ΑΠΟΨΕΙΣ

Κοινωνική ένταξη των Ρομά και προληπτική διαμεσολάβηση για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας

Κοινωνική ένταξη των Ρομά και προληπτική διαμεσολάβηση για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας
«Οι Ρομά λόγω των ιδιαίτερων κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους συνιστούν μια ευάλωτη κοινωνική ομάδα» λέει ο κ. Σταμάτης

Στην Ελλάδα σήμερα σύμφωνα με την πρόσφατη καταγραφή του έτους 2021 που διεξήγαγε η Γενική Γραμματεία Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας διαβιούν περίπου 110.000 Ρομά.

Είναι κυρίως Έλληνες πολίτες, χριστιανοί ορθόδοξοι και υπάγονται στο Σύνταγμα και τους νόμους του Ελληνικού Κράτους, απολαμβάνοντας όλα τα κατοχυρωμένα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα.

Οι Ρομά λόγω των ιδιαίτερων κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους συνιστούν μια ευάλωτη κοινωνική ομάδα, ενώ πολλοί εξ αυτών ομιλούν την γλώσσα Ρομανί, προφορική γλώσσα που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά.

Η συντριπτική πλειοψηφία τους διαβιεί σε άθλιες συνθήκες ακραίας φτώχειας, σε περιοχές αποκομμένες από τον κοινωνικό ιστό, σε αυτοσχέδιους οικισμούς με ανύπαρκτες βασικές υποδομές. Πλήττονται από την ανεργία, τον αναλφαβητισμό και το χαμηλό επίπεδο υγείας, ενώ εμπλέκονται σε επαγγελματικές δραστηριότητες αποκομμένες από την τυπική αγορά εργασίας, καλύπτοντας με δυσκολία τις βασικές ανάγκες επιβίωσης.

Στις κοινότητες Ρομά συναντώνται συχνά προβλήματα αστικοδημοτικής φύσεως, πρώιμων και καταναγκαστικών γάμων, έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας. Οι υποβαθμισμένες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες διαβίωσης αποτελούν σημαντικό λόγο της ελλιπούς συμμόρφωσης των Ρομά με τους κοινωνικούς κανόνες και, συνεπώς, φαινομένων αντικοινωνικής συμπεριφοράς και παραβατικών πράξεων, ενώ συχνά καθίστανται σε αμυντική στάση κοινωνικής εσωστρέφειας και εναντίωσης προς τους θεσμούς της Ελληνικής πολιτείας. Η κατάσταση αυτή ενισχύει και στις δύο πλευρές (Ρομά και μη Ρομά) στερεότυπα και προκαταλήψεις που ανατροφοδοτούν τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Η εμπλοκή μέρους των Ρομά σε παραβατικές πράξεις αποτελεί συχνά το πεδίο συνάντησής τους με τους εφαρμοστές του νόμου, την Αστυνομία. Η αλληλεπίδραση, ωστόσο, μεταξύ των αστυνομικών και των Ρομά και οι διαμορφούμενες μεταξύ τους σχέσεις είναι σημαντικό να προσεγγίζονται μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον της προληπτικής ασφάλειας, με στόχο την πραγματοποίηση βελτιωτικών παρεμβάσεων.

Οι αστυνομικοί υπάλληλοι, αφενός, αποτελώντας μέρος της κοινωνίας, ενδέχεται, ως «κοινωνικά άτομα» με προδιαμορφωμένες στάσεις και αντιλήψεις στη βάση των προσωπικών και επαγγελματικών εμπειριών τους, να φέρουν και οι ίδιοι στερεότυπα και προκαταλήψεις για τους Ρομά.

