ΚΟΣΜΟΣ

Skimpflation: Όταν ο πληθωρισμός οδηγεί σε μίζερα προϊόντα και υπηρεσίες

Skimpflation: Όταν ο πληθωρισμός οδηγεί σε μίζερα προϊόντα και υπηρεσίες
Οι καταναλωτές λαμβάνουν χειρότερες υπηρεσίες ή προϊόντα, για τα ίδια ή και περισσότερα χρήματα, με αποτέλεσμα τα παράπονα για την εξυπηρέτησή τους να εκτοξεύονται σε επίπεδα ρεκόρ AP Photo / Matt Dunham

Μήπως όλα είναι λίγο χειρότερα; Ακυρώθηκε η πτήση σας στις διακοπές; Έχει καθυστερήσει η παράδοση του νέου σας καναπέ; Ήταν το τελευταίο σας γεύμα έξω απογοητευτικό; Μήπως παρατηρείτε μια γενική υποβάθμιση στην ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών που σας προσφέρονται; Πρόκειται για το φαινόμενο του skimpflation ή αλλιώς του «πληθωρισμού της μιζέριας».

Απρόθυμοι να αυξήσουν τις τιμές αλλά και αρνούμενοι να θυσιάσουν κέρδη, οι ταξιδιωτικές εταιρείες, οι έμποροι λιανικής και οι εστιάτορες κόβουν από όπου μπορούν, συνήθως χωρίς να το πουν στους πελάτες τους.

Καλώς ήρθατε στο «skimpflation» -ένας όρος που καθιερώθηκε στις ΗΠΑ και κερδίζει έδαφος στη Βρετανία.

«Σε αντίθεση με τον τυπικό πληθωρισμό, όπου οι καταναλωτές πληρώνουν περισσότερα για τα ίδια αγαθά, skimpflation είναι όταν πληρώνουν το ίδιο για κάτι που χειροτέρεψε ποιοτικά» λέει ο Άλαν Κόουλ, συγγραφέας του Full Stack Economics και πρώην ανώτερος οικονομολόγος στην οικονομική επιτροπή του Κογκρέσου των ΗΠΑ.

Σε ελεύθερη απόδοση, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ο όρος «τσιγκουνιά» για να χαρακτηριστεί η διάθεση των επιχειρηματιών έναντι των πελατών τους και «μίζερα» τα προσφερόμενα προϊόντα και οι υπηρεσίες από την άποψη της ποιότητάς τους.

Το πιο συνηθισμένο παράδειγμα είναι «να πρέπει να περιμένουμε περισσότερο για τα πράγματα που παραγγείλαμε», λέει ο Κόουλ. «Αν έχετε παραγγείλει πρόσφατα έπιπλα ή μια συσκευή, θα διαπιστώσετε ότι οι χρόνοι παράδοσης είναι αργοί. Αυτό σημαίνει υποβάθμιση της ποιότητας της υπηρεσίας».

Εξαιτίας της τρέχουσας κρίσης, όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει πληθωρισμός: η τιμή των πραγμάτων αυξάνεται, μερικές φορές κατά ένα εντυπωσιακό ποσό. Υπάρχουν επίσης πολλά παραδείγματα συρρίκνωσης της ποσότητας των προϊόντων, δηλαδή όταν μια εταιρεία μειώνει το μέγεθος ενός πακέτου σοκολάτας, για παράδειγμα, αλλά η τιμή παραμένει η ίδια.

Ακόμη και αν δεν είναι τόσο εύκολο να εντοπιστεί, όταν αρχίσετε να αναζητάτε τη νέα κατάσταση, μπορείτε να τη δείτε παντού: Είναι στο σούπερ μάρκετ, όταν πέφτετε πάνω σε κάποιον που γεμίζει τα ράφια επειδή έχει καταργηθεί η δαπανηρή νυχτερινή βάρδια, ή όταν η αγαπημένη σας μάρκα δεν υπάρχει πια επειδή η γκάμα έχει μειωθεί για να αντιμετωπιστεί το κόστος της αποθήκης.

Είναι στα απογοητευτικά καινούργια ρούχα, ή όταν κλείνετε διακοπές και αναβάλλεται η πτήση σας ή όταν ανακαλύπτετε ότι τώρα πρέπει να πληρώσετε για το φαγητό και το ποτό σας στο αεροπλάνο. Στη συνέχεια, όταν προσπαθείτε να πάρετε πίσω τα χρήματά σας ή να διαμαρτυρηθείτε, ανακαλύπτετε ότι η μόνη οδός είναι μέσω διαδικτυακής συνομιλίας με μια οντότητα που μπορεί και να μην είναι άνθρωπος.

