ΕΛΛΑΔΑ

Ξέσπασαν οι συγγενείς της Ιωάννας: «Aπόβρασμα μας κατέστρεψες» - Παρέμβαση αστυνομικών

Ξέσπασαν οι συγγενείς της Ιωάννας: «Aπόβρασμα μας κατέστρεψες» - Παρέμβαση αστυνομικών
INTIME/ΚΑΠΑΝΤΑΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ

Με την κατάθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου, του θύματος της επίθεσης με βιτριόλι, της υπόθεσης που συγκλονίζει την κοινή γνώμη από τον Μάιο του 2020 όταν έγινε το περιστατικό στην Καλλιθέα, συνεχίστηκε σήμερα η πολύκροτη δίκη στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, αυτή τη φορά παρουσία της κατηγορουμένης για απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση

Οι δύο γυναίκες, θύμα και κατηγορούμενη, έφτασαν στο δικαστήριο το πρωί της Πέμπτης με διαφορά σχεδόν μισής ώρας. Η Ιωάννα στις 9 το πρωί και η 36χρονη συντοπίτισσά της μισή ώρα αργότερα και μάλιστα όχι από την κεντρική είσοδο, προκειμένου να αποφευχθεί πιθανό επεισόδιο.

Εμφανώς ταραγμένη, ξεσπώντας σε κάποια σημεία της κατάθεσής της σε κλάματα, αλλά και αποφασισμένη να ξεδιπλώσει όλο το κουβάρι των δραματικών γεγονότων, η κοπέλα ξεκίνησε την εξιστόρηση των γεγονότων περιγράφοντας την ημέρα της επίθεσης:

«Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος.

Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα. Σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας.

Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά.

Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για κάποια βοήθεια».

Στο φαρμακείο

Στη συνέχεια η κοπέλα περιγράφει τις πρώτες της κινήσεις μετά τη παραλίγο φονική επίθεση: «Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας. Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα, πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα "δώστε μου λίγο νερό, πεθαίνω, βοήθεια", φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα και μου έριχναν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα».

«Έπιανα το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, έλιωνα».

Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα, 'Θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς'».

«Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου»

Στη συνέχεια, η Ιωάννα περιέγραψε τις πρώτες της αναμνήσεις από το νοσοκομείο: «Θυμάμαι να με βρέχουνε, να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι, να ξαναξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο 'Θριάσιο'.

«Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε 'θεέ μου' και κατάλαβα ότι το είπε για μένα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή» συνεχίζει τη συγκλονιστική της κατάθεση κλαίγοντας.

«Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως για τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου».

«Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό»

Συνεχίζοντας την εξιστόρηση των τραυματικών γεγονότων, η Ιωάννα, παρά την προσπάθειά της να διατηρήσει την αυτοκυριαρχία της, ξεσπά συχνά σε κλάματα. Ωστόσο είναι εκεί. Καταθέτει με αξιοπρέπεια και με κάθε λεπτομέρεια:

«Για όσο διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσω αλλά δεν μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό.

Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα κι εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει, τους έλεγα, αυτό που μου λέτε, ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο, άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε'. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί, δεν καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν.

Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια».

«Η κατηγορουμένη ήθελε να με σκοτώσει και δεν σταμάτησε ούτε μετά»

Μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο, αρχίζει ο Γολγοθάς της Ιωάννας στο σπίτι: «Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι.

Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές, γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση.

Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τη ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα.

Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πώς είμαι, αν με είδε και πώς ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω Covid. Εκείνη της είπε ότι δεν μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο. Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Έφη, "ok, αν δεν μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι". Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου.

Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και με άλλα τουλάχιστον δύο περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο –η μητέρα μου μου είπε ότι κάποιοι ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελε πραγματικά να με σκοτώσει και δεν σταμάτησε ούτε και μετά.

Όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει. Έμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δεν κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι, πάλι σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστατωθεί όλος ο κόσμος για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζι. Αντί να πει τι πήγα και έκανα, ενθαρρύνεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα. Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται, που γίνεται ακόμη χειρότερος. Αυτό είναι που με φοβίζει. Και δεν ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα, ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν, γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».

Κυνική και αμετανόητη η κατηγορουμένη: Εσύ γνωρίζεις γιατί έγινε όλο αυτό

Ολοκληρώνοντας την κατάθεση της η Ιωάννα τόνισε: «Θέλω να πω ότι από εκείνη την ημέρα το μεγαλύτερο συναίσθημα που νιώθω είναι φόβος. Φόβος γιατί δεν γνωρίζω το λόγο της επίθεσης, αλλά και γιατί δεν γνωρίζω ποιοι άλλοι είχαν συμμετάσχει σε αυτή τη επίθεση εναντίον μου. Είμαι βέβαιη ότι αν είχε καταφέρει να μου επιτεθεί στο σπίτι μου, όπως αρχικά σχεδίαζε, αν είχε γίνει η επίθεση εκεί που είμαι μόνη μου και βράδυ που συνήθως γυρίζω στο σπίτι, εγώ σήμερα δεν θα ήμουν εδώ. Θα είχε επιτύχει το σκοπό της».

Αμέσως μετά, ο συνήγορος της κατηγορούμενης ζήτησε να κάνει δήλωση με τον αδελφό της Ιωάννας να εκνευρίζεται:

Κατηγορούμενη: Θα ήθελα να απευθυνθώ προς το θύμα…
Αδελφός θύματος: Μη ξανακοιτάξεις από εδώ!
Κατηγορούμενη: Ξέρω ότι αυτό που έχει γίνει δεν είναι αποδεκτό, αλλά εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να της αφαιρέσω τη ζωή.

Συγγενείς Ιωάννας προς κατηγορουμένη: Τολμάς να μιλάς, φίδι;

Λόγω της φορτισμένης κατάθεσης σε κάποιο σημείο της δίκης προκλήθηκε ένταση, με την οικογένεια της Ιωάννας να μην αντέχει και να καταφέρεται λεκτικά κατά της κατηγορουμένης. Ήταν η στιγμή που ο συνήγορος πολιτικής αγωγής, τη ρώτησε αν η 36χρονη της ζήτησε συγγνώμη κατά τη σημερινή παρουσία της στο δικαστήριο:

Λύτρας: Σήμερα σας είπε κάτι σήμερα; Σας ζήτησε συγνώμη;
Ιωάννα: Δεν έχει πει τίποτα. Μόνο με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα, ψυχρή και απαθής.
Κατηγορούμενη: Κύριε πρόεδρε...

Η παρέμβαση της κατηγορούμενης στο σημείο αυτό προκάλεσε την οργή της οικογένειας της Ιωάννας, με τον αδερφό και τη μητέρα της να της επιτίθενται φραστικά: «Τολμάς να μιλάς; Φίδι, σκάσε. Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας μας διέλυσες», είπε ο αδερφός της Ιωάννας, ενώ αδερφός και μητέρα έκαναν κίνηση να πλησιάσουν την κατηγορούμενη ωστόσο παρενέβησαν αστυνομικοί.

Απ. Λύτρας: Η κατηγορουμένη ήταν αδιάφορη και ψυχρή. Την ένοιαζε μόνο το μαλλί της

Ο δικηγόρος της Ιωάννας, απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους είπε: «Η κατάθεση της Ιωάννας ήταν συγκλονιστική. Περιέγραψε όλα αυτά που βίωσε. Ακούστηκε ότι πραγματικά ζήτησε βοήθεια από τον Θεό γιατί δεν περίμενε και η ίδια ότι θα ζούσε, ότι οι γιατροί ήταν και οι ίδιοι τρομοκρατημένοι από αυτό που της είχε συμβεί.