Υπό την επίδραση αυτών των στερεοτύπων, αλλά, κυρίως, υπό την πίεση των πολιτών και προς χάρη της δημόσιας ειρήνης, ευταξίας και ασφάλειας, είναι πιθανή διαφοροποιημένη στάση και αστυνομική δράση απέναντι στις κοινότητες Ρομά, που εκδηλώνονται είτε με την υπο-αστυνόμευση είτε με την υπερ-αστυνόμευση, που μπορεί να οδηγεί είτε σε μη επαρκή υποστήριξη και προστασία των Ρομά από τη βία και την εγκληματική συμπεριφορά που στρέφεται σε βάρος τους, είτε σε διακριτική και υποτιμητική μεταχείριση ή και κακομεταχείριση των Ρομά παρεκκλίνοντων ή παραβατών κατά την αστυνομική έρευνα.

Αφετέρου, και οι ίδιοι οι Ρομά, έχει διαπιστωθεί ότι γίνονται φορείς αρνητικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων έναντι της Αστυνομίας. Έχοντας βιώσει κοινωνική προκατάληψη, στιγματισμό, απομόνωση ή/και εχθρότητα, συχνά στρέφουν τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευσή τους στους αστυνομικούς, καθώς αποτελούν τους επαγγελματίες πρώτης γραμμής που εκπροσωπούν τον κατεξοχήν επίσημο φορέα ελέγχου και επιβολής του νόμου.

Εμφανίζονται έτσι προκατειλημμένοι, αρνούμενοι την επικοινωνία και τη συνεργασία με τις αστυνομικές αρχές. Επιπρόσθετα και για τους ίδιους λόγους, θεωρούν ότι στοχοποιούνται άδικα, ότι υφίστανται υπέρμετρο έλεγχο σε μια προσπάθεια περιστολής των ελευθεριών τους, όπως αυτές γίνονται αντιληπτές, και περαιτέρω υποβάθμισή τους. Απόρροια αυτής της αντίληψής τους είναι η πρόκληση εντάσεων, ακόμα και συγκρούσεων που συντηρούν το φαύλο κύκλο του κοινωνικού αποκλεισμού.

Επομένως, είναι αναγκαία ή λήψη συντονισμένων μέτρων με στόχο την ενίσχυση διαύλων επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των κοινοτήτων Ρομά και των αστυνομικών την καλύτερη αστυνόμευση και την αύξηση της εμπιστοσύνης μεταξύ της Αστυνομίας και των Ρομά, με αντίκτυπο στη βελτίωση της ασφάλειας των κοινοτήτων Ρομά και στην ειρηνική διαβίωση της ευρύτερης τοπικής κοινωνίας.

Προς αυτή την κατεύθυνση, υλοποιείται και βαίνει άμεσα προς ολοκλήρωση το πρόγραμμα «Ολοκληρωμένη Παρέμβαση Συντηρητικής Εκπαίδευσης Αστυνομικού Προσωπικού σε θέματα Κοινωνικής Διαμεσολάβησης και Προληπτικής Ασφάλειας, σε επιλεγμένες περιοχές – στόχους της χώρας με σημαντικές πληθυσμιακές συγκεντρώσεις Ρομά», το οποίο υλοποιείται από το Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕ.ΜΕ.Α) του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, βάσει της σχετικής Προγραμματικής Συμφωνίας και του Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ του ΚΕ.ΜΕ.Α και της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας.

Το έργο συνολικού προϋπολογισμού 191.446€ συγχρηματοδοτείται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Μεταρρύθμισης του Δημόσιου Τομέα (ΕΣΠΑ-ΕΚΤ-Ε.Π.ΜΔΤ) και έχει διάρκεια υλοποίησης δεκαεπτά (17) μήνες.

Το έργο ξεκίνησε στις 15 Δεκεμβρίου 2020 και ολοκληρώνεται στις 15 Μαΐου 2022 και αφορά στη συντηρητική εκπαίδευση σε θέματα κοινωνικής διαμεσολάβησης Ρομά και προληπτικής ασφάλειας αστυνομικών «πρώτης γραμμής» που υπηρετούν σε περιοχές της χώρας με σημαντικές πληθυσμιακές συγκεντρώσεις Ρομά (Περιφέρειες Αττικής, Κεντρικής Μακεδονίας, Κρήτης και Στερεάς Ελλάδας).

