Ποια είναι η Chevron - Ο κολοσσός ενέργειας που «ποντάρει» στην Ελλάδα
Στο επίκεντρο της ελληνικής αλλά και της διεθνούς επικαιρότητας βρέθηκε η αμερικανική Chevron, καθώς την Τετάρτη 10/9 επιβεβαίωσε το στρατηγικό ενδιαφέρον της για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες, αναβαθμίζοντας το ρόλο της χώρας ως σημαντικό ενεργειακό «παίκτη» που έχει τη δυνατότητα να αναδιαμορφώσει τον ενεργειακό χάρτη της Μεσογείου.
Ο αμερικανικός ενεργειακός κολοσσός που παίζει στη «μεγάλη κατηγορία» της παγκόσμιας αγοράς, με κεφαλαιοποίηση άνω των 314 δισ. δολαρίων, ενδιαφέρεται για τα τέσσερα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου και ήδη ανακοίνωσε τη συμμετοχή της στο διεθνή διαγωνισμό του ΥΠΕΝ, μέσω κοινοπραξίας με την Helleniq Energy.
Ποια είναι όμως η Chevron, ποια είναι η ιστορία της και ποια η σημερινή της εικόνα;
Η ιστορία πίσω από την επιτυχία
Η ιστορία του ενεργειακού κολοσσού ξεκίνησε «ταπεινά» το 1876, όταν μια ομάδα εξερευνητών βρισκόταν σε αναζήτηση πετρελαίου στην Καλιφόρνια.
Το κυνήγι του «μαύρου χρυσού» στέφθηκε με επιτυχία και τρία χρόνια αργότερα ιδρύθηκε η Pacific Coast Oil, η οποία μετά από μια σειρά εξαγορών, επεκτάσεων, νέα προϊόντων έφτασε να γίνει σήμερα μία από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας χαρακτηρίστηκαν από την πρώτη εμπορική ανακάλυψη πετρελαίου στην Καλιφόρνια και την κατασκευή του δεξαμενόπλοιου με χαλύβδινο κύτος στην Καλιφόρνια, το George Loomis, το οποίο κατασκευάστηκε για να μεταφέρει αποτελεσματικά 6.500 βαρέλια πετρελαίου δια θαλάσσης.

Ο προκάτοχος της Chevron, η Pacific Coast Oil Co., ιδρύθηκε το 1879 στο Σαν Φρανσίσκο.
CHEVRONΟ αντίκτυπος των χαμηλών αποθεμάτων πετρελαίου μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ώθησε τις προσπάθειές της εταιρείας να παράγει πετρέλαιο σε διεθνές επίπεδο και αποτέλεσε την αφορμή για την δημιουργία του brand, με το λογότυπο σε σχήμα σιρίτιου, που όλοι αναγνωρίζουν σήμερα.
Η δεκαετία του 1930 χαρακτηρίστικε από τις ανακαλύψεις πετρελαίου στη Μέση Ανατολή, μεταμόρφωσαν την παραγωγή ενέργειας και επέκτειναν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της -τότε - Socal, η οποία έγινε βασικός προμηθευτής αργού πετρελαίου για τους Συμμάχους κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Μια νέα ταυτότητα
Μετά τον πόλεμο η Socal συγχωνεύτηκε με την Kentucky Standard Oil και αργότερα με την Gulf Oil Corporation, διπλασιάζοντας σχεδόν τα αποθέματά μας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο παγκοσμίως.
Ήταν μια ευκαιρία που ήρθε σχεδόν εν μία νυκτί. Η Gulf Oil Corp., η πέμπτη μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας, είχε αποκρούσει μια προσφορά εξαγοράς, ωθώντας το διοικητικό συμβούλιο της Gulf να προσφέρει την εταιρεία προς πώληση.
Στις 5 Μαρτίου 1984, ο πρόεδρος της Socal, George Keller, υπέβαλε προσφορά 80 δολαρίων ανά μετοχή, περίπου 13,3 δισεκατομμύρια δολάρια, και ώρες αργότερα έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον πρόεδρο της Gulf, James Lee, που του ενημέρωνε ότι η Socal είχε κερδίσει την προσφορά.
Με τιμή 13,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ήταν η μεγαλύτερη συγχώνευση στην εταιρική ιστορία εκείνη την εποχή - και ένας ισχυρός συνδυασμός περιουσιακών στοιχείων, εταιρικής φιλοσοφίας και ποικίλων ταλέντων των εργαζομένων δύο οργανισμών.
Έτσι η Socal έγινε η Chevron Corporation και επεκτάθηκε διεθνώς για να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση πετρελαίου.

Η τεχνολογία που άλλαξε την ενέργεια
Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, η εταιρεία επένδυσε στην έρευνα και απέκτησε ένα νέο πλεονέκτημα στην αναζήτηση νέων ενεργειακών προμηθειών.
Η Chevron απέδειξε την εμπειρία της στην αξιοποίηση τεχνολογίας εξερεύνησης βαθέων υδάτων στον Κόλπο του Μεξικού των ΗΠΑ.
Το 2006, η δοκιμή του πηγαδιού Jack σημείωσε περισσότερα από έξι παγκόσμια ρεκόρ για την πίεση, το βάθος και τη διάρκεια σε βαθιά νερά. Με βάθος πέντε μιλίων, ήταν το βαθύτερο πηγάδι που δοκιμάστηκε ποτέ στον κόλπο. Και αυτά τα ρεκόρ επιτεύχθηκαν χωρίς ούτε ένα περιστατικό ασφάλειας ή περιβάλλοντος.
Αξίζει να σημειωθεί πως από το 2010 έως το 2015, η Chevron κατατάχθηκε στην 1η ή 2η θέση μεταξύ των ανταγωνιστών της σε κέρδη ανά βαρέλι και απόδοση κεφαλαίου που απασχολείται.