Προσπάθησε να εξιστορήσει τα πάντα στο δικαστήριο. Είπε ότι η κατηγορούμενη της έριξε πάνω από ένα λίτρο από το υγρό, ότι τα ρούχα της έλιωσαν, ότι οι πόνοι ήταν αφόρητοι και ότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει.

Από την άλλη πλευρά, ούτε η κατηγορουμένη ούτε κανείς άλλος δεν την πλησίασε ούτε για μια έστω τυπική συγγνώμη. Σήμερα η κατηγορουμένη ήρθε στο δικαστήριο και ήταν μια πραγματικά ψυχρή γυναίκα η οποία προφανώς το μόνο μέλημά της σήμερα ήταν να είναι το μαλλί της στην εντέλεια και μακιγιαρισμένη. Μου έκανε εντύπωση, όπως και σε άλλους. Δεν μπόρεσε να κοιτάξει την Ιωάννα στα μάτια, κοιτούσε συνεχώς από την άλλη πλευρά».

Αναφερόμενος στη φραστική επίθεση της οικογένειας του θύματος προς την κατηγορουμένη δήλωσε: «Το επεισόδιο με τον αδελφό και τη μητέρα της Ιωάννας ήταν φυσιολογικό. Έδειξε αδιαφορία περισσότερο κι αυτό ήταν που τους εξόργισε.
Ήταν αδιάφορη, νομίζω ότι δεν πρέπει να έχει συνειδητοποιήσει ακόμη και σήμερα τι ακριβώς έχει κάνει. Δεν αναφέρθηκε σε τίποτα. Κάποια στιγμή η Ιωάννα τη ρώτησε 'Γιατί δεν με κοιτάς;', αλλά εκείνη δεν απάντησε. Μου έκανε πραγματική εντύπωση η εμφάνισή της», υπογράμμισε ο δικηγόρος.

Πρόσωπο με πρόσωπο

Η Ιωάννα έφτασε στο δικαστήριο στις 9 το πρωί και λίγο μετά τις 09.30 η 36χρονη κατηγορουμένη μπήκε κι αυτή στη δικαστική αίθουσα με την Ιωάννα Παλιοσπύρου να έχει καρφωμένο το βλέμμα επάνω της.

Σημειώνεται πως λίγο πριν ξεκινήσει την κατάθεσή της για τις φρικαλέες στιγμές που έζησε, ο πρόεδρος της έδρας απευθυνόμενος στην Ιωάννα Παλιοσπύρου της είπε: «Αν αισθανθείτε δυσκολία, δυσφορία ενημερώστε με», ενώ τόσο οι συνήγοροι της Ιωάννας όσο και η μητέρα της την πλησίασαν και της είπαν:

«Μην νιώσεις άσχημα αν συγκινηθείς... είναι ανθρώπινο» της είπαν χαρακτηριστικά.

Ισχυρή αστυνομική παρουσία

Από νωρίς το πρωί πάνοπλοι αστυνομικοί έχουν σχηματίσει κλοιό προστασίας γύρω από την κατηγορουμένη, με σκοπό την αποφυγή σοβαρού επεισοδίου.

Λύτρας: Τραυματικά τα όσα θα περιγράψει η Ιωάννα στο δικαστήριο

Ο δικηγόρος της, Απόστολος Λύτρας δήλωσε νωρίτερα στους δημοσιογράφους «ας περιμένουμε λίγο, μπορεί να εμφανιστεί η κατηγορουμένη».

Συνέχισε λέγοντας πως «το θέμα είναι πως βρίσκεται εδώ η Ιωάννα».

«Θα είναι τραυματικά όσα θα πει σήμερα στους δικαστές για όσα βίωσε», σημείωσε ενώ ανέφερε πως «θα ζητήσουμε από το δικαστήριο να καλέσει κάποια στιγμή άτομα που είχαν συνομιλίες με την κατηγορουμένη».

