειρήσιμο καρκίνο που εγκεφάλου, τελικού σταδίου, για να αρχίσω να βλέπω τα πράγματα από αυτή την οπτική γωνία. – Eugene O’Kelly, πρώην CEO της KPMG.Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, όταν δούλευε τον «Τελευταίο Δείπνο», συχνά σηκωνόταν και άφηνε τη δουλειά του για αρκετές ώρες κάθε φορά και ονειροπολούσε χωρίς κανένα στόχο. Όταν ο μέντορας του, ο ηγούμενος της Santa Maria delle Grazie, τον προέτρεψε να εργάζεται χωρίς διαλείμματα, ο Ντα Βίντσι φέρεται να απάντησε ανάρμοστα αλλά και με ακρίβεια, «Οι μεγαλύτερες ιδιοφυίες μερικές φορές επιτυγχάνουν περισσότερα όταν εργάζονται λιγότερο.» - Tony Schwartz, “Be Excellent at Anything”.

 

Το 1932, στο κλασικό δοκίμιό του, «Ελεγεία της Οκνηρίας», ο Μπέρτραντ Ράσελ προανήγγειλε τον ερχομό μιας νέας εποχής, στην οποία η σύγχρονη τεχνολογία θα φέρει τη μείωση του ωραρίου εργασίας και ελεύθερο χρόνο θα απολαμβάνουν ισότιμα ​​όλοι.

Τόσο η δουλειά όσο κι ο ελεύθερος χρόνος θα μπορούσαν να είναι εξίσου «ευχάριστα» και εξαιτίας αυτού ο κόσμος θα ήταν καλύτερος. «Κάθε άνθρωπος που έχει κυριευτεί από επιστημονική περιέργεια θα είναι σε θέση να την απολαύσει και κάθε ζωγράφος θα είναι σε θέση να ζωγραφίζει χωρίς να πεινάει...Πάνω από όλα, θα υπάρχει ευτυχία και χαρά της ζωής, αντί για σπασμένα νεύρα, κούραση και δυσπεψία.»

Ο Ράσελ αλλά και άλλοι μελετητές, όπως ο Josef Pieper, συγγραφέας του «Ελεύθερος Χρόνος, η Βάση του Πολιτισμού», σκέφτηκε ότι σε στιγμές ελεύθερου χρόνου δημιουργείται ο πολιτισμός. Και οι δύο υπήρξαν αξιοθαύμαστα παραγωγικοί, παρά το κάλεσμα τους για αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε χαλάρωση.

Και οι δύο είχαν σαν επιχείρημα ότι μόνο όταν καταφέρουμε να ξεφύγουμε από τα βάρη της καθημερινότητας και όλα όσα χρειάζεται να κάνουμε για να εξασφαλίσουμε την επιβίωση μας, η φαντασία ξεφεύγει, απολαμβάνουμε εκρήξεις διορατικότητας που μπορεί να μας οδηγήσει σε εφευρέσεις όπως ο τροχός, η τέχνη, η φιλοσοφία, η λογοτεχνία, οι επιστημονικές ανακαλύψεις και η καινοτομία.

Στο γύρισμα του 20ου αιώνα, ο ελεύθερος χρόνος αποτελούσε το απόλυτο σύμβολο στάτους, όχι μόνο ένας τρόπος επίδειξης πλούτου, αλλά και της ικανότητας για απόλαυση ό,τι καλύτερου έχει η ζωή να προσφέρει. Ακόμη και οι λιγότερο προνομιούχοι, στο εργατικό κίνημα, επιδίωξαν αξιοπρεπείς μισθούς και περισσότερο ελεύθερο χρόνο, ώστε να μπορούν, όπως άλλωστε το έθετε ένα δημοφιλές τραγούδι διαμαρτυρίας της εποχής, όχι μόνο να έχουν το ψωμί τους αλλά και το χρόνο να απολαύσουν τα τριαντάφυλλα, τους καρπούς της εργασίας τους.

Κατά ειρωνικό τρόπο, μόνο όταν ο Henry Ford, έκανε το εξαιρετικά αμφιλεγόμενο βήμα να κλείσει τα εργοστάσια παραγωγής οχημάτων του τα Σάββατα και να περικόψει της ώρες εργασίας του προσωπικού του, οι εργάτες άρχισαν να απολαμβάνουν τον ελεύθερο χρόνο τους στο σπίτι και στη συνέχεια έγιναν περισσότερο αποτελεσματικοί και παραγωγικοί στη δουλειά τους.
Αν και οι συνάδελφοι του, καπετάνιοι της βιομηχανίας, ούρλιαζαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ο Ford είχε ως επιχείρημα τη δική του έρευνα και εμπειρία για το πόσο μπορούσε να εξωθήσει τους εργάτες σε βαριές χειρονακτικές εργασίες, πριν εκείνοι καταρρεύσουν ή περιπέσουν σε δαπανηρά λάθη. Μέσα σε λίγα χρόνια, ο τρόπος του Ford αποτέλεσε το πρότυπο της βιομηχανίας κι έτσι γεννήθηκε η εβδομάδα σαράντα ωρών εργασίας.

