ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ρεμπέκα Χάμιλτον στο CNN Greece: Είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για γενοκτονία στην Ουκρανία

Newsroom

Ο χρόνος μόνο θα δείξει μέσω σαφών αποδεικτικών στοιχείων εάν οι πράξεις των Ρώσων στην Ουκρανία εμπίπτουν στην κατηγορία της γενοκτονίας, ανέφερε μιλώντας στο CNN Greece η καθηγήτρια νομικής και πρώην δικηγόρος της Εισαγγελίας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Ρεμπέκα Χάμιλτον.

Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, ο ορισμός της γενοκτονίας υπό το διεθνές ποινικό δίκαιο έχει ένα πολύ συγκεκριμένο νόημα, που καθιστά πολύ δύσκολη τη δίωξη.

Και αυτό διότι δεν φθάνει κάποιος να μπορέσει να αποδείξει ότι συνέβησαν φρικαλεότητες, αλλά πρέπει επιπρόσθετα να αποδείξει ότι υπάρχει συγκεκριμένος δράστης που είχε σκοπό να το πράξει και πάνω από όλα, ότι προέβη σε όλες αυτές τις πράξεις με συγκεκριμένη πρόθεση για να καταστραφεί η ουκρανική εθνικότητα.

«Μετά πρέπει να συνδέσει όλα αυτά τα κομμάτια, κάτι που είναι δύσκολο και που συνήθως παίρνει πολύ χρόνο. Ακόμα και αν έχει κανείς δηλώσεις που έρχονται από μέρη της Ρωσίας, που φαίνεται ότι δείχνουν επιθυμία για πλήρη εξαφάνιση της Ουκρανίας, είναι τελείως διαφορετικό από την άποψη της εισαγγελίας που πρέπει να συνδέσει όλα αυτά με πραγματικές ενέργειες στο πεδίο. Συνεπώς, για αυτό πιστεύω ότι είναι νωρίς ακόμα να μιλήσουμε για γενοκτονία, αλλά είναι πολύ κατανοητό το γιατί οι άνθρωποι το ρωτούν αυτό», είπε χαρακτηριστικά.

Μιλώντας για την πιθανότητα να προκύψει υπόθεση δίωξης για γενοκτονία στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, η καθηγήτρια Χάμιλτον εξήγησε ότι εκεί θα χρειαζόταν μια αδιαμφισβήτητη απόδειξη, «μια ευθεία εντολή που θα έλεγε ότι πρέπει να σκοτώσετε αυτούς τους ανθρώπους ή να κάνετε αυτές τις φρικαλεότητες ώστε να καταστρέψουμε τον ουκρανικό λαό».

Στις περισσότερες περιπτώσεις επισήμανε:

«Δεν βρίσκεις αυτού του είδους το αποδεικτικό στοιχείο και επομένως απαιτείται να κάνεις δουλειά σε βάθος χρόνου ώστε να χτίσεις την υπόθεση μεθοδικά, έτσι ώστε να βγάλεις τα αντίστοιχα συμπεράσματα στο δικαστήριο τα οποία και θα λένε ότι αυτή είναι η πιο πιθανή εξήγηση όλων αυτών των επιθέσεων».

Αναφορικά με την πεποίθηση που διαμορφώνεται σε μεγάλη μερίδα του κόσμου ότι η ανακήρυξη μιας πράξης ως γενοκτονία, γεννά παράλληλα ελπίδες για στρατιωτική παρέμβαση ούτως ώστε να σταματήσει μια παραβατική δραστηριότητα, η καθηγήτρια μίλησε για «πραγματική παρανόηση».

Και αυτό καθώς από τη μια, «η αλήθεια είναι ότι τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι περισσότερο από αρκετά και περισσότερα από όσα θα θέλαμε να έχουμε δει, έτσι ώστε να προσελκύσουμε την προσοχή της διεθνούς κοινότητας» και από την άλλη στρέφουν την προσοχή μακριά από το πραγματικό διακύβευμα που σε νομικό επίπεδο αυτή τη στιγμή είναι η δυνατότητα των ερευνητών να προσεγγίσουν τις επίμαχες περιοχές, διασφαλίζοντας ότι θα μπορούν να συγκεντρώσουν τις αποδείξεις που χρειάζονται για να καταστούν άνθρωποι υπεύθυνοι, «ανεξάρτητα από το τελικό νομικό χαρακτηρισμό θα προκύψει».

Ερωτηθείσα για το πόσο γρήγορα μπορεί να υπάρξει νομική κατάληξη ώστε να βοηθηθούν όντως οι άνθρωποι στην Ουκρανία που αυτή τη στιγμή υποφέρουν, η καθηγήτρια Χάμιλτον υπογράμμισε ότι στην πραγματικότητα «εάν περιμένουμε από το διεθνές ποινικό δίκαιο για να σταματήσουμε αυτό αυτή τη στιγμή, οδεύουμε ολοταχώς σε αποτυχία».

«Η διεθνής δικαιοσύνη για τα εγκλήματα είναι για καλό και για κακό, πιο συχνά για κακό, μια πολύ αργή διαδικασία.


Απαιτείται χρόνος για να χτιστεί μια αδιαμφισβήτητη απόδειξη που μπορεί να καταστήσει κάποιον υπεύθυνο πέρα από κάθε λογική αμφιβολία. Και συνεπώς οι δρόμοι που πρέπει να βλέπουμε για να σταματήσουμε τις φρικαλεότητες τώρα, είναι οι πολιτικοί παίκτες, οι διπλωμάτες, η ισχύς των κυρώσεων. Όσα δηλαδή μπορούν να έχουν άμεση επίδραση», κατέληξε.

* Η καθηγήτρια Ρεμπέκα Χάμιλτον είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νομικής στο American University, Washington College of Law, διδάσκοντας ποινικό δίκαιο, δίκαιο εθνικής ασφάλειας και διεθνές δίκαιο. Είναι μια διεθνώς αναγνωρισμένη εμπειρογνώμονας στην πρόληψη θηριωδιών και η έρευνά της επικεντρώνεται στους δομικούς παράγοντες που διέπουν τα διεθνή εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου των νέων τεχνολογιών. Το έργο της βασίζεται στην εμπειρία της στη δίωξη της γενοκτονίας, των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, καθώς και στη δουλειά της σε ζώνες συγκρούσεων ως ξένη ανταποκρίτρια. Έχει -μεταξύ άλλων- υπηρετήσει ως δικηγόρος στο εισαγγελικό τμήμα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, εργαζόμενη σε υποθέσεις στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, την Ουγκάντα και το Σουδάν.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