ΔΝΤ: Προβλέπει ανάπτυξη 3,5% στην Ελλάδα το 2022 - Παραμένουν οι αβεβαιότητες
Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας με ρυθμό 3,5% προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για το 2022, μετά από την επισκόπηση που διενήργησε για να συντάξει την έκθεση του άρθρου 4 για την Ελλάδα. Τα βασικά συμπεράσματά της επισκόπησης αυτής περιλαμβάνονται σε δήλωση συμπερασμάτων της αποστολής του Ταμείου που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ενώ τα ευρήματα αναλύθηκαν και σε ενημέρωση Τύπου από τον επικεφαλής του κλιμακίου του ΔΝΤ για την Ελλάδα Ντένις Μπότμαν.
Κατά το ΔΝΤ, η ελληνική οικονομία ανέκαμψε ισχυρά από τη σοβαρή ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία το 2020, καθώς η παραγωγή επέστρεψε στο προ πανδημίας επίπεδα το 2021, αντανακλώντας μια ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη του τουρισμού, μια αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και πιο ισχυρές ιδιωτικές επενδύσεις.
«Η ισχυρή δημοσιονομική ανταπόκριση, η διευκολυντική νομισματική πολιτική και η σημαντική στήριξη της ΕΕ ήταν καθοριστικής σημασίας για την προώθηση της ανάκαμψης», τονίζεται στην έκθεση.
Σύμφωνα με την έκθεση, έχει σημειωθεί αξιέπαινη πρόοδος στην αντιμετώπιση των κληροδοτημάτων της κρίσης παρά το δύσκολο περιβάλλον. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν απότομα στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής» και η ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος βελτιώθηκε σημαντικά. Η ανεργία μειώνεται σταθερά. Οι μεταρρυθμίσεις σημείωσαν πρόοδο σε διάφορους τομείς, όπως η ψηφιοποίηση, η ιδιωτικοποιήσεις και η βελτίωση του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής.
«Οι αρχές ολοκληρώνουν την πρόωρη πληρωμή όλων των εκκρεμών πιστώσεων του ΔΝΤ (1,8 δισ. ευρώ), γεγονός που θα μειώσει περαιτέρω τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Οι επιπτώσεις του πολέμου
Το ΔΝΤ αναφέρει πως η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει ισχυρή παρά τις αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και τον υψηλό πληθωρισμό.
«Παρά τις σημαντικές εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία, οι άλλες άμεσες εμπορικές και οικονομικές συσχετίσεις με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένες», σημειώνεται στην έκθεση, ωστόσο προστίθεται πως η αυξημένη αποστροφή κινδύνου και η ασθενέστερη εμπιστοσύνη των καταναλωτών αναμένεται να καθυστερήσουν τις επενδύσεις και να μειώσουν την ανάκαμψη του τουρισμού.
«Όλοι μαζί, αυτοί οι παράγοντες αναμένεται να μειώσουν την ανάπτυξη φέτος κατά μια πλήρη ποσοστιαία μονάδα στο 3,5%. Η ισχυρότερη και πιο επίμονη αύξηση των τιμών της ενέργειας αναμένεται να ωθήσει τον μέσο πληθωρισμό στο 4,5% το 2022, προτού σταθεροποιηθεί στο 1,9% μεσοπρόθεσμα», τονίζει το ΔΝΤ.
Το Ταμείο αναφέρει πως οι αβεβαιότητες και οι καθοδικοί κίνδυνοι συνεχίζουν να «θολώνουν τις προοπτικές». Όπως τονίζεται, ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να προκαλέσει ελλείψεις στην ενέργεια και να προσθέσει ισχυρότερες από τις αναμενόμενες πιέσεις στον εγχώριο πληθωρισμό, τον τουρισμό και να αυξήσει την αποστροφή του κινδύνου, προκαλώντας ταχύτερη σύσφιξη των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών συνθηκών.
