ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Συσσωρευμένες ανισορροπίες λειτουργούν σαν βαρίδι για την Ελλάδα – Οι συστάσεις

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Συσσωρευμένες ανισορροπίες λειτουργούν σαν βαρίδι για την Ελλάδα – Οι συστάσεις
(AP Photo/Petros Giannakouris)

Σειρά συστάσεων για επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και αντιμετώπιση ανισορροπιών που προκλήθηκαν από την παρατεταμένη οικονομική κρίση που έπληξε την Ελλάδα, διατυπώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε έκθεσή της για τη ελληνική οικονομία που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα στα πλαίσια του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Να σημειωθεί όπως η συγκεκριμένη έκθεση είναι διαφορετική από εκείνη της ενισχυμένης εποπτείας, η οποία παρακολουθεί την μεταμνημονιακή πρόοδο της Ελλάδος.

Αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει πως η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα αναμένεται να παραμείνει ισχυρή το 2020 με τη στήριξη ενός φιλικού προς την ανάπτυξη δημοσιονομικού μείγματος και πολιτικών που ενισχύουν την παραγωγικότητα, ωστόσο υπογραμμίζει πως παρά την οικονομική ανάκαμψη, παραμένουν μεγάλες συσσωρευμένες ανισορροπίες ως κληρονομιά της κρίσης και θα απαιτηθεί κάποιο χρονικό διάστημα για να επιλυθούν.

Οι ανισορροπίες αυτές αφορούν στο υψηλό δημόσιο χρέος, στην αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση, στο υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών και στο υψηλό ποσοστό ανεργίας.

Η Κομισιόν εκτιμά πως η διεθνής θέση της Ελλάδας θα επιδεινωθεί περαιτέρω, εν μέσω του αυξανόμενου εμπορικού ελλείμματος. Όπως αναφέρει, οι εξαγωγές συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά πιο αργά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια λόγω της εξασθένησης της εξωτερικής ζήτησης. Μετά από έντονη ανάπτυξη το 2018, προβλέπεται ότι οι εξαγωγές θα αυξηθούν με βραδύτερο ρυθμό το 2019 και θα επιβραδυνθούν περαιτέρω το 2020 και το 2021.

Εν τω μεταξύ, οι εισαγωγές αναμένεται να αυξηθούν ως απάντηση στην εγχώρια ανάκαμψη, κάτι που θα επιδεινώσει το εμπορικό ισοζύγιο. Στο πλαίσιο αυτό και καθώς οι μισθοί και ο πληθωρισμός θα αρχίζουν να αυξάνονται, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει πως είναι σημαντικό οι αυξήσεις του κόστους εργασίας να συνδυαστούν με την παραγωγικότητα, ώστε να μην βλάπτεται η μελλοντική ανταγωνιστικότητα.

Για την ανεργία η Κομισιόν αναγνωρίζει πως συνέχισε να μειώνεται σταθερά, αλλά σημειώνει πως διαμορφώνεται σε περίπου 17% και παραμένει πολύ υψηλή.

Θα επιτευχθούν τα πλεονάσματα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει πως η Ελλάδα υπόκειται επί του παρόντος στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και πρέπει να συμμορφώνεται με τον συμφωνηθέντα στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, το πρωτογενές ισοζύγιο αναμένεται να συμμορφωθεί με τον δημοσιονομικό στόχο 3,5% του ΑΕΠ και το 2019 και το 2020. Ο δε δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σημαντικά από 181,2% το 2018 σε 163,1% του ΑΕΠ το 2021.

Πάντως, η Κομισιόν σημειώνει πως αν και το ισοζύγιο της κεντρικής κυβέρνησης έχει βελτιωθεί και η ξεπερνά τους ετήσιους δημοσιονομικούς της στόχους από το 2016, το δημόσιο χρέος που είναι ένα από τα υψηλότερα στην ΕΕ πρέπει να μειωθεί περαιτέρω.

«Προκειμένου να μειωθεί ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ, είναι σημαντικό οι μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του ενισχυμένου πλαισίου εποπτείας, ιδίως οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα των συντάξεων και της υγειονομικής περίθαλψης, καθώς και οι βελτιώσεις επί της δημοσιονομικής διαδικασίας, να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται. Η μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ θα απαιτήσει επίσης σταθερή οικονομική ανάπτυξη. Η βελτίωση της βαθιά αρνητικής καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης θα απαιτήσει περαιτέρω προσαρμογές στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών», αναφέρεται στην έκθεση της Επιτροπής.

Πρόβλημα οι τράπεζες

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν κρυβει τον προβληματισμό της για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώνεται βαθμιαία, αλλά παραμένει πολύ μεγάλο, απαιτώντας σημαντική περαιτέρω δράση.

