ΑΠΟΨΕΙΣ

Better the devil you know

Better the devil you know
EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ

Στη Νέα Δημοκρατία, όπως και σε όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα, όλοι γνωρίζονται πολύ καλά. Τόσο καλά που εδώ και δεκαετίες ο πολιτικός διάλογος ανάμεσά τους για το καλό της Ελλάδος σχεδόν περίττευε.

Κι ενώ ο πολιτικός διάλογος προκειμένου η χώρα να πορεύεται ομαλά στην μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια ήταν και είναι conditio sine qua non, αναγκαία και απαραίτητη προϋπόθεση δημοκρατίας, οι έλληνες πολιτικοί κατ’ εικόνα και ομοίωση των ελλήνων πολιτών, αυτόν τον διάλογο εξευτέλισαν και περιόρισαν σε επίπεδο καφενείου και τηλεπαράθυρου.

Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: ο λαϊκιστικός λόγος και οι πατριωτικές κορόνες άνευ αντικρίσματος νίκησαν κατά κράτος και το κράτος και την κοινωνία, που περιήλθαν σε πολιτικό, πολιτιστικό και, βέβαια, οικονομικό μαρασμό.

Η κεντροδεξιά στην Ελλάδα εδώ και τουλάχιστον πενήντα χρόνια έχει απολέσει την κυριαρχία της στην ελληνική πολιτική σκηνή διότι, κακά τα ψέματα, έως σήμερα, και ειδικά μετά τη δικτατορία, οι αυτοαποκαλούμενοι κεντροδεξιοί, συντηρητικής ή φιλελεύθερης εκδοχής, ουδέποτε κατόρθωσαν να κάνουν έναν ειλικρινή, πραγματικό και ουσιαστικό διάλογο με αποτέλεσμα η ΝΔ να πάσχει σοβαρά από ιδεολογικό έλλειμμα.

Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: η κυβερνητική εξουσία που άσκησε από την μεταπολίτευση και εντεύθεν υπήρξε πάντοτε ευάλωτη ενώ σε διάρκεια υπολειπόταν από την κυβερνητική εξουσία του αντίπαλου κυβερνητικού κόμματος είτε αυτό άρθρωνε κοινωνικολαϊκιστικό είτε εκσυγχρονιστικό- φιλελεύθερο λόγο.

Σήμερα η κυβέρνηση της αυτοαποκαλούμενης Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ, πλασάρεται πλέον ως Κεντροαριστερά, αν και με τις έντονες δεξιές πινελιές των ΑΝΕΛΛ και, όπως παλαιότερα έκανε το ΠΑΣΟΚ, χρησιμοποιεί κι αυτή άλλοτε κοινωνικολαϊκιστικά άλλοτε εκσυγχρονιστικοφιλελεύθερα επιχειρήματα ώστε να καταλαμβάνει μέρος του κεντρώου χώρου αφού κινείται ανεμπόδιστη από το κεντροαριστερό στο κεντροδεξιό διάζωμα.

Αυτό συμβαίνει, κυρίως, εξαιτίας σοβαρού ελλείμματος αντιπρότασης από την ανύπαρκτη ακόμα “καθαρόαιμη” κεντροδεξιά που θα μπορούσε από καιρό να είχε μεταμορφωθεί η ΝΔ, αν είχε καταφέρει να συνομιλήσει με τον πολύπλευρο εαυτό της και να ανανεωθεί στελεχιακά όπως έκανε η κεντροαριστερά μετά τη δικτατορία.

Έτσι ο αριστερολαϊκίστικος και ο δεξιολαϊκίστικος λόγος προερχόμενος από τη συμπολίτευση και την αντιπολίτευση υπονομεύει εδώ και χρόνια τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό μας, συγκαλύπτει την πολιτική φθορά και διαφθορά νυν και πρώην δραστών της πολιτικής που συνεχίζουν άνετα να υποδεικνύουν, ipsissimis verbis, πολιτικές περί του δέον γενέσθαι στη χώρα που, εξαιτίας της ολέθριας δράσης τους, έμεινε πίσω από τις εξελίξεις και πολλά πολεμεί με πάθη.

Σήμερα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να επιτύχει ό,τι δεν επέτυχε ο Κώστας Μητσοτάκης. Επιπλέον ό,τι δεν επέτυχε ο Κώστας Σημίτης.

Να αποπειραθεί εκ νέου να συνθέσει αλλά και να ολοκληρώσει τη σύνθεση των ιδεών εντός κόμματος ώστε όντως να αποτραπεί ο διχασμός, να ανανεώσει δραματικά το στελεχιακό δυναμικό, να ενδυναμώσει τη φιλελεύθερη/ εκσυγχρονιστική τάση έναντι του παραδοσιακού λαϊκού κρατισμού και να πείσει τον λαό, κυρίως εκείνους που ψήφισαν «όχι» από φόβο στις μεταρρυθμίσεις ότι το «ναι» στον αντιεθνικισμό δεν μπορεί να φέρει την Ελλάδα σε χειρότερη κατάσταση από αυτήν που ήδη βρίσκεται.

Απεναντίας, θα της δώσει ανάσα και ώθηση μακριά από φοβικά σύνδρομα δήθεν απώλειας κυριαρχίας που άλλωστε δεν ανακτάται δίχως παραγωγική κι ανταγωνιστική ανάπτυξη.

Κι επιτέλους, αυτή η τοξική για το σύνολο της κοινωνίας ερμηνεία ότι όλοι όσοι ψήφισαν «όχι» είναι κακοί αντιευρωπαϊστές και όλοι όσοι είπαν «ναι» είναι καλοί ευρωπαϊστές, πρέπει να λήξει άμεσα.

Αυτό μπορεί να γίνει μονάχα με καλόπιστο εις βάθος διάλογο εντός, αλλά και ανάμεσα, σε όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου. Όχι μονάχα στη ΝΔ, όλα, οφείλουν να επιδιώξουν ανοίγματα ανανέωσης και συνεργασίες, με βασικό στόχο να κατανοήσει η κοινωνία που υπέστη τις συνέπειες των εγκληματικών λαθών τους, το ξεκάθαρο πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα του καθενός ώστε σταδιακά να επανακτηθεί η κοινωνική αποδοχή που συρρικνώθηκε επικίνδυνα, έχοντας θέσει σε αμφισβήτηση το δημοκρατικό πολίτευμα.

Οφείλουν άπαντες να οργανώσουν τα Συνέδρια της ανανέωσης και επανίδρυσής τους. Όσοι είναι να παραμείνουν, ας μείνουν κι όσοι είναι να μεταναστεύσουν, ας μεταναστεύσουν. Η ευκαιρία που ανοίγεται είναι μεγάλη για ανακατατάξεις ώστε το πολιτικό προσωπικό να βρει τον πραγματικά φυσικό του χώρο και να μη ζορίζεται ούτε κομματικά ούτε ιδεολογικά.