Οι καταναλωτές πληρώνουν περισσότερα για χειρότερες υπηρεσίες

Το podcast Planet Money του αμερικανικού ραδιοφωνικού σταθμού NPR επινόησε τον όρο το 2021. Πρόκειται για ένα «είδος πληθωρισμού stealth-ninja», αναφέρει, όπου οι καταναλωτές «πληρώνουν τα ίδια ή περισσότερα για τις υπηρεσίες, αλλά αυτές είναι χάλια σε σύγκριση με ό,τι ήταν παλαιότερα». Ένα παράδειγμα που χρησιμοποιήθηκε ήταν του Magic Kingdom, όπου οι επισκέπτες περπατούσαν σχεδόν ένα μίλι για να μπουν στο Disney World και τη Disneyland, επειδή δεν λειτουργούσε το τραμ από το πάρκινγκ.

Βέβαια, με τον αντίκτυπο της πανδημίας και την οικονομία να ακροβατεί στα όρια της ύφεσης, αυτή είναι μια δύσκολη περίοδος τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους καταναλωτές. Οι εταιρείες ξεπέρασαν την Covid για να πληγούν από την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας και των υλικών, καθώς και από τις ελλείψεις προσωπικού, όταν ο κόσμος επανήλθε στην κανονικότητα. Καθώς οι πελάτες παλεύουν με την αύξηση του κόστους διαβίωσης, οι επιχειρήσεις πρέπει να επιλέξουν μεταξύ της μετακύλησης των αυξημένων δαπανών τους, της πτώσης των κερδών τους (αν έχουν κέρδη) ή της αντικατάστασης εξαρτημάτων ή υπηρεσιών με κάτι φθηνότερο.

«Πάντα υπέθετα ότι αυτό ήταν το μοντέλο με τις κάλτσες», λέει ο Ντέιβιντ Μπλαντσφλάουερ, καθηγητής οικονομικών στο κολέγιο Dartmouth και πρώην μέλος της επιτροπής νομισματικής πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας, όταν ρωτήθηκε σχετικά με τον όρο.

«Το θυμάμαι από πολλά χρόνια πριν: η τιμή στις κάλτσες παρέμενε η ίδια και, καθώς το κόστος άλλαζε, άλλαζε και το πάχος της κάλτσας. Δεν ξέρω πόσο μεγάλη υπόθεση είναι [ο πληθωρισμός]... Θα έθετα ένα διαφορετικό ερώτημα: σε ποιο βαθμό ο πληθωρισμός μετράει σωστά τα πράγματα;».

Ο Άλαν Κόουλ υποστηρίζει ότι η «τσιγκουνιά» γίνεται πιο διαδεδομένη όταν είναι δύσκολο να παραχθούν προϊόντα ή όταν ο κόσμος γίνεται φτωχότερος. «Συνήθως, ο κόσμος γίνεται πλουσιότερος οπότε βλέπουμε τα αγαθά και τις υπηρεσίες να γίνονται πιο «φανταχτερά». Αλλά η πανδημία της Covid-19 μας έκανε φτωχότερους και λιγότερο παραγωγικούς με πολλούς τρόπους, αναγκάζοντάς μας να κάνουμε περικοπές».

«Αν η ποσότητα του χρήματος που διακινείται είναι υψηλότερη, αλλά η παραγωγή δεν έχει αυξηθεί, τότε είναι λογικό να παίρνετε λιγότερα για τα χρήματα που δίνετε. Κάποιες επιχειρήσεις το κάνουν αυτό χρεώνοντάς σας περισσότερα, αλλά άλλες το κάνουν με το να τσιγκουνεύονται λίγο το προϊόν τους».

Φθηνότερα υλικά σε τρόφιμα και υφάσματα

Λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους και άλλων προβλημάτων, το κόστος των τροφίμων είχε ήδη αυξηθεί πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αυτός ο πληθωρισμός πρέπει να αντιμετωπισθεί, λέει ο Τζέισον Μπουλ της εταιρείας συστατικών Eurostar Commodities με έδρα το Δυτικό Γιορκσάιρ, ο οποίος λέει ότι οι εταιρείες προσπαθούν να βρουν φθηνότερες συνταγές. «Όλοι οι παραγωγοί κοιτάζουν τα συστατικά και σκέφτονται: «Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κάτι φθηνότερο για να κάνουμε την ίδια δουλειά – ένα διαφορετικό αλεύρι ή ένα διαφορετικό άμυλο, για να μετριαστεί το αυξανόμενο κόστος των συστατικών και του φορτίου», λέει.

Η αλλαγή της συνταγής μπορεί να σημαίνει ότι η τιμή δεν θα αλλάξει, αλλά ο Μπουλ λέει ότι η ποιότητα και η γεύση μπορούν. «Οι παραγωγοί τροφίμων θέλουν να δώσουν στους ανθρώπους τη δυνατότητα να έχουν μια υγιεινή και ποικίλη διατροφή. Ωστόσο, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος οι άνθρωποι να τρώνε λιγότερο θρεπτικά τρόφιμα».

