ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Με το βλέμμα σε ΕΕ και ΕΚΤ η Αθήνα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης

Με το βλέμμα σε ΕΕ και ΕΚΤ η Αθήνα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης
INTIME

Το ξέφρενο «ράλι» των τιμών καταναλωτή και η αβεβαιότητα σχετικά με την έκβαση του πολέμου σηματοδοτούν τις αναθεωρήσεις στους δημοσιονομικούς στόχους και ενδεχομένως «ροκάνισμα» των προβλέψεων για τη φετινή πορεία της ανάκαμψης, ενώ τορπιλίζουν τον πολιτικό σχεδιασμό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Την ίδια στιγμή, στρώνουν το έδαφος για αναθεώρηση των αποφάσεων για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ όσο και για τον προγραμματισμό που αφορά τους δημοσιονομικούς κανόνες.

Υπό αυτό το κλίμα οι ευρωπαίοι ηγέτες και οι θεσμοί έχουν αφήσει ανοιχτά όλα τα σενάρια, ακόμα και για παράταση της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2023, γεγονός που θα ξεκαθαριστεί τον Μάιο. Πάντως και η τρέχουσα εβδομάδα ανακηρύσσεται καθοριστική ως προς τη διαμόρφωση της κοινής πολιτικής των χωρών της Ευρώπης, καθότι τα επόμενα 24ωρα λαμβάνει χώρα μπαράζ κρίσιμων συνεδριάσεων.

Οι κρίσιμες συνεδριάσεις. Κατ’ αρχάς συναντώνται οι κεντρικοί τραπεζίτες για τα επιτόκια και επίσης οι ηγέτες της Ευρώπης καλούνται να αποφασίσουν τις επόμενες κινήσεις στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις 10-11 Μαρτίου. Μεταξύ άλλων θα μπουν στο τραπέζι η κοινή ευρωπαϊκή λύση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και το σχέδιο για την έκδοση ενός κοινού ευρωπαϊκού ομολόγου προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι ενεργειακές και αμυντικές δαπάνες. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα προτείνει εξαίρεση σειράς δαπανών από την προσμέτρηση στα δημοσιονομικά ελλείμματα, προκειμένου να υπάρξει διεύρυνση του δημοσιονομικού χώρου για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Η μεγάλη ανατροπή πάντως έχει έρθει για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι αγορές πριν από λίγες εβδομάδες ανέμεναν ότι η ΕΚΤ θα ανακοινώσει τον τερματισμό του έκτακτου προγράμματος ομολόγων και άφηναν παράθυρο για αυξήσεις επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους. Ωστόσο οι παρούσες συνθήκες μάλλον αλλάζουν τα μηνύματα της ΕΚΤ κατά τη σημερινή συνεδρίαση, με τα βλέμματα να επικεντρώνονται στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, στο οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα.

Κυβέρνηση και οικονομικό επιτελείο περιμένουν με ιδιαίτερη αγωνία τα στοιχεία για το ύψος του πληθωρισμού τον Φεβρουάριο, ο οποίος σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αναμένεται να σημειώσει νέα άνοδο και να κυμανθεί στην περιοχή του 7%, όταν τον προηγούμενο μήνα – πριν από τη ρωσική εισβολή στο ουκρανικό έδαφος – είχε φθάσει στο 6,2% (καταγράφοντας ρεκόρ 25 ετών).

Ο πληθωρισμός άρχισε να αυξάνεται από τον περασμένο Ιούνιο και κλιμακώθηκε από το φθινόπωρο (3,4% τον Οκτώβριο, 4,8% τον Νοέμβριο και 5,1% τον Δεκέμβριο, 6,2% τον Ιανουάριο), εντείνοντας τον προβληματισμό για την πορεία του δείκτη τιμών καταναλωτή. Είναι ενδεικτικό ότι στα στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στην Ελλάδα φτάνει στο 3,1% για το σύνολο του 2022 (η αυξητική αναθεώρηση από το αρχικό 1% έγινε πριν από τη ρωσική εισβολή).