ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το ΔΝΤ αμφισβητεί το νεοφιλελεύθερο εαυτό του

Το ΔΝΤ αμφισβητεί το νεοφιλελεύθερο εαυτό του
REUTERS/Yuri Gripas/File Photo

Οι τεχνοκράτες που κρατούν τα ηνία του συστήματος φαίνεται να έχουν μπει πια, μετά από αλλεπάλληλες αποτυχημένες απόπειρες τόνωσης της παγκόσμιας οικονομίας, σε διαδικασία αυτοκριτικής σχετικά με τις επιλογές στην διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής.

Σήμερα με την έκθεσή του ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί για μια «παγίδα χαμηλής ανάπτυξης» η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με δημόσιες δαπάνες και αύξηση των επενδύσεων. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο κεντρικός τραπεζίτης της Μ. Βρετανίας, Μαρκ Κάρνεϊ προειδοποίησε για ένα επικίνδυνο μίγμα «χαμηλής ανάπτυξης, χαμηλού πληθωρισμού, χαμηλών επιτοκίων» ενώ και η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, που επιβλέπει όλες τις κεντρικές τράπεζες, κάνει λόγο για αδυναμία της παγκόσμιας οικονομίας να επιστρέψει στην βιώσιμη και ισορροπημένη ανάπτυξη.

Αυτό που όμως εντυπωσιάζει πραγματικά είναι η πρόσφατη έκθεση κορυφαίων οικονομολόγων του ΔΝΤ που έχει τίτλο “Neoliberalism: Oversold?”.

Επί σειρά ετών οι οικονομολόγοι απέρριπταν την ύπαρξη του όρου «νεοφιλελευθερισμός» ως εφεύρημα οικονομικά αναλφάβητων σχολιαστών.

Σε αυτή την έκθεση λοιπόν, το ΔΝΤ περιγράφει πως η «νεοφιλελεύθερη ατζέντα» έχει κατακτήσει τον πλανήτη τα τελευταία 30 χρόνια, αφού όλο και περισσότερα κράτη υιοθετούν αυτές τις πολιτικές.

Ο δημόσιος τομέας αντικαθίσταται από ιδιωτικές εταιρείες και το κοινωνικό κράτος συρρικνώνεται ολοένα και πιο πολύ.

Οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ συμφωνούν πως οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές δεν έφεραν οικονομική ανάπτυξη ενώ ταυτόχρονα το κόστος για τους ανθρώπους είναι καταλυτικό.

Τα κύρια συμπεράσματα των οικονομολόγων του ΔΝΤ είναι τα εξής:

-Τα οφέλη σε όρους αυξημένων ρυθμών ανάπτυξης είναι δύσκολο να τεκμηριωθούν όταν το δείγμα των χωρών που εξετάζεται είναι αρκετά μεγάλο.
-Το κόστος που επιφέρουν οι πολιτικές αυτές στο κοινωνικό σώμα, αυξάνοντας τους δείκτες ανισότητας, είναι δυσβάστακτο. Αρκετές φορές αυτά τα κόστη μπορούν να αντισταθμίσουν πλήρως τα οφέλη που μπορεί να επιφέρουν οι πολιτικές αυτές στο μέτωπο της ανάπτυξης.
-Η όξυνση της κοινωνικής ανισότητας αμφισβητεί ευθέως τη διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης στο μέλλον. Έτσι παρόλο που η ανάπτυξη αποτελεί τη βασική επιδίωξη των νεοφιλελεύθερων επιλογών, οι υποστηρικτές τους θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τα αποτελέσματα που έχουν οι πολιτικές αυτές στην διανομή του πλούτου μέσα στην κοινωνία.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος ή μάλλον οι παρενέργειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών βρίσκονται στο επίκεντρο των συγγραφέων. Για παράδειγμα, το νεοφιλελεύθερο πρόταγμα για την πλήρη άρση των εμποδίων στην κίνηση κεφαλαίων, μπορεί να διευκολύνει την ροή άμεσων ξένων επενδύσεων με όλες τις αυτονόητες ευεργετικές συνέπειες για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Όμως δεν συμβαίνει το ίδιο όταν η ελευθερία κίνησης αφορά τα λεγόμενα βραχυπρόθεσμα - κερδοσκοπικά κεφάλαια. Πρόκειται για τις επενδύσεις χαρτοφυλακίου σε κρατικά ομόλογα και μετοχές, οι οποίες όμως σε περιόδους μαζικών ρευστοποιήσεων και κρίσεων μπορούν να οδηγήσουν στην πλήρη αποσταθεροποίηση της οικονομίας.

Η μείωση του κράτους είτε μέσω των αποκρατικοποιήσεων ή με την περιστολή των κρατικών λειτουργιών (προκειμένου να περιοριστούν οι δημόσιες δαπάνες και να συγκρατηθεί το Δημόσιο χρέος) συμπληρώνει το δίπτυχο της νεοφιλελεύθερης ατζέντας. Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι η μείωση του Δημόσιου τομέα αρκετές φορές επιβάλλεται από τις συνθήκες της αγοράς στις περιπτώσεις που τα κράτη δεν έχουν τη δυνατότητα να δανειστούν ποσά ικανά για να συντηρήσουν υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Ωστόσο, διαπιστώνουν ότι οι πολιτικές λιτότητας πλήττουν την ζήτηση οδηγώντας σε αύξηση της ανεργίας. Με λίγα λόγια το δόγμα ότι η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε επεκτατικά αποτελέσματα (αύξηση του ΑΕΠ κλπ) μέσω της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης και των επενδύσεων δεν φαίνεται να λειτουργεί στην πράξη.

Κατά μέσο όρο μία δημοσιονομική προσαρμογή της τάξεως του 1% του ΑΕΠ, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας κατά 0,6% και αύξηση κατά 1,5% του δείκτη ανισότητας Gini μέσα σε μία πενταετία. Επομένως η θεωρία της επεκτατικής δημοσιονομικής προσαρμογής δεν φαίνεται να ευσταθεί.

Εν ολίγοις, υπογραμμίζουν οι συγγραφείς ότι τα οφέλη ορισμένων πολιτικών που αποτελούν τον σκληρό πυρήνα νεοφιλελεύθερης ατζέντας φαίνεται να έχουν υπερεκτιμηθεί.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