Σκοπός του Έργου είναι η παροχή εργαλείων κοινωνικής διαμεσολάβησης για το αστυνομικό προσωπικό «πρώτης γραμμής», εστιάζοντας στην καταπολέμηση των διακρίσεων και την εφαρμογή πολιτικών πρόληψης του κοινωνικού αποκλεισμού της ευάλωτης ομάδας των Ρομά.

Μέσω του σχεδιασμού και της εφαρμογής ενός καινοτόμου συμμετοχικού μοντέλου κοινωνικής διαμεσολάβησης και προληπτικής ασφάλειας, το Έργο αποβλέπει στην ενίσχυση του ρόλου του αστυνομικού προσωπικού ως αναπόσπαστου κρίκου της κοινωνικής αλυσίδας, αναδεικνύοντας, παράλληλα, τον ρόλο των εκπαιδευμένων κοινωνικών διαμεσολαβητών Ρομά.

Υπό αυτό το πρίσμα, η αποστολή του προληπτικού / αστυνομικού διαμεσολαβητή εντός αυτού του πλαισίου, του αστυνομικού που έχει γνώση των συνθηκών διαβίωσης και των αναγκών των Ρομά που διαβιούν στην περιοχή ευθύνης τους και με επαγγελματισμό, αμεροληψία και επικοινωνιακές δεξιότητες λειτουργεί προληπτικά – για την αποφυγή κρίσεων και πριν την εκδήλωση συγκρούσεων – αναδεικνύεται ως έργο μείζονος σημασίας.

Ως διαμεσολάβηση περιγράφεται η διαδικασία ειρηνικής επίλυσης διαφορών και συγκρούσεων, που λαμβάνει χώρα μεταξύ των διαφωνούντων μερών και ενός τρίτου, ουδέτερου προσώπου, του διαμεσολαβητή, με σκοπό την εύρεση μιας αμοιβαία αποδεκτής και ωφέλιμης λύσης.

Στην περίπτωση της αστυνομικής διαμεσολάβησης, την προετοιμασία, οργάνωση και διεξαγωγή της σχετικής διαδικασίας αναλαμβάνει ένας κατάλληλα εκπαιδευμένος αστυνομικός, λειτουργώντας προληπτικά, για την αποφυγή εκδήλωσης συγκρούσεων, με στόχο την αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων μέσω του εποικοδομητικού διαλόγου, τη βελτίωση του επιπέδου επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, την ενίσχυση της συνεργασίας τους και την αποκατάσταση των σχέσεών τους.


Τον πυρήνα της ομάδας παρέμβασης αποτέλεσε το αστυνομικό προσωπικό Αστυνομικών Υπηρεσιών, που έρχονται σε άμεση επαφή με τις κοινότητες των Ρομά κατά την εκτέλεση του καθημερινού επαγγελματικού τους έργου.

Ειδικότεροι στόχοι της παρέμβασης είναι η οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, η δημιουργία πρόσφορου εδάφους για την προώθηση του κοινωνικού διαλόγου και η διαχείριση φαινομένων κοινωνικού αποκλεισμού των Ρομά, μέσα από αμοιβαία ευαισθητοποίηση, αλληλοκατανόηση και συλλειτουργία τοπικών κοινοτήτων Ρομά, τοπικών κοινωνιών και στελεχών «πρώτης γραμμής» Υπηρεσιών Προστασίας του Πολίτη. Το έργο περιλάμβανε την υλοποίηση των εξής δράσεων:

(α) Διενέργεια Ερευνητικών δράσεων, τοπικών διαβουλεύσεων και ομάδων εστιασμένης συζήτησης σε πέντε (5) περιοχές της χώρας (Δυτική Αττική, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Κατερίνη, Ηράκλειο), για τον εντοπισμό των ειδικών αναγκών παρέμβασης σε θέματα προληπτικής ασφάλειας και τη διερεύνηση των στάσεων / αντιλήψεων των τοπικών κοινοτήτων Ρομά για την αστυνομία και αντίστροφα.