Οι οικονομολόγοι, επίσης, άρχισαν σύντομα να κάνουν ευοίωνες προβλέψεις για την επερχόμενη εποχή των άφθονων ωρών αναψυχής. Ο Keynes πίστευε ότι μέχρι το 2030, οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν 15 ώρες την εβδομάδα, κι όταν όλοι θα έχουν χρόνο να απολαμβάνουν «την ώρα και την ημέρα με ενάρετο και καλό τρόπο». Κάποιοι άλλοι προέβλεπαν εργάσιμη εβδομάδα 22 ωρών, εργασία έξι μήνες το χρόνο ή ηλικία συνταξιοδότησης τα 38. Αν μη τι άλλο, οι στοχαστές της εποχής ανησυχούσαν αρκετά για το τι θα μπορούσε να κάνουν οι μάζες με τόσο ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή τους. Οι προβλέψεις τους φαντάζουν αστείες τώρα.

Η και πιο ακραίες ώρες απ’ότι οι συνάδελφοί τους σε σχεδόν οποιαδήποτε άλλη ανεπτυγμένη οικονομία, με εξαίρεση την Νότια Κορέα όπου, όπως αναφέρει η εφημερίδα Wall Street Journal, οι καταπονημένοι Κορεάτες καταφεύγουν σε κελιά διαλογισμού για να ξεφύγουν από όλα, και την Ιαπωνία όπου έχουν φτάσει στο σημείο να επινοήσουν μια νέα λέξη για τον θάνατο από υπερκόπωση: karoshi. (Κανείς δε φεύγει αν δεν φύγει το αφεντικό. Και το αφεντικό δεν φεύγει ποτέ).

Οι εργαζόμενοι στις ΗΠΑ εγκαταλείπουν τις περισσότερες μέρες άδειας τους. Είμαστε η μόνη ανεπτυγμένη οικονομία δίχως εθνική πολιτική αδειών. Ενώ η τεχνολογία επέτρεψε όχι μόνο την ευέλικτη εργασία, αλλά έδωσε τη δυνατότητα να μπορείς να εργαστείς σε οποιοδήποτε χώρο, κάθε ώρα και κάθε λεπτό της ημέρας.
Η εβδομάδα 40 ωρών εργασίας του Ford μοιάζει πλέον σαν ένα πικρό αστείο. Η εργασιακή πολιτική που κατοχυρώθηκε το 1938 δίνει τώρα με διεστραμμένο τρόπο κίνητρο στους εργοδότες να απασχολούν εργαζόμενους μέχρι εξουθένωσης και να κρατούν την ωρομίσθια αμοιβή με τεχνητούς τρόπους σε χαμηλά επίπεδα για να αποφύγουν την καταβολή παροχών ή υπερωριών.

Οι μισθωτοί, από την άλλη, έχουν ελάχιστο ελεύθερο χρόνο ενώ οι ωρομίσθιοι πάρα πολύ. Και οι δύο έχουν ελάχιστο έλεγχο για αυτό που αποκαλείται καθαρή αναψυχή. Και χωρίς επιλογές ή έλεγχο, οι κενές αυτές ώρες είναι ουσιαστικά χρόνος ανασφάλειας και άγχους, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κάποιος να τις χαρακτηρίσει ως αναψυχή.

Όπως συμβαίνει με την εισοδηματική ανισότητα, έτσι και η σχέση εργασίας και ελεύθερου χρόνου είναι ολοένα και πιο αποκλίνουσα. Καθώς εκατομμύρια Αμερικανών παραμένουν στο περιθώριο της οικονομίας και εργάζονται λιγότερο από όσο επιθυμούν για έναν κατώτατο μισθό που σε οποιαδήποτε μεγάλη πόλη αδυνατεί να καλύψει το κόστος διαβίωσης, άλλοι εργαζόμενοι φέρουν τις πολλές ώρες εργασίας ως τίτλο τιμής.

Οικονομολόγοι έχουν διαπιστώσει ότι οι εργοδότες επιβραβεύουν τους εργαζόμενους ανάλογα με το πόσες ώρες κάθονται στα γραφεία τους κι όχι με το παραγόμενο έργο τους. Στην καλύτερη περίπτωση ο ελεύθερος χρόνος θεωρείται μη παραγωγικός ενώ στη χειρότερη επιπολαιότητα ή χάσιμο χρόνου.
Κι αυτό δεν είναι απλά ηλίθιο, αλλά και επικίνδυνο.

Πρέπει να οικοδομήσουμε μια οικονομία που δημιουργεί αρκετή δουλειά με δίκαιους μισθούς για όλους. Και πρέπει να ανακτήσουμε τον χαμένο ελεύθερο χρόνο. Αυτές οι δύο επιδιώξεις πρέπει να συνδυαστούν.