Η άποψή του επιβεβαιώνεται από τον Άντριου Σίλει, διευθύνοντα σύμβουλο της Bidfood, ενός μεγάλου χονδρεμπόρου τροφίμων στη Βρετανία, ο οποίος τον περασμένο μήνα προειδοποίησε ότι η εκτίναξη του κόστους των τροφίμων σημαίνει «δύσκολες αποφάσεις για τους προμηθευτές σχολικών γευμάτων». Όπως λέει: «Είτε θα σερβίρουν μικρότερες μερίδες είτε θα χρησιμοποιήσουν φθηνότερα υλικά, κάτι που δεν θα είναι καλό για τα παιδιά».

Οι υψηλότερες τιμές των τροφίμων αποτελούν τεράστιο πονοκέφαλο και στον κλάδο της εστίασης. Τα εστιατόρια αναγκάζονται να καταφεύγουν στη «μηχανική του μενού» (ο τεχνικός όρος για τη χρήση φθηνότερων συστατικών) για να «βγαίνουν» τα μαθηματικά για κάθε πιάτο. Αυτό συμβαίνει συνεχώς, αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντικό τώρα λόγω των «τρελών» αυξήσεων των τιμών, λέει ο σύμβουλος του κλάδου της εστίασης Πίτερ Μπάκμαν.

Σε δύσκολους καιρούς, ένα κοινό κόλπο είναι να κόβετε τα τρόφιμα που πωλούνται σε φέτες πιο λεπτά και υπό γωνία, ώστε να καλύπτουν περισσότερο μέρος του πιάτου ή να μειώσετε την ποσότητα του ακριβού κρέατος και των ψαριών, ενώ προσθέτετε στο πιάτο περισσότερα όσπρια και λαχανικά, τα οποία είναι φθηνότερα. Ο Μπάκμαν λέει ότι υπάρχει «πολύ βοδινό κρέας που μπορεί κανείς να αντικαταστήσει με φακές προτού ο πελάτης πει: «Παράγγειλα κρέας, όχι φακές».

Όσον αφορά τα ρούχα, οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι επιχειρήσεις αντισταθμίζουν το υψηλότερο κόστος αγοράζοντας υφάσματα χαμηλότερης ποιότητας ή κατασκευάζοντάς τα φθηνότερα. «Τα υφάσματα και η συμπεριφορά τους στο πλύσιμο μπορεί να διαφέρει πολύ από εκείνα στην κρεμάστρα», λέει ο Μάθιου Ίστερ, ο οποίος διευθύνει τη μάρκα σχολικών στολών Trutex, η οποία ανταγωνίζεται τις εξαιρετικά φθηνές σειρές των σούπερ μάρκετ που, όπως λέει, είναι κατασκευασμένες από λιγότερο ανθεκτικά υφάσματα.

Σε επίπεδα ρεκόρ τα παράπονα των πελατών

Το γεγονός ότι για παράδειγμα οι Βρετανοί καταναλωτές αισθάνονται πως έχουν εξαπατηθεί, είναι εμφανές στο δείκτη ικανοποίησης πελατών, που δημοσιεύεται από το Ινστιτούτο Εξυπηρέτησης Πελατών (ICS). Η πιο πρόσφατη έκθεση έδειξε ότι τα παράπονα για την εξυπηρέτηση των πελατών βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ, με την ποιότητα, την αξιοπιστία και τη διαθεσιμότητα των αγαθών και των υπηρεσιών να αποτελούν τα κύρια προβλήματα.

«Ο αριθμός των πελατών που αντιμετωπίζουν πρόβλημα είναι στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών», λέει ο διευθύνων σύμβουλος της ICS, Τζο Κάουσον.

Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 10.000 καταναλωτές, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το 16% των πελατών είχαν αντιμετωπίσει πρόβλημα με την εξυπηρέτηση τους τελευταίους έξι μήνες. Υπήρχαν λιγότερα παράπονα για το προσωπικό, αλλά πολύ περισσότερα σχετικά με ζητήματα ποιότητας ή τα είδη που ήταν εκτός αποθέματος.

Το «skimpflation» είναι μια νέα ιδέα, αλλά ο Κόουλ επισημαίνει ότι οι οικονομολόγοι πρέπει να του δώσουν προσοχή. «Αν δείτε μια εταιρεία να μειώνει την ποιότητα των προϊόντων για την ίδια τιμή, αυτό είναι μια καλή ένδειξη ότι βρισκόμαστε στο καθεστώς "παίρνετε λιγότερα για τα χρήματά σας", όπου οι πωλητές έχουν τη δύναμη», λέει.

Όσο για τους πελάτες, υπάρχει ένα παλιό ρητό στο εμπόριο: αφήστε τον αγοραστή να προσέξει τι καταναλώνει.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