ATHENS MEETINGS 2022: Μια πρωτοβουλία του Ιδρύματος Schwarz για την πόλη της Αθήνας
Διαβάστε όσα ειπώθηκαν στην δεύτερη δημόσια συζήτηση"Ένα πρόγραμμα για την Αθήνα" στις 4/4/2022. Μπορείτε να δείτε μαγνητοσκοπημένη τη συζήτηση online στο Youtube στα ελληνικά, με ταυτόχρονη μετάφραση στα αγγλικά.
Στις 4 Απριλίου 2022, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα πραγματοποιήθηκε η δεύτερη εκδήλωση της σειράς δημόσιων συζητήσεων «Athens Meetings 2022» που οργανώνει το ίδρυμα Schwarz με ευθύνη του Ανδρέα Γιακουμακάτου, καθηγητή Αρχιτεκτονικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Σε συνέχεια της πρώτης εκδήλωσης «Ποιος σχεδιάζει την Αθήνα;» η δεύτερη συζήτηση «Ένα πρόγραμμα για την Αθήνα» έστρεψε το ενδιαφέρον από τους φορείς σχεδιασμού στο ίδιο το σχέδιο. Οι προσκεκλημένοι ομιλητές, διακεκριμένοι στον τομέα τους, κλήθηκαν να τοποθετηθούν γύρω από τα εργαλεία του σχεδιασμού, την ύπαρξη ή μη ενός συνεκτικού προγράμματος ή ακόμα και ενός «οράματος» για την πόλη της Αθήνας. Ερωτήματα όπως «σχεδιάζεται η Αθήνα; Τι σχεδιάζεται στην Αθήνα; Ποιες είναι οι προτεραιότητες; Ποιοι είναι οι διατυπωμένοι στόχοι;» διαμόρφωσαν έτσι αυτή τη φορά το πλαίσιο τόσο των τοποθετήσεων όσο και της συζήτησης που ακολούθησε με το κοινό, οδηγώντας στο τέλος της βραδιάς σε ένα γόνιμο έδαφος για περαιτέρω συζητήσεις και προβληματισμό πάνω στο θέμα. Τελικά, οι ομιλητές παρείχαν ένα πλούσιο υλικό τόσο για να διατυπωθεί εκ νέου μια συνεκτική ιδέα για την πόλη.
Συνοψίζοντας τα ζητήματα που αναπτύχθηκαν στην προηγούμενη συζήτηση (23/2/2022) σε τρεις θεματικές –σχεδιασμός, νομοθεσία, ρόλος τοπικής αυτοδιοίκηση– ο Α. Γιακουμακάτος εστίασε στον γενικότερο κατακερματισμό σε επίπεδο σχεδιασμού, αρμοδιοτήτων και δράσεων, στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού, καθώς και στον ευκαιριακό τρόπο με τον οποίον εξελίσσεται χωρικά η Αθήνα με την απουσία κεντρικού προγραμματισμού. Το πώς ο λόγος των «ειδικών» του σχεδιασμού μπορεί να γεφυρωθεί με τον λόγο των πολιτικών σε ένα πλαίσιο συνεργασίας, το ζήτημα της διαμόρφωσης μιας κεντρικής στρατηγικής για την Αθήνα, αλλά ο τρόπος με τον οποίον το όραμα μπορεί να γίνει πρόγραμμα, ανέφερε ο Α. Γιακουμακάτος, θα μπορούσαν να αποτελέσουν κάποιους από τους θεματικούς άξονες της τρέχουσας συζήτησης αλλά και αυτών που θα ακολουθήσουν.
O Γεώργιος Πρεβελάκης, ομότιμος καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη και μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ, επισήμανε στην ομιλία του τις ιστορικές ισορροπίες της πόλης της Αθήνας ανάμεσα στη συγκρότηση ενός συνεκτικού αστικού εδάφους και τη διασύνδεση με παγκόσμιες ροές και δίκτυα στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός «αφηγήματος». Η Αθήνα, μέσω του σχεδιασμού της, υπήρξε διαχρονικά, σύμφωνα με τον Γ. Πρεβελάκη, βασικό εργαλείο στη διαμόρφωση της ελληνικής ταυτότητας.. Οι περισσότερες φωνές στον σχεδιασμό και η διάσπαση του κεντρικού αφηγήματος σε πολλαπλά αφηγήματα είναι μια αναπόφευκτη πραγματικότητα, κατέληξε ο Γ. Πρεβελάκης, και το ζήτημα πια δεν είναι να τα περιορίσουμε αλλά να αποφύγουμε την κακοφωνία με μορφές συντονισμού.
Ο Παντολέων Σκάγιαννης, ο οποίος είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής των Υποδομών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, όρισε το «σχέδιο» (πρόγραμμα και σχεδιασμός) ως μια δήλωση προθέσεων, η οποία προχωρώντας προς την υλοποίηση έχει περάσει από τρία τουλάχιστον στάδια συμβιβασμών (κατά τον σχεδιασμό, τη θεσμοθέτηση και, τέλος, την εφαρμογή). Η ομαλή εξέλιξη ενός σχεδίου διασφαλίζεται, κατά τον Π. Σκάγιαννη, με την ουσιαστική διαβούλευση και με την προϋπόθεση ότι το σχέδιο απαντά σε καίρια ερωτήματα και αναφέρεται στην κοινωνία των πολιτών. Σχολιάζοντας την συχνά προβαλλόμενη αιτιολογία για στενότητα πόρων ως ανεδαφική, ο Π. Σκάγιαννης είπε χαρακτηριστικά ότι ακόμα και το διατιθέμενο «ένα ευρώ» πρέπει να δοθεί κατά προτεραιότητα σε περισσότερους ελεύθερους χώρους και πράσινο για τους κατοίκους της πόλης, σε υποδομές κοινωνικές και βιωσιμότητας, στην αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας και της στεγαστικής αποστέρησης κλπ.