Σε μια οικονομία γνώσης, η δύναμη μας προέρχεται από τη δύναμη των ιδεών μας. Και υπάρχει εναρμόνιση με αυτές τις ιδέες σε στιγμές αναψυχής.

Οι ψυχολόγοι John Kounios και Mark Beeman σε μια απόπειρα χαρτογράφησης των εγκεφαλικών κυμάτων βρήκαν ότι η στιγμή του «εύρηκα» έρχεται όταν βρισκόμαστε σε ήρεμη, χαλαρή κατάσταση, όταν κάνουμε οτιδήποτε εκτός από δουλειά. Όπως ακριβώς συνέβη όταν ο φυσικός Richard Feynman άπραγος παρακολουθούσε τους φοιτητές του σε μια καφετέρια να σαχλαμαρίζουν στριφογυρίζοντας πιάτα και ξεκίνησε να κάνει υπολογισμούς των ταλαντώσεων τους «για πλάκα», οι οποίοι τελικά τον οδήγησαν να δημιουργήσει τα «Διαγράμματα Feynman» τα οποία εξηγούν την κβαντική ηλεκτροδυναμική και να λάβει το βραβείο Νόμπελ.

Νευροεπιστήμονες διαπίστωσαν ότι όταν βρισκόμαστε σε αδράνεια, στον ελεύθερο μας χρόνο, το μυαλό μας είναι πιο δραστήριο και συνδέονται μέρη του εγκεφάλου μας που τυπικά δεν επικοινωνούν. Έτσι λοιπόν, μια τυχαία σκέψη ή μνήμη, μια εικόνα μπορεί να συνδυαστεί με καινούριους τρόπους ώστε να παραχθούν νέες ιδέες.

Ο Andres Ericsson έχει διδάξει μεγάλους μουσικούς στην Μουσική Ακαδημία του Βερολίνου και του αποδίδεται η γνωστή ρήση ότι χρειάζονται 10.000 ώρες πρακτικής για να κατακτήσεις οτιδήποτε. Όμως η γραμμή που διαχωρίζει τους πραγματικά σπουδαίους από τους καλούς ή τους επαρκείς έχει να κάνει με τον τρόπο που αυτές οι 10.000 ώρες έχουν δαπανηθεί: έκαναν εντατική πρακτική, από νωρίς το πρωί, για πάνω από μια ή μιαμιση ώρα κάθε φορά και αναπαύονταν περισσότερο. Με άλλα λόγια, όπως τα εγκεφαλικά κύματα, οι καρδιακοί παλμοί, εργάζονταν σε δόσεις και ξεκουράζονταν αρκετά. Με αυτό τον τρόπο έγιναν σπουδαίοι.

Ίσως η πιο επιτακτική ανάγκη για ψυχαγωγία να προέρχεται από το εξής: παρά τη νοοτροπία υπερκόπωσης, έχουμε μια στατική παρουσία στην εργασία μας ενώ νιώθουμε άρρωστοι, δυστυχισμένοι, εξουθενωμένοι και αποστασιοποιημένοι. Δουλεύουμε πολλές ώρες κι όχι απαραίτητα παραγωγικά, αποτελεσματικά και δημιουργικά.

Διεθνείς συγκρίσεις του ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι στη Νορβηγία, την Ιρλανδία, τη Δανία, ακόμη και στη Γαλλία, με 30 ημέρες διακοπών κάθε χρόνο, τις γενναιόδωρες άδειες για οικογενειακούς λόγους, τις λίγες ώρες εργασίας – που ρυθμίζονται νομοθετικά- και τη απαγορευτική οδηγία στους εργοδότες να έχουν την απαίτηση από τους εργαζόμενους να ελέγχουν κείμενα ή e-mail που έχουν να κάνουν με τη δουλειά τους μετά το εργασιακό ωράριο, μας ξεπερνούν κατά πολύ.

Καθώς σκεφτόμαστε την επόμενη αμερικανική οικονομία, θα πρέπει να εξετάσουμε τις πολιτικές, καθώς και τις πολιτιστικές αλλαγές, συναφώς, ότι οι άνθρωποι χρειάζονται στιγμές χαλάρωσης και προσωπικό χρόνο, όσο χρειάζονται χρήματα.
Υποβαθμίζοντας την υπερκόπωση, γεφυρώνοντας το εισοδηματικό χάσμα και ενισχύοντας την παραγωγικότητα, ίσως να καταφέρουμε όχι μόνο να δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας για αυτούς που τις χρειάζονται, αλλά να δουλέψουμε πιο έξυπνα, να προωθήσουμε τη δημιουργικότητα και την καινοτομία, που θα οδηγήσει σε μια πιο δυναμική, παραγωγική οικονομία και μια καλύτερη ζωή.

Μετά από όλα αυτά, δεν είναι η επιδίωξη της ευτυχίας μέρος αυτού που μας ορίζει ως Αμερικανούς;

ΔΗΜΟΦΙΛΗ