Το 2005, η Texaco, εξαγόρασε την Unocal Corporation και έγινε η Chevron, με το λογότυπο που ξέρουμε σήμερα.
CHEVRONΝέοι στόχοι και «πειθαρχία»
Την τελευταία δεκαετία η Chevron αναθεώρησε τους μακροπρόθεσμους ενεργειακούς της στόχους και προώθησε δύο έργα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), το Gorgon και το Wheatstone στη Δυτική Αυστραλία.
Το 2020, η Chevron ανέπτυξε μια στρατηγική ενεργειακής μετάβασης για την επίτευξη ενός μέλλοντος με χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα, η οποία θα περιλαμβάνει την αξιοποίηση των δυνατοτήτων, των περιουσιακών στοιχείων και της εμπειρογνωμοσύνης της εταιρείας για την επίτευξη μετρήσιμης προόδου που είναι καλή για τους επενδυτές και καλή για την κοινωνία.
Τη ίδια χρονιά, οι συνθήκες της αγοράς επιδεινώθηκαν και η Chevron μείωσε γρήγορα τις κεφαλαιουχικές δαπάνες κατά 35%, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά και μείωσε το λειτουργικό κόστος, αντανακλώντας τη δέσμευσή της για πειθαρχία τόσο στο κεφάλαιο όσο και στο κόστος.
Παράλληλα, πρόσθεσε 832 εκατ. βαρέλια καθαρών ισοδύναμων αποδεδειγμένων αποθεμάτων πετρελαίου, με τις μεγαλύτερες καθαρές προσθήκες να προέρχονται από την εξαγορά της Noble Energy.
Το 2021, η Chevron New Energies εισήχθη για να βοηθήσει τους πελάτες να επιτύχουν τους στόχους τους για χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα και να μειώσουν την ένταση άνθρακα των δραστηριοτήτων. Πρόκειται για έναν τομέα δράσης με υψηλά ποσοστά ανάπτυξης και σημαντικές αποδόσεις.
Επόμενη στάση: «Υδρογονάνθρακες»
Στις επόμενες δεκαετίες, ο κόσμος θα χρειαστεί όλη την ενέργεια που μπορεί να παραχθεί από κάθε διαθέσιμη πηγή, συμπεριλαμβανομένου του φυσικού αερίου, του αργού πετρελαίου, του άνθρακα, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πυρηνικής ενέργειας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Chevron στρέφεται στην Ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα στους ελληνικούς υδρογονάνθρακες του Αιγαίου.
Η δεύτερη μεγαλύτερη παγκοσμίως ιδιωτική εταιρεία που δραστηριοποιείται στον κλάδο των υδρογονανθράκων ενδιαφέρεται για τα τέσσερα θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου, και ήδη ανακοίνωσε τη συμμετοχή της στον διεθνή διαγωνισμό μέσω κοινοπραξίας με την Helleniq Energy.
Η κίνηση αυτή επισημαίνει το ρόλο της Ελλάδας ως «σημαντικό ενεργειακό 'παίκτη' στην Αν. Μεσόγειο», σύμφωνα με ανθρώπους του υπουργείου Ενέργειας και φέρνει πολλά οικονομικά, αλλά και γεωπολιτικά οφέλη.

Ειδικότερα, τα οικονομικά οφέλη της συμμετοχής της CHEVRON στον διαγωνισμό έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων περιλαμβάνουν σημαντικά δημόσια έσοδα από δικαιώματα εκμετάλλευσης και φορολογία που θα έρθουν σε περίπτωση θετικών αποτελεσμάτων από τα πιθανά αποθέματα σε Ιόνιο και Κρήτη.
Η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει ενεργειακή αυτάρκεια, αλλά και άλλη βαρύτητα στον ενεργειακό χάρτη, λειτουργώντας ως «μαγνήτης» για νέες επενδύσεις στον κλάδο της ενέργειας και της βιομηχανίας.
«Ουσιαστικά, η Ελλάδα θα πάψει να είναι απλώς χώρα διέλευσης ενεργειακών πόρων και θα έχει ρόλο παραγωγού και εξαγωγέα» διαμηνύουν κυβερνητικές πηγές.
Ωστόσο, στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν πως σημαντικά θα είναι και τα γεωπολιτικά οφέλη για τη χώρα μας, τονίζοντας πως σε μια περίοδο που η Λιβύη και η Τουρκία αμφισβητούν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο, η παρουσία ενός αμερικανικού ενεργειακού κολοσσού λειτουργεί ως έμμεση στήριξη προς την Αθήνα.
Στο πλαίσιο συζητήσεων πριν την κατάθεση της προφοράς στον ανοιχτό διαγωνισμό, ο πρόεδρος της Chevron International Exploration and Production Κλέι Νεφ και η αντιπρόεδρος Λιζ Σβαρτζ έκαναν σαφές ότι η Ελλάδα αποτελεί τμήμα της ευρύτερης παρουσίας της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, για τη Chevron.
Μέσω της Ελλάδας η Chevron στοχεύει στην ενίσχυση της παρουσίας της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, όπου ήδη δραστηριοποιείται σε Αίγυπτο, Ισραήλ και Κύπρο.