Ο Θωμάς Δοξιάδης, αρχιτέκτονας τοπίου και ιδρυτής του βραβευμένου αρχιτεκτονικού γραφείου doxiadis+, παρουσίασε τις διεθνείς, καινοτόμες τάσεις στο σχεδιασμό, στις οποίες επικρατεί μια συγκροτημένη πολιτική για πράσινες υποδομές, σε συμφωνία και με τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχουμε διεθνώς παραδείγματα, σχολίασε ο Θ. Δοξιάδης, όπου αντί να προσφέρονται γκρίζες υποδομές (δρόμοι κλπ.) πάνω στις οποίες θα κινηθεί η ανάπτυξη, προσφέρεται πράσινο ή η σύνθεση γκρίζων και πράσινων υποδομών.Το στοίχημα για την Αθήνα, όπως το έθεσε ο Θ. Δοξιάδης, είναι να ενσωματώσει τέτοιου είδους οράματα στο μέλλον.
H Ρένα Κλαμπατσέα, αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΕΜΠ στον τομέα της Πολεοδομίας και της Χωροταξίας και με την ιδιότητα της πρώην Γενικής Γραμματέως Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος ΥΠΕΝ, μίλησε για την ανταγωνιστική σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί μεταξύ των εργαλείων του ειδικού και του γενικού σχεδιασμού της Αθήνας σε μητροπολιτικό επίπεδο και για τον επακόλουθο κίνδυνο της αποσπασματικότητας. Αναφερόμενη στην αναθεώρηση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας του 2014, η Ρ. Κλαμπατσέα, έθεσε τα ερωτήματα του κατά πόσο αυτή κρίνεται αναγκαία και αν οι επιμέρους θεματικές πολιτικές και τα μεμονωμένα ειδικά εργαλεία είναι τελικά αυτά που καθοδηγούν τον στρατηγικό σχεδιασμό σε μητροπολιτικό επίπεδο, όπως έγινε για παράδειγμα στις περιπτώσεις της ΠΥΡΚΑΛ και του Μεγάλου Περιπάτου. Σε αντίθεση με τον κατακερματισμό που προκύπτει όταν το σχέδιο υλοποιείται ως μια συρραφή ψηφίδων, και η οποία μπορεί εν τέλει να ενισχύει τις χωρο-κοινωνικές ανισότητες δημιουργώντας μεμονωμένες «οάσεις» που αποκρύπτουν την αθέατη όψη της πόλης, περιέγραψε τον σχεδιασμό ως ένα συνολικό όραμα που παράγεται από τα κάτω συμπεριλαμβάνοντας τη μέγιστη δυνατή εμπλοκή των πολιτών.
Στη συνέχεια, ο Μιχαήλ Ιακωβίδης, καθηγητής Στρατηγικής και κάτοχος της έδρας Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας Sir Donald Gordon στο London Business School, ανέπτυξε τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει η στρατηγική ανάπτυξη αλλά και τις στρεβλώσεις που εντοπίζονται στον τρόπο με τον οποίον αυτή εφαρμόζεται στην περίπτωση της Αθήνας. Σύμφωνα με τον Μ. Ιακωβίδη, στην Ελλάδα παρατηρείται η λεκτική κατάχρηση του όρου «στρατηγικός». Κάνοντας έναν παραλληλισμό με τον εταιρικό τομέα των επιχειρήσεων, μίλησε για την αναντιστοιχία μεταξύ της «εκπεφρασμένης στρατηγικής», δηλαδή της εύηχης περιγραφής των προθέσεων και της «αναδυόμενης στρατηγικής» η οποία εκφράζει αυτά που γίνονται στην πραγματικότητα. Μεταφέροντας την εμπειρία του ως σύμβουλος στρατηγικής στην πόλη της Βαρκελώνης, πρότεινε να στρέψουμε το βλέμμα και σε άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις και να επιδιώξουμε την ανάδυση του στρατηγικού ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης σε ρόλο ουσιαστικό και όχι μόνο εκτελεστικό, πιέζοντας ταυτόχρονα τη δημόσια διοίκηση και τους πολιτικούς για μετρήσιμα αποτελέσματα που να εστιάζουν στην εφαρμογή συγκεκριμένων στόχων και όχι μόνο στο όραμα.
Παρόλο που η συζήτηση τέθηκε εξαρχής στη θεωρητική βάση του στρατηγικού προγραμματισμού, οι συμμετέχοντες μπόρεσαν, μεταφέροντας παράλληλα την εμπειρία τους από τη συμμετοχή τους σε αντίστοιχες διαδικασίες, να προβούν και σε πρακτικές διατυπώσεις σχετικά με τις μεθόδους και τα εργαλεία για την περίπτωση της Αθήνας. Ίσως η παράμετρος που τονίστηκε περισσότερο ήταν το ζήτημα της διεύρυνσης της συμμετοχής στις διαδικασίες που σχετίζονται με τη λήψη των αποφάσεων, κατεύθυνση στην οποία κινήθηκε και η ίδια η εκδήλωση μέσα από τη δημόσια συζήτηση. Μετά το τέλος των εισηγήσεων η συζήτηση άνοιξε προς το παρευρισκόμενο κοινό και υποβλήθηκαν ερωτήσεις προς τους ομιλητές.