«Ο ελληνικός τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να επιβαρύνεται από ένα μεγάλο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών είναι εύθραυστες και η ποιότητα του κεφαλαίου τους είναι χαμηλή και εξαρτάται από το κράτος», τονίζεται χαρακτηριστικά.

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται πως η περαιτέρω εξομάλυνση του χρηματοπιστωτικού τομέα αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο για τη βιώσιμη ανάπτυξη. «Αν και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν μειωθεί σημαντικά από την κορύφωση τους στο τέλος του 2016, παραμένουν πολύ υψηλά και επιβαρύνουν σημαντικά την απόδοση του τραπεζικού συστήματος, περιορίζοντας ταυτόχρονα την ικανότητά του να χρηματοδοτεί την ανάπτυξη», επισημαίνεται στην έκθεση.

Ακόμη, αναφέρεται πως ο ρυθμός υλοποίησης των τρεχουσών πρωτοβουλιών για τον εξορθολογισμό της νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας και η εξασφάλιση της κατάλληλης εφαρμογής όλων των εγγυήσεων, σε συνδυασμό με το πρόσφατα ψηφισθέν σύστημα προστασίας περιουσιακών στοιχείων του «Ηρακλή», θα είναι κρίσιμες παράμετροι ώστε οι τράπεζες να επιταχύνουν περαιτέρω τις στρατηγικές μείωσης των κόκκινων δανείων τους.

Όπως σημειώνεται, η δημιουργία ενός πλήρους κεντρικού μητρώου πιστώσεων θα μπορούσε επίσης να μειώσει περαιτέρω τις ελλείψεις πληροφόρησης μεταξύ δανειστών και δανειοληπτών.

Πιο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις

Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρόλο που οι μεταρρυθμίσεις στο μέτωπο του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της δημόσιας διοίκησης και της Δικαιοσύνης βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, το πρόγραμμα παρεμβάσεων της ελληνικής κυβέρνησης «πρέπει να είναι πιο φιλόδοξο», ειδικά στους τομείς που έχουν να κάνουν με την αγορά προϊόντων, το δικαστικό σύστημα, το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, το εκπαιδευτικό σύστημα και τον κλάδο της ενέργειας.

Ενδεικτικά σημειώνεται πως οι τομεακές μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων έχουν σημειώσει πρόοδο, αλλά οι ανεπάρκειες της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων της πολύ περιορισμένης παροχής ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών και της γραφειοκρατίας, εξακολουθούν να αποτελούν εμπόδια για τις επιχειρήσεις.

Για τις αδυναμίες στη Δικαιοσύνη, τονίζεται πως οι ανεπάρκειες στο δικαστικό σύστημα επηρεάζουν αρνητικά το επενδυτικό κλίμα και περιορίζουν την παροχή πιστώσεων στην πραγματική οικονομία.

Για το ελληνικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης σημειώνεται πως έχει επίμονες αδυναμίες που οδηγούν σε αναποτελεσματικές δαπάνες όσο και σε υψηλές ιατρικές ανάγκες. «Ο ολοένα και γηραιότερος πληθυσμός θα αποτελέσει πρόσθετη πρόκληση για τη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης», αναφέρεται στην έκθεση.

Για το εκπαιδευτικό σύστημα σημειώνεται πως η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει τα κακά εκπαιδευτικά αποτελέσματα, να συνεχίσει να αναβαθμίζει την επαγγελματική εκπαίδευση και να επενδύει στη διά βίου μάθηση. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να βρει τρόπους για να καταστήσει το εκπαιδευτικό σύστημα πιο σχετικό με την αγορά εργασίας, ιδίως στο μεταδευτεροβάθμιο επίπεδο.

«Συνολικά, η χαμηλή και ανεπαρκής χρηματοδότηση της εκπαίδευσης και η γενική έλλειψη λογοδοσίας στο σύστημα παραμένουν σημαντικές προκλήσεις», αναφέρει η Κομισιόν.

Η έκθεση σημειώνει πως η Ελλάδα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές βασικών πηγών πρωτογενούς ενέργειας, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, με τις εισαγωγές πετρελαίου να έχουν σχετικά υψηλή κατανάλωση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ.

Κατά την Κομισιόν, ο ενεργειακός τομέας αντιμετωπίζει επίσης στρεβλώσεις, λόγω της έλλειψης ανταγωνισμού και χαρακτηρίζεται από την αργή ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα τελευταία χρόνια.

«Χάρη στη γεωγραφική της θέση, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να καταστεί ενεργειακός κόμβος - τόσο για φυσικό αέριο όσο και για ηλεκτρική ενέργεια - για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αλλά γι 'αυτό θα χρειαστεί να αναπτύξει μεγάλα έργα υποδομής με γειτονικές χώρες», σημειώνει η έκθεση.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