«Ενώ η συνεχιζόμενη υποστηρικτική στάση της ΕΚΤ είναι θετικός παράγοντας, οι πιέσεις στις δαπάνες και οι φορολογικές περικοπές θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος και διευρύνοντας τα spreads», επισημαίνει το ΔΝΤ.
Οι δημοσιονομικές πολιτικές
Για το δημόσιο χρέος το ΔΝΤ σημειώνει πως αναμένεται να μειωθεί και πως τα ρίσκα φαίνονται διαχειρίσιμα μεσοπρόθεσμα. «Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να πέσει κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα έως το 2023, αντανακλώντας την ισχυρή ανάπτυξη, τη δημοσιονομική προσαρμογή και τον υψηλότερο πληθωρισμό» σημειώνεται και τονίζεται πως παραμένει σημαντική η αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα , αλλά και η αβεβαιότητα για την μελλοντική πορεία των επιτοκίων. «Παρά το μεγάλο απόθεμα μετρητών της κυβέρνησης και την ενεργή διαχείριση των υποχρεώσεων, η ικανότητα της Ελλάδας να εξυπηρετήσει το χρέος της υπό σοβαρό σοκ εξαρτάται από τη συνεχιζόμενη περιφερειακή υποστήριξη», επαναλαμβάνει το ΔΝΤ.
Όπως σημειώνουν τα στελέχη του Ταμείου, το κλιμάκιο συνέστησε στην κυβέρνηση τη διατήρηση μιας διευκολυντικής δημοσιονομικής στάσης το 2022 και την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023. «Η αποστολή υποστήριξε τη σταδιακή κατάργηση όλων των προσωρινών μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία έως τα τέλη του 2022», σημειώνεται και προστίθεται πως η αποστολή πρότεινε τη μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος κάτω του 2% του ΑΕΠ εφέτος και συνέστησε πρωτογενές πλεόνασμα το 2023, με παράλληλη αντιμετώπιση των καθοδικών κινδύνων μέσω των αυτόματων σταθεροποιητών.
«Τα μέτρα στήριξης για τις υψηλές τιμές ενέργειας θα πρέπει να είναι προσωρινά και να στοχεύουν σε ευάλωτες ομάδες», αναφέρει το ΔΝΤ και προτείνει να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα στην αντιμετώπιση των κενών στο σύστημα Εγγυημένου Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και αύξηση των επιπέδων παροχών σε συνάρτηση με τον πληθωρισμό, ώστε να μπορέσει να γίνει «δίχτυ ασφαλείας» έναντι δυσμενών κραδασμών όπως η συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση .
Το Ταμείο σημειώνει πως η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να είναι σταδιακή και φιλική προς την ανάπτυξη. «Η αποστολή συνέστησε μια σταδιακή πορεία εξυγίανσης για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2% του ΑΕΠ έως το 2027, υποστηριζόμενη από αξιόπιστα μέτρα. Τα σχέδια για μόνιμες περικοπές στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και εισφορά αλληλεγγύης για όλους τους φορολογούμενους θα πρέπει να αντιστραφούν, καθώς μεταφέρουν το βάρος στις μελλοντικές γενιές και είναι κακώς στοχευμένα ή τουλάχιστον να χρηματοδοτηθούν πλήρως μέσω μέτρων διεύρυνσης της φορολογικής βάσης αντίστοιχα», σημειώνεται στην έκθεση.
Κατά το ΔΝΤ, οι πιέσεις στις δαπάνες από τις συντάξεις και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων θα πρέπει να περιοριστούν, ενώ σημειώνεται πως «παραμένει άφθονο» περιθώριο περαιτέρω βελτίωσης του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής.
Οι εξελίξεις στις τράπεζες
Το ΔΝΤ χαιρέτισε την ταχεία εκκαθάριση των ισολογισμών των μεγάλων τραπεζών από τα «κόκκινα» δάνεια, ωστόσο ανέφερε πως εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις.
