ΚΟΣΜΟΣ

Ο μεγιστάνας του Τύπου Τζίμι Λάι είναι «ο γηραιότερος πολιτικός κρατούμενος του Χονγκ Κονγκ»

Ο μεγιστάνας του Τύπου Τζίμι Λάι είναι «ο γηραιότερος πολιτικός κρατούμενος του Χονγκ Κονγκ»

H σύλληψη του Jimmy Lai

AP

Ο μεγιστάνας των μέσων ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ και υποστηρικτής της δημοκρατίας Τζίμι Λάι, που κρίθηκε σήμερα Δευτέρα 15/12 ένοχος για απόπειρα να πλήξει την εθνική ασφάλεια της Κίνας, είναι ένα από τα διαχρονικά «μαύρα πρόβατα» του Πεκίνου.

Ο Τζίμι Λάι, ένας από τους πιο γνωστούς αντιφρονούντες του Χονγκ Κονγκ, είναι φυλακισμένος εδώ και σχεδόν πέντε χρόνια και τώρα κινδυνεύει να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη.

Είναι ο πρώτος που κατηγορήθηκε για «σύμπραξη με ξένες δυνάμεις» με βάση τον νόμο περί εθνικής ασφάλειας τον οποίο επέβαλε το Πεκίνο στο Χονγκ Κονγκ το 2020, μετά τις μεγάλες φιλοδημοκρατικές διαδηλώσεις του 2019 στο κινεζικό αυτό έδαφος που έχει ειδικό καθεστώς.

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι (ο Λάι) έτρεφε έχθρα και μίσος του προς τη (Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας) για μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής του», δήλωσε η δικαστής Έστερ Το κατά την ακροαματική διαδικασία τη Δευτέρα.

Η ίδια έκρινε ένοχο τον Λάι για την κατηγορία της ανταρσίας και δύο κατηγορίες αθέμιτης σύμπραξης με το εξωτερικό.

Σύμφωνα με την εισαγγελία, ο Λάι ήταν ο εγκέφαλος δύο συνωμοσιών προκειμένου να πειστούν ξένες χώρες να επιβάλουν «κυρώσεις ή αποκλεισμό» ή να πραγματοποιήσουν «εχθρικές ενέργειες» κατά του Χονγκ Κονγκ ή της Κίνας. Ο πρώην μεγιστάνας κατηγορείται επίσης για δημοσίευση περιεχομένου που «υποκινούσε δυσαρέσκεια» προς την κυβέρνηση.

Ο 78χρονος Τζίμι Λάι, που δήλωσε αθώος, έμεινε ανέκφραστος την ώρα που η δικαστής διάβαζε την ετυμηγορία. Η ποινή του πρόκειται να ανακοινωθεί αργότερα.

«Ταραχοποιός»

Ο δισεκατομμυριούχος, ο οποίος παρουσιάζεται ως «ταραχοποιός», υποστηρίζει εδώ και καιρό το κίνημα υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ.

Γεννημένος στην Κίνα, έφτασε κρυφά σε ηλικία 12 ετών στο Χονγκ Κονγκ, τότε βρετανική αποικία, όπου εργάστηκε σε παράνομα εργαστήρια πριν ιδρύσει το 1981 την κλωστοϋφαντουργία Giordano, η οποία αργότερα έγινε διεθνής κολοσσός.

Ο Λάι ίδρυσε το πρώτο μέσο ενημέρωσης, που ασκούσε έντονη κριτική στην κινεζική κυβέρνηση, λίγο μετά την αιματηρή καταστολή των φιλοδημοκρατικών διαδηλώσεων στην πλατεία Τιενανμέν του Πεκίνο του 1989.

Οι δύο βασικές εκδόσεις του, η εφημερίδα Apple Daily και το διαδικτυακό περιοδικό Next, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στο Χονγκ Κονγκ.

Ήταν εξάλλου μεταξύ των λίγων εντύπων που τάχθηκαν ανοιχτά στο πλευρό των μεγάλων φιλοδημοκρατικών διαδηλώσεων στο Χονγκ Κονγκ το 2019. Εξαιτίας αυτού ο Τζίμι Λάι χαρακτηρίστηκε «προδότης» από τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Συνελήφθη πρώτη φορά τον Αύγουστο του 2020, κατά τη διάρκεια έρευνας της αστυνομίας στην Apple Daily.

Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους δικαστής επέτρεψε να αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, αλλά μία εβδομάδα αργότερα ανώτερης βαθμίδας δικαστήριο ζήτησε να επιστρέψει στη φυλακή, όπου κρατείται έκτοτε.

Ο Λάι έχει ήδη κριθεί ένοχος σε πέντε υποθέσεις, εκ των οποίων οι τέσσερις αφορούν τις διαδηλώσεις του 2019.

Σύμφωνα με τον γιο του Σεμπάστιαν Λάι, είναι «ο πιο γηραιός πολιτικός κρατούμενος του Χονγκ Κονγκ».

Τόσο αυτός όσο και η αδελφή του, η Κλερ Λάι, πρόσφατα δήλωσαν ότι ανησυχούν για την κατάσταση της υγείας του πατέρα τους, που πάσχει από διαβήτη, ο οποίος κρατείται στην απομόνωση, έπειτα από «αίτημα του», όπως επισημαίνουν οι αρχές.

Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ τονίζουν ότι λαμβάνει «επαρκή και ολοκληρωμένη» φροντίδα.

«Το τέλος της ελευθερίας του Τύπου»

Η υπόθεση του Τζίμι Λάι θεωρείται από τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χαρακτηριστική της διάβρωσης των πολιτικών ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ μετά την υιοθέτηση του νόμου περί εθνικής ασφάλειας.

«Το γεγονός ότι η σημερινή ετυμηγορία ήταν αναμενόμενη δεν την καθιστά λιγότερο σοκαριστική: η καταδίκη του Τζίμι Λάι ακούγεται σαν το τέλος της ελευθερίας του Τύπου στο Χονγκ Κονγκ», κατήγγειλε η μη κυβερνητική οργάνωση Διεθνής Αμνηστία.

Οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα (RSF) επίσης έκαναν λόγο για μια «παράνομη καταδίκη», ενώ η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ) τη χαρακτήρισε «καταδίκη παρωδία».

Οι αρχές του Χονγκ Κονγκ, πρώην βρετανική αποικία, απαντούν ότι η υπόθεση «κρίθηκε αποκλειστικά με βάση τις αποδείξεις και σύμφωνα με τον νόμο».

Υπερυψηλές ταχύτητες σε 100 χώρες με τα υποθαλάσσια καλώδια του δικτύου Vodafone