Τακτικοί και λαϊκοί δικαστές, με τη βοήθεια των στοιχείων που θα παρουσιάσει η πολιτική αγωγή, τις καταθέσεις των μαρτύρων στο πλαίσιο της ζωντανής ακροαματικής διαδικασίας, θα επιχειρήσουν να ξεδιπλώσουν σπιθαμή προς σπιθαμή τα πραγματικά περιστατικά για να αποκαλυφθεί όλο το εύρος της αλήθειας της υπόθεσης και κυρίως το ενδεχόμενο αν η κατηγορουμένη είχε σε κάποιο στάδιο του σατανικού σχεδίου της συνεργούς στο αποτρόπαιο έγκλημα της.

Οι καταθέσεις - κλειδιά

Πάντως σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, στο επίκεντρο της αποδεικτικής διαδικασίας αναμένεται να βρεθεί και ένας άνδρας με τον οποίο η κατηγορούμενη αντάλλασσε από το 2019 μηνύματα, του ζητούσε να παρακολουθήσει το σπίτι της Ιωάννας, αρκετό καιρό πριν την επίθεση, ενώ την ημέρα που η 37χρονη διέπραξε την φρικαλέα επίθεση φέρεται να τον κάλεσε 14 φορές.

Ο συγκεκριμένος άνδρας δεν αποκλείεται αν δεν παρουσιαστεί αυτοβούλως να καταθέσει στη διάρκεια της δίκης να κλητευθεί από το δικαστήριο προκειμένου να απαντήσει στις ερωτήσεις των δικαστών καθώς από τα μηνύματα προκύπτει ότι η κατηγορούμενη του ζητούσε να προμηθευτεί κάτι για λογαριασμό της και αν αυτό ήταν το καυστικό υγρό.

Ένας δεύτερος άνδρας, ωστόσο είναι και αυτός σημαντικός μάρτυρας της διαδικασίας, αφού είναι το πρόσωπο με το οποίο σύμφωνα και με το παραπεμπτικό βούλευμα η κατηγορούμενη διατηρούσε μαζί του «ελεύθερη, περιστασιακή, ερωτική σχέση».

Είναι το πρόσωπο για το οποίο η κατηγορούμενη διέπραξε το έγκλημα σε βάρος της Ιωάννας, καθώς πίστευε παρόλο που το θύμα την διαβεβαίωνε για το αντίθετο, ότι θα την εγκατέλειπε για τα μάτια της όμορφης Ιωάννας.

Όπως προκύπτει και από τους ισχυρισμούς της κατηγορούμενης στην ανακρίτρια η Έφη είχε «μία αρρωστημένη εμμονή μαζί της (σ.σ. με την Ιωάννα)», καθώς, όπως είπε, τη θεωρούσε υπεύθυνη για ένα προσωπικό της ζήτημα, ιδιαίτερα σημαντικό για εκείνη.

Πάντως, ο ίδιος προανακριτικά είχε καταθέσει πως γνώρισε την κατηγορούμενη σε ένα καφενείο στου Ζωγράφου, σε κοινή παρέα. «Συνεχίσαμε να επικοινωνούμε φιλικά μέσω μιας διαδικτυακής εφαρμογής, όπου και αναπτύξαμε μια ελεύθερη ερωτική σχέση», είχε καταθέσει ο 40χρονος, για να προσθέσει:

«Με την εν λόγω γυναίκα δεν έχουμε σταθερή σχέση και γνωρίζω ελάχιστα για την προσωπική της ζωή. Παράλληλα, το χρονικό διάστημα που τη γνωρίζω, μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής messenger, λόγω των κοινών γνωστών που είχαμε, μου βγήκε σαν προτεινόμενη διαδικτυακή φίλη μια ακόμη γυναίκα με το όνομα Ιωάννα, στην οποία και έκανα αίτημα φιλίας. Με την εν λόγω γυναίκα ανταλλάξαμε κάποια 5-10 τυπικά μηνύματα, πλην όμως δεν βρεθήκαμε ποτέ από κοντά και δεν υπήρξε εδώ και ένα έτος περαιτέρω επαφή μαζί της».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