«Οι κίνδυνοι έχουν μεταφερθεί σε μεγάλο βαθμό στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα και σε μικρότερο βαθμό στο κράτος. Ωστόσο, η πρόοδος στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων παρέμεινε περιορισμένη. Περαιτέρω μείωση του προβληματικού χρέους και των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα προέλθει από την εφαρμογή του νέου νόμου περί αφερεγγυότητας, τη βελτίωση των πλαισίων διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών και την ανάπτυξη βιώσιμων μακροπρόθεσμων αναδιαρθρώσεων. Οι αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν στενά τους κινδύνους που απορρέουν από τις νέες εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων και να εξασφαλίσουν επαρκή πιστοληπτική ταξινόμηση και προβλέψεις, αλλά και να εποπτεύουν τους κινδύνους που προκύπτουν από τις εταιρείες διαχείρισης χρέους», υπογραμμίζει η έκθεση.
Ακόμη, αναφέρει πως απαιτούνται περισσότερες προσπάθειες για την ανοικοδόμηση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα. «Το κεφάλαιο που χρησιμοποιείται για την απορρόφηση ζημιών από τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να αναπληρωθεί για να εξασφαλιστούν επαρκή αποθέματα ασφαλείας για τον μετριασμό των μελλοντικών κρίσεων. Βραχυπρόθεσμα, αυτό μπορεί να απαιτήσει αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και ισχυρότερα διαρθρωτικά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας. Οι αρχές θα πρέπει να προετοιμάσουν έναν οδικό χάρτη με βάση τις συνθήκες για την ενεργοποίηση κυκλικών κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας και μέτρων που βασίζονται σε δανειολήπτες μεσοπρόθεσμα.
«Οι αρχές θα πρέπει να συνεργαστούν με τους ευρωπαίους εταίρους για να αντιμετωπίσουν το υψηλό μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC) στο τραπεζικό κεφάλαιο. Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι τράπεζες προσαρμόζουν αποτελεσματικά τα επιχειρηματικά τους μοντέλα για να αποκαταστήσουν τη βιώσιμη κερδοφορία», αναφέρει το ΔΝΤ.
Συνετή αύξηση του κατώτατου μισθού
Σύμφωνα με το Ταμείο οι προηγούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις βοήθησαν την Ελλάδα να ξεπεράσει την κρίση της πανδημίας και διευκόλυναν την ανάκαμψη και τις θέσεις εργασίας. « Η αποστολή ενθάρρυνε τις αρχές να επιδιώξουν μια συνετή αύξηση του κατώτατου μισθού που θα διαφυλάξει τα κέρδη στην ανταγωνιστικότητα», αναφέρει το ΔΝΤ.
Στο σημείο αυτό αναφέρει πως το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας προσφέρει ένα καλό σχέδιο μεταρρυθμίσεων, αλλά η εφαρμογή του θα είναι καθοριστική.
«Η αύξηση των προοπτικών σύγκλισης απαιτεί πιο αποτελεσματική διαχείριση των δημοσίων επενδύσεων, χρηστή διακυβέρνηση, διαφάνεια και ένα πιο φιλικό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον. Η αποστολή κάλεσε τις αρχές να προστατεύσουν την ανεξαρτησία και την αξιοπιστία της στατιστικής υπηρεσίας και του προσωπικού της, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια για να τηρήσουν τη «Δέσμευση για την εμπιστοσύνη στις στατιστικές» που ενέκρινε η κυβέρνηση το 2012», σημειώνει το ΔΝΤ.
Τέλος, το ΔΝΤ επαίνεσε τη δέσμευση της Ελλάδας σε φιλικές προς το κλίμα πολιτικές, οι οποίες απαιτούν ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας για τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης. Όπως αναφέρει, η θέσπιση ενός νέου φόρου άνθρακα και η σταδιακή αύξηση του με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί για τη χρηματοδότηση στοχευμένων πράσινων επενδύσεων.