(β) Σχεδιασμός και συγγραφή εκπαιδευτικού υλικού για τους εκπαιδευόμενους και τους εκπαιδευτές του, καθώς και πρακτικού εγχειριδίου «Do / Don’t» σε θέματα κοινωνικής διαμεσολάβησης και προληπτικής ασφάλειας.

(γ) 1 σεμινάριο εκπαίδευσης εκπαιδευτών και 5 εκπαιδευτικά προγράμματα αστυνομικού προσωπικού «πρώτης γραμμής» σε θέματα κοινωνικής διαμεσολάβησης και προληπτικής ασφάλειας, από «δίδυμα» Ρομά και μη Ρομά εκπαιδευτών, με την ενεργό συμμετοχή έμπειρων Ρομά κοινωνικών διαμεσολαβητών και με στόχο την προώθηση κατάλληλων αστυνομικών/προληπτικών εργαλείων διαμεσολάβησης. Εκπαιδεύτηκαν εβδομήντα πέντε (75), συνολικά, αστυνομικοί «πρώτης γραμμής» που υπηρετούν σε Αστυνομικές Υπηρεσίες των πέντε (5) περιοχών στόχων της παρέμβασης και των οποίων οι περιοχές ευθύνης ταυτίζονται με τις περιοχές αυτές.

(δ) Πιλοτική δοκιμή στο πεδίο, με στόχο την εκτίμηση και ενίσχυση της δέσμευσης και ανταπόκρισης του αστυνομικού προσωπικού στην εκπαίδευση καθώς και τη διενέργεια πρακτικών εργαστηρίων σε θέματα προληπτικής / αστυνομικής διαμεσολάβησης και πρακτικής χρήσης συναφών εργαλείων κατά την εκτέλεση του καθημερινού αστυνομικού έργου.

Σε όλη τη διάρκεια του προγράμματος υπήρξε ενεργός συμμετοχή της Ένωσης Διαμεσολαβητών Ρομά και Συνεργατών τους καθώς και των εκπροσώπων Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών, στελεχών Κοινωνικών Υπηρεσιών και των Κέντρων Κοινότητας / Παραρτημάτων Ρομά των ενδιαφερόμενων Δήμων, εκπροσώπων τοπικών κοινοτήτων Ρομά, ενεργών κοινωνικών διαμεσολαβητών Ρομά και στελεχών αστυνομικών Υπηρεσιών.

Η Γενική Γραμματεία Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας ως καθ’ ύλην αρμόδιος φορέας για τον συντονισμό και την παρακολούθηση των πολιτικών κοινωνικής ενσωμάτωσης των Ρομά σε εθνικό επίπεδο κατηύθυνε, επόπτευσε και παρακολούθησε όλες τις ενέργειες που απαιτήθηκαν για την υλοποίηση των παρεμβάσεων του έργου.

Το πιλοτικό αυτό έργο, που εντάσσεται στο πλαίσιο της νέας Εθνικής Στρατηγικής για την Κοινωνική Ένταξη των Ρομά (ΕΣΚΕ Ρομά 2021-2030) αναδεικνύει ένα επιτυχημένο μοντέλο αστυνόμευσης, εναρμονισμένου με τις δημοκρατικές αρχές και την προώθηση της κοινωνικής ισότητας με σκοπό την ειρηνική συνύπαρξη και την κοινωνική ευημερία.

Μια τέτοια προσέγγιση συμβάλει στην ενίσχυση του κοινωνικού διαλόγου και στην προληπτική προώθηση της κοινωνικής ένταξης των Ρομά, ενισχύοντας την αμοιβαία ευαισθητοποίηση και κατανόηση μεταξύ των τοπικών κοινοτήτων Ρομά και μη Ρομά και των υπηρεσιών πολιτικής προστασίας, με ιδιαίτερη έμφαση στην καταπολέμηση των στερεοτύπων και των διακρίσεων κατά των Ρομά, στην ουσιαστική προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των Ρομά και τη βελτίωση των σχέσεων των Ρομά με τις υπηρεσίες και τις δομές του κράτους.


*Ο κ. Γιώργος Σταμάτης είναι Γενικός Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